Σπύρος Στάλιας, Οικονομολόγος BA, ΜΑ, Ph.D
Στο Μίλτο Αποστόλου
Ένα θέμα που πρόεκυψε μετά τις Ευρωεκλογές ήταν η διαμαρτυρία του σώματος της Δικαιοσύνης προς την Εκτελεστική Εξουσία (Κυβέρνηση) για την άρνηση της τελευταίας να υπακούει στις αποφάσεις της Δικαιοσύνης.
Με μια πρώτη μάτια, κάποιος θα μπορούσε να αναγάγει την διαμαρτυρία και την ενόχληση, στη γνωστή σε κάθε Δημοκρατία διαμάχη μεταξύ των κέντρων της εξουσίας, Κυβέρνηση-Κοινοβούλιο, Δικαιοσύνη. Για το ποιος κάθε φορά έχει το πάνω χέρι στη συγκυριακή νομή της εξουσίας ή για να μην μπαίνει ο ένας στα χωράφια του άλλου. Δεν είναι όμως αυτή η γνωστή κοινή περίπτωση που τα πράγματα ισορροπούν από μόνα τους, αφού στο υπόστρωμα υπάρχει ένα σώμα αρχών και νόμων που όλοι αποδέχονται.
Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια δραματική αλλαγή. Η βασική νομοθεσία αλλάζει σε σχέση με την παλιά. Η Δικαιοσύνη αμύνεται γι αυτή, δυστυχώς τυπικά και όχι πάντα, ενώ η Εκτελεστική εξουσία φέρνει μια άλλη αντίληψη για την δημοκρατία, για τις κοινωνικές σχέσεις και φυσικά για τις οικονομικές σχέσεις απ’ όπου όλα απορρέουν.
Έχω την αίσθηση ότι αυτό το δραματικό γεγονός της μεταβολής δεν έχει γίνει αντιληπτό από τον Ελληνικό Λαό, την Δικαιοσύνη, τους Νομικούς και από τους Πολιτικούς, που το έχουν αποδεχτεί και το εκτελούν. Ότι γίνεται πραγματοποιείται χωρίς βαθειά γνώση και συνείδηση.
Έχουν μεγάλη ‘πλακά’ αυτά που λέγονται, ‘παραμένω καραμανλικός’ (=λαϊκή δεξιά), ή θα ‘συγκροτήσουμε την μεγάλη αριστερά’, ή ακόμα ‘είμαστε εθνικιστές’ σε σχέση με την πραγματικότητα που διαμορφώνεται. Καταδεικνύει τι άγνοια υπάρχει στο κεφάλι αυτών που τα λένε και ταυτόχρονα τα πιστεύουν. Τους εκλαμβάνω όλους ως καλοπροαίρετους, όχι πονηρούς, αλλά ταυτόχρονα ως επικίνδυνα ηλίθιους.
Εκείνο που έχει εκφράσει ως αρχή, σε όλη την νομοθεσία του Δυτικού Κόσμου, και αποτελεί την παμμεγίστη κληρονομία του Ελληνισμού στον κόσμο, είναι ότι άνθρωπος ερμηνεύεται με όρους κοινωνικούς και όχι με όρους ατομικότητας. Με την νομοθεσία που κάθε μέρα ψηφίζεται στη Βουλή ή προτασεις, που με άλλους τρόπους γίνονται νόμοι, η παραπάνω βάση εντελώς ανατρέπεται, και την θέση της παίρνει η ιδέα ότι η κοινωνία ερμηνεύεται με όρους ατομικής συμπεριφοράς.
Αυτή η δραματική ανατροπή, που είναι επακόλουθο, όπως φαίνεται, του Μνημονίου, εφαρμόζεται χωρίς δισταγμό ή αντιστάσεις στη χώρα μας και συνιστά επί της ουσίας μια βαθύτερη ανατροπή του πολιτιστικού προτύπου σκέψης στο δυτικό πολιτισμό.
Θέλω να πω με άλλα λόγια ότι με την η εφαρμογής αυτού του δόγματος η αμφισβήτηση, η έρευνα, ο δημοκρατικός διάλογος, εδώ στην Ελλάδα που εφευρέθηκαν και στην ΕΕ, εξαφανίζονται, αφού αυτό το δόγμα συνεπάγεται ένα και μοναδικό τρόπο κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης.
Από που λοιπόν έλκει την καταγωγή της η νέα νομοθεσία που εκφράζει μια άλλη άποψη δικαίου, πέραν των συνθηκών όπου η κοινωνία έχει προτεραιότητα;
Η Συνθήκη του Μάαστριχ, η Συνθήκη της Λισσαβόνας και η Συμφωνία του Δουβλίνου για την ‘Ανάπτυξη και την Σταθερότητα’, έχουν βαθειά πίστη στην υψίστη σημασία και στον κυρίαρχο ρόλο των αγορών.
Εκεί στις αγορές, δρουν δυο ατομικότητες. Ο κάθε άνθρωπος ξεχωριστά και η κάθε επιχείρηση ξεχωριστά. Στόχος και των δυο είναι η μεγιστοποίηση των κερδών τους στην αγορά. Η δραστηριότητα τους είναι ‘ορθολογική’, όχι με την κλασσική έννοια του όρου, αλλά λόγω γλωσσικού επεκτατισμού, με την έννοια ότι και οι δυο επιθυμούν την μεγιστοποίηση την ωφέλεια τους από την δραστηριότητα τους, δεδομένων των πόρων της οικονομίας και του απεριορίστου των αναγκών του ανθρώπινου γένους.
Αυτό το τέρας-δόγμα για την συμπεριφορά του ανθρώπου στην κοινωνία αποτελεί την βάση της ΕΕ. Ως δόγμα επιστημονικά, κοινωνιολογικά, οικονομικά, ψυχολογικά και ιστορικά δεν στέκεται. Παρ’ ολ’ αυτά η καθεστηκυία τάξη στην Ευρώπη το επέβαλε.
Το επέβαλε μάλιστα με τον πρωτότυπο ισχυρισμό, ότι ναι μεν αυτές οι υποθέσεις μπορεί να μην έχουν σχέση με την πραγματικότητα αλλά την προβλέπουν! Αν ζούσε ο Σοπενχάουερ σίγουρα θα επαναλάμβανε ότι ‘αυτοί δεν ήρθαν να μας διδάξουν αλλά να μας τρελάνουν’.
Αλλά δεν σταματά εδώ η ιστορία. Πως από το τέρας βγαίνει το καλό; Μια από τις βασικές υποθέσεις που ακολουθεί το τέρας, ψυχή και σώμα της Συνθήκης του Μάαστριχτ, είναι η υπόθεση της ‘αρμονικής σχέσης των καπιταλιστών, των κατόχων της γης και των εργαζομένων’. Αυτοί, όλοι μαζί φέρουν τις αναγκαίες εισροές για την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών στην παραγωγική διαδικασία, που οικονομολόγοι της ΕΕ την αποκαλούν ‘συνολική συνάρτηση της παραγωγής’.
Αυτή λοιπόν η παραγωγική διαδικασία-συνάρτηση, μέσω διαφόρων υποθέσεων, παράγει μια μοναδική θέση ισορροπίας κατά την οποία δίκαια αμείβονται όλοι όσοι συνεισέφεραν στην παραγωγή, αλλά και εξασφαλίζει την πλήρη απασχόληση όλων των πόρων της οικονομίας.
Ο καθένας αμείβεται με το πρέπον ποσοστό. Οι σχετικές τιμές των παραγόντων της παραγωγής καθορίζουν δίκαια την κατανομή του παραχθέντος προϊόντος. Κατά συνέπεια ο ρόλος του κάθε φορέα παραγωγής είναι παθητικός, με την έννοια ότι κανένας δεν μπορεί να διεκδικήσει κάτι παραπάνω από αυτό που δικαιούται.
Αν οι εργαζόμενοι επι παραδείγματι, προσπαθήσουν να βελτιώσουν την θέση τους, αυτό μπορούν να το κάνουν μόνο εις βάρος των άλλων εργαζομένων που δουλεύουν σε άλλους κλάδους της οικονομίας, που θα τους αναγκάσουν να πάρουν χαμηλότερους μισθούς ή και να χάσουν τις δουλειές τους. Υπάρχει ένα αντιστάθμισμα μεταξύ πραγματικών μισθών και ανεργίας, κάτι που δεν έχει αποδεδειχθεί φυσικά ποτέ.
Έτσι λοιπόν οι εργαζόμενοι δεν έχουν ανάγκη να ζητήσουν την προστασία του κράτους για να καλυτερεύσουν την θέση τους ή να οργανωθούν σε εργατικές ενώσεις, γιατί αυτό δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να καταστρέφει την φυσική διαδικασία της παραγωγής, που ούτως ή άλλως θα επιβληθεί από την φύση των πραγμάτων. Κατά συνέπεια και το κράτος πρέπει να ελαχιστοποιηθεί, να γίνει κάτι σαν αστυνόμος.
Με άλλα λόγια τίποτα δεν είναι κοινωνικό αλλά όλα ανάγονται στην ανταλλαγή μεταξύ ατομικών αγορών. Δεν υπάρχει κοινωνία που έλεγε η κυρία Θάτσερ αλλά μόνο άτομα. Όλα είναι ουδέτερα.
Τι άλλο μένει να είναι ουδέτερο? Μα το χρήμα. Υπό ποια έννοια το χρήμα, στην περίπτωση μας το ευρώ, είναι ουδέτερο; Είναι ουδέτερο υπό την άνοια ότι η δαπάνη του δεν γεννά παραγωγή, αφού η παραγωγή είναι αποτέλεσμα της συνάρτησης παραγωγής που προαναφέραμε.
Αυτά που λέγονται στις τηλεοράσεις από γνωστούς πλην όμως άσχετους, δημοσιογράφους, περί ‘ρευστότητας’ και να ‘πέσει χρήμα στην αγορά για ανάπτυξη’ είναι ‘κεϋνσιανές ηλιθιότητες’ για τους ηγέτες της ΕΕ και της ΕΚΤ.
Μόνο αν ικανοποιηθούν οι παραπάνω παραγωγικές προϋποθέσεις, τότε θα έχουμε νομισματική ισορροπία και ένα νέο επίπεδο εισοδήματος μέσω της εξίσωσης αποταμιεύσεων και επενδύσεων.
Βεβαία ποτέ δεν μπόρεσαν να ορίσουν τι σημαίνει ‘νομισματική ισορροπία’ και ποτέ δεν απέδειξαν ότι τα επιτόκια παίζουν κάποιο ρόλο στην υλοποίηση επενδύσεων.
Συνεπώς, αν ο Νότος και η Ελλάδα θέλουν να εισέλθουν στην οδό της οικονομικής ανάπτυξης θα πρέπει να καταργήσουν από την νομοθεσία τους οτιδήποτε αναφέρεται σε έννοιες όπως το κράτος, το κράτος ως διαιτητής των τάξεων, το κράτος ως κοινωνικός αρωγός, πάλη των τάξεων, δημόσια υγεία, δημόσια παιδεία, εργατικές ενώσεις, εργατικά δικαιώματα, ανθρώπινα δικαιώματα, δικαιώματα παιδιών και γυναικών, διαπραγμάτευση, φτώχεια, προστασία μισθών και συντάξεων, το κράτος ως έσχατος εργοδότης, κοινωνικά αγαθά, δημόσια έργα, κοινωνική αλληλεγγύη, προστασία του εργοδότη.
Όλα τα παραπάνω θα πρέπει να εξαφανιστούν από την ορολογία μας, γιατί τίποτα δεν εκφράζουν, να εξαφανιστούν ως τρόπο σκέψης μας γιατί είναι ανορθολογικά, και φυσικά να εξαφανιστούν από την νομοθεσία μας γιατί είναι ανάχωμα στην εξέλιξη.
Να γιατί υπάρχει αυτή η διαμάχη μεταξύ δικαιοσύνης και κυβέρνησης. Η δικαιοσύνη εκφράζει το παλιό, η εκτελεστή εξουσία το καινούργιο, την δύναμη των Τραπεζών. Θα δουν πολλά τα μάτια μας, αλλά αυτό που δεν θα δουν θα είναι η ανάπτυξη.
Ουδέποτε στην οικονομική ιστορία είχαμε ανάπτυξη χωρίς την δαπάνη του κράτους που εκδίδει το δικό του νόμισμα.
Το ευρώ δεν δαπανάται, είναι νόμισμα αποθεματικό, είναι χρυσός, φέρνει πλούτο μόνο στις Τράπεζες.
Αλλά θα πρέπει να υπενθυμίσουμε στους πολιτικούς, στους τραπεζίτες και στους δημοσιογράφους, ότι το απόλυτο που συλλαμβάνουν ως δικαιοσύνη και αλήθεια, και πολλοί από αυτούς νομίζουν ότι είναι η προσωποποίηση αυτής της αλήθειας, ότι μπορεί να καταστούν καταστρεπτικοί και για τους εαυτούς τους ακόμα.
Η καταστροφή είναι αναπόφευκτη όσο πιστεύουν πιο πολύ, ότι ορισμένοι θεσμοί εκπροσωπούν το απόλυτο, ενώ είναι ανθρώπινοι θεσμοί, και όχι νευτώνειοι νόμοι. Είναι ύβρις να πιστεύουν κάτι τέτοιο.
Καλόν είναι να θυμούνται επίσης ότι κάθε άνθρωπος ζει μια φορά, έχει την δική του αξία και ελευθερία. Λίγη αυτοειρωνεία δεν βλάπτει, όπως λίγη ευγένεια και διαλλακτικότητα.
Ο άνθρωπος που θίγεται γίνεται φονική τίγρης όταν η ανάγκη επέλθει, όπως λέει ο Θουκυδίδης. Ακόμα και ο εγγυητής της Δικαιοσύνης Δίας σεβόταν την ανάγκη. Ήταν πάνω από αυτόν.
Ας μην ξεχνούν επίσης ότι αυτά τα ζόμπι οικονομικά σαν εφαρμογή, τα έχουμε ξαναζήσει στη διάρκεια του μεσοπόλεμου. Εξαφανίστηκαν 15 Δημοκρατίες, που είχαν ιδρυθεί μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο μαζί με την μεσαία τάξη τους έως το 1930. Είναι τα οικονομικά που έφεραν τον ναζισμό και τις δικτατορίες στην εξουσία στην Ευρώπη και τον Πόλεμο. Τα ζόμπι οικονομικά έφεραν τα ζόμπι στην κοινωνία. Προσοχή!