Αυτόνομες κινήσεις κεντρικών τραπεζών

Ο νομισματικός πόλεμος, όπως όλα δείχνουν, έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Αυτό αποδεικνύεται από μία σειρά κινήσεων που έγιναν κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων εβδομάδων.

 Η Κεντρική Τράπεζα της Αυστραλίας μείωσε στο ιστορικό χαμηλό του 2,25% τα επιτόκιά της, στην προσπάθειά της να τονώσει την οικονομία της χώρας και να διατηρήσει τις πτωτικές πιέσεις στο δολάριο Αυστραλίας.

 

«Γενικά, η εκτίμηση της Τράπεζας είναι ότι η ανάπτυξη της οικονομίας πιθανότατα θα παραμείνει λίγο χαμηλότερη από την τάση για μια λίγο μεγαλύτερη χρονική περίοδο, και το επίπεδο της ανεργίας θα «κορυφωθεί» λίγο υψηλότερα απ’ όσο αναμένονταν προηγουμένως», ανέφερε ο διοικητής της RBA, Glenn Stevens, σε σύντομη ανακοίνωσή του.

Κατά τον ίδιο, η κίνηση της Κεντρικής Τράπεζας της Αυστραλίας «αναμένεται να παράσχει περισσότερη στήριξη στη ζήτηση, έτσι ώστε να υπάρξει βιώσιμη ανάπτυξη και πληθωρισμός που θα συμβαδίζουν με τον στόχο».

Η Κεντρική Τράπεζα της Αυστραλίας έρχεται να προστεθεί στον κατάλογο των κεντρικών τραπεζών παγκοσμίως που προχωρούν σε παρόμοιες κινήσεις προκειμένου να τονώσουν την οικονομία τους, ενώ πρόσφατα ο πρόεδρος και Chief Operating Officer της Goldman Sachs, δήλωσε ανοιχτά ότι ο πλανήτης βρίσκεται ήδη σε πόλεμο νομισμάτων.

Η Νομισματική Αρχή της Σιγκαπούρης (Monetary Authority of Singapore) επέπληξε τις αγορές την προηγούμενη εβδομάδα, ανακοινώνοντας ότι αλλάζει την τρέχουσα νομισματική της πολιτική, η οποία βασίζεται σε παρέμβαση στις αγορές και είχε στόχο να αναστρέψει την ενίσχυση του νομίσματος.

Από την πλευρά της η Κεντρική Τράπεζα της Νέας Ζηλανδίας, μπορεί να διατήρησε αμετάβλητα τα βασικά της επιτόκια, αλλά σαφώς άλλαξε τη ρητορική της, τονίζοντας πως αναμένει «μία σημαντική ανατίμηση» του δολαρίου Ν. Ζηλανδίας – περισσότερο γνωστό ως kiwi – και ότι «η τρέχουσα ισοτιμία του νομίσματος δεν δικαιολογείται με βάση τις τωρινές οικονομικές συνθήκες».

Η Κεντρική Τράπεζα της Ουγγαρίας διατήρησε την επιθετική ρητορική της, αφήνοντας να εννοηθεί ότι στο άμεσο μέλλον θα προχωρήσει σε μείωση επιτοκίων.

Των παραπάνω κινήσεων είχαν προηγηθεί αναπάντεχες αλλαγές νομισματικής πολιτικής από Δανία, Ινδία, Καναδά και Ελβετία. Επίσης κανείς δεν θα πρέπει να ξεχνά ότι ο Μάριο Ντράγκι εξέπληξε, έως ένα βαθμό, τις αγορές, όταν ανακοίνωσε την απόφαση της ΕΚΤ να αυξήσει ουσιαστικά τον ισολογισμό της άνω του ενός τρισ. ευρώ, μέσω της εφαρμογής προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης.

«Οι κεντρικές τράπεζες εξακολουθούν να ξαφνιάζουν τους πάντες, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι θα συνεχιστεί η μεταβλητότητα στις αγορές συναλλάγματος», τονίζει η Camilla Sutton, κορυφαία αναλύτρια των αγορών συναλλάγματος για την Scotiabank, προσθέτοντας ότι «όταν υπάρχει έντονη μεταβλητότητα στις αγορές συναλλάγματος, αυτή είθισται να δρα υπέρ του δολαρίου».

Άλλωστε το δολάριο είναι αυτό που έχει εκμεταλλευθεί όλες τις κινήσεις που οδηγούν σε χαλάρωση τη νομισματική πολιτική. Από την αρχή του 2015 έχει ενισχυθεί σχεδόν 7% έναντι του ευρώ και άνω του 7% έναντι του δολαρίου Καναδά και κατά 6% έναντι του δολαρίου Ν. Ζηλανδίας.

Το τελευταίο 12μηνο έχει ενισχυθεί άνω του 20% έναντι των νομισμάτων Σουηδίας και Νορβηγίας, άνω του 17% έναντι του ευρώ και άνω του 13% έναντι του γεν. Μέχρι στιγμής η Fed δεν έχει αντιδράσει και σε αντίθεση με τις άλλες κεντρικές τράπεζες δεν κάνει τίποτε για να αντιστρέψει την πορεία του νομίσματος των ΗΠΑ. Στην ανακοίνωσή της η Fed υποστήριξε ότι και οι «διεθνείς εξελίξεις» είναι ένας παράγοντας που λαμβάνει υπόψη της όταν αποφασίζει για τη μελλοντική νομισματική της πολιτική. Εάν, λοιπόν, η Fed δίνει «την ευχή της» στους επενδυτές να συνεχίσουν να αγοράζουν δολάρια, ποιες θα είναι οι άλλες κεντρικές τράπεζες που θα αντιδράσουν;

Επίσης, σύμφωνα με την Credit Suisse, σε επιθετικές κινήσεις μπορούν να προχωρήσουν η Κεντρική Τράπεζα της Κορέας αλλά και αυτή της Πολωνίας.

Ως εκ τούτου υπάρχουν αρκετοί «πολέμαρχοι» έτοιμοι να συνεχίσουν τον εν εξελίξει νομισματικό πόλεμο που μαίνεται στην υφήλιο.

Αυτό που φαίνεται πως θα καθορίσει την πορεία των γεγονότων είναι η αντίδραση των ΗΠΑ και σε ποιο βαθμό θα ανεχθούν την ανοδική πορεία του δολαρίου. Το ράλι του αμερικανικού νομίσματος που ξεκίνησε στα μέσα του 2014 αγγίζει πλέον το 10% έναντι ενός καλαθιού νομισμάτων. Πολλοί εκτιμούν ότι υπό αυτές τις συνθήκες, με τις τιμές του πετρελαίου να υποχωρούν και τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ να παραμένει σε χαμηλά επίπεδα, η Τζάνετ Γέλεν – η επικεφαλής της Fed – θα αναβάλει τα σχέδιά της για αύξηση επιτοκίων.

Μένει να αποδειχθεί πώς θα αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση. Στο παρελθόν πάντως, οι καταστροφικές νομισματικές εντάσεις οδήγησαν σε διεθνείς συμφωνίες. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, η μεγάλη άνοδος του δολαρίου οδήγησε στο Plaza Accord. Μία δεκαετία αργότερα, με την ασιατική χρηματοοικονομική κρίση, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Ρόμπερτ Ρούμπιν κατέληξε σε συμφωνία για την ανάκαμψη του γεν, εγκαταλείποντας τη ρητορική του ισχυρού δολαρίου.

Εχουν χάσει τον έλεγχο οι κεντρικοί τραπεζίτες;

Γιατί οι κεντρικοί τραπεζίτες ανά την υφήλιο έχουν χάσει τον έλεγχο; Σε αυτό το ερώτημα επιχειρεί να απαντήσει άρθρο που δημοσιεύεται στην οικονομική ιστοσελίδαmarket watch θέτοντας στο μικροσκόπιο τις πολιτικές νομισματικής χαλάρωσης που έχουν υιοθετηθεί για την επίτευξη της ζητούμενης βιώσιμης ανάπτυξης.

Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όπως ήταν αναμενόμενο ακολούθησε τις υπόλοιπες μεγάλες δυνάμεις στο δρόμο της ποσοτικής χαλάρωσης.

Το μοντέλο όπως έχει δείξει η ιστορία είναι παρόμοιο σε όλες τις περιπτώσεις. Στην αρχή οι κεντρικές τράπεζες μειώνουν το επιτόκιο σε επίπεδα που αγγίζουν το μηδέν. Δεδομένου όμως της επίμονα ισχνής ανάπτυξης και έχοντας εξαντλήσει όλα τα συμβατικά μέσα, υποχρεώνονται στη συνέχεια να υιοθετήσουν τις μη συμβατικές πρακτικές της ποσοτικής χαλάρωσης οι οποίες αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα εγχειρήματα παγκοσμίως στην ιστορία των κεντρικών τραπεζών σύμφωνα με το δημοσίευμα.

 Μπορεί όμως η ποσοτική χαλάρωση να σταθεί στο ύψος των απαιτήσεων της ΕΚΤ για μια δυναμική ανάκαμψη της οικονομίας διερωτάται ο αρθρογράφος. Άλλωστε ακόμη και για τις ΗΠΑ τα τελικά συμπεράσματα  από την εφαρμογή του συγκεκριμένου προγράμματος  μένει ακόμη να φανούν.

Σύμφωνα με το άρθρο ο αντίκτυπος της ποσοτικής χαλάρωσης εξαρτάται από τρεις παράγοντες. Πρώτον από το βαθμό μετάδοσης της συγκεκριμένης νομισματικής πολιτικής στην πραγματική οικονομία. Δεύτερον, στο πως θα ανταποκριθούν οι οικονομίες σε αυτές τις κινήσεις.

Και τρίτον στο εάν επιτευχθούν οι στόχοι που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσον αφορά στην απασχόληση και τον πληθωρισμό.

Το έργο της ΕΚΤ για να δημιουργήσει τις συνθήκες για ισχυρή ανάκαμψη προμηνύεται δυσκολότερο από εκείνο της FED ή της Τράπεζας της Ιαπωνίας κυρίως επειδή το ποσοστό των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη είναι πολύ μικρότερο σε σχέση με τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία.

Το πιο πιθανό είναι στην Ευρώπη η ποσοτική χαλάρωση θα υποστηριχθεί από το τραπεζικό σύστημα και τη συνεχιζόμενη αποδυνάμωση του ευρώ το οποίο από την αρχή του έτους έχει χάσει 15% σε σχέση με το δολάριο.

 

http://www.sofokleous10.gr/top-story/298846-%CF%87%CE%BF%CE%BD%CF%84%CF%81%CE%B1%CE%AF%CE%BD%CE%BF%CF%85%CE%BD-%CF%84%CE%BF-%CF%80%CE%B1%CE%B9%CF%87%CE%BD%CE%AF%CE%B4%CE%B9-%CE%BF%CE%B9-%CE%BA%CE%B5%CE%BD%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%AD%CF%82-%CF%84%CF%81%CE%AC%CF%80%CE%B5%CE%B6%CE%B5%CF%82