Η Μέρκελ και το σκάνδαλο παρακολούθησης

Οι Γερμανοί συνήθιζαν να αστειεύονται ότι η τάση της Άνγκελα Μέρκελ να επικοινωνεί μέσω μηνυμάτων στο κινητό, σήμαινε ουσιαστικά το τέλος της παραδοσιακής ιστοριογραφίας. Οι Αμερικάνοι, τουλάχιστον, φαίνεται να έχουν κρατήσει πλήρες αρχείο όλων των επικοινωνιών του παρασκηνίου –στο Βερολίνο αλλά και αλλού.

Δυστυχώς, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα και η κυβέρνησή του δεν έχουν ακόμη κατανοήσει το μέγεθος και τη σοβαρότητα της ζημιάς που προκλήθηκε στην αξιοπιστία της Αμερικής μεταξύ των Ευρωπαίων συμμάχων της. Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι χώρες κατασκοπεύουν η μία την άλλη (όλες οι χώρες το κάνουν αυτό). Το πρόβλημα έχει να κάνει με το βαθμό στον οποίο συλλέγει πληροφορίες η Αμερική, καθώς και με τη στάση της απέναντι στους ίδιους της τους συμμάχους.

 

Οι προηγούμενες διατλαντικές συγκρούσεις για διάφορα ζητήματα όπως η κλιματική αλλαγή, οι κρατούμενοι στο Γκουαντάναμο και ο πόλεμος στο Ιράκ αποκάλυψαν ρογμές στην αμοιβαία κατανόηση, συχνά λόγω των έντονων διαφορών ως προς τον καλύτερο τρόπο για την επίτευξη ορισμένων κοινών στόχων. Ωστόσο, το σκάνδαλο με τις υποκλοπές των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και άλλες ανησυχητικές αποκαλύψεις από τον Edward Snowden επιδεικνύουν ένα βαθύτερο πρόβλημα: μία κρίση αμοιβαίας δυσπιστίας που κινδυνεύει να μετατραπεί σε σοβαρό διατλαντικό ρήγμα, και όλο αυτό σε μία εποχή που η στενή συνεργασία μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ σε θέματα πολιτικής, οικονομίας και ασφάλειας είναι περισσότερο απαραίτητη από ποτέ.

Δεν υπάρχει ίσως τίποτα πιο καταστροφικό για τις φιλικές σχέσεις μεταξύ των δημοκρατικών κρατών από τη συμπεριφορά ενός συμμάχου που οδηγεί στο να χάνει κύρος η άλλη πλευρά στην ίδια της την πατρίδα. Εξάλλου, η Μέρκελ ήταν αυτή που προσπάθησε να ηρεμήσει την κατάσταση όταν πρωτοαποκαλύφθηκε το σκάνδαλο της NSA στην Ευρώπη το περασμένο καλοκαίρι. Γι’ αυτό και η (υποτιθέμενη) υποκλοπή στο κινητό της τηλέφωνο από τις ΗΠΑ είναι τόσο επιζήμια για αυτήν, τόσο σε προσωπικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο.

Ως κάποιος που υπηρέτησε στην κυβέρνηση της Μέρκελ από το 2009 έως το 2011, οφείλω να ομολογήσω ότι ήμουν κάπως απρόσεκτος όσον αφορά τη χρήση των κινητών τηλεφώνων στο γραφείο. Κατ’ αρχήν, βέβαια, υποθέτει κανείς ότι οι ξένες μυστικές υπηρεσίες πάντα προσπαθούν να ακούσουν τις συνομιλίες των άλλων κυβερνήσεων. Αλλά, έχει μεγάλη διαφορά όταν αυτές οι δραστηριότητες ασκούνται από τη Ρωσία ή την Κίνα, ή από έναν σύμμαχο ο οποίος τονίζει διαρκώς τη σημασία της στενής διατλαντικής φιλίας και συνεργασίας.

Η προσωπικότητα του Ομπάμα κάνει τα πράγματα ακόμη πιο περίπλοκα. Ιστορικά, είναι δύσκολο να θυμηθούμε άλλον Αμερικανό πρόεδρο που να ήταν τόσο αποσυνδεδεμένος σε προσωπικό επίπεδο από τους άλλους αρχηγούς κρατών. Αντί να επικοινωνήσει ο ίδιος αμέσως με τη σύμμαχο χώρα, επέλεξε να κρατήσει χαμηλό προφίλ και να αφήσει το γραμματέα Τύπου του Λευκού Οίκου Jay Carney να εκδώσει μία μάλλον αμήχανη δήλωση ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ «ούτε παρακολουθεί, ούτε πρόκειται να παρακολουθήσει» την επικοινωνία της Μέρκελ.

Φυσικά, δεν χρειάζεται τεράστια ερμηνευτική ικανότητα για να αναγνωρίσει κανείς την αδέξια προσπάθεια του Ομπάμα να αποφύγει να ομολογήσει ότι οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν στοχεύσει την Άνγκελα Μέρκελ και στο παρελθόν.

Η κυβέρνηση Ομπάμα φαίνεται να έχει αποτύχει στο να θέσει στον εαυτό της ορισμένα βασικά ερωτήματα. Πώς μπορεί να δικαιολογήσει την κατασκοπεία σε μία ηγέτη η οποία είναι μεταξύ των στενότερων συμμάχων των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ και στην αποστολή στο Αφγανιστάν –μία πολιτικό την οποία ο Ομπάμα προσκάλεσε στο Rose Garden για να της παραχωρήσει το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας, την υψηλότερη τιμή που μπορεί να δώσει η Αμερική σε ξένο;

Επιπλέον, η Μέρκελ δεν ήταν ο μοναδικός στόχος. Στην περίπτωση της Γαλλίας, πώς θα μπορούσε η κυβέρνηση Ομπάμα να δικαιολογήσει την στόχευση ενός συμμάχου που έχει προσπαθήσει σκληρά για να χτίσει εμπιστοσύνη με τις ΗΠΑ, παρέχοντας την αναγκαία στρατιωτική και πολιτική κάλυψη στη Λιβύη και τη Συρία; Επιπλέον, ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολλάντ θα πρέπει να αισθάνεται σαν ηλίθιος –όχι μόνο ως αποτέλεσμα της παρακολούθησης των ΗΠΑ, αλλά και επειδή προφανώς δεν έλαβε καμία προειδοποίηση από τις δικές του υπηρεσίες πληροφοριών σχετικά με την αιφνίδια απόφαση του Ομπάμα να ζητήσει από το Κογκρέσο να περάσει ένα ψήφισμα πριν από τη χρήση στρατιωτικής δύναμης στη Συρία.

Τέλος, πώς μπορεί να εξηγήσει ο Ομπάμα στην ΕΕ (της οποίας η αντιπροσωπεία στην Ουάσιγκτον ήταν επίσης γεμάτη κοριούς) ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό να συμμετάσχει σε έντιμες, σοβαρές και ολοκληρωμένες διαπραγματεύσεις για τη σύναψη μίας Διατλαντικής Εταιρικής Σχέσης Εμπορίου και Επενδύσεων(TTIP); Εξέχουσες προσωπικότητες στην Ευρώπη –συμπεριλαμβανομένων του προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του ηγέτη των Σοσιαλδημοκρατών της Γερμανίας (ο οποίος είναι έτοιμος να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού με τη Μέρκελ)- ήδη ζητούν την αναστολή των συνομιλιών για την TTIP.

The potential economic cost of a delay or a failure to achieve closer transatlantic economic integration could total hundreds of billions of dollars – in addition to the incalculable damage done to America’s credibility in Europe. Το πιθανό οικονομικό κόστος της καθυστέρησης ή αποτυχίας στην επίτευξη της στενότερης διατλαντικής ολοκλήρωσης μπορεί να φτάσει τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια –μην συμψηφίζοντας τις ανυπολόγιστες ζημιές για την αξιοπιστία της Αμερικής στην Ευρώπη. 

Πολύς λόγος γίνεται σήμερα για τους κινδύνους μίας νέας εποχής αμερικανικού απομονωτισμού και έλλειψης ηγετικού ρόλου των ΗΠΑ στο παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι ο απομονωτισμός μπορεί να προκληθεί όχι μόνο από μία πιθανή υποχώρηση από τις διεθνείς υποθέσεις, αλλά και από τη μάλλον αλόγιστη χρήση της σκληρής και μαλακής δύναμης των ΗΠΑ στην παγκόσμια σκηνή.

Για να ξεφύγουμε από το χάος της NSA, θα συζητηθούν διάφορες επιλογές. Η νέα γαλλογερμανική ώθηση για μία συμφωνία μοιράσματος των πληροφοριών με τις ΗΠΑ είναι μάλλον δύσκολη να εφαρμοστεί στην πράξη, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι οι κατασκοπικές υπηρεσίες που λειτουργούν σε όλο τον κόσμο δεν είναι πάντα πλήρως ελεγχόμενες. Ως πρώτο βήμα, ο Ομπάμα θα πρέπει να ξαναβρεί τις μεγάλες ικανότητες επικοινωνίας που τον οδήγησαν εξαρχής στον Λευκό Οίκο. Από την πλευρά της διεθνούς διπλωματίας, ο χειρισμός του σκανδάλου παρακολούθησης ήταν μία πλήρης αποτυχία. Για να περιοριστούν οι ζημιές και για να αρχίσει η ανοικοδόμηση της πολυπόθητης εμπιστοσύνης, ο Ομπάμα θα πρέπει να εκδώσει μία αξιόπιστη συγγνώμη για τη Μέρκελ, τους υπόλοιπους Δυτικούς συμμάχους και τους πολίτες τους.

Στο αμερικανικό πολιτικό πλαίσιο, η έκδοση μίας δημόσιας συγγνώμης, ιδιαίτερα προς ξένες κυβερνήσεις, συχνά θεωρείται ως σημάδι αδυναμίας. Στην περίπτωση του σκανδάλου της NSA, η αναμφισβήτητη συγγνώμη του Ομπάμα αποτελεί τη μοναδική βιώσιμη λύση για να αφήσει πίσω το παρελθόν και να προχωρήσουμε μπροστά. Η μόνη του ελπίδα είναι κάνει κάποια χειρονομία την οποία οι Ευρωπαίοι θα αντιληφθούν ως ένα πολυαναμενόμενο κλαδί ελιάς –και ένα σημάδι της πραγματικής αμερικανικής δύναμης και πίστης. Δυστυχώς, τα χρονικά περιθώρια για αυτή την χειρονομία στενεύουν, και μάλιστα γρήγορα.

 

http://www.sofokleous10.gr/2012-07-24-09-27-56/238891-2013-10-30-07-41-48