O Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, με αφορμή την έναρξη της συζήτησης στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής του Σχεδίου Νόμου με τίτλο “Ρυθμίσεις για την τροποποίηση και τη βελτίωση συνταξιοδοτικών, δημοσιονομικών, διοικητικών και λοιπών διατάξεων του Υπουργείου Οικονομικών”, που κατατέθηκε στις 7 Μαρτίου στη Γενική Γραμματείας της Κυβέρνησης, δήλωσε τα εξής:
«Πρόκειται για μια νομοθετική πρωτοβουλία που ακολούθησε όλες τις προβλεπόμενες διαδικασίες:
Α. Δόθηκε, εγκαίρως, στους κυβερνητικούς εταίρους.
Β. Τέθηκε, από τις 28 Ιανουαρίου, σε δημόσια διαβούλευση (έγιναν 269 σχόλια).
Γ. Στάλθηκε για γνωμοδότηση, επί των συνταξιοδοτικών διατάξεων, στο Ελεγκτικό Συνέδριο.
Δ. Ενσωμάτωσε συγκεκριμένες παρατηρήσεις και προτάσεις φορέων και πολιτών.
Πρόκειται για μία νομοθετική πρωτοβουλία, και θέλω να σταθώ σε αυτό, η οποία κινείται πέραν των όσων επιβάλλουν οι συμφωνίες με τους εταίρους–δανειστές στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής.
Είναι σαφές ότι επιτυγχάνεται η αντιμετώπιση χρόνιων δυσλειτουργιών της δημόσιας μηχανής, διευκολύνονται οι πολίτες σε συνθήκες πλήρους τάξης και διαφάνειας και καθίστανται διαφανείς χρηματοροές προς το δημόσιο ταμείο.
Δείχνουμε ότι μπορούμε να βελτιώνουμε, να νοικοκυρεύουμε τα πράγματα.
Στόχος του εισαγόμενου Σχεδίου Νόμου είναι η αντιμετώπιση υπαρκτών προβλημάτων και δυσλειτουργιών που υφίστανται σε πεδία του κράτους, και ειδικότερα του Υπουργείου Οικονομικών, η βελτίωση των σχέσεών του με τους πολίτες και η προσαύξηση του θεσμικού μας κεφαλαίου.
Ειδικότερα, επιδιώκεται η τροποποίηση και ο εμπλουτισμός διατάξεων που αφορούν τη συνταξιοδοτική νομοθεσία του Δημοσίου, ο εκσυγχρονισμός του πλαισίου διαχείρισης των αδρανών καταθετικών λογαριασμών, καθώς και η ενίσχυση της δημοσιονομικής διαχείρισης.
Αναλυτικότερα:
Κεφάλαιο Α
Οι συνταξιοδοτικές διατάξεις του Σχεδίου Νόμου έρχονται σε συνέχεια σειράς πρωτοβουλιών του Υπουργείου Οικονομικών, από τον Ιούλιο του 2012 μέχρι σήμερα, για τον εξορθολογισμό και τη βελτίωση τόσο του συνταξιοδοτικού πλαισίου του Δημοσίου, όσο και των παρεχόμενων προς τους πολίτες υπηρεσιών.
Συγκεκριμένα, και μεταξύ άλλων:
1ον. Καθιερώνεται, για πρώτη φορά, ο θεσμός της προκαταβολής της σύνταξης από το Δημόσιο, ώστε να απαλειφθεί το μισθοδοτικό κενό που παρατηρείται σήμερα, και το οποίο αφορά το χρονικό διάστημα από τη λύση της υπαλληλικής σχέσης μέχρι την έναρξη καταβολής της κανονιζόμενης σύνταξης.
Συγκεκριμένα, το εν λόγω ποσοστό προκαταβολής ανέρχεται στο 50% του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου ή του βαθμού που έφερε ο υπάλληλος κατά το χρόνο της αποχώρησής του από την Υπηρεσία.
Το ποσοστό αυτό αυξάνεται σε 60% σε περιπτώσεις υπαλλήλου που είναι γονέας τριών τέκνων και άνω ή γονέας τέκνου με αναπηρία ή προστάτης μέλους της οικογενείας με αναπηρία.
Έτσι, αφενός θα περιοριστούν σημαντικά οι εύλογες διαμαρτυρίες των ενδιαφερόμενων και οι διαγκωνισμοί για προώθηση των υποθέσεών τους και αφετέρου θα δοθεί το χρονικό περιθώριο στην Υπηρεσία Συντάξεων να εξορθολογίσει τον προγραμματισμό των συχνά σύνθετων συνταξιοδοτικών θεμάτων.
Αρχικά, η εν λόγω ρύθμιση θα έχει εφαρμογή σε όσους υπάγονται στο συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου και αποχωρούν από την Υπηρεσία από 1η Ιουνίου και μετά.
Κατ’ εξαίρεση οι ανωτέρω διατάξεις θα έχουν εφαρμογή και για όσους αποχωρήσουν από 1η Μαρτίου μέχρι 31η Μαΐου.
Ενώ, με σχετική Υπουργική Απόφαση θα καθορισθεί και η επέκταση της προκαταβολής σε όσους έχουν αποχωρήσει από την υπηρεσία μέχρι την 28η Φεβρουαρίου.
2ον. Καθορίζεται, σε αυστηρό πλαίσιο, το χρονοδιάγραμμα των υπηρεσιακών διαδικασιών που απαιτούνται για την έκδοση της σύνταξης του Δημοσίου.
Ειδικότερα, ορίζεται αποκλειστική προθεσμία μέχρι δύο μήνες για την αποστολή της αίτησης συνταξιοδότησης και των υπηρεσιακών στοιχείων του υπαλλήλου στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους από την Υπηρεσία του συνταξιούχου, και μέχρι έξι μήνες για την έκδοση της πράξης κανονισμού της σύνταξης από την ημερομηνία πρωτοκόλλησής της αίτησης στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
Παράλληλα, θεσπίζονται κυρώσεις για τους υπαλλήλους που θα παραβιάσουν τις ανωτέρω προθεσμίες, ενώ συνεχίζονται οι διαρθρωτικές πρωτοβουλίες για τη σύντμηση του χρόνου απονομής της σύνταξης, ο οποίος από περίπου 11 μήνες τον Ιούλιο του 2012 ανέρχεται πλέον στους 7 μήνες.
Με τις εν λόγω ρυθμίσεις, λοιπόν, απαλείφονται φαινόμενα καθυστέρησης και κωλυσιεργίας που παρατηρήθηκαν σε ορισμένες περιπτώσεις στο παρελθόν, επιβαρύνοντας την καθημερινότητα των πολιτών, ενώ επιβάλλεται η απόλυτη τήρηση της διαδικασίας προώθησης των υποθέσεων.
3ον. Περιορίζονται γραφειοκρατικά θέματα της Υπηρεσίας Συντάξεων, με στόχο τη σύντμηση του χρόνου που απαιτείται για την καταβολή της κανονιζόμενης σύνταξης, μέσω της κατάργησης των μόνιμων συλλογικών οργάνων, τα οποία μεσολαβούν μέχρι την οριστική λύση των συνταξιοδοτικών διαφορών από το Ελεγκτικό Συνέδριο, και μέσω της συγχώνευσης Διευθύνσεων και αναβάθμισης σχετιζόμενων υπηρεσιών.
4ον. Θεσμοθετείται η ολική απογραφή, κάθε 5 χρόνια, των συνταξιούχων του Δημοσίου, η οποία, σε συνδυασμό με τη θέσπιση του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης των μεταβολών της προσωπικής κατάστασης του συνταξιούχου, θα εκμηδενίσει τη δυνατότητα είσπραξης για μακρό χρονικό διάστημα από τρίτους ποσών που πιστώθηκαν στον τραπεζικό λογαριασμό θανόντων συνταξιούχων του Δημοσίου, λόγω της δόλιας μη γνωστοποίησης του θανάτου αυτού στις αρμόδιες υπηρεσίες.
Τέτοιες περιπτώσεις εντοπίστηκαν με την ολοκλήρωση, τον Οκτώβριο του 2012, της απογραφής–καταγραφής των συνταξιούχων του Δημοσίου, όπου από τους 447.162 πολίτες που ελάμβαναν σύνταξη, τελικώς δεν απεγράφησαν 2.277 περιπτώσεις.
5ον. Εναρμονίζεται το Δημόσιο με τους άλλους ασφαλιστικούς φορείς ως προς την περικοπή της σύνταξης για όσους συνταξιούχους του αυτοαπασχολούνται.
Έτσι, σ’ αυτές τις περιπτώσεις αναστέλλεται το ποσό της σύνταξης του Δημοσίου που υπερβαίνει τα 60 ημερομίσθια του ανειδίκευτου εργάτη.
Πρόκειται για την ικανοποίηση ενός πάγιου αιτήματος συμπολιτών μας, καθώς, πλέον, στις περιπτώσεις που οι συνταξιούχοι αυτοαπασχολούνται, περικόπτεται το ποσό της κύριας ή των κύριων συντάξεων που υπερβαίνει τα 60 ημερομίσθια του ανειδίκευτου εργάτη (1.980 ευρώ) αντί της περικοπής του 70% του ποσού της σύνταξης που υπερβαίνει τα 30 ημερομίσθια (990 ευρώ) που ισχύει σήμερα.
6ον. Μειώνεται το όριο ηλικίας που αφορά την αναστολή καταβολής της σύνταξης των αυτοαπασχολούμενων στρατιωτικών συνταξιούχων κατά 6 έτη και ανέρχεται στο 47ο έτος της ηλικίας τους αντί του ισχύοντος 53ου, ενώ για τους πολιτικούς συνταξιούχους το αντίστοιχο όριο είναι τα 55 έτη.
Επίσης, εξαιρούνται τόσο οι μισθωτοί όσο και οι αυτοαπασχολούμενοι από την αναστολή της σύνταξής τους, οι οποίοι απολύθηκαν ή αποστρατεύτηκαν αυτεπάγγελτα χωρίς υπαιτιότητά τους.
7ον. Τέλος, εξαιρούνται των πρόσφατων μειώσεων οι ανάπηροι πολέμου αξιωματικοί πολεμικής διαθεσιμότητας.
Κεφάλαιο Β
Επικαιροποιείται, ουσιαστικά καταρτίζεται για πρώτη φορά, το παρωχημένο νομοθετικό πλαίσιο για τους αδρανείς καταθετικούς λογαριασμούς, επιτρέποντας τη χρήση των κεφαλαίων από αδρανείς καταθέσεις για την κάλυψη αναγκών του Δημοσίου, με απώτερο σκοπό την στήριξη ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.
Ως αδρανής καταθετικός λογαριασμός σε πιστωτικό ίδρυμα χαρακτηρίζεται εκείνος στον οποίο δεν έχει πραγματοποιηθεί, αποδεδειγμένα, καμία πραγματική συναλλαγή από τους δικαιούχους καταθέτες για χρονικό διάστημα είκοσι (20) ετών.
Η επομένη της τελευταίας συναλλαγής αποτελεί την έναρξη ισχύος της εικοσαετίας.
Συνεπώς, η δυνατότητα αξιοποίησης των εν λόγω πόρων προκύπτει μετά την παραγραφή των δικαιωμάτων του καταθέτη ή των νομίμων κληρονόμων του κατόπιν παρέλευσης εικοσαετίας.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, κάθε πιστωτικό ίδρυμα υποχρεούται να στέλνει στο δικαιούχο της αδρανούς κατάθεσης ειδοποίηση πριν τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής, ενημερώνοντάς τον σχετικώς.
Συγκεκριμένα, με τη συμπλήρωση 5 ετών από την πραγματοποίηση της τελευταίας πραγματικής συναλλαγής, πρέπει να γίνεται η πρώτη ειδοποίηση του δικαιούχου και των τυχόν συνδικαιούχων του, όπως αυτοί εμφανίζονται στον τραπεζικό λογαριασμό, με συστημένη επιστολή.
Η δεύτερη ειδοποίηση γίνεται με τη συμπλήρωση 10 ετών και η τελευταία με τη συμπλήρωση 15 ετών από την πραγματοποίηση της τελευταίας πραγματικής συναλλαγής.
Στην έννοια της πραγματικής συναλλαγής, η οποία διακόπτει την παραγραφή, περιλαμβάνεται και κάθε συναλλαγή που πραγματοποιείται από τρίτους κατ’ εντολή οποιουδήποτε από τους δικαιούχους, όπως και κάθε αίτημα του δικαιούχου προς το πιστωτικό ίδρυμα για ενημέρωσή του σχετικά με το υπόλοιπο του καταθετικού του λογαριασμού.
Τέτοιου είδους ενημέρωση ενδεικτικά συνιστά η προσκόμιση στο τραπεζικό κατάστημα του βιβλιαρίου καταθέσεων και η σχετική επ’ αυτού ενημέρωση, καθώς και η ερώτηση υπολοίπου που υποβάλλεται μέσω εναλλακτικών δικτύων (ΑΤΜ, internet banking, phone–banking, κλπ.).
Για να διασφαλιστεί η πλήρης εφαρμογή και η διαφάνεια της εν λόγω διαδικασίας θεσμοθετείται με σαφήνεια ο τρόπος εποπτείας αυτής, σε ένα πλαίσιο συνεργασίας του Υπουργείου Οικονομικών με την Τράπεζα της Ελλάδος.
Κεφάλαιο Γ
Όσον αφορά τους δημοσιονομικούς ελέγχους και γενικότερα την δημοσιονομική διαχείριση επέρχονται σημαντικές, βελτιωτικές ρυθμίσεις.
Με τις διατάξεις της παρούσας νομοθετικής πρωτοβουλίας, σε συνέχεια των εκσυγχρονιστικών παρεμβάσεων με το Ν. 4081/2012, επιχειρούμε να ενδυναμώνουμε τόσο στελεχιακά, όσο και οργανωτικά τις υπηρεσίες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που ασκούν Δημοσιονομικούς Ελέγχους.
Συγκεκριμένα, δημιουργούνται το Μητρώο Ελεγκτών για τους Δημοσιονομικούς Ελέγχους και Ελέγχους ΕΔΕΛ, το Μητρώο Εμπειρογνωμόνων για Δημοσιονομικούς Ελέγχους και Ελέγχους ΕΔΕΛ και η Διεύθυνση Έκτακτων Δημοσιονομικών Ελέγχων, ενισχύοντας σημαντικά την προσπάθεια εδραίωσης της δημοσιονομικής εξυγίανσης και πειθαρχίας, καθώς οι απαιτήσεις για δημοσιονομικούς ελέγχους έχουν αυξηθεί την τελευταία περίοδο σημαντικά.
Και αυτό διότι, παράλληλα με τους προγραμματισμένους ελέγχους που διενεργούνται με βάση ετήσιο προγραμματισμό, μεγάλο μέρος της ελεγκτικής δραστηριότητας αποτελούν οι έκτακτοι έλεγχοι που ασκούνται σε περιπτώσεις καταγγελιών, δημοσιευμάτων, πληροφοριών, βάσιμων υπονοιών για δωροδοκίες, απάτες, διαχειριστικές ανωμαλίες κλπ, καθώς και μετά από εντολές του Υπουργού Οικονομικών, εισαγγελικές παραγγελίες ή αιτήματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Παράλληλα, ορίζεται πλαίσιο θητείας για τους υπαλλήλους που ασκούν δημοσιονομικούς ελέγχους, αφενός λόγω της ανάγκης ενίσχυσης της διαφάνειας και αφετέρου προκειμένου κατά τη διενέργεια των δημοσιονομικών ελέγχων να μην εναλλάσσονται συνεχώς τα ίδια πρόσωπα, για την ενίσχυση της θωράκισης του ελεγκτικού έργου.
Συνοψίζοντας, λοιπόν, το εν λόγω Σχέδιο Νόμου συνιστά μία νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης Εθνικής Ευθύνης για τον εκσυγχρονισμό πτυχών του θεσμικού πλαισίου της δημοσιονομικής πολιτικής και για τη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών.
Και αυτό σε μία δύσκολη συγκυρία για τη χώρα και τους πολίτες.
Μία ώριμη νομοθετική πρωτοβουλία, η οποία πέρασε από την βάσανο πολλών διακεκριμένων συνεργατών μου.
Όλους όσους εργάσθηκαν μαζί μου, για αυτή την νομοθετική πρωτοβουλία, τους ευχαριστώ θερμά».