Για μια νέα μεγάλη ιδέα

Του Ηλία Φιλιππίδη

Άρχισα να συνειδητοποιώ τον κόσμο γύρω μου στην χρυσή δεκαετία της μεταπολεμικής Ελλάδας 1955-1965.

Το σύστημα εξουσίας δεν ξεχνούσε ποιοι ήταν οι νικητές και ποιοι οι ηττημένοι. Όμως ο λαός ήθελε να ξεχάσει τα ρήγματα και τις συγκρούσεις ήθελε να επουλώσει τις πληγές του και να προχωρήσει μπροστά.

Ιδιαίτερα η νεολαία διψούσε για ενότητα και πρόοδο. Κυριαρχούσε η ελπίδα και ο ενθουσιασμός. Η Ελλάδα ζούσε την απαρχή μιας νέας αναγεννήσεως. Το τραγούδι έγινε το κύριο μέσο έκφρασης της χαράς, του ενθουσιασμού αλλά και της αγωνιστικότητας.

Τι να πρωτοθυμηθούμε από τα χρυσά αστέρια εκείνης της εποχής;
Μεσουρανούσαν ακόμη οι παλαιοί άρχοντες του λαϊκού τραγουδιού : Βασίλης Τσιτσάνης, Γιάννης Παπαιωάννου, Μανώλης Χιώτης, Μαίρη Λίντα, Σωτηρία Μπέλλου. Νέα αστέρια προστέθηκαν : Γιώργος Ζαμπέτας, Βίκυ Μοσχολιού, Στέλιος Καζαντζίδης, Μαρινέλλα, Μίκης Θεοδωράκης, Μάνος Χατζηδάκης, Μπιθικώτσης, Μαρία Φαραντούρη, Κόκοτας, Μάνος Λοίζος, Σταύρος Ξαρχάκος, Γιάννης Μαρκόπουλος, Νίκος Ξυλούρης, Διονύσης Σαββόπουλος, Γιάννης Σπανός και το Νέο Κύμα με Αρλέτα και Χωματά.

Η Ελλάδα ένας παράδεισος φυσικής ομορφιάς που άρχισαν να απολαμβάνουν τα πρώτα κύματα των τουριστών. Παράδεισος χαρούμενων ανθρώπων που απολάμβαναν το ούζο ή την ρετσίνα τραγουδώντας τα υπέροχα ελληνικά τραγούδια. Οι ξένοι μας ζήλευαν.  Αξέχαστες εποχές!

Στο εξωτερικό μεσουρανούσαν στο παγκόσμιο στερέωμα ο Δημήτρης Μητρόπουλος, η Μαρία Κάλλας και η Νανά Μούσχουρη, ενώ ο διεθνής τύπος ησχολείτο μονίμως με τις κοσμικές εμφανίσεις του Τέλη Ωνάση και του Σταύρου Νιάρχου.

Το 1963 η Ελλάδα τιμήθηκε για πρώτη φορά, αν και πολύ καθυστερημένα, με το Βραβείο Νόμπελ στο πρόσωπο του ποιητή Γ. Σεφέρη.

Στην δεκαετία του 70 η Ελλάδα είχε καθιερωθεί διεθνώς με τα σύγχρονα σύμβολά της : του Μίκη Θεοδωράκη, την Μελίνα Μερκούρη, τον Ζορμπά και το συρτάκι. Ο Μίκης Θεοδωράκης είχε αναδειχθεί παγκοσμίως ως ένας ελληνικός Νιαγάρας πολιτισμού. Το έργο του θα μείνει αθάνατο.

Όμως στο διάστημα 1965-74 τρεις αλλεπάλληλοι ανεμοστρόβιλοι πέρασαν μέσα από την Ελλάδα : Βασιλικό πραξικόπημα και κυβερνήσεις αποστατών, Χούντα και εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο.

Η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης δεν ήταν πια η Ελλάδα του αυθόρμητου και μαχητικού ενθουσιασμού, της συλλογικής χαράς, δεν ήταν πια η Ελλάδα του πολιτισμού και της υπερβάσεως. Έγινε η Ελλάδα της ξύλινης γλώσσας και της κούφιας ρητορείας, της πολιτικής απάτης, της ιδιοτέλειας, του συμβιβασμού, του καταναλωτισμού και της διαφθοράς και όλα αυτά κάτω από τον μανδύα της “Αλλαγής” και του “Σοσιαλισμού”.

Ήδη από το 1965 και μετά στις συζητήσεις που έκανα με φίλους και μεγαλύτερους μου προέκυπτε ότι :
α. τα προβλήματα της Ελλάδας είναι βαθύτερα και δεν έχουν να κάνουν με οποιοδήποτε εξελικτικό “προτσές”
β. τα θεμέλια του ελλαδικού κράτους και της κοινωνίας μας δεν είναι γερά αλλά προβληματικά
γ. τα χρόνια προβλήματα που αντιμετωπίζουμε έχουν να κάνουν και με τον τρόπο που λειτουργεί ο ψυχισμός του Έλληνα. Ο Έλληνας μεγαλουργεί, υπερβαίνει τον εαυτό του, όταν ενθουσιάζεται και ενθουσιάζεται, όταν εμπνέεται από ένα μεγάλο όραμα. Χωρίς ενθουσιασμό και όραμα ο Έλληνας χάνει την αυτοπεποίθησή του και αναδιπλώνεται. Τότε βγάζει τον χειρότερο εαυτό του που είναι η κακομοιριά, η κουτοπονηριά, η ιδιοτέλεια και ο ραγιαδισμός
δ. όσο ο Έλληνας εμπνεόταν από την Μεγάλη Ιδέα και ονειρευόταν να μπει στην Πόλη απελευθερωτής, μεγαλουργούσε. Όταν το 1922 το όνειρο αυτό συνετρίβη, άρχισαν να υπερτερούν τα αρνητικά στοιχεία του Έλληνα.

Μόνο αυτή η κυκλική λειτουργία του ψυχισμού του Έλληνα, πολύ περισσότερο από ό,τι ο πατριωτισμός του, μπορεί να εξηγήσει το παραλήρημα ενθουσιασμού, με το οποίο οι στρατεύσιμοι νέοι της Ελλάδας υποδέχθηκαν το πρωί της 28ης Οκτωβρίου την είδηση της ιταλικής επιθέσεως. Ο ελληνικός λαός δεν ήθελε μόνο την νίκη αλλά και ένα νέο ξεκίνημα για την αναγέννηση του Ελληνισμού.

Αυτή η αναγέννηση προϋπόθετε μία ΕΛΕΥΘΕΡΗ και ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΕΛΛΑΔΑ και έναν ΕΝΩΜΕΝΟ ΛΑΟ με δημοκρατία και πρόοδο. Αυτό ήταν το όραμα του ΕΑΜ. Όμως δυστυχώς πίσω από το ΕΑΜ κρυβόταν η εξάρτηση του ΚΚΕ από την Μόσχα, ενώ πολλοί αστοί πολιτικοί, όπως ο Γ. Παπανδρέου, εξηρτώντο από το Λονδίνο. Έτσι επιβλήθηκε στην Ελλάδα ο Εμφύλιος με σκοπό να υλοποιηθεί η συμπαιγνία Τσόρτσιλ – Στάλιν : οι Άγγλοι παραχωρούσαν στον Στάλιν την υπερσυντηρητική Πολωνία και ο Στάλιν παραχώρησε την ΕΑΜοκρατούμενη Ελλάδα στους Άγγλους!..
ε. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε μία πρωτόγονη πολιτική σκέψη, ήταν όμως ειλικρινής και είχε ένα όραμα, το οποίο εκείνη την εποχή φάνταζε ως η μόνη ρεαλιστική λύση, που δεν απαιτούσε την σύμπραξη της αριστεράς : είσοδος στην τότε ΕΟΚ για τον εξευρωπαϊσμό της Ελλάδας.

Βεβαίως η κατάσταση της Ελλάδας σήμερα θα ήταν πολύ καλύτερη, αν ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν ήταν προσδεδεμένος στο άρμα των αμερικανικών συμφερόντων, δεν υπονόμευε την διαδικασία συγκλίσεως με την Ευρώπη και δεν σπαταλούσε τα τεράστια ποσά που εισέρρευσαν στην Ελλάδα στα χρόνια της πρωθυπουργίας του. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν αυτός που στο όνομα της παντοδυναμίας του κόμματος του επέβαλε την αναξιοκρατία την ατιμωρησία και την φυγοπονία διαβρώνοντας μέχρι διαλύσεως τον κρατικό μηχανισμό, την οικονομία και τους αγροτικούς συνεταιρισμούς.

Όμως η «Αλλαγή» πέτυχε να γίνει κομματικό καθεστώς, διότι έδωσε στους Έλληνες την ψευδαίσθηση ενός ελληνοκεντρικού οράματος και καπηλευόταν την νοσταλγία του Έλληνα για μία ανεξάρτητη Ελλάδα με αυτοδύναμη ανάπτυξη.

Σήμερα η απουσία οράματος είναι η βασικότερη αιτία και ταυτόχρονα το πλέον έντονο σύμπτωμα της παρακμής μας.

Ο Έλληνας μπορεί να μην απασχολεί πλέον την σκέψη του με το πως θα πάρουμε πίσω την Πόλη. Όμως τα τραύματα της ξενοπατημένης Αγίας Σοφιάς, της Γενοκτονίας των Ποντίων, της καταστροφής της Σμύρνης και τέλος της Κυπριακής τραγωδίας λειτουργούν στο υποσυνείδητό του και δεν τον αφήνουν να προσεγγίσει το παρόν με τρόπο ουδέτερο και ισορροπημένο.

Βλέπουμε πως λειτουργεί σήμερα το βάρος της απώλειας των δύο παγκοσμίων πολέμων στο συλλογικό υποσυνείδητο των Γερμανών, ακόμη και στην χάραξη της επίσημης πολιτικής τους. Η ιστορική διάσταση στην συνείδηση ενός λαού γίνεται δύναμη προωθήσεως προς το μέλλον, αρκεί να κατευθύνεται προς συγκεκριμένους στόχους. Χωρίς την ένταση των στόχων η εσωτερική δυναμική ενός λαού μετατρέπεται σε κυκλώνα παραζάλης και απώλειας του άξονα ιστορικής στηρίξεως. Αυτή η τάση οδηγεί στην απώλεια δύο βασικών παραμέτρων της ιστορικής παρουσίας ενός λαού : της συλλογικής αξιοπρέπειας και της συλλογικής αυτοπεποιθήσεως και αποτελεί το πρώτο στάδιο της συλλογικής αυτοκτονίας.

Αυτή είναι η κατάσταση σήμερα του ελληνικού λαού. Οι ατομικές περιπτώσεις αυτοκτονίας για οικονομικούς λόγους είναι απλώς μερικά εξατομικευμένα συμπτώματα της εσωτερικής καταρρεύσεως του συλλογικού μας υποσυνειδήτου.

Το συμπέρασμα είναι ότι η ύπαρξη ενός εθνικού οράματος, με ρητά και άρρητα μέρη, τα οποία εντάσσονται μέσα στην συλλογική του συνείδηση, δεν αποτελεί ούτε φιλολογία κάποιων ρομαντικών ούτε ρητορεία πολιτικής χειραγωγήσεως ενός λαού αλλά απαραίτητη προϋπόθεση της ιστορικής του παρουσίας και της δημιουργικής του αποδόσεως. Ό,τι αποτελεί η στέγη για μία οικοδομή, αποτελεί το εθνικό όραμα για ένα λαό.

Το θεμέλιο ενός λαού είναι η ιστορική του συνείδηση, η στέγη είναι το εθνικό όραμα και οι 4 τοίχοι του είναι : η συλλογική αυτοπεποίθηση, η εθνική αξιοπρέπεια, η κοινωνική συνοχή και η συλλογική δημιουργικότητα.

Αν αυτά δεν γίνουν κοινό κτήμα και πράξη όλων των Ελλήνων, αυτός ο τόπος δεν έχει μέλλον.

 

http://www.spitha-kap.gr/el/articles/?nid=2766