Η έκθεση του ΚΕΠΕ για την απελευθέρωση των επαγγελμάτων

 

Ολοκληρώθηκε τον Νοέμβριο του  12. Ακολουθεί η σύνοψη

 

ΣΥΝΟΨΗ

Τα κύρια συμπεράσματα και διαπιστώσεις της μελέτης συνοψίζονται ως εξής:

Πορεία εφαρμογής του Νόμου 3919/2011

–                Η εφαρμογή του Νόμου 3919/2011: «Αρχή της επαγγελματικής ελευθερίας, κατάργηση αδικαιολόγητων περιορισμών στην πρόσβαση και άσκηση επαγγελμάτων», προϋπέθετε την προώθηση σειράς νομοθετημάτων, που είτε προβλέπονταν από το Νόμο άμεσα είτε θα προέκυπταν από τον έλεγχο της προϋπάρχουσας νομοθεσίας, με στόχο να αρθούν ασυνέπειες με τις ρυθμίσεις του Νόμου. Η διαδικασία αρχικά καθυστέρησε σημαντικά σε σχέση με την προβλεπόμενη τετράμηνη μεταβατική περίοδο, ωστόσο στη συνέχεια προχώρησε ικανοποιητικά και βρίσκεται σε διαδικασία ολοκλήρωσής της. Κατά συνέπεια η προσέγγιση των επιπτώσεων του Νόμου υφίσταται περιορισμούς καθώς δεν έχει καταστεί ακόμη δυνατή η οριστικοποίηση του πεδίου εφαρμογής του Νόμου, ο σαφής προσδιορισμός των επαγγελμάτων/οικονομικών δραστηριοτήτων που επηρεάζονται από αυτόν και η έκταση των αλλαγών που προκύπτουν.

Είδη και μορφές των παρεμβάσεων στη λειτουργία των επαγγελμάτων

–                Το καθεστώς αδειοδότησης που προβλεπόταν προ του Νόμου για την έναρξη ή τη λειτουργία πολλών επαγγελμάτων/οικονομικών δραστηριοτήτων συχνά περιλάμβανε προϋποθέσεις που καθυστερούσαν τις διαδικασίες έναρξης λειτουργίας μιας επιχείρησης, επιβάρυναν τον επιχειρηματία με πρόσθετη δαπάνη, δεν προστάτευαν ικανοποιητικά τον καταναλωτή και επιβάρυναν τη λειτουργία του δημόσιου τομέα, εντείνοντας τη γραφειοκρατία.

–                Η Ελλάδα κατατασσόταν μεταξύ των χωρών με υψηλό βαθμό παρεμβατικών ρυθμίσεων στην άσκηση πολλών επαγγελμάτων/οικονομικών δραστηριοτήτων, οι οποίες δεν έχουν απαραίτητα σχέση με την προστασία των καταναλωτών και δημιουργούν στρεβλώσεις στη λειτουργία της αγοράς.

Κατάταξη των επαγγελμάτων

–                Ο κατάλογος των επαγγελμάτων/οικονομικών δραστηριοτήτων που καταρτίστηκε περιλαμβάνει τους σημαντικότερους περιορισμούς, απεικονίζει τα αποτελέσματα της αναλυτικής εργασίας που παρατίθεται στο Μέρος Β΄ της παρούσας μελέτης ανά επάγγελμα/οικονομική δραστηριότητα και τη μέχρι σήμερα πορεία εφαρμογής του Νόμου 3919/2011.

–                Από το διευρυμένο ενδεικτικό κατάλογο του Υπουργείου Οικονομικών φαίνεται ότι για την πλειονότητα των επαγγελμάτων ίσχυε κάποια μορφή αδειοδοτικής διαδικασίας, χωρίς όμως σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομία, ενώ ένας μικρός αριθμός επαγγελμάτων και οικονομικών δραστηριοτήτων λειτουργεί με σημαντικούς περιορισμούς, η άρση των οποίων αναμένεται να επηρεάσει βασικά μεγέθη της οικονομίας.

Οικονομική βαρύτητα, εξελίξεις και επιδόσεις του τομέα των υπηρεσιών και επιμέρους επαγγελμάτων/οικονομικών δραστηριοτήτων

–                Ο τομέας των υπηρεσιών αποτελεί το μεγαλύτερο τομέα της οικονομίας στην Ελλάδα, όπως και στις χώρες της ευρωζώνης, τόσο από την άποψη της απασχόλησης όσο και του εισοδήματος, ενώ στην αυξανόμενη ζήτηση των υπηρεσιών οφείλεται το μεγαλύτερο μέρος των νέων θέσεων εργασίας.

–                Ο αυξημένος ρόλος των υπηρεσιών στις σύγχρονες οικονομίες συναρτάται με τις αλληλεξαρτήσεις των υπηρεσιών με τους υπόλοιπους παραγωγικούς τομείς, καθώς οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται από όλους τους τομείς και είναι απαραίτητες για τη λειτουργία όλων των επιχειρήσεων, προκειμένου να παράγουν και να είναι ανταγωνιστικές. Είναι παρούσες και ενσωματωμένες σε κάθε στάδιο της αλυσίδας της προστιθεμένης αξίας και συμβάλλουν σημαντικά στις επιδόσεις της υπόλοιπης οικονομίας.

–                Η αύξηση του τομέα των υπηρεσιών εν μέρει οφείλεται στην εξωτερική ανάθεση πολλών υπηρεσιών που στο παρελθόν παράγονταν ενδοεπιχειρησιακά. Επιπρόσθετα, στην ισχυρή παρουσία των υπηρεσιών συνέβαλαν η απελευθέρωση των αγορών, η αύξηση της παγκοσμιοποίησης πολλών υπηρεσιών και η αυξανόμενη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, η οποία συνεπάγεται μετακίνηση από την παροχή υπηρεσιών εντός του νοικοκυριού σε υπηρεσίες που παρέχονται στην αγορά.

–                Εξετάζοντας την πορεία της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας κατά την περίοδο 2000-2011, παρατηρείται μείωση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας στους περισσότερους οικονομικούς κλάδους μετά το 2008 ή το 2009 ή νωρίτερα (κατασκευές) με εξαίρεση τη γεωργία. Αντίστοιχες είναι και οι εξελίξεις στην απασχόληση.

–                Το σύνολο σχεδόν των κλάδων των υπηρεσιών παρουσιάζει μείωση του κύκλου εργασιών το 2009 και το 2010 ή μόνο το 2010 (υπηρεσίες δραστηριοτήτων επεξεργασίας δεδομένων και δραστηριοτήτων παροχής πληροφόρησης), με εξαίρεση τις υπηρεσίες καθαρισμού και παροχής προστασίας που παρουσιάζουν αύξηση και τα δύο έτη και τις υπηρεσίες νομικών και λογιστικών δραστηριοτήτων που παρουσιάζουν αύξηση μόνο το 2010. Σε σχέση με τη μεταποίηση οι επιπτώσεις της κρίσης στις υπηρεσίες είναι πιο μέτριες, ωστόσο αλληλεξαρτήσεις και πολλαπλασιαστές επηρεάζουν την τελική ζήτηση και οι επιπτώσεις της κρίσης είναι πιθανόν να εξαπλωθούν σε όλη την οικονομία.

–                Οι προαναφερθείσες εξελίξεις καθιστούν επιτακτικότερη την ανάγκη λήψης μέτρων είτε για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης σε τομείς που πλήττονται περισσότερο από αυτήν είτε για την καλύτερη λειτουργία των αγορών.

–                Η παραγωγικότητα εργασίας, το μέσο κόστος ανά απασχολούμενο και οι επενδύσεις ανά απασχολούμενο του τομέα των επαγγελματικών υπηρεσιών στη χώρα μας είναι χαμηλότερα από το μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε.

–                Σύμφωνα με το δείκτη καινοτομίας η Ελλάδα είναι μια σχετικά χαμηλής έντασης καινοτομίας χώρα, οι υπηρεσίες είναι περισσότερο καινοτόμες σε σχέση με το παρελθόν, ωστόσο υστερούν σε σχέση με τη μεταποίηση με κάποιες εξαιρέσεις. Η διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας (εξειδίκευση σε λιγότερο προηγμένους τεχνολογικά τομείς και επικράτηση των πολύ μικρών έως μικρών οικογενειακών επιχειρήσεων) δεν ευνοεί την έντονη δραστηριότητα Έρευνας και Ανάπτυξης (Ε&Α). Οι επενδύσεις σε Ε&Α είναι από τις χαμηλότερες στην Ε.Ε., ενώ η ικανότητα καινοτομίας της ελληνικής οικονομίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εισαγόμενη τεχνολογία και τεχνογνωσία, την καινοτομική οργάνωση και εμπορία και όχι τόσο την παραγωγή και αξιοποίηση νέας γνώσης. Η καινοτομία στις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών είναι περισσότερο προσανατολισμένη σε οργανωτικές αλλαγές, σε σχέση με την ανάπτυξη νέων προϊόντων και διαδικασιών, και συνδέεται με τη διάδοση καλών πρακτικών και τη διάχυση της γνώσης.

–                Η Ελλάδα κατατάσσεται σε χαμηλή θέση σε σχέση με τους δείκτες ανταγωνιστικότητας που μετρώνται από διάφορους οργανισμούς (IMD, WEF) και η θέση της με όλες τις προσεγγίσεις εμφανίζεται δυσμενής. Μικρή βελτίωση παρουσιάζεται στην κατάταξη της Παγκόσμιας Τράπεζας (Doing Business), που εν μέρει αποδίδεται και στις μειώσεις των αμοιβών συγκεκριμένων επαγγελμάτων (συμβολαιογράφων, δικηγόρων). Αντίστοιχα, στην έκθεση για την επιχειρημα-τικότητα στην Ελλάδα, σημειώνεται ότι το πρόβλημα της επιχειρηματικότητας δεν είναι τόσο ποσοτικό όσο ποιοτικό, καθώς οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πλήθος εμποδίων, τα οποία αποτελούν μακροχρόνιες παθογένειες της ελληνικής οικονομίας.

–                Κατά την περίοδο 2004-2010 τα επαγγέλματα με ρυθμίσεις, οι οποίες εξασφαλίζουν κάποιες ελάχιστες αμοιβές ή κάποια μορφή προστασίας, αύξησαν την απασχόλησή τους περισσότερο συγκριτικά με τα αποκαλούμενα μη ρυθμιζόμενα επαγγέλματα.

–                Οι δείκτες για τη μέτρηση του ανταγωνισμού, που έχουν υπολογισθεί από διάφορους οργανισμούς (Ε.Ε., ΟΟΣΑ) ή από σχετικές μελέτες (προσαυξήσεις τιμών, περιθώρια κέρδους, βαθμός ρύθμισης, ελευθερία εμπορίου, δομή της αγοράς) κατά την τελευταία δεκαετία, δείχνουν ότι η Ελλάδα κατατάσσεται μεταξύ των χωρών που παρουσιάζουν σημαντικά προβλήματα ανταγωνισμού, παρά τις βελτιώσεις που έχουν σημειωθεί κατά τα τελευταία χρόνια.

–                Η Ελλάδα, όπως και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες του νότου, χαρακτηρίζεται από περισσότερο παραδοσιακή παραγωγική οργάνωση του τομέα των υπηρεσιών, με κεντρικό ρόλο των μικρών επιχειρήσεων και των αυτοαπασχολούμενων. Η οργάνωση της παραγωγικής διαδικασίας με την κυριαρχία μικρών επιχειρήσεων μπορεί να συνεπάγεται χαμηλό ρυθμό υιοθέτησης πιο εξελιγμένων πρακτικών παραγωγής και τεχνολογικών αλλαγών.

–                Η συμμετοχή των δαπανών για υπηρεσίες στο Γενικό Δείκτη Τιμών Καταναλωτή ανέρχεται στο 39,6% περίπου με βάση την Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών του 2008/09 και είναι αυξημένη κατά 4,8 εκατοστιαίες μονάδες ή κατά 13,9% σε σχέση με το 1998/99.

–                Το επάγγελμα του δικηγόρου συγκαταλέγεται ανάμεσα στα επαγγέλματα υπηρεσιών με τον υψηλότερο βαθμό ρυθμιστικής παρέμβασης. Στην Ελλάδα, παρατηρείται αύξηση στον αριθμό των δικηγόρων τα τελευταία χρόνια, η οποία συνοδεύεται και από ανάλογη αύξηση στον αριθμό των εγγεγραμμένων υποθέσεων ιδιωτικού δικαίου. Αξίζει να σημειωθεί ότι από τον Δεκέμβριο του 2011 καταγράφεται σταδιακή μείωση του δείκτη τιμών καταναλωτή για τις νομικές υπηρεσίες, η οποία μπορεί να οφείλεται εν μέρει στην απελευθέρωση του επαγγέλματος.

–                Το επάγγελμα του συμβολαιογράφου λατινικού τύπου καταγράφει τους υψηλότερους δείκτες ρυθμιστικών παρεμβάσεων εισόδου και συμπεριφοράς για την πλειονότητα των χωρών της Ε.Ε. Στην Ελλάδα εμφανίζει πληρότητα ως προς τον αριθμό και κατέχει την πρώτη θέση ως προς την αναλογία συμβολαιογράφων ανά κάτοικο. Παρόλα αυτά, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση στον αριθμό των διορισμένων συμβολαιογράφων, η οποία όμως συνοδεύεται από σημαντική συρρίκνωση στον όγκο των συναφθεισών συμβολαιογραφικών πράξεων. Οι αμοιβές των συμβολαιογράφων καθορίζονται σε υψηλότερα επίπεδα συγκριτικά με άλλες χώρες της Ε.Ε. Η μείωση στα ποσοστά των αναλογικών αμοιβών, μετά την εφαρμογή του νόμου, δεν φαίνεται να επηρεάζει το μεγαλύτερο όγκο των συναλλαγών, περιορίζοντας τα οφέλη για τους καταναλωτές.

–                Τα επαγγέλματα/δραστηριότητες υγείας παρουσιάζουν πληθώρα περιορισμών εισόδου και συμπεριφοράς, μερικοί εκ των οποίων θεωρούνται αναγκαίοι λόγω της ιδιαιτερότητας του κλάδου και της διαφύλαξης του δημοσίου συμφέροντος. Από το 2011 και μετά παρατηρείται μείωση στο δείκτη τιμών καταναλωτή αλλά και στις δαπάνες των νοικοκυριών για όλες τις υποομάδες του κλάδου, με εξαίρεση τις ιδιωτικές κλινικές, η οποία οφείλεται κυρίως στην άσκηση φαρμακευτικής πολιτικής λόγω του Μνημονίου και στον περιορισμό των ιατρικών επισκέψεων λόγω της συρρίκνωσης αμοιβών και συντάξεων και δευτερευόντως στην απελευθέρωση της παροχής των υπηρεσιών.

–                Τα τελευταία χρόνια, καταγράφεται μια δραματική συρρίκνωση της οικοδομικής δραστηριότητας. Οι νέες οικοδομικές άδειες έχουν φτάσει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, ενώ από το 2007 και μετά παρουσιάζεται μέση ετήσια μείωση στην ακαθάριστη προστιθέμενη αξία του κλάδου της τάξης του 10%. Η συμμετοχή του κλάδου στο σύνολο της προστιθέμενης αξίας ανέρχεται στο 4,5% το 2011. Την τριετία 2008-2011 χάθηκαν πάνω από 130 χιλιάδες θέσεις εργασίας από τον κατασκευαστικό κλάδο ενώ το κόστος εργασίας στον κλάδο των κατασκευών, έχει αρχίσει να μειώνεται από το 2009.

–                Από την καταγραφή των βασικότερων περιορισμών στη λειτουργία των επαγγελμάτων του αρχιτέκτονα και του μηχανικού φαίνεται ότι η Ελλάδα σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης είναι ανάμεσα στις χώρες με τους περισσότερους περιορισμούς, κυρίως όσον αφορά στις διαδικασίες αδειοδότησης και στην ύπαρξη καθορισμένων ή ελάχιστων αμοιβών. Βρίσκεται στο μέσο της κλίμακας, όσον αφορά στους περιορισμούς στα προσόντα εκπαίδευσης που απαιτούνται για την άσκηση του επαγγέλματος, ενώ δεν ισχύουν περιορισμοί διαφήμισης ή περιορισμοί στη μορφή των επιχειρήσεων και στο είδος της επαγγελματικής συνεργασίας.

–                Ο Ν. 3919/2011 επηρεάζει μόνο συγκεκριμένες υπηρεσίες και επαγγέλματα του κλάδου των μεταφορών, όπως π.χ. τις υπηρεσίες εκμίσθωσης αυτοκινήτων ή τα τεχνικά επαγγέλματα επισκευής αυτοκινήτων, ενώ σημαντικοί τομείς και δραστηριότητες του τομέα δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του Νόμου.

–                Ο κλάδος της ιδιωτικής πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης απορροφά διαχρονικά το 6% του μαθητικού πληθυσμού και απασχολεί το 5% των διδασκόντων. Η συμμετοχή του κλάδου στο ΓΔΤΚ διαμορφώνεται για το 2012 σε 4,67‰ για τα ιδιωτικά σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και σε 3,05‰ για τα δίδακτρα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Οι ρυθμίσεις του κλάδου της εκπαίδευσης περιορίζονται κυρίως στην ύπαρξη συγκεκριμένων εκπαιδευτικών προσόντων και κατάλληλων υποδομών και είναι θεσπισμένες με γνώμονα την παροχή καλύτερων υπηρεσιών προς τους μαθητές και κατ’ επέκταση σε ολόκληρη την κοινωνία. Ενδεχόμενη πλήρης απελευθέρωση των αντίστοιχων επαγγελμάτων και άρση όλων των περιορισμών θα έχει μάλλον μικρή έως μηδαμινή επίπτωση τόσο στις τιμές όσο και στην απασχόληση και τον ανταγωνισμό.

–                Ο αριθμός των φροντιστηρίων και των κέντρων ξένων γλωσσών φαίνεται να συρρικνώνεται τα τελευταία χρόνια προκειμένου να προσαρμοστεί στη μειωμένη ζήτηση (μείωση μαθητών). Η μείωση αυτή συνοδεύεται και από αντίστοιχη προσαρμογή προς τα κάτω και στις τιμές, οι οποίες για μεν τα φροντιστήρια αποτελούν το 10,73‰ του γενικού δείκτη ενώ για τις ξένες γλώσσες το 8,80‰. Είναι σαφές ότι ο μεγάλος αριθμός φροντιστηρίων και ΚΞΓ σε συνδυασμό με το μικρό κόστος εισόδου στην αγορά δεν φαίνεται να δημιουργούν πρόβλημα ανταγωνισμού. Ενδεχόμενη πλήρης απελευθέρωση δε φαίνεται να επηρεάσει ούτε τις τιμές ούτε την απασχόληση στα συγκεκριμένα επαγγέλματα, τα οποία φαίνεται να προσαρμόζονται σχετικά γρήγορα στις μεταβαλλόμενες συνθήκες.

Αναμενόμενες επιπτώσεις

–                Η αξιολόγηση των συνθηκών ανταγωνισμού, όπως προκύπτει από την εφαρμογή του «Οδηγού αξιολόγησης συνθηκών ανταγωνισμού» του ΟΟΣΑ κατέδειξε την ύπαρξη αδυναμιών στον ανταγωνισμό.

–                Σε ότι αφορά τους δικηγόρους και τις δικηγορικές εταιρείες, η πιστή εφαρμογή των Ν.3919/2011 και Ν. 4093/2012 θεωρείται ότι θα συμβάλλει θετικά στην απελευθέρωση του επαγγέλματος και θα βελτιώσει τις συνθήκες του με άμεσο αντίκτυπο στην οικονομία της χώρας μας. Συνεχίζουν όμως να υφίστανται περιορισμοί, όπως γεωγραφικοί και η πλήρης άρση των αποκλειστικών δικαιωμάτων των δικηγόρων. Η άρση των περιορισμών αυτών δύναται να βελτιώσει τον ανταγωνισμό αλλά και την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών.

–                Το επάγγελμα του συμβολαιογράφου παρουσιάζει ιδιαιτερότητες ως προς την άρση των περιορισμών λειτουργίας του συγκριτικά με τα άλλα επαγγέλματα λόγω του δημόσιου χαρακτήρα του και της σημαντικότητας των συναλλαγών του είτε από νομικής είτε από οικονομικής άποψης. Η πλήρης εφαρμογή του Νόμου εξορθολογίζει την αναλογική αμοιβή των συμβολαιογράφων και μειώνει το κόστος των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες. Οι αμοιβές μειώνονται ακόμη περισσότερο με την μερική άρση της υποχρεωτικής παράστασης των δικηγόρων στις μεταβιβάσεις ακινήτων, μετά τη θέσπιση του Νόμου 4093/2012, ενισχύοντας τον ελεύθερο ανταγωνισμό.

–                Δεδομένου ότι η χρήση των υπηρεσιών του νόμιμου ελεγκτή είναι υποχρεωτική από το νόμο για μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων, βελτίωση των συνθηκών ανταγωνισμού μεταξύ των νόμιμων ελεγκτών θα έχει πολλαπλασιαστικά θετικά αποτελέσματα σε κλάδους, όπου η χρήση των υπηρεσιών τους αποτελεί εισροή για την παραγωγική διαδικασία. Ο Ν. 3919/2011, καταργώντας τις ελάχιστες αμοιβές των νόμιμων ελεγκτών και επιτρέποντας την ελεύθερη διαπραγμάτευσή τους, προωθεί τον ανταγωνισμό μεταξύ των ελεγκτών. Η θέσπιση όμως ελάχιστων ωρών για τον κάθε έλεγχο αποδυναμώνει την αξία της κατάργησης ελάχιστων αμοιβών, αφού οι ώρες εργασίας είναι στενά συνυφασμένες με τη συνολική αμοιβή. Επιπλέον, ο καθορισμός ανώτατου ορίου εργασίας κατ’ έτος μειώνει την αρχή της αποτελεσματικότητας, αφού δεν επιτρέπει τον ανταγωνισμό μεταξύ ελεγκτών. Κατάργηση των δύο αυτών περιορισμών φαίνεται ότι μάλλον θα συντελέσει θετικά στον ανταγωνισμό μεταξύ νομίμων ελεγκτών και πιθανόν να οδηγήσει σε μείωση των τιμών που καλούνται να πληρώνουν οι ελεγχόμενες εταιρείες.

–                Αναφορικά με τους μηχανικούς, η εφαρμογή του Ν. 3919/2011 θα επιφέρει θετικά αποτελέσματα στην απελευθέρωση του επαγγέλματος. Η εφαρμογή των νέων ρυθμίσεων, αναμένεται να οδηγήσει στην αύξηση του ανταγωνισμού μεταξύ των μηχανικών, διατηρώντας, ωστόσο, τις προϋποθέσεις αδειοδότησης. Η κατάργηση των ελάχιστων αμοιβών μπορεί να δημιουργήσει ένα πλαίσιο ανταγωνιστικής λειτουργίας για το εν λόγω επάγγελμα, επιφέροντας μείωση στις τιμές και πιθανώς, καλύτερες παρεχόμενες υπηρεσίες λόγω του αυξημένου κινήτρου των επαγγελματιών να γίνουν πιο αποδοτικοί.

–                Η εφαρμογή του Ν. 3919/2011 αναμένεται να άρει τους διοικητικούς και γεωγραφικούς περιορισμούς που υφίστανται στο επάγγελμα των φορτοεκφορτωτών, ενισχύοντας την αρχή της επαγγελματικής ελευθερίας και διευκολύνοντας την πρόσβαση και άσκηση του επαγγέλματος. Επιπρόσθετα, η πλήρης εφαρμογή του Νόμου αναμένεται να καταργήσει καταχρηστικές πρακτικές και οιονεί μονοπωλιακές συμπεριφορές οδηγώντας σε μείωση των τιμών και ελάφρυνση του κόστους των προϊόντων, επιφέροντας πιθανώς και αύξηση στον κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων που κάνουν χρήση των φορτοεκφορτωτικών εργασιών.

–                Αν και οι διαδικασίες για την εφαρμογή του Νόμου δεν έχουν ολοκληρωθεί πλήρως, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτός ο υπολογισμός του τελικού δείκτη ρύθμισης για κάποια από τα εξεταζόμενα επαγγέλματα, η συνολική εικόνα που διαμορφώνεται είναι ότι στην πλειονότητα των επαγγελμάτων/οικονομικών δραστηριοτήτων οι δείκτες μειώθηκαν σημαντικά, υποδηλώνοντας αξιόλογες μεταβολές στο καθεστώς ρύθμισης προς την κατεύθυνση της κατάργησης περιορισμών, ενώ η ολοκλήρωση των διαδικασιών εφαρμογής του αναμένεται να βελτιώσει περαιτέρω τη συνολική εικόνα.

–                Όσον αφορά την ένταση των ρυθμίσεων προ της εφαρμογής του Νόμου, οι σχετικοί δείκτες καταδεικνύουν την ύπαρξη σημαντικών εμποδίων στον ανταγωνισμό, τα οποία συναρτώνται σε μεγαλύτερο βαθμό με περιορισμούς στην είσοδο και σε μικρότερο με περιορισμούς στη συμπεριφορά. Στα επαγγέλματα/οικονομικές δραστηριότητες με τους μεγαλύτερους βαθμούς ρύθμισης συγκαταλέγονται επιστημονικά επαγγέλματα όπως οι συμβολαιογράφοι, οι δικηγόροι και οι δικηγορικές εταιρείες, οι μηχανικοί, οι εταιρείες μηχανικών και οι ενεργειακοί επιθεωρητές, οι νόμιμοι ελεγκτές και οι ορκωτοί εκτιμητές, αρκετά επαγγέλματα και υπηρεσίες του κλάδου της υγείας, αλλά και ορισμένα άλλα επαγγέλματα, όπως του εκτελωνιστή, του οδηγού ταξί, του εφημεριδοπώλη και του φορτοεκφορτωτή.

–                Με την εφαρμογή του Νόμου, οι παρατηρούμενες μειώσεις στο γενικό δείκτη ρύθμισης για τα περισσότερα επαγγέλματα/οικονομικές δραστηριότητες αποδίδονται κυρίως στη μείωση του δείκτη εισόδου και λιγότερο στην υποχώρηση του δείκτη συμπεριφοράς. Εξαίρεση αποτελεί η μηδενική μεταβολή του δείκτη ρυθμίσεων εισόδου στις περιπτώσεις των μηχανικών, των εταιρειών μηχανικών και ορισμένων υπηρεσιών υγείας.

–                Τα περισσότερα επαγγέλματα που διατήρησαν σχετικά υψηλούς δείκτες ρύθμισης εντοπίζονται σε κλάδους όπου, λόγω της απαιτούμενης επιστημονικής εξειδίκευσης και της ιδιαίτερης φύσης των παρεχόμενων υπηρεσιών (νομικά επαγγέλματα, υπηρεσίες μηχανικών, ιατρικά επαγγέλματα και υπηρεσίες), δικαιολογείται κάποιος βαθμός περιοριστικών ρυθμίσεων. Ωστόσο, σε περιορισμένο αριθμό άλλων επαγγελμάτων η διατήρηση υψηλών δεικτών ρύθμισης δεν συνάδει με τη φύση των συγκεκριμένων επαγγελμάτων.

–                Η συνολική απασχόληση, δεδομένης και της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, μάλλον θα παρουσιάσει περαιτέρω μείωση πριν να αρχίσει να αυξάνεται και αυτό θα συμβεί ανεξάρτητα από θεσμικές παρεμβάσεις στην απελευθέρωση των λεγόμενων «κλειστών» επαγγελμάτων.

–                Η απελευθέρωση των επαγγελμάτων μπορεί να αυξήσει την απασχόληση σε ένα συγκεκριμένο επάγγελμα αλλά όχι απαραίτητα και τη συνολική απασχόληση, οδηγώντας βραχυχρόνια κυρίως σε μια αναδιάρθρωση της απασχόλησης, παρά σε μεγάλες αυξήσεις της συνολικής απασχόλησης.

–                Η πλήρης ή μερική κατάργηση θεσμοθετημένης υπερπροστασίας συγκε-κριμένων επαγγελματικών ομάδων εις βάρος των χρηστών των υπηρεσιών τους θα μπορούσε ενδεχομένως να μειώσει το κόστος συγκεκριμένων υπηρεσιών και να προσελκύσει επενδύσεις, οι οποίες θα συντελούσαν σε αύξηση της συνολικής απασχόλησης.

–                Η μείωση των περιορισμών στη λειτουργία των αγορών που αναμένεται να προκύψει από την εφαρμογή του Νόμου φαίνεται να οδηγεί σε αύξηση του ανταγωνισμού, ο οποίος θεωρείται σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει τόσο την παραγωγικότητα όσο και τις εξελίξεις στις τιμές.

–                Οι μεγάλες επιχειρήσεις ίσως αντιμετωπίζουν με μεγαλύτερη ευχέρεια τα εμπόδια που υπάρχουν στις αγορές του τομέα των υπηρεσιών γενικότερα ή συγκεκριμένων επαγγελμάτων, αλλά οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αποτελούν και τη συντριπτική πλειονότητα, φαίνεται να συναντούν δυσχέρειες και να είναι περισσότερο ευάλωτες, κάτι που ισχύει επίσης και για τους ιδιώτες καταναλωτές ή τα νοικοκυριά.

–                Η αποτύπωση της επίπτωσης της εφαρμογής του Νόμου 3919/2011 στο Γενικό Δείκτη Τιμών Καταναλωτή δυσχεραίνεται καθώς δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί η εφαρμογή του Νόμου και επομένως δεν υπάρχουν στοιχεία για τις τιμές μετά την εφαρμογή του Νόμου για όλα τα επαγγέλματα/οικονομικές δραστηριότητες, στο βαθμό που αυτές απεικονίζονται σαφώς ως διακεκριμένες κατηγορίες που συμμετέχουν στη διαμόρφωση του δείκτη. Ταυτόχρονα, η ύφεση που παρατηρείται στην ελληνική οικονομία και η μείωση της ζήτησης για συγκεκριμένες υπηρεσίες έχει ήδη συμπιέσει τις τιμές και κατά συνέπεια δεν είναι δυνατό να διαχωριστούν οι επιπτώσεις στις τιμές που αποδίδονται στους παράγοντες αυτούς ή στις αλλαγές που προέρχονται από την εφαρμογή του νόμου.

–                Εξετάζοντας τις ετήσιες μεταβολές και την επίπτωση των υπηρεσιών που συμμετέχουν στη διαμόρφωση του Γ.Δ.Τ.Κ. κατά την περίοδο 2000-2011, τις μεταβολές μεταξύ Ιουλίου 2011 (προβλεπόμενη έναρξη εφαρμογής του Νόμου) και 2012 και τις μηνιαίες μεταβολές του 2011 και του πρώτου οκταμήνου του 2012 υπάρχουν ενδείξεις, για αυξανόμενη αρνητική επίπτωση των υπηρεσιών υγείας και εκπαίδευσης και των επικοινωνιών. Αντίστοιχες εξελίξεις καταγράφονται σε πολλές από τις επιμέρους κατηγορίες υπηρεσιών που εντάσσονται στις άλλες ομάδες αγαθών και υπηρεσιών.

–                Η προβλεπόμενη από το Νόμο 3919/2011 διαδικασία αναγγελίας έναρξης της επαγγελματικής δραστηριότητας και η δυνατότητα έναρξης της άσκησης του επαγγέλματος εντός τριμήνου από την υποβολή των απαραίτητων δικαιολογητικών στους αρμόδιους φορείς (οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να απαγορεύσουν την άσκηση σε περίπτωση μη τήρησης των νόμιμων προϋποθέσεων), στο βαθμό που οργανωθεί σωστά μπορεί να λειτουργήσει ικανοποιητικά στην επίσπευση των διαδικασιών έναρξης και στη μείωση του αντίστοιχου κόστους για τους επαγγελματίες, ενώ αναμένεται να μειώσει τη γραφειοκρατία, να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα των εμπλεκόμενων δημόσιων υπηρεσιών και να αποδεσμεύσει πόρους από τη δημόσια διοίκηση.

–                Η έκταση της αναμενόμενης πτώσης των τιμών των υπηρεσιών ως αποτέλεσμα της εφαρμογής του Νόμου δεν είναι εύκολο να υπολογισθεί καθώς: (α) δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί η διαδικασία των εξαιρέσεων και επομένως δεν είναι απολύτως σαφές για ποιες κατηγορίες επαγγελματιών αναμένεται να προκύψουν αλλαγές στην άσκηση των επαγγελμάτων τους και επομένως πιθανές αλλαγές στις τιμές, (β) δεν έχουν πάρει ακόμα οριστική μορφή τα νομοθετήματα που ορίζουν αλλαγές στην τιμολόγηση των υπηρεσιών συγκεκριμένων επαγγελμάτων και (γ) η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να βρίσκεται σε κατάσταση ύφεσης.

–                Οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι τα πιθανά οφέλη από την προβλεπόμενη άρση των περιορισμών στη λειτουργία των επαγγελμάτων ως ποσοστό στο εθνικό εισόδημα κυμαίνονται μεταξύ 0,4% και 2,1%, ανάλογα με τις υποθέσεις που έγιναν για το αναμενόμενο επίπεδο μείωσης των τιμών.