Κραχ στην Τουρκία:Οι συνέπειες και οι εμπλοκές

Μετά από μία περίοδο οικονομικής άνθησης φαίνεται πως ήρθε και η ώρα της Τουρκίας να αντιμετωπίσει το μένος των διεθνών αγορών.

Με το νόμισμά της να καταρρέει έναντι του αμερικανικού δολαρίου και τα επιτόκια των 10 ετών της ομολόγων να βρίσκονται σε πολύ υψηλότερα επίπεδα από εκείνα της δικιάς μας κρίσης η Τουρκία φαίνεται πως δεν έχει άλλη επιλογή από το να προσφύγει στη βοήθεια του Διεθνούς νομισματικού ταμείου. ΄Πόσο εύκολο όμως είναι αυτό

Το πρώτο θεμελιακό ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι πως θα ξεπεραστεί ο υπέρμετρος εγωισμός του ηγέτη της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ο οποίος είναι ο μόνος αρμόδιος με βάση και το νέο Σύνταγμα της χώρας που μπορεί να ζητήσει τη συνδρομή του Διεθνούς νομισματικού ταμείου.

Στην σημερινή του ομιλία που αναφέρθηκε στις οικονομικές εξελίξεις της γειτονικής χώρας μίλησε για οικονομικό πόλεμο που κηρύχτηκε στην Τουρκία και τόνισε πως δεν πρόκειται να υποκύψει στους γνωστούς οικονομικούς δολοφόνους.

Η φράση αυτή όπως όλοι θυμόμαστε αποτελεί σχεδόν συνώνυμο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Μένει λοιπόν να δούμε πόσο εύκολα ή δύσκολα θα καμφθεί ο τεράστιος εγωισμός του Ερντογάν ώστε να μπορέσει να ζητήσει τη διεθνή βοήθεια.

Ταυτόχρονα μεγάλη ανησυχία υπάρχει σε ευρωπαϊκούς κύκλους για τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης που φαίνεται να ξεκινάει σήμερα στην Τουρκία.

Η πρώτη σκέψη βρίσκεται στη συμφωνία του 2016 μεταξύ της Τουρκίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφορά στους μετανάστες. Πόσο ικανή θα είναι μία χώρα υπό δημοσιονομική επιτήρηση να κρατάει στο έδαφος της πάνω από 2 εκατομμύρια μετανάστες που θέλουν να περάσουν στην Ευρώπη;

Μία δεύτερη πιο πολύπλοκη οικονομική ανησυχία που υπάρχει αυτή τη στιγμή στους κύκλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ο βαθμός αναμίξεις του ιταλικού τραπεζικού συστήματος στην Τουρκία.

Αναλογα με το μέγεθος της εμπλοκής θα υπάρξουν και συνέπειες στην ήδη εύθραυστη ιταλική οικονομία η οποία ως γνωστόν αποτελεί την πυρηνική βόμβα στα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ηδη την Παρασκευή τα επιτόκια δανεισμού των δεκαετών ιταλικών ομολόγων σημείωσαν εκ νέου άνοδο μετά από κάποιες μέρες αποκλιμάκωσης.

Περαιτέρω άνοδος των επιτοκίων των ιταλικών ομολόγων τις επόμενες μέρες είναι πιθανόν να δημιουργήσει τεράστιο πρόβλημα σε ολόκληρη την ευρωζώνη καθώς είναι γνωστό ότι το ιταλικό δημόσιο χρέος είναι αδύνατον να ελεγχθεί σε περίπτωση μείζονος οικονομικής κρίσης.

Είναι προφανές ότι οι εξελίξεις αυτές εξ αντανακλάσεως δυσχεραίνουν σημαντικά και την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές καθώς το κλίμα διεθνούς αναταραχής που δημιουργούν οδηγεί και σε αύξηση των επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων.

Τι μέλλει γενέσθαι λοιπόν; Ποιος εγωισμός ουσιαστικά θα νικήσει; Εκείνος του Τραμπ ή του Ερντογάν;

Home

 

Εάν οι ηγέτες του κόσμου κατάφεραν να ξεκουραστούν λίγο αυτό το καλοκαίρι, πιθανότατα θα επανέλθουν ξανά χάρη στην αναταραχή στην Τουρκία.

Πριν από λίγο ο πρόεδρος της Αμερικής έγραψε τα ακόλουθα στο Twitter: Μόλις ενέκρινα τον διπλασιασμό των δασμών για χάλυβα και αλουμίνιο σε σχέση με την Τουρκία, καθώς το νόμισμά τους, η τουρκική λιρέτα, γλιστρά γρήγορα προς τα κάτω ενάντια στο πολύ ισχυρό μας δολάριο! Το αλουμινιο θα είναι τώρα 20% και ο χάλυβας 50%. Οι σχέσεις μας με την Τουρκία δεν είναι καλές αυτή τη στιγμή! επανέλθουν ξανά χάρη στην αναταραχή στην Τουρκία.

Η λίρα σημείωσε τη χειρότερη εβδομαδιαία πτώση από το 2008, αυξάνοντας την προοπτική πολιτικής αναταραχής σε ένα έθνος με βασικό ρόλο σε πολλές από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του κόσμου.

Ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είπε στους ανθρώπους του να εμπιστεύονται τον Θεό καθώς το νόμισμά τους έπεσε.

Η μεγαλύτερη ανησυχία των ευρωπαίων ηγετών μπορεί να είναι η συμφωνία του 2016 που εβαλε την Τουρκία να σταματήσει τη ροή των προσφύγων στην ΕΕ. Υπάρχουν ακόμα περισσότερα από 3 εκατομμύρια Σύριοι στην Τουρκία και η εκ νέου δρομολόγηση των δρομολογίων στην Ευρώπη θα προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στη Γερμανίδα καγκελάριο Angela Merkel .

Ο Βλάντιμιρ Πούτιν θα μπορούσε να επικροτήσει την προοπτική περαιτέρω διχοτόμησης στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, αλλά ο ρωσικός ηγέτης θα ανησυχεί για το γεγονός ότι η Μόσχα θα παγιδευτεί σε μια ευρύτερη αποσταθεροποίηση των αναδυόμενων αγορών. Το ρούβλι διαπραγματεύεται ήδη σε χαμηλά επίπεδα δύο ετών μετά την επιβολή νέων κυρώσεων από τις ΗΠΑ.

Ο Ντόναλντ Τρόμπι τείνει να συναντήσει τους ισχυρούς. Όμως, η σχέση του με τον Ερντογάν έχει μπερδευτεί, ιδιαίτερα μετά τη σύλληψη του πάστορα Andrew Brunson που άρχισε να αναβαθμίζει την ευαγγελική του βάση.

Εντούτοις, ο πρόεδρος των ΗΠΑ πιθανότατα δεν ηθελε να ξεκινήσει εναν πολεμο με την λίρα με την απειλή κυρώσεων. Αλλά τώρα το τζίνι βγαίνει από το μπουκάλι.

Οι γεωπολιτικές εντάσεις μεταξύ των ΗΠΑ και άλλων χωρών έθεσαν τον τόνο στις αγορές αυτή την εβδομάδα, με το τελευταίο σκέλος της καθοδικής σπείρας της λίρας να πυροδοτείται από μια διπλωματική κριση με την Αμερική.

Νωρίτερα την εβδομάδα, η Κίνα ανταποκρίθηκε στο τελευταίο βόλεϊ εμπορικού πολέμου της διοίκησης του Trump με επιπλέον δικά της τέλη. Το ρούβλι εφτασε σε χαμηλό των δύο ετών μετά την ανακοίνωση των νέων κυρώσεων στη Ρωσία από την αμερικανική κυβέρνηση.

Οι μετοχες στην Ευρώπη κατέγραψαν ζημίες και τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης των ΗΠΑ παρέμειναν χαμηλότερα, καθώς η ομιλία του προέδρου της Τουρκίας απέτυχε να καθησυχάσει τους επενδυτές ότι τα οικονομικά προβλήματα της χώρας δεν θα μεταφερθούν στη ζώνη του ευρώ και στις αναδυόμενες αγορές. Η λίρα εξασθένησε περαιτέρω, ενώ το κοινό νόμισμα παρέμεινε σταθερό κοντά στα χαμηλά για την ημέρα.

Η λίρα έπεσε περισσότερο από 11% σημερα σε νέο ρεκόρ, στη χειρότερη εβδομάδα από το 2001. Μιλώντας έξω από ένα τζαμί νωρίτερα σήμερα, ο Ερντογάν είπε στους οπαδούς: : αν έχουν δολάρια, έχουμε τους ανθρώπους μας, το δικαίωμά μας, τον Αλλάχ μας “, σύμφωνα με τα κρατικά μέσα ενημέρωσης.

 

Η πιο δύσκολη στιγμή για τον Ερντογάν δεν ήταν όταν ήταν αντιμέτωπος με το πραξικόπημα τον Ιούλιο του 2016 και κατάφερε να βγει νικητής.

Η πιο δύσκολη ώρα είναι τώρα που αντιμετωπίζει ταυτόχρονα την κατάρρευση του «οικονομικού θαύματος» πάνω στο οποίο έχτισε τη δημοφιλία του αλλά και την αποτυχία μιας εξωτερικής πολιτικής που στηρίχτηκε σε αλαζονικές και εσφαλμένες εκτιμήσεις.

Η κατάρρευση την οποία αντιμετωπίζει η τουρκική οικονομία, με την λίρα να έχει καταβαραθρωθεί και την τουρκική κρίση χρέους να είναι έτοιμη να εκδηλωθεί στην πλήρη δυναμική της, δεν είναι το αποτέλεσμα κυρίως των αμερικανικών κυρώσεων με αφορμή την υπόθεση του αμερικανού πάστορα Άντριου Μπράνσον.

Οι αμερικανικές κυρώσεις, πολύ σημαντικές καθαυτές και στην οικονομική και στην γεωπολιτική τους διάσταση, λειτούργησαν ως ο καταλύτης για να έρθουν εκρηκτικά στο προσκήνιο όλες οι αντιφάσεις του τουρκικού «αναπτυξιακού μοντέλου». Σαν το γνωστό παραμύθι του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν για τα «Καινούρια ρούχα του αυτοκράτορα» είναι η στιγμή που το παιδάκι φωνάζει «ο βασιλιάς είναι γυμνός».

Οι ανοιχτές πληγές της τουρκικής οικονομίας

Πίσω από μια εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη, που έτρεχε με ετήσιο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ πάνω από 7%, υπήρχαν ανοιχτές οικονομικές πληγές.

Το μοντέλο ανάπτυξης πάνω στο οποίο στήριξε τη δημοφιλία του όλα αυτά τα χρόνια ο Ερντογάν ήταν ένα νεοφιλελεύθερο μοντέλο, στηριγμένο όχι στη δημιουργία δυναμικής ενδογενούς ανάπτυξης, αλλά στις κατασκευές και τα φτηνό δανεισμό σε μια μεγάλη και νεανική χώρα που ρίχτηκε σε έναν παροξυσμό υπερκατανάλωσης που ταυτόχρονα τροφοδοτούσε την ονομαστική ανάπτυξη και μεγέθυνση αλλά και δημιουργούσε διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες δανεισμού από το εξωτερικό και μεγάλο βαθμό έκθεσης στις διεθνείς αγορές.

Το αποτέλεσμα ήταν μια οικονομία η οποία παρά τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης έχει ταυτόχρονα σημαντική υποχώρηση του μέσου ποσοστού κέρδους, αυξημένο πληθωρισμό που τον Ιούλιο έφτασε το 15,29%, το υψηλότερο ποσοστό από το 2004, σταθερά υψηλό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και ως συγκεφαλαίωση όλων των παραπάνω μια ανοιχτή κρίση χρέους.

Το εξωτερικό χρέος της Τουρκίας είναι κοντά στο 50% του ΑΕΠ, όμως πολύ μεγάλο μέρος αυτού είναι βραχυπρόθεσμο χρέος. Μεγάλο μέρος αυτού του χρέους είναι ιδιωτικό χρέος, με επιχειρήσεις και τράπεζες να έχουν μεγάλες υποχρεώσεις αποπληρωμής του μέσα στους επόμενους μήνες. Μόνο οι τράπεζες πρέπει να αποπληρώσουν 51 δισεκατομμύρια δολάρια χρέους μέσα στον επόμενο χρόνο, την ώρα που υποχωρούν τα συναλλαγματικά διαθέσιμα.

Πολύ πριν τις αμερικανικές κυρώσεις, η Τουρκική οικονομία είχε χτυπηθεί από μια άλλη μετατόπιση της αμερικανικής οικονομικής πολιτικής. Η στροφή προς υψηλότερα επιτόκια και η όλη ατμόσφαιρα εμπορικού πολέμου πλήττουν ούτως ή άλλως τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, καθώς αντιστρέφεται η τάση και κεφάλαια επιλέγουν την έξοδο από αυτές και την επιστροφή στις αναπτυγμένες οικονομίες. Η αύξηση του κόστους δανεισμού θα κάνει, επομένως, τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα.

Οι τάσεις αυτές ήταν ενεργές και τα προηγούμενα χρόνια, αλλά ο Ερντογάν το 2016 επέλεξε να τονώσει ακόμη περισσότερο την οικονομία με μια πολιτική φτηνού δανεισμού που επέτεινε τα φαινόμενα υπερθέρμανσης της τουρκικής οικονομίας, ανέδειξε τις δομικές της αδυναμίες και την έκανε ακόμη πιο ευάλωτη σε οποιοδήποτε εξωτερικό σοκ.

Όλα αυτά σημαίνουν ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο και ανεξαρτήτως ρητορικής η τουρκική οικονομία πηγαίνει προς μια μείζονα «διόρθωση». Ήδη υπάρχουν εκτιμήσεις ότι αυτό μπορεί να σημαίνει μια συρρίκνωση της οικονομίας κατά 10%-20%.

Το κοινωνικό κόστος θα είναι τεράστιο, όπως και ο πολιτικός αντίκτυπος. Ο Ερντογάν μπόρεσε να οικοδομήσει μια κοινωνική συμμαχία γύρω από ένα μίγμα αυταρχισμού, ισλαμικού συντηρητισμού και νεοφιλελευθερισμού πάνω σε μια επεκτεινόμενη οικονομία που επέτρεπε την αίσθηση μιας διαρκούς καταναλωτικής αναβάθμισης για σημαντικά κομμάτια της κοινωνία.

Χωρίς το «οικονομικό θαύμα», ο ρόλος του ως αδιαμφισβήτητου ηγέτη θα τεθεί υπό αμφισβήτηση έστω και εάν αυτή τη στιγμή διαθέτει πρωτοφανή συγκέντρωση εξουσίας και δεν υπάρχει πειστικός πόλος αμφισβήτησής του.

Τέλος του παιχνιδιού στη Συρία;

Την ίδια στιγμή ο Ερντογάν δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο το τέλος του «οικονομικού θαύματος» αλλά και το τέλος της προσπάθειάς του να κατοχυρώσει την Τουρκία ως ισχυρή και σχετικά αυτόνομη περιφερειακή δύναμη, προσπάθεια που συμπυκνώθηκε στην επένδυση σε μια ενδεχόμενη «αλλαγή καθεστώτος» στη Συρία.

Οι τελευταίες εξελίξεις στη Συρία, με τις κυβερνητικές δυνάμεις, με την υποστήριξη της Ρωσίας, να έχουν εκκαθαρίσει τους περισσότερους θύλακες ισλαμιστών ανταρτών και πλέον να ετοιμάζονται για την επίθεση στην τελευταία «ζώνη αποκλιμάκωσης» στην Ιντλίμπ, και τους Κούρδους να αναζητούν διαύλους συνεννόησης για την «επόμενη μέρα» με τις κυβερνητικές δυνάμεις, ιδίως εάν «επόμενη μέρα» σημαίνει και αμερικανική απεμπλοκή, σημαίνουν ότι η Τουρκία πιέζεται και στο μέτωπο της Συρίας.

Από τη μια, γιατί χάνει την όποια διαπραγματευτική δύναμη της έδινε η όποια σχέση με ορισμένες από τις ισλαμιστικές ομάδες (ή η συμμετοχή της στη διαχείριση των «ζωνών αποκλιμάκωσης») και συνολικά η διατήρηση στρατιωτικής παρουσίας επί συριακού εδάφους. Από την άλλη, γιατί μια λύση που θα εγγυάτο την κρατική ακεραιότητα της Συρίας αλλά και θα προσέφερε περιθώρια αυτονομίας για τους Κούρδους θα επέτεινε το «υπαρξιακό άγχος» της Τουρκίας για το ενδεχόμενο μιας κουρδικής κρατικής οντότητας και συνολικά για την αναζωπύρωση του κουρδικού ζητήματος και στο έδαφός της.

Και όλα αυτά την ώρα που η αμερικανική πλευρά, όσο αντιφατική και εάν είναι η δική της στάση, σπεύδει να στείλει το πιο ισχυρό μήνυμα προς την Τουρκία ότι δεν είναι τόσο εύκολο να έχει μια à la carte σχέση με Δύση, όπου τη μία στιγμή θα είναι μια χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ και την άλλη θα κάνει «διπλωματία ομήρων» απέναντι στην υπερδύναμη. Και το κάνει υπενθυμίζοντας ότι η «διπλωματία των δασμών και των κυρώσεων» μπορεί να έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο.

Σε αυτό το φόντο η Τουρκία σπρώχνεται προς την αναζήτηση τακτικών στηριγμάτων στη Ρωσία. Όμως, η τελευταία προσανατολισμένη στο να κατοχυρώσει ότι μπόρεσε να επιλύσει τη συριακή κρίση δεν είναι απαραίτητα διατεθειμένη να καλύψει όλες τις τουρκικές απαιτήσεις, προσφέροντας στην καλύτερη των περιπτώσεων εγγυήσεις για έναν έντιμο συμβιβασμό.

Η Κίνα αγοράζει, αλλά φτηνά

Όλα αυτά φέρνουν την Τουρκία σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Η οικονομική κατάρρευση εκ των πραγμάτων θα επηρεάσει τη δυνατότητα της Τουρκία να κάνει τις ίδιες «προβολές ισχύος», ακόμη και εάν επιλέξει να το κάνει τακτικά ως αντιστάθμισμα.

Προφανώς και δεν παύει να είναι μια μεγάλη χώρα, με μεγάλο και νεανικό πληθυσμό και μεγάλο βάθος ως αγορά. Όμως, η διαμόρφωση ενός νέου οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου δεν θα είναι τόσο εύκολη και θα υπάρξει κοινωνικό και πολιτικό κόστος.

Όλα αυτά αποτυπώνονται και στο ερώτημα του διεθνούς προσανατολισμού της. Ο Ερντογάν μπορεί να επιδιώκει ως αντιστάθμισμα στον ακυρωμένο «ευρωπαϊκό δρόμο» την ένταξη στις BRICS, αλλά αυτό δεν ακυρώνει το βαθμό έκθεσης στις αγορές, τις πολυεπίπεδες θεσμικές, πολιτικές και οικονομικές διασυνδέσεις με τη Δύση και τα ανοιχτά ερωτήματα για το κοινωνικό μοντέλο.

Η Κίνα μπορεί να έχει και πόρους και διάθεση να επενδύσει και να αγοράσει κατά προτίμηση φτηνά, ιδίως από τη στιγμή αρκετές τουρκικές εταιρείες και περιουσιακά στοιχεία είναι υποτιμημένα εξαιτίας της κατάρρευσης της λίρας και των τιμών των μετοχών. Από τα λιμάνια μέχρι τις τηλεπικοινωνίες υπάρχουν περιθώρια για μεγάλες επενδύσεις και η κινεζική πλευρά έχει καταστήσει σαφή την επιθυμία της. Όμως, είναι ένα ερώτημα πώς θα συνδυαστεί μια τυχόν κινεζική «επενδυτική εισβολή» με το αφήγημα Ερντογάν για μια ισχυρή και αυτοδύναμη Τουρκία.

Ο Ερντογάν έχει επιδείξει και μεγάλη ικανότητα αντοχής και δυνατότητα επιβίωσης. Όμως, αυτή τη στιγμή, κατά μια ιδιότυπη ιστορική σύμπτωση, ο κολοφώνας της ισχύος του συμπίπτει με τη μεγαλύτερη κρίση του οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου πάνω στο οποίο στηρίχτηκε.

in.gr