Όπως το έχει θέσει σωστά ο οικονολόγος Dani Rodrik: «Αν η οικονομία σχετιζόταν μόνο με την μεγιστοποίηση του κέρδους, θα ήταν απλά ένα άλλο όνομα για τη διοίκηση επιχειρήσεων. Είναι μια κοινωνική πειθαρχία, και η κοινωνία έχει άλλα μέσα κοστολόγησης ετκός από τις τιμές της αγοράς.»
Η ανάκαμψη από την κρίση απαιτεί δημοσιονομικά κίνητρα και αυτό πρέπει να το καταλάβουμε όλοι. Η νομισματική πολιτική, ακόμα και η ανορθόδοξη νομισματική πολιτική, δε φτάνει.
Η εμπιστοσύνη είναι πολύ χαμηλή προς τις εμπορικές τράπεζες για τη δημιουργία πίστωσης στην κλίμακα που απαιτείται για την επιστροφή στην πλήρη απασχόληση και στην προ της κρίσης αυξητική τάση – ωστόσο, πολλές εκατοντάδες δισεκατομμύρια μετρητά κεντρικών τραπεζών καταλήγουν σε αυτές ακριβώς τις τράπεζες.
Ο Paul Krugman, ο Martin Wolf και άλλοι, θα ήθελαν να διευρύνουν τα δημοσιονομικά ελλείμματα, και να μην προσπαθήσουμε να τα μειώσουμε. Αυτή η παλιομοδίτικη κεϋνσιανή λογική θα μας οδηγήσει μακριά από την ανεπαρκή συνολική ζήτηση, και προς ένα πιο αποτελεσματικό τρόπο για τη μείωση δημοσίων ιδιωτικών χρεών σε ένα ή δύο χρόνια με τη λήψη μέτρων για την τόνωση της ανάπτυξης του εθνικού εισοδήματος άμεσα.
Όλοι γνωρίζουμε πως άρχισε η παγκόσμια οικονομική κρίση. Οι τράπεζες δάνεισαν υπερβολικά πολλά κεφάλαια στην αγορά κατοικίας. Η επακόλουθη έκρηξη της φούσκας της αγοράς κατοικίας στις Ηνωμένες Πολιτείες προκάλεσε τις τράπεζες να καταστραφούν, διότι οι τράπεζες έχουν πλέον παγκόσμιο προφίλ και οι μεγάλες τράπεζες πραγματοποίησαν επισφαλή δάνεια η μία στην άλλη. Αυτό μαζί με τον ανεπαρκή έλεγχο προκάλεσε την πιστωτική κρίση. Τα δάνεια στερέψαν και οι οικονομίες άρχισαν να συρρικνώνονται. Έτσι, οι κυβερνήσεις διέσωσαν τράπεζες και οικονομίες, και κατέληξαν σε μια κρίση δημόσιου χρέους. Παρόλο που όλο είναι απασχολημένοι με την απομόχλευση των οικονομιών, η ανάπτυξη δεν ήρθε ποτέ.
Στην πραγματικότητα, ο υπερβολικός τραπεζικός δανεισμός είναι δυνατόν να θεωρηθεί ως σύμπτωμα βαθύτερης οικονομικής κρίσης. Ο οικονομολόγος Thomas Palley το βλέπει ως ένα μέσο αντιστάθμισης της αύξησης της εισοδηματικής ανισότητας, με πρόσβαση σε φτηνές πιστώσεις αντικαθιστώντας τη διερυγμένη εγγύηση ευημερίας της σοσιαλδημοκρατίας. Έτσι η μεταρρύθμιση απαιτεί αναδιανομή του πλούτου και των εισοδημάτων.
Μεγάλος αριθμός χωρών, ιδίως στην Ευρώπη, αλλά και στις ΗΠΑ, εξακολουθεί να έχει κολλήσει σε μια κατάστασης ημι-ύφεσης. Επομένως, πώς θα ξεφύγουμε από αυτή την μαύρη τρύπα; Η γνωστή συζήτηση μεταξύ λιτότητας και τόνωσης. Οι υπέρμαχοι της λιτότητας πιστεύουν ότι μόνο η εξισορρόπηση των κρατικών προϋπολογισμών και η συρρίκνωση των εθνικών χρεών θα αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Οι Κεϋνσιανοί από την άλλη πιστεύουν ότι χωρίς μια μεγάλη δημοσιονομική τόνωση – μια σκόπιμη προσωρινή αύξηση του ελλείμματος – οι οικονομίες στην Ευρωπή και στις ΗΠΑ θα παραμείνουν κολλημένες στην ύφεση για τα επόμενα χρόνια. Αλλά η διαφωνία μεταξύ υπέρμαχων της λιτότητας και κεϋνσιανών που έγκειται στο πως μπορούμε να ενθαρρύνουνε την ισχυρή ανάκαμψη έχει σχέση και με μια άλλη συζήτηση. Με απλά λόγια, τι είδου οικονομία θέλουμε μετά την ανάκαμψη; Τότε τα οικονομικά μετατρέπονται σε πολιτική οικονομία. Εκείνοι που πιστεύουν ότι όλα ήταν μια χαρά με την οικονομία πριν από την κρίση, (εκτός από τις τράπεζες που έκαναν τρελά δάνεια) είναι πεπεισμένοι ότι η πρόληψη τέτοιων κρίσεων στο μέλλον απαιτεί απλά τη μεταρρύθμιση του τραπεζικού τομέα.
Η νέα ορθοδοξία της μεταρρύθμισης είναι μια «μακρο-προληπτική ρύθμιση» των εμπορικών τραπεζών από την κεντρική τράπεζα. Κάποιοι υποστηρίζουν ακόμη και την εθνικοποίηση των τραπεζών ή και τη διάσπαση τους. Αλλά περιορίζονται στο θέμα των μεταρρυθμίσεων στον τραπεζικό τομέα, και σπάνια αναρωτιούνται τι προκάλεσε τις τράπεζες να συμπεριφέρονται τόσο άσχημα.
Η αλήθεια είναι ότι κάθε φορολογική πολιτική με γνώμονα την ανάκαμψη είναι βέβαιο ότι θα έχει και μεταρρυθμιστικές επιπτώσεις. Γι ‘αυτό οι υπέρμαχοι της λιτότητας είναι τόσο εναντίον της, και γιατί ακόμη και εκείνοι που αποδέχονται την θεωρητική θετική επίδραση των ερεθισμάτων επιμένουν στην εφαρμογή τους μέσω της νομισματικής πολιτικής και μόνο. Η επανεξισορρόπηση της οικονομίας προς την εξοικονόμηση ενέργειας – και από την ιδιωτική στη δημόσια κατανάλωση – είναι βέβαιο ότι θα αλλάξει το στόχο της οικονομικής πολιτικής. Η μεγιστοποίηση του ΑΕΠ δεν θα είναι πλέον η πρώτη προτεραιότητα. Μάλλον, θα πρέπει να είναι κάτι που θα μπορούσαμε να αποκαλούμε ευτυχία, ή ευημερία, ή καλή ζωή.
Η ριζοσπαστική θέση είναι ότι η προ της κρίσης οικονομία δεν συνετρίβη λόγω λαθών στον τραπεζικό τομέα, αλλά και επειδή τα χρήματα είχαν γίνει ο μόνος κριτής της αξίας. Έτσι θα πρέπει ενεργά να αναζητούμε την ανάκαμψη, αλλά όχι με τρόπο που να αναπαράγει απλά τα δομικά ελαττώματα του παρελθόντος.
http://www.sofokleous10.gr/2012-07-24-09-27-56/238883-2013-10-30-07-09-50