Για μια πολιτική άμεσης αντιμετώπισης της Χρυσής Αυγής

του Θόδωρου Ντρίνια από το Άρδην τ. 90 που κυκλοφορεί

Τώρα που φαίνεται πως ο ξεκάθαρος κερδισμένος των πολιτικών εξελίξεων, από τις εκλογές του Μαΐου και μετά, είναι η Χρυσή Αυγή, τώρα έρχεται και η ώρα για να ασχοληθούμε σοβαρά με το πώς το φαινόμενο αυτό θα αναχαιτιστεί. Στον σχετικό δημόσιο διάλογο που έχει αναπτυχθεί, για άλλη μια φορά, φαίνεται να υπερτερεί η διάθεση να τονιστούν οι αιτίες που οδήγησαν στη γιγάντωση της δολοφονικής συμμορίας, παρά να προταθεί ένα πολιτικό πρόγραμμα άμεσης αντιμετώπισης του φαινομένου πριν αυτό γυρίσει και μας καταπιεί. Κάτι τέτοιο είναι «φυσιολογικό» καθώς είναι βολικότερο να εντοπίζεις αιτίες –έτσι συν τοις άλλοις μπορείς να δικαιολογείς τη δική σου ιδεολογική ή ιδεοληπτική τοποθέτηση και να επιρρίπτεις ταυτόχρονα τις ευθύνες στους «αντίπαλους» πολιτικούς και ιδεολογικούς χώρους– παρά να προτείνεις και κυρίως να επιδιώκεις λύσεις. Την παθολογία αυτή τη βιώσαμε επαρκώς εντός του ευρύτερου αντιμνημονιακού κινήματος, τα τελευταία δύο χρόνια και δυστυχώς θα αναγκαστούμε να ζούμε μαζί της για αρκετό διάστημα ακόμα, καθώς αποτελεί δείκτη της ωριμότητας (ή της ανωριμότητας) του ευρύτερου πολιτικού σκηνικού.
Στο παρόν σημείωμα, λοιπόν, ο γράφων δεν θα ασχοληθεί με το «γιατί» ή το «πώς» η Χρυσή Αυγή έφτασε να δίνει τον τόνο στην πολιτική πραγματικότητα –άλλοι φίλοι και σχολιαστές του πολιτικού χώρου μου, της Κίνησης Πολιτών «Άρδην», το έχουν ήδη κάνει επαρκώς– αλλά με το «πώς» θα της κοπεί το μπόι πριν γιγαντωθεί κι άλλο και μετατραπεί σ’ ένα θανάσιμο κοινωνικό και εθνικό κίνδυνο. Πριν καταλήξουμε στο διά ταύτα, όμως, πρέπει να γίνει αναφορά σε δύο πολύ συχνές, λανθασμένες κατά τη γνώμη μου, απόψεις σχετικά με τη Χρυσή Αυγή, οι οποίες φαίνεται να μπλοκάρουν ή να μην αναγνωρίζουν ως επείγουσα την προσπάθεια άμεσης πολιτικής αντιμετώπισης της συμμορίας. Η πρώτη θεωρεί το φαινόμενο παροδικό που γρήγορα θα ξεφουσκώσει και άρα υπάρχουν σοβαρότερα ζητήματα να ασχοληθούμε (π.χ. μνημόνιο, μετανάστευση, κ.λπ.). Η δεύτερη συμψηφίζει την ακροδεξιά βία με την ακροαριστερή (λιγότερο) και την αναρχική (κυρίως) βία, της οποίας την έξαρση βιώσαμε από το 2008 και μετά, θεωρώντας ότι το πρόβλημα δεν είναι αποκλειστικά η Χρυσή Αυγή αλλά η πολιτική βία εν γένει. Πρακτικά, και οι δύο απόψεις υπερτονίζουν αυτά που θεωρούν ως αιτίες (συχνά πραγματικές) που δημιούργησαν το φαινόμενο –η οικονομική κρίση, το μνημόνιο, ο εθνομηδενισμός, η διάχυτη βία, κ.λπ.– και υποτιμούν το φαινόμενο ως τέτοιο. Υπονοείται ότι, αν αντιμετωπιστούν οι αιτίες που το δημιούργησαν, τότε αυτομάτως και το φαινόμενο Χρυσή Αυγή θα μαραζώσει χωρίς να χρειάζεται να κοπιάσουμε ιδιαίτερα ή να του δώσουμε και πολύ σημασία. Η θεώρηση αυτή άθελά της αγνοεί δύο στοιχεία: Πρώτον, οι παράγοντες που επιδρούν στη διαμόρφωση ενός συγκεκριμένου πολιτικού ή κοινωνικού φαινομένου λειτουργούν για ένα μακρύ χρονικό διάστημα πριν παραχθεί και βγει στην επιφάνεια το συγκεκριμένο αποτέλεσμα (εν προκειμένω, η πολιτική άνοδος μιας ναζιστικής συμμορίας), άρα και η συνολική αναίρεσή τους θα χρειαστεί μια αργόσυρτη και επώδυνη μακρά χρονική περίοδο και όχι μια στιγμή (το τονίζουμε συχνά αυτό για την ίδια την αντιμετώπιση της θανάσιμης κρίσης που έχει τυλίξει τον ελληνικό λαό και τη χώρα μας). Δεύτερον, τα κοινωνικά και πολιτικά φαινόμενα δεν λειτουργούν με ένα γραμμικό αυτοματισμό του τύπου «τραβάω την πρίζα, σβήνει το ψυγείο». Αναδύονται μέσα από την μακρά αλληλεπίδραση πολλών παραγόντων (αιτιών) και, από τη στιγμή που θα βγουν στο φως, αποκτούν μια δική τους αυτόνομη δυναμική, συμβάλλοντας πλέον και τα ίδια στην αλλαγή/διαμόρφωση της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας. Συνεπώς:
Α) Η Χρυσή Αυγή δεν είναι μια απλή ακροδεξιά ή εθνικιστική οργάνωση αλλά μια ξεκάθαρα νεο-ναζιστική οργάνωση που, πριν μερικά χρόνια, έμοιαζε με αντίστοιχες δυτικοευρωπαϊκές νεο-ναζιστικές συμμορίες, που κινούνταν στο πολιτικό περιθώριο ή γνώριζαν προσωρινή άνθηση σε έκτακτα γεγονότα (π.χ. έξαρση μετανάστευσης, τρομοκρατικά χτυπήματα, κ.λπ.). Σήμερα, με τη μαζικοποίηση και τη βιαιότητά της, μοιάζει περισσότερο με αντίστοιχες συμμορίες που λυμαίνονται τις μεγαλουπόλεις την Ανατ. Ευρώπης και δημιουργήθηκαν μέσα από την τρομακτική κοινωνική κατάρρευση, που προκάλεσε η μετάβαση από τα αυταρχικά σοσιαλιστικά καθεστώτα σε ληστρικά νεο-φιλελεύθερα, μετά το ’89. Και πάλι, όμως, διαφέρει από όλες τις προηγούμενες, στον βαθμό που λειτουργεί πια σε συνθήκες όχι απλά βαθύτατης κοινωνικής κρίσης αλλά και πολιτικού κενού, γεγονός που πολλαπλασιάζει την επικινδυνότητά της καθώς της προσφέρει τη δυνατότητα μετασχηματισμού της από πολιτική γκρούπα/συμμορία σε πολιτικό κίνημα!
Β) Η Χρυσή Αυγή δεν είναι αποτέλεσμα πολιτικής παρθενογένεσης αλλά μια κομβική στιγμή μιας μακρόχρονης πορείας ανασυγκρότησης ενός επιθετικού, ριζοσπαστικού, δεξιού συντηρητισμού, ο οποίος έκανε τη δυναμική του εμφάνιση αρχικά μέσω της γελοιογραφικής εκδοχής του ΛΑΟΣ και του Καρατζαφέρη και σήμερα ριζοσπαστικοποιείται τάχιστα, προϊούσης της ολικής κρίσης του νεοελληνικού σχηματισμού, συσπειρώνοντας ευρύτερα τμήματα του πληθυσμού πέραν της παραδοσιακής ελληνοχριστιανικής δεξιάς. Αν φυσικά δεν αντιμετωπιστεί πολιτικά, η πορεία μετεξέλιξης αυτού του χώρου προς ακόμα πιο ριζοσπαστικές εκδοχές θα είναι η φυσιολογική εξέλιξη, με δεδομένο το δυσμενέστατο πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον.
Γ) Η βίαιη πολιτική πρακτική της Χρυσής Αυγής δεν μπορεί να εξισώνεται με την αντίστοιχη πρακτική των ποικίλων αναρχικών ομάδων –η οποία συχνά παίρνει εξίσου αποτρόπαιες μορφές, ανάλογες με τη ναζιστική βία (μηδενισμός, περιφρόνηση της ανθρώπινης ζωής, μεταφυσική λατρεία της βίας και της καταστροφής, θέληση για δύναμη κ.λπ.)– για τον απλό λόγο ότι, πίσω από τη βία και την πρόκληση του χάους ή μάλλον διά μέσω αυτών, η Χρυσή Αυγή επιχειρεί να επιβάλει το πολιτικό της πρόγραμμα, το οποίο είναι σαφέστατα αντιδημοκρατικό, δολοφονικό και ρατσιστικό, ενώ, αντίθετα, οι αναρχικές ομάδες δεν έχουν άλλον πολιτικό ορίζοντα πέραν της καταστροφής, του χάους και της πρόκλησης της αντίδρασης του κράτους.
Δ) Επίσης, καθόλου τυχαία δεν είναι η εμφυλιοπολεμική, στην κυριολεξία, ρητορική που επιλέγει η ηγεσία του κόμματος/συμμορίας από τη στιγμή που κατέκτησε τα κοινοβουλευτικά έδρανα: τα τάγματα εφόδου της οργάνωσης μετονομάζονται σε «τάγματα ασφαλείας» στη Μεσσηνία, λαμπρές προπαγανδιστικές τελετές στήνονται στον Γράμμο και το Βίτσι και στην «πηγάδα του Μελιγαλά», συχνότατες αναφορές γίνονται για τον «πατριωτικό» ρόλο της Εθνικής Κυβερνήσεως (δηλ. της Χούντας του 1967-74), κ.ο.κ. Η Χρυσή Αυγή προσπαθεί με κάθε τρόπο να ξύσει τις διχαστικές πληγές του παρελθόντος στο αποχαυνωμένο και αποκαμωμένο λαϊκό σώμα για να τις κάνει ξανά να ματώσουν, ματώνοντας τον τόπο. Ούτε τυχαία είναι η προσπάθεια να προβοκάρει κάθε προσπάθεια αντιμετώπισης της λαθρομετανάστευσης (οργάνωση αντισυγκεντρώσεων για τα κέντρα κράτησης, συνεχείς επιθέσεις σε νόμιμους μετανάστες, κ.λπ.) ή να προκαλέσει χάος σε εθνικά ευαίσθητες περιοχές (έφοδος με μοτοσυκλέτες σε τζαμί στη Θράκη την τελευταία μέρα του Ραμαζανιού), τιμώντας έτσι τις πιο σκοτεινές εκδοχές της ελληνικής ακροδεξιάς (ΕΣΠΟ, Γκοτζαμάνηδες, ΕΟΚΑ Β΄). Με όπλο τον τραμπουκισμό, την προβοκάτσια, το ψέμα, η Χρυσή Αυγή επιδιώκει τον εσωτερικό διχασμό και το χάος για να μπορέσει, μέσα από τους καπνούς και το αίμα, να στήσει θεσμούς μιας παράλληλης εξουσίας που θα αμφισβητήσει την έστω κολοβή και παρηκμασμένη αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία με τη ναζιστική δυστοπία.
Ε) Τέλος, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι, όλα αυτά τα χρόνια, η Χρυσή Αυγή προστατευόταν μέσα σε κρατικές ή παρακρατικές ρεζέρβες και σε κύκλους του κοινού ποινικού δικαίου που σχετίζονται με αυτές τις παρακρατικές και συχνά πρακτόρικες ρεζέρβες. Ούτε πρέπει να αγνοούμε το γεγονός ότι αν η κοινωνική σύγκρουση στην Ελλάδα ενταθεί, σε σχέση με τις μνημονιακές πολιτικές, υπάρχουν κύκλοι του κράτους και των μνημονιακών ελίτ που θα καλόβλεπαν την τραμπούκικη και εμφυλιοπολεμική δράση της Χρυσής Αυγής σαν ένα μέσο για να καταστείλουν ή να εκτρέψουν τις λαϊκές και πατριωτικές αντιστάσεις.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, η πολιτική αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής θα πρέπει να είναι άμεση, σκληρή και χωρίς αναστολές. Διακυβεύονται πολύ περισσότερα από τον απλό εξευτελισμό ενός ήδη εξευτελισμένου πολιτικού συστήματος. Δύο λύσεις άμεσης αντιμετώπισης του φαινομένου ουσιαστικά πέφτουν στο τραπέζι. Η μία, είναι η «στρατιωτική» αντιπαράθεση με την Χρυσή Αυγή στο ίδιο της το πεδίο, το πεζοδρόμιο και η «στρατιωτική» κατανίκησή της. Με βάση την παραπάνω ανάλυση, μια τέτοια «λύση» είναι ακριβώς αυτό που επιδιώκει η Χρυσή Αυγή αυτή τη στιγμή! Και δυστυχώς είναι έτοιμοι να της το προσφέρουν ο αναρχικός συμμοριτισμός και τμήμα του ανεγκέφαλου αριστερισμού.
Η άλλη λύση, που υποστηρίζει και ο γράφων το σημείωμα, είναι η συγκρότηση ενός πλατιού πολιτικού και κοινωνικού μετώπου που θα βάλει σαν κύριο στόχο του την απαγόρευση λειτουργίας της Χρυσής Αυγής και την καθαίρεση των βουλευτών της. Μια δολοφονική οργάνωση, η οποία διαπιστωμένα: απειλεί έμπρακτα με κατάλυση του πολιτεύματος, αντιποιείται τις αστυνομικές και δικαστικές αρχές, οργανώνει (και επαίρεται γι αυτό) τάγματα εφόδου με επικεφαλής βουλευτές της, οργανώνει πογκρόμ σε βάρος ανυπεράσπιστων μεταναστών ή πολιτικά αντιπάλων, δεν αποτελεί θέμα πολιτικής αντιμετώπισης αλλά δικαστικής και αστυνομικής. Είναι αδιανόητο η παραπάνω πολιτική πρακτική και στόχευση να χρηματοδοτείται με χρήματα του ελληνικού λαού και να διευκολύνεται με τις πρόνοιες του συστήματος για τα κοινοβουλευτικά κόμματα. Εφ’ όσον η ηγεσία της Χρυσής Αυγής απειλεί να φέρει την πολιτική αντιπαράθεση με το «προδοτικό πολιτικό σύστημα» στο πεζοδρόμιο, ας το κάνει χωρίς όμως τα λεφτά, τους πόρους και την ασυλία που της προσφέρει το ίδιο το «προδοτικό πολιτικό σύστημα». Μια τέτοια εξέλιξη δεν αποστερεί τη Χρυσή Αυγή μόνο από κρίσιμους για την οργανωτική της ανάπτυξη πόρους αλλά προκαλεί και σαστισμάρα ή ανησυχία και στα άρτι και αθρόως εγγεγραμμένα μετά τις εκλογές νεαρά μέλη της, αποκόπτοντας τη δυναμική στρατολόγησης που έχει αναπτύξει. Ας μην ανησυχούν, λοιπόν, αρκετοί φίλοι ότι μια τέτοια κίνηση θα «ηρωοποιούσε» την Χρυσή Αυγή στα μάτια του κόσμου. Ο «κόσμος» που προσεγγίζει τη ναζιστική οργάνωση είναι κόσμος που έλκεται από το Κράτος και την Ισχύ, το Νόμο και την Τάξη. Συνεπώς, όταν ο νόμος και το κράτος στρέφεται ενάντια στην οργάνωση, περισσότερο ο κόσμος τους θα «μουδιάσει» παρά θα εξεγερθεί. Επιπροσθέτως, η «ηρωοποίηση» χρειάζεται και ήρωες. Και μόνο τέτοιους δεν μπορείς να χαρακτηρίσεις τα θρασίμια που αποτελούν τον σκληρό πυρήνα της οργάνωσης ή τους δεκάδες καφενόβιους νεαρούς και τα χουλιγκανάκια που στρατολογούνται εσχάτως. Τέλος, η κίνηση αυτή αποθαρρύνει και πλευρές του κράτους ή των αρχουσών ελίτ, που θα επιθυμούσαν, για τους δικούς τους λόγους, να «παίξουν» με τη Χρυσή Αυγή, να το πράξουν με μια παράνομη πλέον οργάνωση.
Τελειώνοντας, είναι σαφές ότι η αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής θα πρέπει να είναι πολιτική και άμεση, με όρους νομιμότητας. Κανένας δισταγμός ή συμψηφισμός δεν θα πρέπει να μας εμποδίσει από κάτι τέτοιο. Είναι τέτοια η κοινωνική κατάρρευση και το πολιτικό κενό στη χώρα αυτή τη στιγμή, τέτοιος ο ιδεολογικός αφοπλισμός του λαού, που αν το φαινόμενο Χρυσή Αυγή δεν αρχίσει να αντιμετωπίζεται από τώρα, θα καταστεί ανεξέλεγκτο, ακόμα και με κάποια άλλη μορφή. Φυσικά, η πρόταση για άμεση πολιτική δράση εναντίον της εγκληματικής νεο-ναζιστικής οργάνωσης με τίποτε δεν σημαίνει ότι οι αιτίες και οι παράγοντες που οδήγησαν στην ανάδυση του επικίνδυνου και θλιβερού αυτού φαινομένου παύουν να είναι ενεργοί. Το αντίθετο. Γι’ αυτό και, μαζί με την άμεση πολιτική δράση, οφείλει να ενταθεί ο μακρύς, δύσκολος και επώδυνος αγώνας για αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης και των πολιτικών του μνημονίου και κυρίως η ιδεολογική και προγραμματική δουλειά που απαιτείται γι’ αυτό.
Ο πολιτικός χώρος της Κίνησης Πολιτών Άρδην οφείλει να πάρει την πολιτική πρωτοβουλία για μια συνολική αντεπίθεση απέναντι στην Χρυσή Αυγή και να θέσει άμεσα το αίτημα του να τεθεί εκτός νόμου η νεο-ναζιστική οργάνωση. Σαν χώρος, το «Άρδην», είναι απαλλαγμένος από τα πολιτικά «αμαρτήματα» της άγνοιας, της υποτίμησης των πολιτικών και κοινωνικών φαινομένων, του σνομπισμού και του εθνομηδενισμού. Σε ανύποπτο χρόνο (εδώ και πάνω από δέκα χρόνια), παράλληλα με την πατριωτική του δράση και με συνεχή αφιερώματα, είχε κρούσει τον κίνδυνο για φαινόμενα όπως η αρχαιολατρία, η ουφολογία, η συνομωσιολογία, η ελλαδεμπορία, κ.λπ. και είχε προειδοποιήσει ότι αποτελούσαν πρόδρομα φαινόμενα που σχετίζονται με την ανάπτυξη ενός ιδιότυπου εθνικοσοσιαλιστικού κινήματος στο μέλλον. Τώρα που το μέλλον είναι παρόν, το «Άρδην» πρέπει να μπει μπροστά στον αγώνα για τη συντριβή αυτού του κινήματος.
Άρδην: Διαβάστε το σχετικό εκτενές αφιερωμα στις σελίδες 23-76 .

http://ardin-rixi.gr/archives/8352