Κοσμηματοποιός διαμαρτυρήθηκε στον Συνήγορο επειδή κλήθηκε να καταβάλει τέλος επιτηδεύματος για προθήκες κοσμημάτων που έχει εγκαταστήσει σε σαλόνια ξενοδοχείων.
Συγκεκριμένα, ο πολίτης είχε δηλώσει εκ παραδρομής το 2011 στο Μητρώο της οικείας ΔΟΥ τις συγκεκριμένες προθήκες ως υποκαταστήματα («μόνιμες εκθέσεις») της επιχείρησής του. Ωστόσο, από αυτοψία της ΔΟΥ αποδείχθηκε ότι οι συγκεκριμένες προθήκες είναι σφραγισμένες και επιτελούν ρόλο διαφήμισης των κοσμημάτων. Ειδικότερα, δεν λαμβάνει χώρα σε αυτές οποιοσδήποτε δειγματισμός των προϊόντων, ούτε οποιαδήποτε άλλη συναλλακτική δραστηριότητα (π.χ. παραγγελίες, προκαταβολές κ.λπ.). Η ενημέρωση του καταναλωτικού κοινού γίνεται από ταμπελάκι που υπάρχει σε κάθε προθήκη, το οποίο αναφέρει τα στοιχεία επικοινωνίας του κοσμηματοποιού (διεύθυνση, τηλέφωνο κ.λπ.).
Απαιτήθηκαν οι συστάσεις του Συνηγόρου του Πολίτη και η ανταλλαγή αλλεπάλληλων εγγράφων μεταξύ των αρμόδιων Διευθύνσεων του Υπουργείου Οικονομικών, της αρμόδιας ΔΟΥ και του τοπικού Επιμελητηρίου, ώστε να γίνει τελικά δεκτό ότι, υπό τις παραπάνω προϋποθέσεις, οι προθήκες δεν πληρούν την έννοια του υποκαταστήματος επιχείρησης και συνεπώς δεν υπόκεινται στο τέλος επιτηδεύματος του ν. 4110/2013.
Κατόπιν της εξέλιξης αυτής, η ΔΟΥ έκανε δεκτή την αίτηση του πολίτη για διαγραφή από το Μητρώο των προθηκών ως υποκαταστημάτων, ώστε να μην επιβάλλεται τέλος επιτηδεύματος για αυτές.
Ωστόσο, για μία από τις προθήκες που σταμάτησε να χρησιμοποιεί και για την οποία είχε γίνει ήδη διακοπή εργασιών εντός του 2013, απαιτήθηκε νέα παρέμβαση του Συνηγόρου προκειμένου να γίνει δεκτή από τη ΔΟΥ η αναδρομική (από την ημερομηνία δήλωσής της) διαγραφή της από το Μητρώο ως υποκαταστήματος και συνεπώς και η απαλλαγή της από το τέλος επιτηδεύματος για το οικονομικό έτος 2013.