Ανάμεσα στα άλλα, είπε και αυτό ο κ. Μαυραγάνης στη Βουλή:
Σημεία από τις απαντήσεις του Υφυπουργού Οικονομικών, Γιώργου Μαυραγάνη, στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων, στη συζήτηση επί του νομοσχεδίου «Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων και άλλες διατάξεις» κατά την ακρόαση φορέων
Πριν απαντήσω στις παρατηρήσεις που τέθηκαν μπαίνω στον πειρασμό να σχολιάσω την αναφορά βουλευτού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι «για την κυβέρνηση, οι μέρες αυτές θυμίζουν τις τελευταίες ημέρες της βυζαντινής αυτοκρατορίας». Υπενθυμίζω ότι η πόλις εάλω επειδή άνοιξε μια κερκόπορτα. Φαίνεται ότι κάποιοι ψάχνουν να βρουν και νέα κερκόπορτα αλλά θα την βρουν κλειστή.
Σε ότι αφορά στις παρατηρήσεις, θα ήθελα να διευκρινίσω ότι με προσθήκη η αναδιατύπωση που θα κατατεθεί στη Βουλή, θα επανέλθει η διάταξη όπως ακριβώς ψηφίστηκε το περασμένο καλοκαίρι και για να υπάρχει είσοδος ελεγκτικών αρχών σε κατοικία που έχει δηλωθεί και επαγγελματική στέγη, θα χρειάζεται η εντολή του αρμόδιου εισαγγελέα. Άρα λοιπόν η διάταξη θα παραμείνει όπως ήταν το καλοκαίρι.
Η απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων που προβλέπεται στο άρθρο 52 παρ. 5 του σχεδίου νόμου για την εξειδίκευση των κατάλληλων δικλείδων για την παρακολούθηση των επαναλαμβανόμενων και μη τιμολογημένων αποθεμάτων, καθώς και των αποθεμάτων που έχουν διακινηθεί και εκκρεμεί η τιμολόγηση, δεν μπορεί να εκδοθεί για νομικούς λόγους πριν ακριβώς ψηφιστεί η διάταξη που προβλέπει το νομοσχέδιο.
Είναι αυτονόητο, όμως, ότι με την απόφαση αυτή η οποία θα εκδοθεί αμέσως μετά την δημοσίευση της εξουσιοδοτικής διάταξης και πάντως πριν την 1η Ιανουαρίου 2014, δεν θα υπάρχει απολύτως κανένα κενό ως προς τη διασφάλιση της δυνατότητας ελέγχου της φορολογικής διοίκησης στη διακίνηση και ενώ θα υπάρξει αντίθετα, εάν δεν υιοθετηθεί η προτεινόμενη διάταξη, καθώς η πρόληψη για την υποχρεωτική χρήση του δελτίου αποστολής καταργείται στις 31/12/2013 στη βάση του νόμου 4093/2012, οπότε θα πρέπει να υπάρξει οπωσδήποτε ρύθμιση.
Δεν είναι ακριβές αυτό που ειπώθηκε, ότι μειώνεται το ποσοστό προκαταβολής φόρου για τις Τράπεζες, από 100% σε 80%. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 71 που προβλέπει ότι το εν λόγω ποσοστό του 100% δεν αλλάζει, ούτε επηρεάζεται προφανώς από την νομοτεχνική αναδιατύπωση που γίνεται.
Για την υποκεφαλαιοδότηση. Οι προσαρμογές που προτείνονται στο άρθρο 49 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος για την υποκεφαλαιοδότηση, είναι απολύτως απαραίτητες για να αποφευχθεί δυσανάλογη επιβάρυνση των επιχειρήσεων από την εισαγωγή του νέου αυτού κανόνα που ακολουθείται σε πάρα πολλές χώρες πλέον.
Ακολουθείται ακριβώς το παράδειγμα και άλλων ευρωπαϊκών, έννομων τάξεων, σε ανάλογη κατάσταση με την Ελλάδα, όπως της Πορτογαλίας όπου επίσης η ρύθμιση εισήχθη σταδιακά και με μεταβατική περίοδο. Στη χώρα μας, με τα μεγάλα επιτόκια δανεισμού που ακόμα έχουν να αντιμετωπίσουν οι επιχειρήσεις, είναι κρίσιμο η εισαγωγή αυτής της διάταξης, που ανταποκρίνεται όπως σας είπα στη διεθνή δράση, να μη γίνει με τρόπο που θα προξενήσει μεγάλο πλήγμα στην επιχειρηματικότητα. Γι’ αυτό και καθιερώσαμε αυτή την μεταβατική περίοδο έτσι ώστε να μην υποστούν μεγάλη αρνητική επίπτωση οι ελληνικές επιχειρήσεις και να δοθεί πλήγμα στην επιχειρηματικότητα, πράγμα που το αντιμετωπίζουμε με την προσθήκη – τροπολογία αυτής της διάταξης.
Για τα μπλοκάκια. Η φορολόγηση ως μισθωτών όσων παρέχουν υπηρεσίες βάσει συμβάσεως παροχής υπηρεσιών ή συμβάσεων έργου με φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δεν υπερβαίνουν τα τρία ή εφόσον υπερβαίνουν τον αριθμό αυτό, ποσοστό 75% του ακαθάριστου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα προέρχεται από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες, διατηρείται.
Αυτό που καταργείται με το άρθρο 22 παρ. 2 του σχεδίου νόμου, είναι η επιπλέον προϋπόθεση για την εφαρμογή αυτής της ρύθμισης που απαιτούσε οι ετήσιες επιχειρηματικές δαπάνες που θα εκπίπτουν, να μην υπερβαίνουν το ποσό των 9.250 ευρώ.
Η προϋπόθεση αυτή, προτείνεται να διαγραφεί, έτσι ώστε να μην διαφοροποιείται η φορολογική μεταχείριση στη βάση του ύψους των επιχειρηματικών δαπανών. Η εξαίρεση, όμως, διατηρείται και εφαρμόζεται στη βάση αποκλειστικά αντικειμενικών κριτηρίων, όπως ο αριθμός των φυσικών νομικών προσώπων ή οντοτήτων και το ποσοστό επί του ακαθάριστου εισοδήματος. Με την κατάργησή της επιπλέον προϋπόθεσης, το πεδίο εφαρμογής της εξαίρεσης διευρύνεται, δεν περιορίζεται.
Για τις αποδείξεις δεν τίθεται θέμα κατάργησης της υποχρέωσης έκδοσης αποδείξεων λιανικής. Με το άρθρο 52 παρ. β του σχεδίου νόμου, η υποχρέωση αυτή προβλέπεται ρητά ότι διατηρείται για το 2014. Εάν δεν υιοθετηθεί αυτή η διάταξη, αντίθετα η απόδειξη λιανικής καταργείται στις 31/12/2013, όπως έχει ψηφιστεί με το ν. 4093/2012.
Για τις δηλώσεις. Η καταληκτική ημερομηνία της 30ης Απριλίου για την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων φυσικών προσώπων, ανταποκρίνεται στην διεθνή πρακτική. Για το φορολογικό έτος 2014 προβλέπεται ρητά στο άρθρο 26 παρ. 10 του σχεδίου νόμου, ότι η δήλωση υποβάλλεται μέχρι και την 30η Ιουνίου. Άρα, λαμβάνεται μέριμνα για σωστή προετοιμασία της φορολογικής διοίκησης, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να υπάρξει το φαινόμενο και η ανάγκη των παρατάσεων. Άρα, για το 2014 δεν υφίσταται θέμα ή μιλάμε από το 2015 και μετά.
Η διάταξη του άρθρου 46 του κώδικα φορολογικής διαδικασίας σχετικά με την υποβολή συντηρητικής κατάσχεσης, δεν διαφοροποιείται σε σχέση με τα μέχρι σήμερα ισχύοντα. Δικαστική απόφαση δεν απαιτείται, τόσο σύμφωνα με το άρθρο 46 του κώδικα φορολογικής διαδικασίας, όπως ψηφίστηκε το καλοκαίρι όσο και σύμφωνα με τον υφιστάμενο κώδικα είσπραξης δημοσίων εσόδων, το άρθρο 8. Άρα, δεν υφίσταται νέο θέμα.
Όσον αφορά τις προτεινόμενες τροποποιήσεις του ν. 3296/2004 για το ΣΔΟΕ, αποβλέπουν ακριβώς στην αντιμετώπιση επικαλύψεων μεταξύ φορολογικής διοίκησης και ΣΔΟΕ για λόγους σαφήνειας και ασφάλειας δικαίου.
Οι αρμοδιότητες προληπτικού και προσωρινού ελέγχου, όπως επίσης εφαρμογής τελωνειακής νομοθεσίας για τις οποίες υπήρχε μέχρι πρότινος επικάλυψη, υπάγονται από τις 31/10/2013 στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων. Από την άλλη πλευρά το ΣΔΟΕ με τη νέα διάρθρωση των αρμοδιοτήτων του εστιάζει στις σοβαρές περιπτώσεις οικονομικών εγκλημάτων, στις εκκρεμείς υποθέσεις για να ολοκληρωθούν και εκεί ακριβώς επικεντρώνεται και μπορεί να αξιοποιηθεί η δυνατότητά του και η εμπειρία που έχει σε ανάλυση και διερεύνηση τέτοιων υποθέσεων.