Επιτάχυνση και απλούστευση των διαδικασιών παροχής οικονομικής βοήθειας σε χώρες και περιφέρειες της ΕΕ που πλήττονται από μεγάλου μεγέθους φυσικές καταστροφές επιτυγχάνεται με τη μεταρρύθμιση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Αλληλεγγύης που συμφωνήθηκε σήμερα στις Βρυξέλλες, με την καθοριστική συμβολή της Ελληνικής Προεδρίας.
Το Ταμείο ιδρύθηκε μετά τις πλημμύρες που έπληξαν την Κεντρική Ευρώπη το καλοκαίρι του 2002, για την αντιμετώπιση μεγάλων φυσικών καταστροφών και την εκδήλωση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης στις πληγείσες περιοχές. Έκτοτε, έχει ενεργοποιηθεί σε 56 περιπτώσεις για την αντιμετώπιση καταστροφών, όπως πλημμύρες, δασικές πυρκαγιές, σεισμοί, καταιγίδες και ξηρασίες και μέχρι σήμερα έχει παρασχεθεί βοήθεια πάνω από 3.5 δισ. ευρώ σε 23 διαφορετικές ευρωπαϊκές χώρες.
Η Ελλάδα έχει εισπράξει αποζημιώσεις από το Ταμείο για τις πλημμύρες στον Έβρο το Μάρτιο του 2006 (9,3 εκατ. ευρώ) και τις δασικές πυρκαγιές του Αυγούστου 2007 (89,8 εκατ. ευρώ) ενώ είναι υπό εξέταση το αίτημα για παροχή ενίσχυσης για τους σεισμούς της Κεφαλονιάς.
Το Ταμείο Αλληλεγγύης χρηματοδοτείται από ειδικό πρόσθετο κονδύλι 3,5 δις ευρώ, εκτός του κανονικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η βοήθεια από το Ταμείο περιορίζεται στη χρηματοδότηση των ενεργειών έκτακτης ανάγκης που πραγματοποιούνται από τις δημόσιες αρχές. Ζημιές που υφίστανται ιδιώτες ή απώλειες εισοδήματος, παγίως δεν καλύπτονται από το Ταμείο.
Η απλούστευση και επιτάχυνση των διαδικασιών επιτυγχάνεται με τα εξής μέτρα που προβλέπει ο νέος Κανονισμός:
1. Παρέχεται για πρώτη φορά η δυνατότητα χορήγησης προκαταβολών, ύψους έως και 10% επί του συνόλου της αιτούμενης οικονομικής βοήθειας, με ανώτατο όριο τα 30 εκατομμύρια ευρώ.
2. Προβλέπονται συγκεκριμένες προθεσμίες για την υποβολή της αίτησης αποζημίωσης (12 εβδομάδες από την εκδήλωση της ζημιάς) και την απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (6 εβδομάδες από τη λήψη του αιτήματος). Η τελική απόφαση λαμβάνεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο το συντομότερο δυνατόν μετά την υποβολή της έκθεσης της ΕΕ.
3. Αποσαφηνίζονται τα κριτήρια επιλεξιμότητας. Με το καθεστώς που ισχύει τώρα το Ταμείο παρέχει ενισχύσεις σε περιπτώσεις μείζονος καταστροφής, δηλαδή όταν οι ζημιές υπερβαίνουν τα 3 δις. ευρώ σε τιμές 2002 ή το 0,6 % του ΑΕΠ της χώρας – μέλους. Ο ισχύων Κανονισμός (2012/2002) προβλέπει επίσης ότι μια περιοχή μπορεί να πάρει ενίσχυση από το ταμείο ακόμη και όταν δεν πληρούνται τα κριτήρια αυτά, εφόσον επλήγη από τεράστια καταστροφή που είχε σοβαρές και μακροχρόνιες επιπτώσεις για τις συνθήκες διαβίωσης και την οικονομική σταθερότητα σε τοπικό-περιφερειακό επίπεδο.
Με τον Κανονισμό που εγκρίθηκε σήμερα, τα κριτήρια σε εθνικό επίπεδο (3 δις. ευρώ ή 0,6 % του ΑΕΠ) παραμένουν ως έχουν, αλλά για τις Περιφέρειες τίθεται συγκεκριμένο όριο ύψους ζημιάς (1,5 % του Περιφερειακού ΑΕΠ, ή 1 % για τις απομακρυσμένες ή απομονωμένες περιοχές). Έτσι η εξέταση των αιτημάτων μπορεί να γίνεται με αντικειμενικά κριτήρια.
Το Ταμείο συνδράμει Κράτη Μέλη και περιφέρειες για τη χρηματοδότηση μέτρων αποκατάστασης μη ασφαλισμένων ζημιών και επειγουσών ενεργειών όπως:
– η άμεση αποκατάσταση της λειτουργίας υποδομών και εξοπλισμού στους τομείς της ενέργειας, της ύδρευσης, της αποχέτευσης, των τηλεπικοινωνιών, των μεταφορών, της υγείας και της εκπαίδευσης
– η παροχή προσωρινής στέγασης και χρηματοδότηση υπηρεσιών διάσωσης με σκοπό την κάλυψη των άμεσων αναγκών του σχετικού πληθυσμού
– η άμεση προστασία υποδομών πρόληψης και πολιτιστικής κληρονομιάς και ο καθαρισμός των περιοχών που πλήττονται από τις καταστροφές
Ο Υπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας κ. Κωστής Χατζηδάκης υπογράμμισε ότι: «Η έγκριση του Κανονισμού για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλληλεγγύης είναι η πέμπτη συμφωνία που κλείνει μέσα σε δύο μήνες από την Ελληνική Προεδρία, στον τομέα του Υπουργείου Ανάπτυξης. Η επίτευξη συμφωνίας ανάμεσα στα 28 κράτη μέλη της Ε.Ε. αποτελεί σαφή έκφραση αλληλεγγύης για τις περιοχές της Ευρώπης που αντιμετωπίζουν μεγάλου μεγέθους φυσικές καταστροφές. Δυστυχώς και η χώρα μας έχει κατά καιρούς αντιμετωπίσει τέτοια φαινόμενα. Κατά τη νέα χρηματοδοτική περίοδο 2014-20, η πρόληψη των κινδύνων θα είναι μία από τις βασικές προτεραιότητες της πολιτικής για τη συνοχή και θα πρέπει όλα τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες της ΕΕ να επενδύσουμε σε δράσεις πρόληψης μέσα από τα νέα προγράμματα των διαρθρωτικών ταμείων.»