Ο Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Αντώνης Μανιτάκης, μίλησε (28/4/2013) στην ολομέλεια της Βουλής κατά τη διάρκεια της συζήτησης επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Ρυθμίσεις για την τροποποίηση και τη βελτίωση συνταξιοδοτικών, δημοσιονομικών, διοικητικών και λοιπών διατάξεων του Υπουργείου Οικονομικών». Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:
«Στον τομέα της πειθαρχικής ευθύνης ήδη έχουμε κάνει αποφασιστικές παρεμβάσεις, με τον ν.4093/2012 και το θεσμό της αργίας, ενώ θα προχωρήσουμε και σε άλλες στο θεσμικό νομοσχέδιο που θα φέρουμε άμεσα στη Βουλή. Απώτερος σκοπός όλων αυτών των παρεμβάσεων είναι να αυτονομηθεί η πειθαρχική διαδικασία και ευθύνη των δημοσίων υπαλλήλων από την ποινική. Η ανεξαρτησία της πειθαρχικής διαδικασίας ήταν και είναι καθιερωμένη στον Υπαλληλικό Κώδικα από παλιά αλλά δεν λειτούργησε ποτέ στην πράξη. Το αντίθετο μάλιστα, η ποινική ευθύνη απορρόφησε την πειθαρχική, την αδρανοποίησε και σε πολλές περιπτώσεις, ιδίως στα βαριά ποινικά αδικήματα, την εξαφάνισε. Το αποτέλεσμα είναι ποινικά υπόλογοι δημόσιοι υπάλληλοι για σοβαρά κακουργήματα να είναι προφυλακισμένοι ή φυλακισμένοι να μένουν πειθαρχικά ατιμώρητοι και το αντίστροφο, πειθαρχικά αθώοι δημόσιοι υπάλληλοι να είναι όμηροι ποινικών διώξεων και διαδικασιών, ενώ θα μπορούσαν να είχαν αθωωθεί αν ενεργοποιούνταν τα πειθαρχικά συμβούλια.
Αγαπητοί συνάδελφοι, στην πραγματικότητα Δεν υπήρχε τα τελευταία χρόνια διαδικασία πειθαρχικής ευθύνης. Αυτή ήταν ανενεργής. Δεν λειτουργούσαν τα πειθαρχικά συμβούλια, διότι συνέπιπταν με τα υπηρεσιακά, τα οποία απαρτίζονταν από υπαλλήλους, με συνέπεια οι κρινόμενοι και οι κρίνοντες να συμπίπτουν. Τα πειθαρχικά συμβούλια δεν αποφάσιζαν περιμένοντας επί μακρόν την απόφαση των ποινικών δικαστηρίων. Έτσι, οι τεράστιες καθυστερήσεις της ποινικής δικαιοσύνης αποτελούσαν το άλλοθι για την πλήρη αδράνεια της πειθαρχικής διαδικασίας. Από την άλλη, η ίδια αδράνεια και οι σημαντικές καθυστερήσεις της πειθαρχικής διαδικασίας οδηγούσαν σε εγκλωβισμό και τους υπεύθυνους υπαλλήλους, αυτούς που αδίκως διώκονταν ποινικά ή πειθαρχικά.
Με τις προτεινόμενες διατάξεις προχωράμε σε σημαντική σύντμηση των προθεσμιών σε όλα τα στάδια της πειθαρχικής διαδικασίας, τόσο στο Πρωτοβάθμιο όσο και στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο. Δεν είναι ανεκτό ο προβλεπόμενος χρόνος ολοκλήρωσης της πειθαρχικής διαδικασίας να είναι 40 ολόκληροι μήνες.
Αναθέτουμε την παρακολούθηση της τήρησης της πειθαρχικής διαδικασίας και του σεβασμού των προθεσμιών στο Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης.
Δίνουμε τη -συνταγματικά άλλωστε κατοχυρωμένη από το 1927- δυνατότητα στον υπάλληλο να ασκεί απευθείας υπαλληλική προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας για τις αποφάσεις των πρωτοβάθμιων πειθαρχικών συμβουλίων με τις οποίες επιβάλλεται η ποινή της οριστικής παύσης και του υποβιβασμού. Δεν καταργούμε το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο: αυτό παραμένει αρμόδιο για τις ενστάσεις επί των υπόλοιπων ποινών.
Με την επίσπευση των πειθαρχικών διαδικασιών θωρακίζεται ακόμη περισσότερο και η αναλογικότητα στην εφαρμογή του μέτρου της αυτοδίκαιης αργίας, αφού ο υπάλληλος που τίθεται αυτοδίκαια σε αργία έχει τη δυνατότητα να προσφύγει άμεσα στο πειθαρχικό όργανο και στο Πειθαρχικό Συμβούλιο. Υπηρετείται όμως με τη ρύθμιση και το κύρος και το συμφέρον της υπηρεσίας, καθώς η σύντομη κρίση των πειθαρχικών υποθέσεων αποτρέπει τον κίνδυνο να διαιωνίζονται οι διώξεις, να στιγματίζονται οι υπάλληλοι και να παραλύουν οι υπηρεσίες.
Αγαπητοί συνάδελφοι, η ενεργοποίηση της πειθαρχικής διαδικασίας σημαίνει ότι επιτέλους η διοίκηση και οι δημόσιοι υπάλληλοι θα πρέπει να μάθουν να αυτοπειθαρχούν. Να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να συναισθανθούν τα καθήκοντά τους. Να μη ξεχνούν ότι είναι υπηρέτες του κράτους και του λαού και ότι θα αξιολογούνται καθημερινά για την δουλειά τους και την ημερήσια απόδοσή τους με βάση τους στόχους της υπηρεσίας, ενώ θα λογοδοτούν άμεσα όταν παραβαίνουν ή δεν επιτελούν τα καθήκοντά τους.
Από την άλλη τη μεριά θα ήθελα να απαντήσω και στις φωνές εκείνες που καλλιεργούν τον φόβο και τον τρόμο στους δημοσίους υπαλλήλους, ζητώντας αθρόες και άκριτες, χωρίς λόγο και προηγούμενη κρίση, απολύσεις. Απαντάμε ότι είναι πολλοί, πάρα πολλοί, οι δημόσιοι υπάλληλοι που επιτελούν με ευσυνειδησία τα καθήκοντά τους και όλοι αυτοί περιμένουν να τους αναγνωριστεί πρωτοβουλία και προσωπική ευθύνη για να δείξουν την αξία τους. Σε αυτούς στηρίζεται η διοικητική μεταρρύθμιση και αυτούς θα ενεργοποιήσει και ανταμείψει.
Δράττομαι της ευκαιρίας πριν κατέβω από την έδρα να πω δύο λόγια για ένα θέμα καυτό που έγινε αντικείμενο σκληρών διαπραγματεύσεων και απασχόλησε τους τρείς αρχηγούς και αποτυπώθηκε σε μια κοινή τους ανακοίνωση πριν περίπου δέκα πέντε μέρες.
Όπως γνωρίζετε η Κυβέρνηση ανέλαβε την ευθύνη, και οι τρείς αρχηγοί με τις δηλώσεις τους το επιβεβαίωσαν, να λάβει όλα εκείνα τα μέτρα, ώστε νομίμως και τηρώντας όλες τις συνταγματικές εγγυήσεις του κοινωνικού κράτους δικαίου, να αποχωρήσουν από το δημόσιο 15.000 υπάλληλοι που υπηρετούν στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Δεν θα προκύψει δηλαδή αποκλειστικά από τους 25.000 υπαλλήλους που πρόκειται να μετακινηθούν, όπως πιστευόταν μέχρι σήμερα. Η κινητικότητα των 25.000 υπαλλήλων είναι αποσυνδεδεμένη αριθμητικά από τις 15.000 αποχωρήσεις όπως άλλωστε αποσυνδεδεμένη από τις αποχωρήσεις ήταν και η μετακίνηση των 2.000 υπαλλήλων του πρώτου κύματος της κινητικότητας του Νοέμβριου του 2012. Κύριος σκοπός της κινητικότητας είναι η ορθολογική ανακατανομή του ανορθολογικά κατανεμημένου προσωπικού και όχι οι αποχωρήσεις. ‘Άλλο αν από την διαδικασία της κινητικότητας κάποιοι προτιμήσουν την αποχώρηση από την μετακίνηση.
Υπενθυμίζω ότι από αυτές τις 15.000, οι 4.000 προγραμματίζεται να αποχωρήσουν μέχρι τον Δεκέμβριο του 2014 και οι υπόλοιποι 11.000 το 2014 στη βάση ενός τριμηνιαίου προγραμματισμού. Αυτές είναι οι δεσμεύσεις μας και οποιοδήποτε άλλο νούμερο διαδίδεται δεν έχει καμία βάση. Όλοι οι άλλοι τρομοκρατικοί αριθμοί όπως 25.000, 150.000 ή 206.000 απολύσεις είναι φανταστικοί, δεν έχουν καμία βάση και διαδίδονται από τον τύπο και τα άλλα μέσα για λόγους τρομολαγνίας. Και συνεχίζω αναφέροντας τις πηγές των αποχωρήσεων, όπως τις σχεδιάζει η Κυβέρνηση, με την συνδρομή του Κυβερνητικού Συμβουλίου Μεταρρύθμισης και κατόπιν εισήγησης της Κυβερνητικής Ομάδας Υποστήριξης, όπως αυτή συντονίζεται από τον Υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και τον Υπουργό Επικρατείας:
Πηγή πρώτη: Οι πειθαρχικά υπόλογοι υπάλληλοι που θα κριθούν απολυτέοι με τελεσίδικη δικαστική απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου ουσίας, δηλαδή του Σ.τ.Ε.
Πηγή δεύτερη: Από την κατάργηση των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου και από την λύση των συμβάσεων του προσωπικού που υπηρετούν σε αυτά.
Πηγή Τρίτη: Από την αποτίμηση των προσόντων δηλαδή από την αξιολόγηση των προσόντων, που θα γίνει κατά την επανατοποθέτηση του προσωπικού στις νέες διευθύνσεις των δημόσιων υπηρεσιών, (των Υπουργείων, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, και των Οργανισμών), η οποία γίνεται αμέσως μετά την αξιολόγηση των δομών τους και ενόψει της Μετακίνησης του πλεονάζοντος προσωπικού σε άλλη δημόσια υπηρεσία που έχει κενά διαπιστωμένα από τα σχέδια στελέχωσης.
Τέταρτη πηγή: Από την εθελούσια έξοδο όλων όσοι ενώ βρίσκονται σε καθεστώς διαθεσιμότητας, αργίας, ή αναγκαστικής μετακίνησης λόγω κινητικότητας, προτιμήσουν να αποχωρήσουν από το Δημόσιο λαμβάνοντας αποζημίωση που δικαιούνται ή εξαγοράζοντας τρία πλασματικά έτη, αρκεί να μη βρίσκονται τρία χρόνια πριν την πλήρη συνταξιοδότηση.
Τέλος υπάρχει και μια άλλη πηγή, ενσωματωμένη ωστόσο στις προηγούμενες. Κατά την αποτίμηση των προσόντων και με αφορμή τα σχέδια στελέχωσης των υπηρεσιών και οργανισμών θα ελεγχθούν και αξιολογηθούν αναγκαστικά τα τυπικά προσόντα όλων όσων απασχολούνται στο δημόσιο: θα ελεγχθεί η νομιμότητα της έννομης σχέσης που τα συνδέει με αυτά, η πραγματική συνδρομή των τυπικών προσόντων που επικαλούνται και θα γίνει βέβαια πιστοποίηση των προσόντων και των δικαιολογητικών τους. Δεν έχουν καμία θέση στο δημόσιο τομέα όσοι δεν τους συνδέει έγκυρη έννομη σχέση με το δημόσιο ή δεν έχουν καν σύμβαση εν ισχύει πρόσληψης με το δημόσιο.
Οι συγκεκριμένες αποχωρήσεις δεν αποβλέπουν σε μείωση του προσωπικού των Δ.Υ., αφού η προβλεπόμενη μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων επιτυγχάνεται και με το παραπάνω με τις συνταξιοδοτήσεις. Προβλέπεται έτσι μείωση του προσωπικού μέχρι το 2015 κατά 180.000 χιλιάδες. Οι σχεδιαζόμενες αναγκαστικές αποχωρήσεις αποβλέπουν αποκλειστικά στην άμεση ποιοτική ανανέωση του προσωπικού, αφού για κάθε μια αναγκαστική αποχώρηση θα εισέρχεται στο δημόσιο ένας νέος υπάλληλος που έχει προηγουμένως διαγωνιστεί, έχει πετύχει στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ και περιμένει, χρόνια τώρα, πιστώσεις ή κενά για μια θέση στο δημόσιο. Οι στόχοι μας είναι πλέον ποιοτικοί και όχι μόνον ποσοτικοί.
Παράλληλα με την επείγουσα ποιοτική αναβάθμιση του προσωπικού αποκαθιστούμε και μια κοινωνική αδικία: απομακρύνουμε τους υπαλλήλους που διαπιστωμένα δεν έχουν τα προσόντα του δημοσίου υπαλλήλου, που δεν έχουν καν προσληφθεί ή έχουν κριθεί ως ακατάλληλοι ή ως ανίκανοι ή έχουν καταδικαστεί πειθαρχικά. Στη θέση τους τοποθετούμε υπαλλήλους άξιους και νέους. Υπηρετούμε άρα έμπρακτα την αξιοκρατία. Καταπολεμούμε έτσι έναν εσωτερικό, άδηλο, ύπουλο εχθρό της μεταπολιτευτικής μας Δημοκρατίας, που την οδηγούσε σε μαρασμό, σε απαξίωση και σε πλήρη εκφυλισμό των αντιπροσωπευτικών της θεσμών: την φαυλοκρατία και πελατοκρατία.
Με αυτή την συναίσθηση της εθνικής, συλλογικής, ευθύνης απέναντι στον τόπο, η τρικομματική Κυβέρνηση με την στήριξη της κυβερνώσας πλειοψηφίας είναι αποφασισμένη να προχωρήσει αποφασιστικά στην ριζική αναδιάρθρωση και αναβάθμιση της δημόσιας Διοίκησης και κυρίως στην ποιοτική ανανέωση των δημοσίων υπαλλήλων».