Παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα, οι δυο έννοιες που θα φέρουν την κοινωνική έκρηξη

Σπύρος Στάλιας, Οικονομολόγος PhD

Η συνύπαρξη των κρατών και των εθνών στην ευρωζώνη, εξαρτάται από την ανταγωνιστικότητα  της  οικονομίας   της κάθε χώρας προς την άλλη. Είναι ένας χώρος αμείλικτου ανταγωνισμού, αφού τα ευρώ κάθε χώρα μπορεί να τα βρει είτε από δανεισμό είτε από τις εξαγωγές. Κατά συνέπεια η αμοιβή εργασίας  παίζει σημαντικό ρόλο για να μπορεί μια χώρα να είναι διαρκώς ανταγωνιστική.

Άλλωστε το θεμελιώδες άρθρο πίστεως πάνω στο όποιο στηρίζεται η ευρωζώνη, ως συνολικό οικοδόμημα, είναι αυτό που απαιτεί για την αύξηση της απασχόλησης ή την μείωση της ανεργίας,  οι μισθοί να είναι ευέλικτοι προς τα κάτω.

Τι σημαίνει αυτό; Αυτό σημαίνει ότι  απασχόληση και μισθοί έχουν σχέση αντίστροφη. Με άλλα λόγια όσο πιο χαμηλοί θα είναι οι μισθοί  τόσο πιο πολλούς εργαζόμενους θα ζητούν οι επιχειρήσεις και τόσο πιο αυξημένη θα είναι η απασχόληση και αντιστρόφως. Από την πλευρά των εργατών όμως συμβαίνει το αντίθετο. Οι εργαζόμενοι υποτίθεται πάντα ότι προσφέρουν την εργασία τους όσο πιο αυξημένοι είναι οι μισθοί και αντιστρόφως. Συνεπώς η ανεργία είναι εθελουσία κατάσταση. Οι εργαζόμενοι δεν δουλεύουν όταν οι μισθοί δεν είναι στο επίπεδο που αυτοί θέλουν. Το πως ζουν σε αυτή την περίπτωση είναι μια άλλη ιστορία.

Όλα αυτά συνιστούν την αγορά εργασίας, στην όποια  οίκοθεν νοείται, ότι οι μισθοί θα πρέπει να καθορίζονται ελεύθερα από την αγορά, χωρίς καμία παρέμβαση του κράτους και των εργατικών συνδικάτων. Όπως γίνεται με κάθε άλλο προϊόν. Όπως γίνεται, ας πούμε, με τις πατάτες. Η πρόσφορα και η ζήτηση καθορίζει την τιμή της και η αγορά της πατάτας βρίσκεται σε ισορροπία. Ότι προσφέρεται αγοράζεται.

Με βάση αυτό το δόγμα του νεοφιλελευθερισμού διαλύεται η επονομαζόμενη αγορά εργασίας στην Ευρώπη, που μετά μανίας ο σύριζα και τα κόμματα του τόξου του ευρώ, επιδίδονται με πάθος να την αποτελειώσουν και στη χώρα μας. Τα παραπάνω είναι Δόγμα της Ευρωζώνης.

Επί της ουσίας τα μνημόνια που εφαρμόζονται στη χώρα μας αυτό τον στόχο έχουν πρωταρχικά, την μείωση του κόστους εργασίας έτσι ώστε η χώρα να γίνει ανταγωνιστική ασχέτως της παραγωγικής της δομής. Επιδιώκεται με άλλα λόγια το επίπεδων τιμών στην Ελλάδα Τε, να καταστεί μικρότερο από το επίπεδο τιμών της ευρωζώνης Τez. Η εφαρμογή των μνημονίων που προϋποθέτει δραστική μείωση της ενεργούς ζήτησης  και δραματική αύξηση της ανεργίας, θα αποκαταστήσει τους μισθούς στο επίπεδο που η αγορά απαιτεί και έτσι οι επιχειρήσεις θα αρχίσουν να προσλαμβάνουν εργάτες με αποτέλεσμα την εξάλειψη της ανεργίας μεταγενέστερα. Όλα αυτά  βεβαίως θα γίνουν  μακροχρονίως, με την βασική υπόθεση ότι τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης, η Ελλάδα, θα τις νικήσει σε αυτόν τον αγώνα του δρόμου της ανταγωνιστικότητας.

Η περιγραφόμενη διαδικασία έχει ως εξής. Αν οι δαπάνες μειωθούν δραματικά τα προϊόντα που παρήχθησαν θα μείνουν απούλητα στα ράφια. Άλλα  αυτό οι επιχειρήσεις δεν το γνωρίζουν ακόμα και συνεχίζουν να παράγουν. Δεδομένου ότι η πρoσφορά προϊόντων  είναι μεγαλύτερη από την ζήτηση, κατ ανάγκη  οι τιμές τους θα μειωθούν στα ράφια, έτσι ώστε οι επιχειρήσεις να απαλλαγούν από τα μη αναγκαία αποθέματα προϊόντων. Αλλά αφού οι μισθοί παραμένουν στα ίδια επίπεδα, ο πραγματικός μισθός αυξάνεται, αγοράζεις πιο πολλά προϊόντα με τον ίδιο μισθό, και έτσι η προσφορά εργασίας αυξάνεται. Από την άλλη οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να προσλάβουν εργάτες με μισθούς σε αυτό το επίπεδο, αφού τα προϊόντα που θα παράγουν δεν θα πωλούνται και έτσι κατ ανάγκη οι μισθοί θα πρέπει να μειωθούν. Αν οι μισθοί είναι ευέλικτοι προς τα κάτω, και αν δεν είναι το κράτος τους κάνει, διαλύοντας την αγορά εργασίας,  τότε με δεδομένη την πτώση των τιμών και των μισθών, η ζήτηση για χρήμα μειώνεται και άρα και το επιτόκιο. Δεδομένου ότι το επιτόκιο μειώνεται, αυτό ενθαρρύνει τους επιχειρηματίες να προβούν σε νέες επενδύσεις και έτσι η ανεργία να μειωθεί έως εκείνο το σημείο που δεν θα υπάρχουν πληθωριστικές πιέσεις. Με άλλα λόγια στην ευρωζώνη ο στόχος, πλήρης απασχόληση και σταθερότητα των τιμών, είναι στόχος ανέφικτος. Πάντα θα άρχει ανεργία και χαμηλοί μισθοί να προστατεύεται η αξία του ευρώ.

Συνοψίζω την πεμπτουσία της ευρωζώνης. Οι μισθοί, οι τιμές και το επιτόκιο αποτελούν ένα φυσικό μηχανισμό, που αν αφεθεί ελεύθερος να δράσει, θα φέρει την οικονομία σε ισορροπία, με άλλα λόγια σε σταθερότητα τιμών και σε σχετικώς πλήρη απασχόληση. Είναι ένας θεϊκός αυτορυθμιζόμενος μηχανισμός με στόχο το ατομικό καλό, που αναλογεί στον καθένα, σε σχέση με την θέση που έχουμε  στην παραγωγική διαδικασία. Η αποθέωση της μηχανιστικής μεταφυσικής.

Ο παρακάτω πινάκας μας δίνει ανάγλυφα την διαδικασία μείωσης του μοναδιαίου κόστους εργασίας που επιχειρήθηκε στη χώρα μας από το 2010 με την εφαρμογή των μνημονίων. Το Μοναδιαίο Κόστος Εργασίας (ULC) εκφράζει το κόστος εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή μιάς νομισματικής μονάδας (€1) ΑΕΠ. Δηλαδή, χρησιμοποιώντας τα δύσκολα μαθηματικά της πρακτικής αριθμητικής και τα δεδομένα της ΕΛΣΤΑΤ (Αύγουστος 2017), αν διαιρέσουμε τον συντελεστή μισθού με την παραγωγικότητα της εργασίας έχουμε το μοναδιαίο κόστος εργασίας. Ο πινάκας είναι απλός στην παρακολούθηση του. Η πρώτη σειρά μας δίνει τις αμοιβές εργασίας από το 2010 έως το 2016 σε δις ευρώ, η δεύτερη σειρά μας δίνει τον αριθμό των εργαζομένων σε εκατ., η τρίτη σειρά μας δίνει τον συντελεστή μισθού, δηλαδή τον μέσο μισθό, η τέταρτη σειρά μας δίνει  το ΑΕΠ σε δις ευρώ, η πέμπτη σειρά μας δίνει την παραγωγικότητα της εργασίας που σημαίνει πόσο κάθε εργαζόμενος συνέβαλε στην παράγωγη του ΑΕΠ σε ευρώ και η τελευταία σειρά μας δίνει το μοναδιαίο κόστος εργασίας που το λαμβάνουμε από τον λόγο (ULC) = w.L/Y και επειδή L/Y είναι το αντίστροφο της παραγωγικότητας της εργασίας LP, το μοναδιαίο κόστος εργασίας ULC μπορεί να γραφεί w/(Y/L) = w/LP.

 

 

Τι παρατηρούμε λοιπόν μετά από 8 χρόνια μνημονίων; Παρατηρούμε ότι παρά την άγρια λιτότητα το μοναδιαίο κόστος εργασίας ULC μειώθηκε ελαχιστότατα, παραμένει μάλλον σταθερό καίτοι ο συντελεστής μισθού (w) μειώθηκε.  Δεν γίναμε χώρα ανταγωνιστική, και αυτό φαίνεται και στις εξαγωγές μας την ίδια περίοδο. Τα μνημόνια δεν επιτυγχάνουν το στόχο τους και επιμένουν να τα εφαρμόζουν. Τι συμβαίνει άραγε;

Ας πάμε στα αγχώδη μαθηματικά της πρακτικής αριθμητικής. Αν πάρουμε ένα κλάσμα, ας πούμε το 10/5, και εκτελέσουμε την διαίρεση, το πηλίκον της είναι 2. Αν θέλουμε να έχουμε μικρότερο πηλίκον με σταθερό τον παρονομαστή, στην περίπτωση μας το 5, θα πρέπει μειώσουμε τον αριθμητή και να έχουμε 9/5=1,8, 8/5=1,6 κοκ. Αν πάλι θέλουμε από μια διαίρεση να έχουμε πάντα μικρότερο πηλίκον θα πρέπει ο ρυθμός αύξησης του αριθμητή να είναι μικρότερος της αύξησης του παρανομαστή. Στην περίπτωση μας τα παραπάνω επιδιώχθησαν   με τα μνημόνια αλλά το επιθυμητό αποτέλεσμα δεν ’έκατσε’.

Αφού το μοναδιαίο κόστος εργασίας μας δίνει ο τύπος ULC = w/LP, όπου ο αριθμητής μειώνεται άλλα ο λόγος του κλάσματος μένει σταθερός, θα πρέπει να δούμε τι συμβαίνει με τον παρανομαστή LP, που είναι η παραγωγικότητα της εργασίας. Την παραγωγικότητα της εργασίας μας δίνει ο τύπος  LP=Y/L, όπου Υ το εθνικό εισόδημα και L ο αριθμός των εργαζομένων.

Τι συνέβη σε αυτά τα μεγέθη που ο λόγος τους μας οδηγεί στη μείωση της παραγωγικότητας. Με άλλα λόγια τι συνέβη στο εθνικό εισόδημα και στο όγκο της απασχόλησης από μια πτώση των μισθών, που μας οδήγησε στη μείωση της παραγωγικότητας και στην μη μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας, με αποτέλεσμα 8 χρόνια μνημονίων και θυσιών να πάνε στράφι.

Από εδώ οδηγούμεθα σε ένα συμπέρασμα. Οι  μισθοί δεν είναι ένα απλό στοιχείο κόστους των επιχειρήσεων, και η μεταβολή τους επιφέρει δραματικές αλλαγές στη προσφορά και την ζήτηση, οι όποιες επηρεάζουν τις επιχειρήσεις για το πόσους εργαζόμενους θα απασχολήσουν. Με άλλα λόγια η μείωση των μισθών επιδρά στην κατανάλωση, στις επενδύσεις, στις εξαγωγές- εισαγωγές, στις κρατικές δαπάνες που συναποτελούν το εθνικό εισόδημα Υ, όπως και στο επιτόκιο αλλά και στον όγκο της απασχόλησης.

Ενώ λοιπόν οι νεοκλασικοί φωστήρες ισχυρίζονται ότι η πτώση των μισθών φέρνει ανάπτυξη, η πραγματικότητα τους διαψεύδει. Και όχι μόνον  μέσω του παραπάνω πίνακα, αλλά από εκατοντάδες τέτοιους πινάκες μέσα από τα τελευταία 200 χρόνια του καπιταλισμού. Όχι, φέρνει βαθύτερη ύφεση. Μείωση του εθνικού εισοδήματος αύξηση της ανεργίας και κατά συνέπεια  μείωση των επενδύσεων, της κατανάλωσης, των κρατικών δαπανών, των εισαγωγών και των εξαγωγών. Τα επιτόκια παραμένουν σε απαγορεύτηκα επίπεδα δανεισμού ενώ οι φόροι αυξάνονται αφού το ΑΕΠ μειώνεται. Μιλάμε για πλήρη καταστροφή.

Το σφάλμα ξεκινάει από την πίστη στην ύπαρξη αγοράς εργασίας. Δεν υπάρχει αγορά εργασίας, με την έννοια που υπάρχει σε κάθε προϊόν ξεχωριστά, όπου  προσφορά και η ζήτηση καθορίζουν την  τιμή του προϊόντος. Δεν υπάρχει δηλαδή  μηχανισμός σύμφωνα με τον οποίο να προσαρμόζονται έτσι οι μισθοί που να καθιστούν την οικονομία και ανταγωνιστική και εξαλείφουν ταυτοχρόνως και την ανεργία.

Ο όγκος της απασχόλησης ή η ζήτηση εργασίας, δεν εξαρτάται από τους μισθούς,  αλλά, όπως και η δημιουργία των μισθών,  εξαρτώνται από το επίπεδο του εθνικού εισοδήματος. Δηλαδή από την κατανάλωση, από τις κρατικές δαπάνες, από την διαφορά εισαγωγών και εξαγωγών και από τις επενδύσεις. Από τις  επενδύσεις εξαρτάται η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Οι επενδύσεις εξαρτώνται από τα επιτόκια, από την προσδοκώμενη κερδοφόρα οικονομική δραστηριότης, το επίπεδο της παιδείας, της υγείας, των καλών αμοιβών και κυρίως από την θέληση του κράτους πάντα να κλείνει την διαφορά της δαπάνης  μεταξύ πλήρους και μη πλήρους απασχόλησης.

Η προσφορά εργασίας εξαρτάται από την ικανότητα της οικονομίας να  δημιουργεί θέσεις εργασίας.

Το ύψος της αμοιβής εργασίας εξαρτάται περισσότερο από την ζήτηση εργασίας και λιγότερο από την προσφορά εργασίας, αλλά τελικά από την έκβαση της διαμάχης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας στη διανομή του εθνικού εισοδήματος,  με διαιτητή το δημοκρατικό κράτος που πάντα θα πρέπει να εγγυάται αξιοπρεπείς αμοιβές.

Συνοψίζοντας, η πολιτική που ακολουθείται είναι καταστροφική για την Ελλάδα και τους Έλληνες, αφού με κανένα τρόπο δεν αποδεικνύεται ότι οι μισθοί είναι εκείνοι που καθιστούν μια οικονομία ανταγωνιστική και που επίσης απορροφούν την ανεργία. Αυτό είναι και επιστημονικά λάθος και ιστορικά ανακριβές. Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής είναι που οδηγεί σε αιώνια φτώχεια, κατακτημένους και έτοιμους μετά να βρεθούμε σε εμφύλιο σπαραγμό.

Οίκοθεν νοείται ότι η χώρα θα πρέπει να αποχωρήσει από το τρελλοκομείο του ευρώ, να εκδώσει το νέο της Εθνικό Νόμισμα και να ακολουθήσει τις κατάλληλες επεκτατικές δημοσιονομικές πολιτικές μέσα από  ανεξάρτητη νομισματική πολιτική.

Οι πολιτικοί που εξακολουθούν να υπηρετούν το ευρώ βρίσκονται σε κίνδυνο.