Aπό τα μέσα του 2012, η ευρωπαϊκή οικονομική κρίση είναι σε ύφεση, με τα συμπτώματα της υποκείμενης νόσου να έχουν προσωρινά κατασταλεί. Καθώς η θεραπεία σιγά-σιγά διακόπτεται, και τα φάρμακα χάνουν την αποτελεσματικότητά τους, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα υποτροπής.
Τα προγράμματα λιτότητας, οι υποτιμήσεις του χρέους, η υπόσχεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) να κάνει «ό,τι χρειαστεί» για να διατηρήσει το ευρώ, η προτεινόμενη τραπεζική ένωση και η ολοκλήρωση του κύριου ταμείου διάσωσης (Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας «ΕΜΣ») βοήθησαν στην αποκατάσταση της σχετικής οικονομικής σταθερότητας. Σημειώθηκαν μειώσεις των επιτοκίων στις χώρες της περιφέρειας και ράλι στις χρηματιστηριακές αγορές, αν και δεν παρατηρείται ουσιαστική ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας.
Το κόστος του ισπανικού 10ετούς χρέους μειώθηκε από περισσότερο από 7,5% σε 3,76%· της Ελλάδας από 30% σε περίπου 10%· της Πορτογαλίας από 12% σε 6,4%. Το ισπανικό και το ιταλικό χρηματιστήριο κατέγραψαν ετήσια κέρδη 31% και 24% αντίστοιχα. Το γαλλικό και το γερμανικό χρηματιστήριο κατέγραψαν αύξηση άνω του 24%. Αντιθέτως, το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) της ευρωζώνης μειώθηκε κατά 0,1% κατά τη διάρκεια του 3ου τριμήνου του 2012, 0,6% το 4ο τρίμηνο του 2012 και 0,3% το 1ο τρίμηνο του 2013, με μεγαλύτερες πτώσεις στις ασθενέστερες οικονομίες.
Χάνοντας το τρένο της λιτότητας…
Η λιτότητα έχει αποτύχει να φέρει υπό έλεγχο τα δημόσια οικονομικά και το χρέος. Οι αυξήσεις στους φόρους και τις περικοπές των κρατικών δαπανών έχουν οδηγήσει σε απότομες συσπάσεις της οικονομικής δραστηριότητας, μειώνοντας τα κρατικά έσοδα και αυξάνοντας τις πληρωμές κοινωνικής πρόνοιας και υποστήριξης, ενώ τα ποσοστά ανεργίας συνεχίζουν να αυξάνονται. Τα δημοσιονομικά ελλείμματα παραμένουν παρά το γεγονός ότι έχουν ελαττωθεί, και τα επίπεδα του χρέους εξακολουθούν να αυξάνονται.
Το ΑΕΠ της ευρωζώνης είναι σήμερα 3% κάτω από τα επίπεδα της περιόδου 2007-2008. Είναι επίσης περίπου 135 μονάδες κάτω από τα επίπεδα τάσης. Οι μεμονωμένες οικονομίες τα έχουν πάει ακόμα χειρότερα: η ελληνική οικονομία έχει συρρικνωθεί κατά 23%, της Ιρλανδίας κατά 8%, της Πορτογαλίας κατά 8%, της Ισπανίας κατά 8% και της Ιταλίας κατά 9%. Η ανεργία στην ευρωζώνη είναι στο 12%. Παρά τη μετανάστευση ειδικευμένων εργαζομένων, ορισμένες πιο αδύναμες χώρες έχουν μεγαλύτερη ανεργία: η Ελλάδα 28%, η Ιρλανδία 14%, η Πορτογαλία 17%, η Ισπανία 26% και η Ιταλία 14%. Η ανεργία των νέων είναι σημαντικά υψηλότερη, με ποσοστό 25-50% σε ορισμένες χώρες. Για να χρησιμοποιήσουμε την αντισηπτική γλώσσα των οικονομολόγων, οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές (η αναλογική επίπτωση της λιτότητας) έχουν αποδειχθεί υψηλότεροι από το αναμενόμενο, με αποτέλεσμα βαθύτερη ύφεση από την προβλεπόμενη.
Οι κυβερνήσεις έχουν διαπιστώσει ότι είναι δύσκολο να συνεχίσουν τα προγράμματα λιτότητας σε συνδυασμό με την αδύναμη οικονομική δραστηριότητα και τα υψηλά επίπεδα ανεργίας. Επικαλούμενες εξαιρετικές περιστάσεις και έκτακτες συνθήκες, πολλές χώρες έχουν ζητήσει και λάβει απαλλαγές. Οι στόχοι ελλείμματος και χρέους έχουν αναβληθεί, αν και ακόμη και οι νέοι μειωμένοι στόχοι είναι απίθανο να επιτευχθούν.
Τα ανεβοκατεβάσματα του χρέους….
Περαιτέρω διαγραφές χρεών για τη μείωση του χρέους σε βιώσιμα επίπεδα, όπως στις περιπτώσεις της Ελλάδας και της Κύπρου, είναι αρκετά απίθανες. Οι επίσημοι δανειστές κατέχουν πλέον, άμεσα ή έμμεσα, μεγάλα ποσά του σχετικού χρέους.
Ο ΕΜΣ, η ΕΚΤ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) έχουν άμεσα δάνεια προς ή έχουν αγοράσει ομόλογα που έχουν εκδοθεί από την Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία, την Κύπρο, την Ισπανία και την Ιταλία. Η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες έχουν σημαντικά δάνεια σε κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης και οι τράπεζες έχουν ασφαλίσει τα ομόλογα των «προβληματικών» χωρών. Για παράδειγμα, ο ΕΜΣ, η ΕΚΤ, το ΔΝΤ και οι ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες κατέχουν σήμερα περισσότερο από 90% του ανεξόφλητου χρέους της Ελλάδας.
Οι περαιτέρω διαγραφές ή μειώσεις του χρέους, οι οποίες θα παρείχαν ανακούφιση στις χώρες που έχουν δανειστεί, θα οδηγούσαν σε άμεσες απώλειες για αυτά τα επίσημα σώματα, οδηγώντας τελικά σε απώλειες για τους φορολογούμενους στις ισχυρότερες χώρες, όπως η Γερμανία.
Σε επίσκεψή του στην Ελλάδα, η οποία χρειάστηκε μεγάλη και δαπανηρή επιχείρηση ασφαλείας, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε συμβούλευσε τους Έλληνες «να μην συνεχίσουν αυτή τη στιγμή τις συζητήσεις για ένα νέο κούρεμα» (ευρωπαϊκή ορολογία για καμία περαιτέρω διαγραφή επί των υφισταμένων δανείων). Ο Σόιμπλε υποστήριξε ότι δεν είναι στο συμφέρον της Ελλάδας να ζητήσει ελάφρυνση του χρέους. Περαιτέρω αναδιάρθρωση του χρέους μπορεί να οδηγήσει σε πραγματικές απώλειες μετρητών στη Γερμανία, αντικρούοντας τις διαβεβαιώσεις της γερμανικής κυβέρνησης προς τους ψηφοφόρους ότι δεν διατρέχουν κανέναν κίνδυνο όσον αφορά τις διασώσεις.
Το αόρατο μέτρο…
Το πρόγραμμα Οριστικών Νομισματικών Συναλλαγών (OMT) της ΕΚΤ, το οποίο επιτρέπει την αγορά απεριόριστων ομολόγων χρέους των κρατών της ευρωζώνης, έχει στεφθεί με επιτυχία. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι έχει αναφερθεί σε αυτό ως το «πιο επιτυχημένο μέτρο νομισματικής πολιτικής που έχει αναληφθεί τα τελευταία χρόνια».
Οι λεπτομέρειες του προγράμματος (το οποίο δεν έχει χρησιμοποιηθεί ακόμα) παραμένουν ασαφείς, ιδιαίτερα σε βασικά ζητήματα όπως το καθεστώς της ΕΚΤ ως προτιμώμενος πιστωτής για τις αγορές αυτές σε περίπτωση αθέτησης ή αναδιάρθρωσης.
Το πρόγραμμα OMT έχει προϋποθέσεις, απαιτώντας από την σχετική κυβέρνηση να ζητήσει επισήμως βοήθεια και να συμφωνήσει να συμμορφωθεί αυστηρά με τα κριτήρια. Από πολιτικής άποψης, θα είναι δύσκολο για χώρες όπως η Ιταλία ή η Ισπανία να ζητήσουν βοήθεια, γνωρίζοντας ότι αν μία μελλοντική αναδιάρθρωση του χρέους είναι απαραίτητη, τότε οι εγχώριοι φορολογούμενοι θα αντιμετωπίσουν απώλειες στις τραπεζικές τους καταθέσεις, όπως έγινε στην περίπτωση της Κύπρου. Αν οι χώρες αναγκαστούν να ζητήσουν βοήθεια, τότε θα είναι κάτω από ακραίες συνθήκες και πιέσεις της αγοράς, που σημαίνει ότι μπορεί να είναι ήδη πολύ αργά για παρέμβαση της ΕΚΤ.
Η Γερμανία και άλλες χώρες της ευρωζώνης παραμένουν εναντιωμένες στην απεριόριστη αγορά κρατικών ομολόγων στο πλαίσιο του προγράμματος OMT. Η νομική βάση του προγράμματος παραμένει αβέβαιη. Τι αποτέλεσμα των ακροάσεων στο γερμανικό συνταγματικό δικαστήριο είναι άγνωστο.
Αραιώνοντας τη διάλυση…
Σκοπός της τραπεζικής ένωσης ήταν «να σπάσει το φαύλο κύκλο μεταξύ τραπεζών και κρατών».
Ωστόσο, κατά την περίοδο από την αναγγελία της τραπεζικής ένωσης, έχει αυξηθεί η τραπεζική έκθεση στο δημόσιο χρέος, καθώς οι εθνικές τράπεζες έχουν αγοράσει το κρατικό χρέος που χρησιμοποιείται ως εγγύηση για να λάβουν χρηματοδότηση από την εθνική κεντρική τράπεζα ή την ΕΚΤ.
Τον Αύγουστο του 2013, περισσότερο από το 10% του συνολικού ενεργητικού των ιταλικών τραπεζών αντιστοιχούσε σε κρατικά ομόλογα, μια αύξηση από το 6,8% στις αρχές του 2012. Η κατοχή κρατικών ομολόγων των ισπανικών τραπεζών είναι 9,5%, μία αύξηση από το 6,3% της ίδιας περιόδου. Οι πορτογαλικές τράπεζες κατέχουν αντίστοιχα 7,6%, μία αύξηση από το 4,6%. Η πλειοψηφία των κρατικών αυτών ομολόγων αντιστοιχεί σε ομόλογα των κυβερνήσεων της χώρας προέλευσης της κάθε τράπεζας.
Οι αξιώσεις των τραπεζών της ευρωζώνης κυμαίνονται μεταξύ 10-40% του εθνικού ΑΕΠ. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες κατέχουν περίπου 700 δις ευρώ ισπανικών κρατικών ομολόγων και 800 δις ιταλικών κρατικών ομολόγων. Έχουν επίσης σημαντική έκθεση στην Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία.
Οι αξιώσεις αυτές περιπλέκονται από το γεγονός ότι οι τράπεζες δεν κατέχουν καθόλου ή κατέχουν ελάχιστο κεφάλαιο έναντι αυτών των επενδύσεων. Οι τίτλοι συχνά δε σημειώνονται στην αγορά, και κατέχονται στην ιστορική αξία αγοράς.
Τα βασικά στοιχεία οποιασδήποτε τραπεζικής ένωσης είναι η ασφάλιση καταθέσεων και ένα κεντρικό ταμείο ανακεφαλαιοποίηση.
Η γερμανική αντίθεση ανάγκασε τον πρόεδρο της ΕΚΤ να προσφέρει προσωπικές διαβεβαιώσεις στο Bundestag ότι ένα πανευρωπαϊκό σύστημα ασφάλισης των καταθέσεων δεν θα είναι μέρος των ρυθμίσεων. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι πρόσθετοι χρηματοδοτικοί πόροι για την ανακεφαλαιοποίηση, η οποία εξακολουθεί να εξαρτάται από τον ανεπαρκή ΕΜΣ. Η Γερμανία επιμένει ότι η τραπεζική ένωση δε μπορεί να είναι υπεύθυνη για τον κίνδυνο «κληρονομιάς», που αντιστοιχεί σε προβλήματα που προέρχονται από γεγονότα πριν από την οριστικοποίηση της τραπεζικής ένωσης.
Η Claudia Buch, μέλος του Γερμανικού Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, μιλώντας σε μία συνέντευξη στην Frankfurter Allgemeine σημείωσε ότι η ανακεφαλαιοποίηση θα πρέπει να διεξαχθεί στο πλαίσιο «διεθνούς ελέγχου και εθνικής ευθύνης». Υπογράμμισε το γεγονός ότι τα περιφερειακά κράτη δεν έχουν την ικανότητα να στηρίξουν τις τράπεζές τους.
Η έλλειψη πόρων για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών έχει ενδιαφέρουσες παρενέργειες. Η Ισπανία σχεδιάζει να μετατρέψει 51 δις ευρώ σε αναβαλλόμενα φορολογικά περιουσιακά στοιχεία (που προκύπτουν από ζημιές δανείων) σε κεφάλαιο «πυρήνα» ώστε να πληροί τις ελάχιστες απαιτήσεις.
Η τραπεζική ένωση έχει γίνει ένας ανεπαρκής ενιαίος εποπτικός μηχανισμός για έναν μικρό αριθμό τραπεζών της ευρωζώνης, διατηρώντας το πρόσχημα της δράσης και της προόδου που θα επιτρέψει στις κυβερνήσεις να διατηρήσουν το γόητρό τους. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει διευκρινίσει ότι ο στόχος είναι μόνο να «αραιωθεί» ο σύνδεσμος.
Άδεια πορτοφόλια…
Το πεδίο εφαρμογής του ΕΜΣ των 500 δις είναι επίσης περιορισμένο. Μετά τη βοήθεια προς την Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία, την Κύπρο και την Ισπανία (για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών), η μέγιστη δυνατότητα αντιστοιχεί πλέον σε 200 δις ευρώ, πολύ κάτω από τις δυνητικές απαιτήσεις, ιδίως εάν η Ισπανία ή η Ιταλία χρειαστούν βοήθεια.
Ο ΕΜΣ βρίσκεται σε ανίσχυρη θέση, καθότι χρειάζεται να εκδώσει χρέος, με την υποστήριξη κυρίως τεσσάρων χωρών: της Γερμανίας (27,1%), της Γαλλίας (20,4%), της Ιταλίας (17,9%) και της Ισπανίας (11,9%). Αν η Ισπανία ή η Ιταλία χρειαστούν βοήθεια, τότε η ενδεχόμενη δέσμευση των υπόλοιπων χωρών, ιδιαίτερα της Γαλλίας και της Γερμανίας, θα αυξηθεί.
Οι περιορισμοί του ΕΜΣ τονίστηκαν από τις πρόσφατες ενέργειες των οίκων αξιολόγησης. Αν ο ΕΜΣ εισφέρει κεφάλαιο σε τράπεζες της ευρωζώνης (με ανώτατο όριο τα 60 δις ευρώ), τότε θα πρέπει να καταθέσει και εγγυήσεις για 120 δις ευρώ (δηλαδή με αναλογία 2:1) για να διατηρήσει την πιστοληπτική του ικανότητα, που είναι απαραίτητη για την έκδοση χρέους.
Σημαντικό είναι το γεγονός ότι ο εκπρόσωπος των χωρών της Λατινικής Αμερικής δεν ενέκρινε την απελευθέρωση της πιο πρόσφατης δόσης της χρηματοδότησης του ΔΝΤ για την Ελλάδα, με βάση το ότι οι προβλέψεις για το χρέος στην Ελλάδα και η οικονομική ανάπτυξη είναι απατηλές και υπάρχει σημαντικός κίνδυνος απωλειών. Η συμβολική αποχή (τα επίπεδο ψηφοφορίας δεν θα ήταν επαρκή για να εμποδίσουν την εκταμίευση), την οποία πρόσφατα αποκήρυξε αινιγματικά η Βραζιλία, υπογραμμίζει την αύξηση των διαιρέσεων εντός του ΔΝΤ όσον αφορά τα θέματα περαιτέρω στήριξης προς την Ευρώπη. Τον Αύγουστο του 2013, η Βραζιλία ζήτησε την αναθεώρηση της βοήθειας του ΔΝΤ προς τις ευρωπαϊκές χώρες ώστε να γίνει πιο ρεαλιστική.
Δύσκολοι Καιροί…
Οι αδυναμίες των βασικών πολιτικών θα είναι όλο και περισσότερο εκτεθειμένες. Η ιστορία έχει δείξει ότι οι καιροί θα είναι δύσκολοι. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και η ΕΚΤ πρόκειται να δοκιμαστούν.
Πρώτον, η αδυναμία της πραγματικής οικονομίας θα αυξήσει την οικονομική πίεση στις ευρωπαϊκές χώρες. Κατά τη διάρκεια του δεύτερου τριμήνου του 2013, οι ευρωπαϊκές οικονομίες σημείωσαν αργή ανάπτυξη, τερματίζοντας ουσιαστικά την ύφεση. Ωστόσο, τα επίπεδα της οικονομικής δραστηριότητας –με εξαίρεση τη Γερμανία και τη Γαλλία- παρέμειναν χαμηλά. Η ανάκαμψη μπορεί να αποδειχθεί εύθραυστη, δεδομένων των συνθηκών που χειροτερεύουν στις αναδυόμενες αγορές, οι οποίες έχουν υπάρξει κύριοι αγοραστές των ευρωπαϊκών εξαγωγών.
Οι πάντα αισιόδοξες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και φορείς χάραξης πολιτικής διακηρύσσουν σήμερα μία σταθεροποίηση ή χαμηλότερο ποσοστό της μείωσης ως ένδειξη της επιτυχίας των πολιτικών τους. Οι ευρωπαϊκές προβλέψεις της ανάκαμψης μπορεί να αποδειχθούν υπερβολικά αισιόδοξες.
Δεύτερον, τα προβλήματα του τραπεζικού τομέα θα συνεχιστούν. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες μπορεί να έχουν μέχρι και 1 τρις ευρώ σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Έως και 250 δις ευρώ από αυτό το 1 τρις μπορεί να αντιστοιχεί στις ιταλικές τράπεζες.
Ολοένα και περισσότερο, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις καταφεύγουν σε τεχνάσματα για την επίλυση των προβλημάτων του τραπεζικού συστήματος. Τα τεχνάσματα αυτά περιλαμβάνουν τα ανεπαρκή stress tests (τεστ αντοχής), τις υπερβολικά αισιόδοξες προβλέψεις για την ανάπτυξη και τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων, καθώς και άλλα στρατηγικά τεχνάσματα λογιστικής. Για παράδειγμα, η Ισπανία επιδιώκει να μετατρέψει 51 δις Ευρώ σε αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις που προκύπτουν από απώλειες δανείων, σε κεφάλαιο πυρήνα ώστε να πληροί τις ελάχιστες απαιτήσεις. Αν είναι επιτυχής, τότε αυτές θα αντιπροσωπεύουν περίπου το 30% του βασικού τραπεζικού μετοχικού κεφαλαίου της Ισπανίας.
Χωρίς επείγουσα και αποφασιστική δράση, οι επισφαλείς απαιτήσεις και οι αδύναμες κεφαλαιακές θέσεις θα δημιουργήσουν τράπεζες ζόμπι, που θα αδυνατούν ή θα είναι απρόθυμες να παρέχουν πιστώσεις προς μία οικονομία η οποία περιορίζει οποιαδήποτε ελπίδα ανάκαμψης.
Τρίτον, οι ζωτικής σημασίας διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις των αγορών εργασίας και των δικαιωμάτων θα είναι αργές, αντανακλώντας τη μειωμένη οικονομική δραστηριότητα, αλλά και την έλλειψη λαϊκής αποδοχής πολλών μέτρων. Επιπλέον, η σχετική σταθερότητα των τελευταίων δώδεκα μηνών έχει εφησυχάσει τις κυβερνήσεις, δίνοντάς τους μία ψεύτικη αίσθηση ασφάλειας, μειώνοντας την αίσθηση της επείγουσας ανάγκης για οικονομική αναδιάρθρωση.
Τέταρτον, οι πολιτικές εντάσεις, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ευρωζώνης, είναι πιθανό να αυξηθούν.
Όπως είναι προφανές στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία, στην Ισπανία και στην Ιταλία, οι δυσμενείς οικονομικές συνθήκες έχουν αυξήσει τις πιέσεις στις κυβερνήσεις, επισημαίνοντας τις πολιτικές διαφορές και αποσταθεροποιώντας περαιτέρω τις ήδη ευαίσθητες κυβερνήσεις συνασπισμού. Επιπλέον, όλες αυτές οι χώρες έχουν εσωτερικά προβλήματα τα οποία συμβάλλουν στην πολιτική αστάθεια· για παράδειγμα, το σκάνδαλο δωροδοκίας που εμπλέκει το Λαϊκό Κόμμα (Partido Popular) στην Ισπανία και οι συνεχιζόμενοι νομικοί «μπελάδες» του πρώην πρωθυπουργού της Ιταλίας Σίλβιο Μπερλουσκόνι.
Σε ολόκληρη την ευρωζώνη, η επαναλαμβανόμενη απόρριψη, από μέρους της Γερμανίας, οποιωνδήποτε μέτρων που έχουν να κάνουν με αμοιβαιοποίηση του χρέους ή κρυφές πληρωμές μεταφοράς, καθώς και η απροθυμία να αυξηθούν οι γερμανικές δεσμεύσεις, που υποστηρίζονται όλο και περισσότερο από τα κράτη του Ευρωπαϊκού Βορρά, θα δυσκολέψουν περαιτέρω τη διαχείριση κρίσεων. Ελάχιστα πράγματα αναμένεται να αλλάξουν μετά τις γερμανικές εκλογές.
Ως εδώ και μη παρέκει…
Οι οικονομικές και πολιτικές πιέσεις θα εκδηλωθούν με ποικίλους τρόπους.
Οι ασθενέστερες χώρες μπορεί να χρειαστούν παρατάσεις για τα υφιστάμενα δάνεια, πρόσθετη βοήθεια ή μείωση του χρέους.
Πιθανόν να δεχθούν πίεση και οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Η τρέχουσα αξιολόγηση της Ιταλίας αντιστοιχεί σε ΒΒΒ με αρνητική προοπτική. Είναι επικίνδυνα κοντά στη μη επενδυτική βαθμίδα. Οι ισχυρότερες χώρες θα αντιμετωπίσουν κι αυτές πιέσεις όσον αφορά την αξιολόγηση από τις μεγαλύτερες οικονομικές επιβαρύνσεις από την υποστήριξη των χωρών της περιφέρειας και από την ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομική αδυναμία.
Το κόστος δανεισμού των αδύναμων ευρωπαϊκών χωρών έχει αρχίσει να αυξάνεται, αντικατοπτρίζοντας διαφορετικούς παράγοντες. Οι παράγοντες αυτοί περιλαμβάνουν την οικονομική αδυναμία των δανειοληπτών, πολιτικές πιέσεις, αλλά και τη δυνητική μείωση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης των ΗΠΑ. Οι αμφιβολίες σχετικά με το πρόγραμμα OMT και η μείωση της ευελιξίας ώστε να χρησιμοποιηθούν οι εθνικές τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία για την αγορά ομολόγων του δημοσίου θα επιταχύνουν τις πιέσεις στις τιμές και τα επιτόκια.
Για την Ευρώπη, πρόκειται για μία κατάσταση δίχως διέξοδο, καθώς, χωρίς ισχυρή ανάπτυξη (πράγμα απίθανο) τα προβλήματα του χρέους μπορεί να αποδειχθούν δυσεπίλυτα. Η ΕΚΤ έχει δηλώσει επανειλημμένα ότι η ικανότητά της να ανταποκριθεί στις πιέσεις είναι «επαρκής». Σε αντίθεση με τον Ιούλιο του 2012, δεν είναι σαφές το αν η ανταπόκρισή της θα είναι «επαρκής» αυτή τη φορά.
http://www.sofokleous10.gr/2012-07-24-09-27-56/239088-2013-10-31-08-07-01