Ο εκψυχιατρισμός των κοινωνικών φαινομένων, των υποκειμενικών καταστάσεων οδηγεί σε παραμόρφωση της κοινωνικής συνείδησης των ατόμων.
Του Δημοσθένη Γκαβέα από την www.huffingtonpost.gr
Τα εντυπωσιακά νούμερα των στατιστικών προσφέρουν μια ηδονή σε αυτούς που τα διαβάζουν. Εντυπωσιάζουν, ακόμη και εάν είναι ενδεικτικά μιας καθ΄όλα αρνητικής κατάστασης που χαρακτηρίζει μια κοινωνία, πόσο μάλιστα εάν αφορούν τη ψυχική μας υγεία. Τα χρόνια της κρίσης η κατάθλιψη και άλλες ψυχικές νόσοι αυξήθηκαν. Αυτό είναι μια διαπίστωση; Ή μια φήμη που την έχουμε πιστέψει όλοι μας; Το ακούμε από τον φίλο, τον συγγενή, τον γείτονα. Ίσως να το λέμε και εμείς. «Είμαι πολύ αγχωμένος», «δεν μπορώ να χαρώ με τίποτα» και άλλα συναφή. Επίσης, εκτός από την εξοικείωση με ψυχιατρικούς όρους, μάθαμε να μιλάμε και σαν φαρμακοποιοί. Νέες λέξεις όπως Ladose, Xanax, εντάχθηκαν στο καθημερινό μας λεξιλόγιο. Ακόμη και η γιαγιά στην επαρχία μπορεί να μιλήσει άνετα με όρους φαρμακολογίας, ενίοτε να κάνει και διαγνώσεις.
Όμως, τι πραγματικά συμβαίνει στην Ελλάδα; Πράγματι η πλειονότητα του πληθυσμού υποφέρει από κατάθλιψη και άλλες αγχώδεις διαταραχές; Από πού προκύπτει αυτό; Πόσο σοβαρά είναι τα πράγματα και πόσο εύκολα προσφεύγουμε στη φαρμακολογία;
Μια ζοφερή εικόνα μας δίνει ο κ. Νικόλαος Θωμαΐδης, ο επικεφαλής του τμήματος Αναλυτικής Χημείας του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και επικεφαλής της επιδημιολογικής έρευνας η οποία κατέγραψε, βάσει των ευρημάτων στα λύματα της Αθήνας που καταλήγουν στην Ψυττάλεια, μια μεγάλη αύξηση ψυχοφαρμάκων και άλλων παράνομων ουσιών. Επί πέντε χρόνια, από το 2010 έως το 2015, εφάρμοσε μια μεθοδολογία που ονομάζεται «sewage epidemiology», δηλαδή επιδημιολογία λυμάτων προκειμένου καταγράψει την ποσότητα που οι πολίτες κατανάλωσαν σε φάρμακα και ναρκωτικά. Η έρευνα δημοσιεύθηκε το 2016 και τα ευρήματα ήταν εντυπωσιακά. Οι δειγματοληψίες ήταν σταθερές μια εβδομάδα κάθε μήνα επί πέντε συνεχή χρόνια.
Εκτός από τη δραματική αύξηση των ναρκωτικών ουσιών, καταγράφηκε και αύξηση στη χρήση ψυχοφαρμάκων.
Ειδικότερα, υπήρξε μια αύξηση κατά 35 φορές στα αντιψυχωσικά, κατά 19 φορές στις ηρεμιστικές ουσίες βενζοδιαζεπίνες και κατά 11 φορές στα αντικαταθλιπτικά. Στα αντικαταθλιπτικά, μεγάλη αύξηση έχει η ουσία citalopram, με 5150 αρχικά δόσεις το 2010 και 116.416 δόσεις το 2014, αυξημένη κατά 22 φορές. Ταυτόχρονα, ένα άλλο συστατικό, η οξαζεπάμη αυξήθηκε από 9400 δόσεις το 2010 σε 200.004 δόσεις, δηλαδή μια αύξηση κατά 23 φορές πάνω.
Τα δείγματα ήταν μόνο από την Αττική, αλλά τα αποτελέσματα είναι ενδεικτικά δεδομένου ότι εδώ ζει το 40% του πληθυσμού της χώρας.
Αυτές οι αυξήσεις, όπως επισημαίνει ο ίδιος, συμπίπτουν με τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, όπως τη μείωση του βιοτικού επιπέδου και την ανεργία. Προσθέτει δε πως η συλλογή δειγμάτων συνεχίζεται και από τα μέχρι τώρα στοιχεία εξακολουθούν να καταγράφονται μεγάλα ποσοστά κατανάλωσης ψυχοφαρμάκων, όμως με μια σταθεροποιητικά τάση.
Tι συμβαίνει με την καταγραφή και τα επίσημα στοιχεία για την κατανάλωση ψυχοφαρμάκων;
Στο ερώτημά μας για το εάν υπήρξε αντίδραση από το αρμόδιο Υπουργείο απάντησε στη HuffPost Greece, πως παρότι επρόκειτο για ένα πρόγραμμα αριστείας το υπουργείο δεν αντέδρασε στα ευρήματα, εκτός από την εθνική συντονίστρια για τα ναρκωτικά. Επιπλέον τόνισε πως αν και ζήτησε στοιχεία από τον ΕΟΠΥΥ για την κατανάλωση ψυχοφαρμάκων προκειμένου να συγκρίνουν τα στοιχεία, ο Οργανισμός δεν τα έδωσε, ενώ εκφράζει την βεβαιότητα πως εάν είχε τα στοιχεία του ΕΟΠΥΥ, τα αποτελέσματα θα αναθεωρούνταν προς τα πάνω.
Η HuffPost Greece στην επικοινωνία που είχε με διάφορους φορείς άκουσε επανειλημμένα την άρνηση του ΕΟΠΥΥ να δώσει τα συγκεκριμένα στοιχεία. Σε αντίστοιχο αίτημα που εστάλη και από τον γράφοντα, ο ΕΟΠΥΥ, μέχρι και την ώρα που γραφόταν αυτό το κείμενο, δεν είχε απαντήσει αλλά δεσμεύτηκε να αποστείλει τα σχετικά στοιχεία.
«Δεν υπάρχουν επιδημιολογικές μελέτες και ουσιαστική καταγραφή» δηλώνει στη HuffPost Greece ο κ. Απόστολος Βούρδας, παιδοψυχίατρος, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών, μέλος του Βασιλικού Κολλεγίου των Ψυχιάτρων του Ηνωμένου Βασιλείου και Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ψυχιατροδικαστικής Εταιρείας .
Ο ίδιος μεταφέρει την αίσθηση που του περιγράφουν συνάδελφοι του από τον δημόσιο τομέα, όπου υπάρχει έλλειψη προσωπικού και υποστελέχωση, με αποτέλεσμα να πάσχουν οι υπηρεσίες την ώρα που πολλοί συνάνθρωποί μας αντιμετωπίζουν προβλήματα.
Αντίστοιχα και ο κ. Θωμαΐδης περιγράφει τις δύσκολες συνθήκες στην έρευνα που αντιμετωπίζουν στο Πανεπιστήμιο, λέγοντας πως οι περικοπές, η αποχώρηση μεγάλου μέρους του προσωπικού λόγω συνταξιοδότησης και η μη αναπλήρωσή του είχα ως αποτέλεσμα μια δραματική και βίαιη μείωση του επιπέδου εργασίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι εναπομείναντες εργαζόμενοι να υφίστανται μια αφόρητη πίεση με επιπτώσεις στην υγεία τους.
«Αποκτούμε υπέρταση, άσθμα» λέει και τονίζει πως αυτό που συνέβη σε αυτή την μικροκλίμακα, είναι κάτι αντίστοιχο με αυτό που συμβαίνει σε όλη την κοινωνία με την αλλαγή των εργασιακών συνθηκών. «Ο καθένας το εκδηλώνει με διάφορες ασθένειες και αυτό αποτυπώνεται και στην αύξηση των φαρμάκων που καταναλώνονται.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στα δείγματα που λήφθηκαν από τα λύματα στην Ψυτάλλεια καταγράφηκε αύξηση στην χρήση αντιυπερτασικών κατά 11 φορές, ενώ η χρήση φαρμάκων κατά του έλκους υπερδιπλασιάστηκε.
Από την πλευρά του ο κ. Βούρδας, παραδέχεται ότι η ελληνική κοινωνία αγωνιά και ότι πράγματι υπάρχουν ζητήματα που αφορούν την ψυχική υγεία του πληθυσμού. Γνωρίζουμε, σχολιάζει, από διεθνείς επιδημιολογικές μελέτες πως δύσκολες κοινωνικοοικονομικές καταστάσεις οδηγούν σε καταθλίψεις και άλλες διαταραχές της συμπεριφοράς. Τέτοια φαινόμενα σχεδόν διπλασιάζονται σε περιόδους κρίσης.
«Υπάρχουν πολλοί μετανάστες με παιδιά που έχουν ανάγκες, και το αναφέρω καθώς είναι ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού. Επίσης υπάρχει και ο γηγενής πληθυσμός που βρίσκεται αντιμέτωπος με αδιέξοδα που έχουν προκύψει εξαιτίας της οικονομικής κρίσης» λέει και διευκρινίζει, πως για τους Έλληνες οι δυσκολίες έχουν αυξηθεί και φαίνεται μέσα στην οικογένεια με διάφορους τρόπους. Για παράδειγμα μπορεί το εισόδημα να έχει μειωθεί, καθώς ένας από τους δύο γονείς να έχει χάσει τη δουλειά του ή ένα παιδί από εκεί που πήγαινε στο ιδιωτικό σχολείο, να βρεθεί στο δημόσιο. Άλλοι έχουν χάσει τα σπίτια τους.
Γιατί το ρήγμα στη κοινωνική συνοχή ευθύνεται για τα ψυχολογικά προβλήματα περισσότερο από το οικονομικό ζήτημα
Υπάρχουν δυσκολίες, παραδέχεται ο κ. Βούρλας και υπογραμμίζει πως υπάρχουν δύο παράγοντες που συνδέονται περισσότερο με τα ψυχολογικά προβλήματα και την κατάθλιψη και δεν είναι το οικονομικό ζήτημα αυτό που κυριαρχεί.
«Είναι η αίσθηση του αδιεξόδου και του αβοήθητου, ότι δηλαδή δεν έχω βοήθεια, δεν υπάρχει ελπίδα και το δεύτερο αφορά στην διαταραχή της κοινωνικής συνοχής. Αυτά τα δύο είναι πιο σημαντικά από τη μείωση του εισοδήματος. Στην Ελλάδα παλαιότερα ήταν πολύ δύσκολα τα πράγματα και δεν είχαμε αυτά τα ψυχολογικά προβλήματα».
Στο ερώτημα πως εννοεί την κοινωνική συνοχή, απαντά πως κάποτε υπήρχε η αίσθηση ότι όλοι ανήκουμε σε μια ομάδα, σ΄ένα σύνολο και όλοι μαζί θα τα καταφέρουμε.
Αναπόφευκτα κάνω την παρατήρηση πως η διαστροφή αυτής της ιδέας προϋπήρξε της οικονομικής κρίσης, προκλήθηκε την εποχή της ευμάρειας όπου κυριάρχησε ένα ατομικιστικό και ηδονιστικό μοντέλο.
«Αυτή η κοινωνική συνοχή σε επίπεδο γειτονιάς, δήμου, σταδιακά περιορίστηκε, είμαστε αρκετά εγωιστές ως χαρακτήρες στην Ελλάδα» αναφέρει και προσθέτει:«Επιπλέον όταν ο μπαμπάς, η μαμά, ή οι παππούδες ασχολούνται αρκετά με τα οικονομικά και όταν λείπουν και πολλές ώρες από το σπίτι, αναπόφευκτα μειώνεται ο ποιοτικός χρόνος και η συνοχή της οικογένειας. Αυτό που έχει φανεί ότι είναι παράγοντας κινδύνου για δυσκολίες στα παιδιά, είτε σε επίπεδο συναισθήματος, είτε διαγωγής, είναι η έλλειψη ποιοτικού χρόνου και επικοινωνίας. Δεν αρκεί να είσαι δίπλα στο παιδί, αλλά να συμμετέχεις σε μια διάδραση ποιοτική και ουσιαστική».
Ωστόσο, αδιαμφισβήτητα, η καθημερινή πίεση είναι μεγάλη και η δυσκολία διαχείρισης της καθημερινότητας εξαιρετικά δύσκολη. Από τα συμφραζόμενα δεν υπάρχει αμφιβολία ότι περισσότεροι άνθρωποι απ΄ότι στο παρελθόν έχουν εμφανίσει κατάθλιψη ή είναι υποψιασμένοι αναφορικά με τα συμπτώματα της κατάθλιψης. Παράλληλα, έχουν προκύψει και νέοι όροι όπως η Γενικευμένη Αγχώδης Διαταραχή,της οποίας αν διαβάσει κανείς τα συμπτώματα θεωρεί ότι πάσχει από αυτή. Άλλωστε σ΄ένα αστικό περιβάλλον, όπως αυτό έχει δημιουργηθεί, το άγχος είναι μέρος της ζωής μας. Άρα τι γίνεται σε αυτή την περίπτωση; Εάν δεν επισκεφθεί κανείς τον ειδικό, λόγω του ότι κοστίζει, ή επειδή το σύστημα υγείας δεν έχει την υποδομή για άτομα που βιώνουν αυτά τα συμπτώματα, καταφεύγει στον φαρμακοποιό της γειτονιάς για να προμηθευτεί το αντικαταθλιπτικό που κάποιος συγγενής ή γείτονας του υπέδειξε. Δεν χρειάζεται συνταγή γιατρού.
«Είναι μια γρήγορη λύση ακόμη και για κάποιον που έχει μια ελαφριάς μορφή κατάθλιψης, ή είναι ιδιαίτερα αγχωμένος σε κάποια φάση της ζωής του» λέει ο κ. Γιώργος Παπαχαρίσης, φαρμακοποιός και συγγραφέας του βιβλίου «Σύγχρονη Φαρμακολογία». Ο ίδιος εκτιμά ότι οι πωλήσεις αντικαταθλιπτικών έχουν αυξηθεί κατά τουλάχιστον 45% από την αρχή της οικονομικής κρίσης. Είναι πολύ εύκολο να πάρει κάποιος ένα από αυτά τα φάρμακα και συνήθως πρόκειται για παραγωγικές ηλικίες, 30 με 45 ετών.
Η κουλτούρα του Quick Fix: Όταν τα αντικαταθλιπτικά χάπια θεωρούνται η εύκολη λύση
Την ίδια τοποθέτηση κάνει και η φαρμακοποιός Μ.Σ από την Εύβοια η οποία αναφέρει πως πολλοί είναι αυτοί που αρχικά ζητούν κάποια φυτικά χάπια για να μπορέσουν να κοιμηθούν. Δεν περνάει πολύς καιρός και ανεβαίνουν κατηγορία. Συνήθως μαθαίνουν γι’ αυτά από κάποιον γνωστό.
«Εμείς τους ρωτάμε εάν τους τα έχει γράψει γιατρός και κρίνουμε κατά περίπτωση. Ωστόσο υπάρχουν και αυτοί που γράφουν φάρμακα στο βιβλιάριο της γιαγιάς για να αποφύγουν το στίγμα, και μετά τα χάπια μοιράζονται μεταξύ της οικογένειας κατά βούληση» λέει η ίδια και σημειώνει πως ακόμη και χάπια που θέλουν συνταγή γιατρού, χάπια που είναι εθιστικά και κοστίζουν λιγότερο από δύο ευρώ βρίσκονται σχεδόν σε κάθε σπίτι στην επαρχία.
«Είναι μια εύκολη λύση που στοχεύει στην ταχεία επίλυση του προβλήματος. Αντί κάποιος να πάει στον ψυχίατρο, που μπορεί να κοστίσει πάνω από 60 ευρώ, έρχεται στο φαρμακείο και παίρνει ένα κουτί αντικαταθλιπτικά και κερδίζει και από το ασφαλιστικό του ταμείο κάποιο ποσό με αποτέλεσμα με λιγότερο από 60 ευρώ να κάνει τη δουλειά του» λέει η Μ.Σ.
«Είμαι αντίθετος στο να βλέπω το χάπι ως εύκολη λύση. Υπάρχουν λύσεις που είναι αποδοτικές και λύσεις που δεν είναι αποδοτικές. Αυτό που συμβαίνει με τα χάπια και όλοι το ξέρουμε είναι ότι κάποιος θα τα πάρει, αλλά δεν θα τα πάρει σωστά, γιατί και η φαρμακοθεραπεία έχει τη διάρκειά της. Μια θεραπεία μπορεί να είναι αποδοτική αρκετό καιρό μετά την παρέλευση των πρώτων συμπτωμάτων. Εκεί εντοπίζεται και ένα από τα προβλήματα. Κάποιος θα τα πάρει για λίγο διάστημα και μετά δεν θα συνεχίσει, είτε γιατί πιέζεται οικονομικά, είτε διότι δεν θέλει να φαίνεται στο βιβλιάριό του ότι παίρνει ψυχοφάρμακα», συμπληρώνει ο κ. Απόστολος Βούρδας.
Τι γίνεται με τα παιδιά που αντιμετωπίζουν προβλήματα ψυχικής υγείας;
Εκτός όμως των ενηλίκων υπάρχουν και τα παιδιά που με τον ένα ή άλλο τρόπο πλήττονται από την κρίση. Ο κ. Βούρδας αναφέρει ότι ο δημόσιος τομέας δεν προσφέρει ψυχοθεραπείες ή προσφέρει πολύ λίγες γιατί δεν υπάρχει το προσωπικό. Μπορεί να κάνει διαγνώσεις και μετά οι θεραπείες να γίνονται από ιδιωτικά κέντρα. Άρα υπάρχει μια πρακτική δυσκολία. Το δημόσιο δεν έχει προσωπικό για να κάνει ψυχοθεραπείες, αυτές τις αναλαμβάνουν ιδιωτικοί φορείς η ποιότητα των οποίων δεν ελέγχεται και οι γονείς είναι άγνωστο πότε θα πάρουν από τα ταμεία ένα μέρος των χρημάτων που έχουν καταβάλει.
Μιλώντας για τα παιδιά, ο κ. Βούρδας, δημιουργός επίσης του προγράμματος, Θετικοί γονείς – Χαρούμενα Παιδιά, το οποίο πραγματοποιείται με δωρεά από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, αναφέρει ότι σε αντίθεση με αυτό που συμβαίνει στις ΗΠΑ, δηλαδή της υπερσυνταγογράφησης ψυχοφαρμάκων στα παιδιά, στην Ελλάδα ισχύει το αντίθετο, δηλαδή υπάρχει υποσυνταγογράφηση, καθώς ιστορικά στη χώρα μας δινόταν έμφαση στην ψυχοθεραπεία. Επίσης επισημαίνει ότι τα φάρμακα στα παιδιά δεν λειτουργούν το ίδιο καλά όπως στους ενήλικες, ίσως λόγω της ανάπτυξης του εγκεφάλου.
«Ένας άλλος λόγος για τον οποίο η προσέγγιση για τα παιδιά είναι αντιφαρμακευτική, είναι πως επικρατεί η λογική της έσχατης λύσης. Αλλά υπάρχουν λύσεις που δουλεύουν και άλλες που δεν λειτουργούν και ανάλογα με την περίπτωση ίσως να πρέπει να πεις ότι το παιδί τώρα πρέπει να πάρει φάρμακο ή ίσως να χρειαστεί έπειτα από ένα χρόνο».
Εκτός όμως από τα παιδιά και τους ενήλικες στις πόλεις, υπάρχουν και αυτοί που ζουν σε παραμεθόριες περιοχές ή σε άγονες γραμμές. Η εικόνα όπως περιγράφεται είναι δυστοπική, καθώς δεν υπάρχουν οι απαραίτητες υποδομές για την ψυχική υγεία, δεν υπάρχουν ψυχίατροι πρόθυμοι να ζήσουν και να εργαστούν εκεί, ενώ υπάρχουν αναφορές για κατάχρηση ψυχοφαρμάκων. Όσον αφορά στα παιδιά στις Κυκλάδες, υπάρχει μια κινητή μονάδα που επισκέπτεται κάποια νησιά κάθε 15 ημέρες. Όταν πρόκειται για κάτι πιο σοβαρό το πλησιέστερο να πάει κανείς είναι η Σύρος, αν και πιο εύκολο είναι έρθει κάποιος να έρθει στην Αθήνα.
«Δεν είναι λίγες οι φορές που κάνω θεραπεία και διαγνώσεις μέσω Skype» σχολιάζει ο κ. Βούρδας.
Τελικά η κατάθλιψη έχει κυριαρχήσει στη ζωή μας; Οι αγχώδεις διαταραχές είναι αυτές που μας χαρακτηρίζουν; Τα συμπτώματα μοιάζουν να αφορούν την πλειονότητα των πολιτών. Πόσο μάλλον για την κατάθλιψη…
«Υπάρχει διαφορά μεταξύ του συμπτώματος και της διαταραχής. Συμπτώματα μιας νόσου μπορεί να έχουμε πολλοί, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε τη διαταραχή. Όπως για παράδειγμα μπορεί να βήχουμε και να έχουμε πυρετό αυτό δεν σημαίνει πως έχουμε και πνευμονία. Έτσι λοιπόν ίσως να έχει κανείς συμπτώματα άγχους αλλά αυτό δεν σημαίνει πως έχει συναισθηματική ή αγχώδη διαταραχή. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το καταλάβει σιγά σιγά ο κόσμος» σχολιάζει ο κ. Βούρδας.
Την προσοχή εφιστά και ο κ. Νίκος Τζαβάρας, ψυχίατρος, πρώην πρόεδρος της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας καθώς όπως σημειώνει υπάρχουν πολλές μορφές κατάθλιψης, άλλες οφείλονται σε οργανικά αίτια, άλλες είναι κοντά στην ψύχωση, υπάρχουν οι νευρωτικές και οι αντιδραστικές. Τονίζει δε, πως τώρα την εποχή της κρίσης, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και να οδηγούμαστε σε ασφαλή συμπεράσματα καθώς, σύμφωνα με τις κλινικές εμπειρίες έχουμε μια αύξηση των αποκαλούμενων αντιδραστικών – νευρωτικών καταθλίψεων που μπορούν να αποδοθούν στην επιβάρυνση που δέχεται το άτομο κάτω από διάφορες συνθήκες.
«Αυτό έχει μεγάλη σημασία γιατί ανάλογα με τη φαινομενολογία μιας κατάθλιψης προκύπτουν και οι ανάλογες θεραπευτικές και ψυχοθεραπευτικές υποχρεώσεις. Η σύγχρονη ψυχιατρική διαθέτει πάρα πολλές δυνατότητες για να επηρεάσει θετικά όσους υποφέρουν από καταθλίψεις» αναφέρει και δίνει έμφαση στη συμπαράσταση του ψυχιάτρου ή του ψυχολόγου, πέρα από τη φαρμακευτική αγωγή.
Ακόμη διευκρινίζει ότι η καταφυγή στα ψυχοφάρμακα είναι η χειρότερη επιλογή για ορισμένου τύπου ψυχιατρικές καταστάσεις. Αυτά θα πρέπει να δίνονται όπως κρίνει ο ειδικός, γιατί δρουν με ποικίλους τρόπους και οι γιατροί γνωρίζουν ποιοι είναι αυτοί.
«Τα αντικαταθλιπτικά μπορεί να αγοράσει κάποιος από το φαρμακείο χωρίς συνταγή γιατί δεν δημιουργούν εξάρτηση, αντίθετα με τις βενζοδιαζεπίνες. Εντούτοις η επιλογή τέτοιων φαρμάκων πρέπει να λαμβάνει χώρα με τη γνώμη του ψυχιάτρου. Μπορεί να μην χρειάζονται συνταγή γιατρού, αλλά κανείς δεν αποκλείει ότι μπορεί να υπάρξουν παρενέργειες, ενώ δεν είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσουν και στη βελτίωση των συμπτωμάτων».
«Δυστυχώς στη σημερινή εποχή υπάρχει η τάση να καταφεύγουμε σε μεθόδους για αντιμετωπίσουμε τα όποια προβλήματα ή τη θλίψη που και αυτή είναι μια μορφή κατάθλιψης. Χρειάζεται η προσπάθεια του ατόμου για να αντιμετωπίσει τα πολύ συγκεκριμένα καθημερινά προβλήματα, με τη βοήθεια, την αρωγή των φίλων» συνεχίζει ο κ. Τζαβάρας.
Σαφώς και ασχολούμαστε με τα θέματα της ψυχικής υγείας περισσότερο, με την έννοια να είμαστε καλά και προσπαθούμε να είμαστε όσο πιο καλά γίνεται και όσο περισσότερο μπορούμε, αυτό δεν αφορά μόνο την ψυχική υγεία, αλλά αφορά και άλλους τομείς που έχουν για παράδειγμα να κάνουν με την αισθητική και την εξωτερική μας εμφάνιση, από τον οδοντίατρο μέχρι τον πλαστικό χειρουργό, προσθέτει ο κ. Απόστολος Βούρδας και λέει πως «αυτή η τάση έχει περάσει και στην ψυχιατρική. «Ο κόσμος πηγαίνει για να είναι σούπερ καλά, γιατί ορισμένοι δεν αντέχουν την παραμικρή δυσκολία στον ψυχισμό τους. Είναι μια γενικότερη στάση ζωής που έχει αρχίσει να αναπτύσσεται».
«Όμως όπως και οι ρυτίδες μπορεί να είναι όμορφες, έτσι και ο πόνος και η στεναχώρια μπορεί τελικά να μας κάνουν πιο δυνατούς» λέει ο ίδιος και κάνει λόγο για μια συναισθηματική ωριμότητα που δεν αρνείται τον πόνο και τη στεναχώρια. «Η άρνηση της δυσκολίας δεν βοηθάει, αντίθετα δυσκολεύει τη ζωή» καταλήγει.
«Ο εκψυχιατρισμός των κοινωνικών φαινομένων, των υποκειμενικών καταστάσεων οδηγεί σε παραμόρφωση της κοινωνικής συνείδησης των ατόμων. Η ψυχή δεν οφείλει να εκχωρείται μόνο στους ψυχιάτρους, είναι ένα γενικότερο γνώρισμα του ανθρώπου και έχει να κάνει με την κοινωνική συνείδηση, την ηθική ποιότητα και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει κανείς τις δυσκολίες που καθημερινά συναντά» λέει από την πλευρά του ο κ. Τζαβάρας και αφήνει αιχμές για τη συμφεροντολογική σχέση ψυχιάτρων και φαρμακοβιομηχανίας, οι οποίοι από κοινού καλλιεργούν την ιδεολογία μιας μόνιμης και διευρυμένης ψυχιατρικής αγωγής.
ardin-rixi.gr