Του ΠΑΥΛΟΥ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ*
Η σύγκρουση των δημόσιων υπαλλήλων με την κυβέρνηση έχει φτάσει πλέον σε οριακό σημείο. Η αξιολόγηση πάει να γίνει το Βατερλό της κυβερνητικής πολιτικής. Ένα θέμα που φαινόταν εύκολο καταλήγει σε αχίλλειο πτέρνα της. Η κυβέρνηση κατάφερε λόγω της αλαζονείας της, της απίστευτης απειρίας και ανικανότητας του υπουργού της, τη διάθεση της να δείχνει πυγμή έναντι των εργαζομένων, αλλά και των απάνθρωπων δεσμεύσεων που έχει αναλάβει απέναντι στο μεγάλο κεφάλαιο, ντόπιο και ξένο, να συσπειρώσει εναντίον της το σύνολο των εργαζομένων στο Δημόσιο, ακόμη και μεγάλο ποσοστό των στελεχών του.
Πραγματοποίησε το φαινομενικά αδύνατο, να αναστρέψει τη στάση των εργαζομένων που σε ένα μεγάλο ποσοστό έδειχναν θετικοί στο «θεσμό» της αξιολόγησης και να τους φέρει σε πλήρη αντίθεση με αυτόν. Με τις άστοχες κινήσεις της απέδειξε με τον πιο εύγλωττο τρόπο πόσο δίκιο είχαμε εμείς που για χρόνια επιμέναμε ότι η αξιολόγηση είναι ένα εργαλείο κατάταξης των εργαζομένων με πολλαπλούς στόχους.
Με τον παρόντα νόμο 4250 αυτοί οι στόχοι εμπλουτίζονται και με έναν επιπλέον, την επιλογή των προς απόλυση υπαλλήλων. Κι αυτό για να υλοποιηθεί ο κεντρικός κυβερνητικός στόχος που προωθείται με τις επεξεργασίες και πλάτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης: η συρρίκνωση του Δημοσίου σε τομείς που δεν μπορούν να αποφέρουν κέρδος στο μεγάλο κεφάλαιο και σε τομείς που θα λειτουργούν αποκλειστικά στην υπηρεσία του, ενάντια στα λαϊκά συμφέροντα και ανάγκες. Φυσικά παραμένουν οι στόχοι της αξιολόγησης, ως εργαλείου ιδεολογικής συμμόρφωσης και πειθάρχησης, οικονομικής υποβάθμισης των εργαζομένων, τρομοκράτησης και κανιβαλισμού.
Με την ποσόστωση που επιχειρεί να επιβάλει στη βαθμολόγηση και με την ντε φάκτο κατάταξη του 15% των υπαλλήλων στη «ζώνη του λυκόφωτος», στη δεξαμενή των προς απόλυση, θέλει να καταργήσει στην πράξη κάθε έκφραση συναδελφικότητας και αλληλεγγύης μεταξύ των εργαζομένων και να μετατρέψει τους εργασιακούς χώρους σε ζούγκλα όπου θα κυριαρχεί η λογική «ο θάνατος σου η ζωή μου». Θέλει να ακυρώσει τη δυνατότητα των εργαζομένων να λειτουργήσουν ως τάξη για τον εαυτό τους.
Οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο έχουν πλέον αντιληφθεί πλήρως τις προθέσεις των κυβερνώντων. Γι’ αυτό έχουν στο σύνολο τους απορρίψει αυτόν το νόμο. Κι αυτό αποτελεί τρομακτική ήττα της κυβέρνησης, που κάνει ότι δεν το καταλαβαίνει. Ο σχεδιασμός της πάει από αναβολή σε αναβολή. Περνάει στην κατά μέτωπο επίθεση. Αμφισβητεί το δικαίωμα των εργαζομένων να απεργούν. Βάζει τη δικαιοσύνη για άλλη μια φορά να λειτουργήσει πολιτικά για να βγει η ίδια από τη δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει και βγάζει φιρμάνι ότι κανείς δεν μπορεί πλέον να απεργεί. Αν θεωρούν ότι η ταξική πάλη καταργείται με αποφάσεις δικαστηρίων, είναι βαθιά γελασμένοι. Επίκειται απόφαση του Εφετείου για να το επισημοποιήσουν. Οι εργαζόμενοι όμως έχουν ήδη απαντήσει. Μετά την πρωτόδικη απόφαση με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα διαμηνύουν ότι θα συνεχίσουν τον αγώνα. Αυτός ο νόμος πρέπει να καταργηθεί. Όπως θα γίνει και με τον αντίστοιχο νόμο για την εκπαίδευση.
Τεράστιες κι οι ευθύνες των κομμάτων της κοινοβουλευτικής Αριστεράς. Το ζήτημα είναι άκρως πολιτικό. Μέχρι τώρα δεν το έχουν αναδείξει καθόλου στις διαστάσεις που πρέπει. Δεν έχουν κινητοποιήσει το λαό να ενώσει τις δυνάμεις του για την ανατροπή αυτών των πολιτικών.
Εδώ τώρα περνάμε στις ευθύνες των συνδικάτων και της ΑΔΕΔΥ. Οι εργαζόμενοι κάνουν ό,τι τους αναλογεί. Κουρελιάζουν τα χαρτιά αυτοαξιολόγησης όπως τους κάλεσε η ΑΔΕΔΥ. Αξιοποίησαν όλες τις μορφές πάλης.
Απεργία, ανυπακοή, αποχή από τα συγκεκριμένα καθήκοντα. Τώρα φτάνει η στιγμή της σύγκρουσης. Όπως διαγράφεται η κατάσταση η συνέχεια είναι μονόδρομος. Ανεξάρτητα από την απόφαση του δικαστηρίου ο αγώνας πρέπει να συνεχιστεί. Όταν οι νόμοι είναι άδικοι, μόνο ο αγώνας για την ανατροπή τους είναι νόμιμος. Πρέπει λοιπόν η ΑΔΕΔΥ να αναλάβει τις ευθύνες της και να καλέσει τους εργαζόμενους σε μαζική ανυπακοή. Αυτό πρέπει να κάνουν και οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από το τι θα τους πει η ΑΔΕΔΥ. Δεν μπορούν να στηρίζουν το μέλλον τους, την ύπαρξη τους, στις αποφάσεις εκπροσώπων. Γι’ αυτό και παντού πρέπει να γίνουν συνελεύσεις και να πάρουν οι εργαζόμενοι την τύχη τους στα χέρια τους. Αν συμφωνήσει και η ΑΔΕΔΥ σε αυτό, ακόμη καλύτερα.
Δεν αρκεί όμως. Για να μπορέσουν οι εργαζόμενοι να νιώσουν ότι προστατεύονται από την αυθαιρεσία της κυβέρνησης θα πρέπει να πάρουν κι άλλη μια απόφαση. Αν η κυβέρνηση προχωρήσει στη δίωξη έστω και ενός υπαλλήλου, πρέπει να προχωρήσουμε σε γενική απεργία. Απεργία μέχρι να νικήσουμε. Για να ανακτήσουμε την αξιοπρέπεια μας. Για να ανασυστήσουμε τις συλλογικότητες μας. Για να επανακτήσουμε τη δύναμη που έχουμε ως εργαζόμενος λαός και μας την έχουν αμφισβητήσει. Εδώ που έχουμε φτάσει μόνο μπροστά μπορούμε να πάμε. Για να δείξουμε σε όλους, και πρώτα στους εαυτούς μας, ότι μπορούμε να κάνουμε αυτό που δεν έκαναν μέχρι τώρα οι εκλογές: Να αλλάξουμε τα πράγματα προς το συμφέρον του εργαζόμενου, του άνεργου, του συνταξιούχου, του απλού λαού που βαρυγκωμεί.
*Ο Π. Αντωνόπουλος είναι μέλος της ΕΕ της ΑΔΕΔΥ με τις Παρεμβάσεις στο δημόσιο.
Δημοσιεύθηκε στο ΠΡΙΝ, 27.7.2014