Του Δημήτρη Μητρόπουλου.
Ο Σερ Κεν Ρόμπινσον έχει γίνει γνωστός από τις παρεμβάσεις του στο TED (διεθνής οργάνωση και πλατφόρμα διάδοσης ιδεών) με τρεις ομιλίες το 2006, το 2010, το 2013, με τους εντυπωσιακούς τίτλους «τα σχολεία σκοτώνουν την δημιουργικότητα», «φέρτε την επανάσταση στην εκπαίδευση» και «πως να δραπετεύσουμε από την κοιλάδα του θανάτου της εκπαίδευσης». Τις ομιλίες του τις έχουν παρακολουθήσει, μέσω αυτών των πλατφόρμων, εκατοντάδες εκατομμύρια άτομα και είναι επίσης εντυπωσιακή ο ομοθυμία γύρω από τους ισχυρισμούς του κ. Ρόμπινσον. Μέχρι και ο ΓΑΠ έχει δηλώσει εντυπωσιασμένος από τις καινοτόμες απόψεις του (Βήμα, 20/01/2011)!
Και πράγματι πως να διαφωνήσει κανείς με τις τρεις γενικές παραδοχές του; Πρώτον, ότι τα εκπαιδευτικά συστήματα θα πρέπει να προωθούν τη πολυμορφία προσφέροντας ένα ευρύ πρόγραμμα σπουδών και να ενθαρρύνουν την εξατομικευμένη μαθησιακή διαδικασία, δεύτερον, ότι θα πρέπει να προωθούν την περιέργεια μέσω της δημιουργικής διδασκαλίας και ότι θα πρέπει να επικεντρωθούν στην αφύπνιση της δημιουργικότητας μέσω εναλλακτικών διδακτικών διαδικασιών που έχουν λιγότερη έμφαση στην τυποποίηση των εξετάσεων.
Οι διαπιστώσεις αυτές είναι τόσο κοινότυπες και γενικής αποδοχής που μέχρι και τα κείμενα οργανισμών όπως ο ΟΟΣΑ, καθώς και εκπαιδευτικά νομοσχέδια όλων των κυβερνήσεων, τα εμπεριέχουν. Πολυμορφία, δημιουργικότητα, ανάπτυξη περιέργειας, αντίθεση σε μια στείρα τυποποίηση. Όμως τα ίδια νομοσχέδια που εμπεριέχουν αυτές τις ευχές, αναπαράγουν διαρκώς την τυποποίηση, διευρύνουν τις εξετάσεις, οξύνουν το πρόβλημα του σύγχρονου λειτουργικού αναλφαβητισμού, ενισχύουν την κρίση και τα αδιέξοδα των εκπαιδευτικών συστημάτων. Διεθνώς και όχι μόνο στην Ελλάδα, παρ’ όλες τις διαφορές. Οι απανωτές μεταρρυθμίσεις προσπαθούν να απαντήσουν στην κρίση του εκπαιδευτικού συστήματος και όλο και σκάβουν πιο βαθύ το λάκκο του. Σήμερα εκατομμύρια μαθητές τελειώνουν το σχολείο και δεν γνωρίζουν καλά τη γλώσσα τους, δεν μπορούν να διαβάσουν, να αναλύσουν και να εξηγήσουν ένα κείμενο εφημερίδας και κυρίως βαριούνται αφόρητα το σχολείο και απαξιώνουν την ίδια τη γνώση. Τα φαινόμενα αυτά ισχύουν και για το Βρετανικό εκπαιδευτικό σύστημα, του οποίου σύμβουλος ήταν ο συγκεκριμένος συγγραφέας επί πρωθυπουργίας Τόνι Μπλερ ως το 2003. Και άρα συνυπεύθυνος για τα προβλήματα του.
Ο Κεν Ρόμπινσον επιχειρεί να ανιχνεύσει τα αίτια αυτής της κρίσης. Σε μια άλλη ομιλίατου με τίτλο «αλλαγή των εκπαιδευτικών προτύπων» παρουσιάζει μια αφήγηση, που απέχει πολύ όμως από το να είναι ανάλυση, αναπαράγοντας τα λάθη των κυβερνήσεων και των οργανισμών που ενώ ξορκίζουν την κρίση του εκπαιδευτικού συστήματος, την οξύνουν.
Η βασική παραδοχή αφορά ότι το εκπαιδευτικό σύστημα γεννήθηκε με τη σημερινή του μορφή, για τις ανάγκες μια διαφορετικής εποχής με κυρίαρχα χαρακτηριστικά την γέννηση της βιομηχανίας και την πολιτισμική διανόηση του διαφωτισμού και την αναφορά των κοινωνιών στη δύναμη του ορθού λόγου και της γνώσης.
Και αυτή την παραδοχή την ντύνει κυριολεκτικά αραδιάζοντας μια σειρά σχετικών και άσχετων ζητημάτων, σωστών ή λαθεμένων. Αναφέρει ότι το εκπαιδευτικό σύστημα έχει δομή αντίστοιχη με της βιομηχανίας, επειδή χωρίζουμε τα παιδιά ανά ηλικία (;;;), χωρίς όμως να αναφέρει μια μελέτη ή θεωρία που να αναφέρει το αντίθετο, κάνει μια εκτεταμένη και σωστή κριτική στην τυποποίηση μέσω των εξετάσεων, μετά κάνει ένα αυθαίρετο ορισμό της δημιουργικότητας («ορίζω δημιουργικότητα να παράγεις ιδέες που έχουν αξία» ΣΣ: τι αξία; και για ποιον;) και εμφανίζει και έναν ορισμό της «αποκλίνουσας σκέψης», σαν κάτι διαφορετικό, όταν τελικά το ταυτίζει με αυτό που αναφέρουν όλα τα παιδαγωγικά εγχειρίδια σαν αναλυτική ή κριτική σκέψη. Στο τέλος μιλάει και για ένα τεστ αμφιβόλου επιστημονικότητας (ποια μέθοδος; με ποια ερωτήματα;) στο οποίο θεμελιώνει τη θεωρία του ότι το σχολείο σκοτώνει την δημιουργικότητα με «πειστικό τρόπο», αφού μιλάνε τα αδιαμφισβήτητα ποσοστά που αναφέρει, χωρίς καν να αναφέρει ποια ήταν τα ερωτήματα του τεστ!
Την «ανάλυση» αυτή μέσω του youtube και του TED την έχουν δει εκατομμύρια άνθρωποι. Και όσο και να περιέχει αστήρικτους ισχυρισμούς, έχει μεγαλύτερη δύναμη και «εγγυρότητα» από χιλιάδες αναλύσεις και παιδαγωγικές μελέτες που έχουν διδαχθεί μερικές εκατοντάδες φοιτητές παιδαγωγικής. Και τελικά αποκρύβει τα βασικά αίτια της κρίσης του εκπαιδευτικού συστήματος.
Είναι αυτή η ιντερνετική δύναμη του βομβαρδισμού πληροφορίας που υποκαθιστά την μελέτη των φυσικών και κοινωνικών φαινομένων, την επιστήμη και την γνώση. Είναι αυτό το μοντέλο που υπερασπίζεται ο κ. Ρόμπινσον ότι αναπτύσσει την «αποκλίνουσα σκέψη», που δε ξέρουμε όμως αν ενδιαφέρει ότι με αυτό τον τρόπο γίνεται μη- σκέψη…
Κρίση-εκπαίδευση-μεταμοντέρνο
Ο καπιταλισμός βρίσκεται σε μια στασιμότητα, σε μια κρίση αναπαραγωγής του εδώ και δεκαετίες. Απέναντι σε αυτήν την κρίση ένα φάρμακο που χορηγήθηκε αφειδώς ήταν ο νεοφιλελευθερισμός και η παγκοσμιοποίηση. Ένα άλλο ήταν η διαρκής αναζήτηση της καινοτομίας και των τεχνολογικών τομών.
Από τη δεκαετία του 70, με κορύφωση τη δεκαετία του 90, αναλυτές και διεθνείς οργανισμοί προσπαθούν να μας πείσουν ότι το μυστικό της ανάπτυξης της οικονομίας βρίσκεται μέσα στην εκπαίδευση. Είμαστε στην εποχή, όπως λαθεμένα υπονοεί και ο κ. Ρόμπινσον, των «κοινωνιών της γνώσης» ή αλλιώς στην μεταβιομηχανική κοινωνία. Έχουμε ξεπεράσει τις βιομηχανικές κοινωνίες και άρα το εκπαιδευτικό μοντέλο των βιομηχανικών κοινωνιών πρέπει να μεταρρυθμιστεί και να αντιστοιχηθεί στη νέα εποχή. Δεκάδες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις σε όλες τις χώρες, αναλύσεις επί αναλύσεων κι όμως, το εκπαιδευτικό σύστημα παρεμένει ο μεγάλος ασθενής. Για την ακρίβεια με κάθε του μεταρρύθμιση αρρωσταίνει πιο πολύ.
Τη τελευταία δεκαετία η συζήτηση γύρω από τις κοινωνίες της γνώσης ξεθωριάζει. Είναι η εποχή που τα κινέζικα μεροκάματα στη βιομηχανία τραβούν την προσοχή σε σχέση με τη «νέα οικονομία», που πόνταρε πολλά στις νέες τεχνολογίες. Όπως έδειξε και το τελευταίο επεισόδιο της κρίσης, οι καινοτομίες και η “νέα οικονομία” με την επιστημονικοτεχνική επανάσταση, τελικά, δεν λύνουν το πρόβλημα της αναπαραγωγής και συσσώρευσης κεφαλαίου. Είναι η εποχή που στο κέντρο για τον ανταγωνισμό ΗΠΑ, Ε.Ε. και άλλων οικονομικών κέντρων, είναι η συζήτηση για την φτηνή εργατική δύναμη και τις ειδικές οικονομικές ζώνες εργαζομένων χωρίς δικαιώματα και όχι τόσο η συζήτηση για την επιστημονική και τεχνολογική καινοτομία. Οι βασικές προσπάθειες για το ξεπέρασμα της κρίσης εστιάζονται στην επίθεση στην εργατική δύναμη. Στην λεηλατημένη και χρεοκοπημένη Ελλάδα η συζήτηση προσγειώνεται στο τι και πως παράγει και οι αναφορές του πρωθυπουργού ότι με το wi-fi σε κάθε γειτονιά θα έρθει η ανάπτυξη προκαλούν γέλιο.
Τα παραπάνω είναι, σε γενικές γραμμές, η μία πλευρά για το πως η κρίση του καπιταλισμού τροφοδοτούσε και τροφοδοτεί την κρίση των εκπαιδευτικών συστημάτων. Αν η εκπαίδευση ήταν το μέσο, η διαδικασία για την συμμετοχή στον παραγόμενο πλούτο στα χρόνια της καπιταλιστικής ανάπτυξης, και αυτό της έδινε ένα εσωτερικό νόημα, στα χρόνια της στασιμότητας του καπιταλισμού αναζητά νόημα. Και αυτό δεν μπορεί να είναι η γνωστή διεκδίκηση του εργατικού κινήματος για δημόσια δωρεάν παιδεία και ολόπλευρη μόρφωση για όλα τα παιδιά, γιατί το σύστημα μπορεί να έχει αυταπάτες, αλλά δεν είναι ηλίθιο. Το νόημα προσπαθούσε να το οικοδομήσει μέσα από την πλάνη της «κοινωνίας της γνώσης» και της διαρκούς εκπαιδευτικής «μεταρρύθμισης». Και δεν τα κατάφερνε.
Τα παραπάνω ισχύουν στο επίπεδο της οικονομίας όσο και στο επίπεδο των ιδεών μιας και η «μεταβιομηχανική κοινωνία» είχε το ισοδύναμο της. Το μεταμοντέρνο φιλοσοφικό ιδεώδες.
Στις μοντέρνες κοινωνίες, στις κοινωνίες που εγκαινίασε ο διαφωτισμός, η γνώση ισοδυναμούσε με την επιστήμη. Κάποιος αποκτούσε γνώση μέσω της εκπαίδευσης για να γίνει γνώστης, για να γίνει μορφωμένος.
Οι οπαδοί του μεταμοντέρνου διαφωνούν με αυτήν την οπτική. Γι’ αυτούς η γνώση γίνεται λειτουργική και χρηστική. Μαθαίνεις πράγματα, όχι για να τα γνωρίζεις, αλλά για να χρησιμοποιήσεις αυτή τη γνώση. Ο «πατέρας» του μεταμοντερνισμού, Ζ. Φ. Λιοτάρ σε συνέντευξη στην Ελευθεροτυπία στις 10/05/1998 το διατυπώνει πιο καθαρά: « Η παλαιά αρχή ότι η απόκτηση γνώσης είναι αδιαχώριστη από την εκπαίδευση του μυαλού … τείνει να ξεπεραστεί και αυτό θα γίνεται όλο και περισσότερο. Η σχέση των προμηθευτών και χρηστών της γνώσης με τη γνώση που προμηθεύουν και χρησιμοποιούν τείνει σήμερα … να αποκτήσει τη μορφή που έχει ήδη πάρει η σχέση των παραγωγών καταναλωτικών αγαθών και των καταναλωτών με τα προϊόντα που παράγουν και καταναλώνουν, δηλαδή να αποκτήσει τη μορφή της αξίας. Ή υπάρχει και θα παράγεται για να πουληθεί, ή υπάρχει και θα καταναλώνεται με σκοπό να αξιοποιηθεί σε μια νέα παραγωγή: και στις δύο περιπτώσεις σκοπός είναι η ανταλλαγή. Η γνώση παύει να είναι αυτοσκοπός …!!!»
Ο γνώστης αντικαθίσταται από τον καταναλωτή γνώσης. Το νέο αυτό φιλοσοφικό ιδεώδες δένει με τις νέες τεχνολογίες αφού η γνώση δεν έχει να κάνει με νόμους και νομοτέλειες (αυτά θεωρούνται παιχνίδια του μυαλού και της γλώσσας), αλλά με την ποσότητα της πληροφορίας που διαχέεται, δικτυώνεται, επεξεργάζεται, αποθηκεύεται, επικοινωνείται και τελικά χρησιμοποιείται. Οι πιο «προχωρημένοι» εισαγάγουν και τον όρο «υπολογιστική σκέψη» ή «διαδικτυακή σκέψη».
Οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις σε όλο τον κόσμο τις τελευταίες δεκαετίες αναπαράγουν, με μονοτονία, ένα συνονθύλευμα πρακτικών και ιδεών, βασιζόμενες πάνω σε αυτή τη γενική αντίληψη. Περισσεύει η φλυαρία για τη «σχετικότητα της γνώσης», για την «ανάγκη το παιδί να βρει τη δικιά του οπτική» πχ για την Ιστορία (αυτά είχαν ακουστεί πριν χρόνια στο περιβόητο βιβλίο Ιστορίας της Ρεπούση), τον υποβιβασμό του εκπαιδευτικού από δασκάλου σε συντονιστή ομάδων, η πλειοδοσία γύρω από «ομαδοσυνεργατικές μεθόδους» σε αντίθεση με τη στείρα και κατά μέτωπο διδασκαλία, όπως χαρακτηρίζουν «ατιμωτικά» την διδασκαλία κοκ. Εδώ βέβαια η δαιμονοποίηση κάποιων λέξεων και εννοιών και η ωραιοποίηση κάποιων άλλων παίζει το ρόλο της. Με μια έννοια προσπαθούν να εφαρμόσουν αυτά που λέει ο Κεν Ρόμπινσον, για να ανταποκριθούν στην «μεταβιομηχανική κοινωνία», όχι όμως με επιτυχία. Τα εκπαιδευτικά συστήματα παραμένουν ιεραρχικά, τυποποιημένα, αξιολογικά, βαρετά, ταξικά. Όπως ακριβώς τα θέλει η βιομηχανική κοινωνία η οποία είναι σε κρίση και επιθυμεί να υπερβεί τον εαυτό της, σε μια μετά-κατάσταση της. Αυτή την αντίφαση και σχιζοφρένεια του συστήματος, ανάμεσα σε αυτό που είναι και σε αυτό που θέλει να γίνει, την πληρώνουν οι μαθητές, οι εκπαιδευτικοί και όλα τα άλλα θύματα των «εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων».
Σε αυτήν την αντίφαση κινείται και ο Σερ Κεν Ρόμπινσον, παρόλες τις σωστές κριτικές που κάνει στην σημερινή εκπαίδευση, όπως και άλλοι που ασπάζονται την μεταμοντέρνα κριτική στο εκπαιδευτικό σύστημα. Μία τέτοια κριτική όμως, για να προχωρήσει και να μην μείνει σε ευχές πρέπει να έχει μια θεωρία για την εκπαίδευση που να βασίζεται σε μια θεωρία για την κοινωνία, να γνωρίζει ότι «δεν είναι η εκπαίδευση η οποία δίνει μορφή στην κοινωνία αλλά είναι η κοινωνία που προδιαγράφει την εκπαίδευση, ώστε να προσαρμόζεται στις αξίες που στηρίζεται η κοινωνία» (Freire P. 1985: 170). Αλλιώς οι προσπάθειες για περισσότερες ομαδοσυνεργατικές λογικές στην εκπαίδευση, η ανίχνευση δρόμων για μάθηση έξω από «την ύλη» και την τυποποίηση, η εξατομικευμένη και διαφοροποιημένη διδασκαλία, μπορούν να μετατραπούν στο αντίθετο από αυτό που επιδιώκουν. Στο βαθμό που οι μετανεωτερικές αντιλήψεις για την εκπαίδευση συγκλίνουν στην αντίληψη ότι οι μεταρρυθμίσεις στα σχολεία χρειάζεται να ανταποκρίνονται στη μεταβιομηχανική αγορά εργασίας και στις αναδιαρθρώσεις της νέας παγκόσμιας οικονομίας εν μέσω εθνικού και διεθνούς ανταγωνισμού ή στη σύνδεση οικονομίας και γνώσης, στη σύνθεση κοσμοπολιτικών θέσεων με δόσεις φιλελεύθερων πολυπολιτισμικών πρακτικών («η ενότητα των διαφορών»), στην πολιτική/κοινωνική πίεση για αλλαγές πολιτικών σε ζητήματα που αφορούν διακρίσεις φυλών και εθνοτήτων κ.ο.κ. ουσιαστικά συγκλίνουν σε πρακτικές όμορες της νεοφιλελεύθερης αντίληψης για την εκπαίδευσης (McLaren 2003: 158-159).
Σχολείο για όλους, να μορφώνει και όχι να εξοντώνει.
Δεν χρειάζεται αλλαγή προτύπου με στόχο την υπέρβαση του διαφωτισμού. Το σχολείο είναι ένας θεσμός όπου οι προηγούμενοι πολιτισμοί «περνάνε» στις επόμενες γενιές τη γνώση τους, τις αξίες τους και τους κώδικες τους. Σήμερα ζητούμενο για το σχολείο παραμένει η κατανόηση των υλικών και πνευματικών όρων, η γνώση των νόμων ανάπτυξης της φύσης και της κοινωνίας. Η ανάπτυξη της δημιουργικότητας δεν αντιβαίνει τη γνώση αυτών των νόμων, το αντίθετο. Η χρήση του διαδικτύου και των νέων τεχνολογιών δεν αλλοιώνεται από την επιστημονική γνώση, το ανάποδο. Η ανάπτυξη της αισθητικής παιδείας είναι παράλογο να θεωρείται παράπλευρη απώλεια των συνεχών εξετάσεων και της προετοιμασίας των πανελλαδικών. Ένας μαθητής πρέπει να προσπαθεί, να κοπιάζει για να αποκτήσει γνώσεις αλλά πρέπει να έχει ελεύθερο χρόνο. Ένας μαθητής δε μπορεί να κάθεται 10 ώρες τη μέρα στα θρανία. Ένας μαθητής πρέπει να μάθει στη συνεργασία και όχι στον ατομισμό. Πρέπει να μάθει να αγωνίζεται, να διεκδικεί, να του αρέσει να μαθαίνει. Και για να γίνουν όλα αυτά. Ένας μαθητής πρέπει να βρίσκει νόημα σε όλα αυτά. Ένα καλύτερο μέλλον.
http://antapocrisis.gr/index.php/component/k2/item/997-mitropoulos