Ο «Χορός των Σκιών» των Μεγάλων Τραπεζών

Ένας από τους μεγαλύτερους μύθους που διαδίδεται από τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι ότι, αν τα ίδια ρυθμίζονταν και πάλι, πολλοί επενδυτές και πολλές χρηματοοικονομικές συναλλαγές θα κατέφευγαν στις «σκιώδεις τράπεζες».

 

Αυτό ακούγεται άσχημο. Οτιδήποτε παραμονεύει στις σκιές είναι λογικό να έχει κακές προθέσεις, δυνητικά επικίνδυνες συνέπειες, ή και τα δύο. Και, η σκιώδης φύση του συνεπάγεται ότι δε μπορεί να γίνει τίποτα για να αλλάξει –ότι κι αν είναι αυτό, είναι πέρα από τις δυνατότητες των ρυθμίσεων ή της αποτελεσματικής εποπτείας. Έτσι λοιπόν, ενδέχεται να αυξηθεί, και όχι να μειωθεί, ο κίνδυνος για το χρηματοπιστωτικό σύστημα εάν ρυθμίσουμε σωστά τις μεγάλες, μη σκιώδεις τράπεζες.

Πρόκειται για τρομακτικά παραμύθια. Στην πραγματικότητα, υπάρχουν τρία είδη «σκιωδών δραστηριοτήτων», όλα εκ των οποίων είναι προφανή, λειτουργούν σε κοινή θέα, και θα μπορούσαν να ελεγχθούν με απλό και υπεύθυνο τρόπο. Το αν έχουμε πράγματι την πολιτική βούληση να εφαρμόσουμε αποτελεσματικούς ελέγχους είναι, όπως πάντα, ένα άλλο ερώτημα –σε μεγάλο βαθμό επειδή οι μεγάλες τράπεζες είναι πολύ ισχυρές και θα ήθελαν τις σκιές να παραμείνουν όσο «σκιώδεις» όσο είναι και τώρα.

Η πρώτη σειρά από τις σκιώδεις δραστηριότητες περιλαμβάνει αυτές που πραγματοποιούνται από τις ίδιες τις τράπεζες. Για παράδειγμα, ως έναν τρόπο να μειώσουν το ποσό χρηματοδότησης ιδίων κεφαλαίων που χρειάζονται. Στους ανθρώπους που διοικούν τις μεγάλες τράπεζες αρέσει ιδιαίτερα η μόχλευση: Περισσότερα δανεισμένα χρήματα (και λιγότερα δικά τους) συνεπάγεται ότι έχουν μεγαλύτερες αποδόσεις στο κεφάλαιό τους, χωρίς προσαρμογή για κινδύνους. Όταν τα πράγματα τους έρχονται ανάποδα, συνεπάγεται περισσότερες απώλειες. Αλλά, αυτό είναι το καλό του να είσαι μεγάλος –δικαιούσαι και περισσότερη προστασία από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ ή άλλες επίσημες πηγές.

Για παράδειγμα, η Citigroup δημιούργησε τα λεγόμενα «οχήματα ειδικού σκοπού» για να επενδύσει σε τίτλους ενυπόθηκων δανείων προ του 2007. Χρηματοδότησαν αυτή τη δραστηριότητα με πολύ βραχυπρόθεσμο χρέος και ένα λεπτό μαξιλάρι ιδίων κεφαλαίων. Όταν η αγορά άνθισε, οι επινοητές αυτών των συστημάτων θεωρήθηκαν ιδιοφυΐες. Ωστόσο, όταν έπεσαν οι τιμές των κατοικιών και οι ενυπόθηκοι τίτλοι (και τα παράγωγα που βασίζονταν σε αυτούς) έγιναν δυσρευστοποίητοι, η Citigroup έλαβε τις υποχρεώσεις πίσω στον ισολογισμό της –και στη συνέχεια χρειάστηκε να διασωθεί μέσα από μαζικές, επαναλαμβανόμενες διασώσεις.

Αυτές οι «σκιώδεις» δραστηριότητες ήταν έργο της Citigroup και άλλων μεγάλων σύνθετων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που υπόκεινται σε έλεγχο και ρυθμίσεις. Ο χαρακτήρας «boom-and-bust» (άνθησης και χρεοκοπίας) των ιδρυμάτων αυτών δεν αντικατοπτρίζει τίποτε παραπάνω από την σχετική αποτυχία των εποπτικών αρχών –ή και άρνηση- να κατανοήσουν τους κινδύνους που εμπεριέχονται. Οι ρυθμιστικές αρχές «αιχμαλωτίστηκαν» – που σημαίνει ότι ταυτίστηκαν τόσο στενά με την πνευματική προοπτική και την κοσμοθεωρία των μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που πείστηκαν να επιτρέψουν κάτι που ήταν στην πραγματικότητα πολύ επικίνδυνο.

Δυστυχώς, παρά τα όσα έχουμε περάσει τα τελευταία πέντε χρόνια, οι σκιές των μεγάλων αυτών τραπεζών επιβιώνουν και σήμερα υπό διάφορες μορφές –και οι ρυθμιστικές αρχές δε φαίνεται να έχουν καμία διάθεση να «ρίξουν φως» στην υπόθεση.

Το δεύτερο σετ των δραστηριοτήτων αυτών περιλαμβάνει τραπεζικές δραστηριότητες που πραγματοποιούνται εκτός τραπεζών. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα αμοιβαία κεφάλαια της χρηματαγοράς. Οι οντότητες αυτές παίρνουν χρήματα από επενδυτές και αγοράζουν διάφορα περιουσιακά στοιχεία, ορισμένα εκ των οποίων ενδέχεται να ενέχουν κινδύνους –όπως εταιρικό χρέος με μικρή διάρκεια.

Το πρόβλημα είναι ότι τα ταμεία αυτά δημιουργούν την εντύπωση ότι οτιδήποτε κι αν επενδύσεις μαζί τους είναι το ίσιο ασφαλές όσο και σε μία ασφαλισμένη τράπεζα. Μπορείς να γράφεις επιταγές, και ο μηνιαίος λογαριασμός σου δείχνει μία σταθερή τιμή –όπως ακριβώς και ο λογαριασμός σου στην τράπεζα. Στην πραγματικότητα, η αξία των περιουσιακών στοιχείων που κατέχονται από τα ταμεία αυτά αυξομειώνεται, και είναι μόνο μία λογιστική σύμβαση –που επιτρέπεται από τις ρυθμιστικές αρχές- που επιτρέπει να παρουσιάζουν αυτή τη σταθερή τιμή. Ως αποτέλεσμα, όταν δημιουργείται η πιθανότητα ότι το αμοιβαίο κεφάλαιο δεν θα είναι σε θέση να πληρώσει στους επενδυτές το σύνολο των χρημάτων τους –όπως συνέβη και μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers το Σεπτέμβριο του 2008 –γίνεται πανδαιμόνιο.

Πρόσφατα, προέκυψαν παρόμοιοι φόβοι όταν έγινε γνωστό ότι κεφάλαια χρηματαγοράς με βάση τις ΗΠΑ είχαν δανείσει σε μεγάλο βαθμό στις ευρωπαϊκές τράπεζες. Και μερικές κορυφαίες τράπεζες των ΗΠΑ βασίζονται επίσης στη χρηματοδότηση της χρηματαγοράς: σε αυτό το σημείο, οι τράπεζες και οι «σκιές» έχουν ευθυγραμμισμένα συμφέροντα.

Υπάρχει μία πολύ απλή λύση για αυτό το πρόβλημα –να απαιτήσουμε από τα κεφάλαια της χρηματαγοράς να δείχνουν την πραγματική κυμαινόμενη αξία των περιουσιακών στοιχείων, έτσι ώστε ο καθένας να καταλαβαίνει ότι δεν πρόκειται για έναν σταθερό αριθμό. Ορισμένες ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ πιέζουν προς αυτή την κατεύθυνση. Δυστυχώς, τα κεφάλαια της χρηματαγοράς –και των φίλων τους στις μεγάλες τράπεζες- πιέζουν σκληρά στην αντίθετη κατεύθυνση.

Το τρίτο σετ δραστηριοτήτων περιλαμβάνει αυτές που δεν έχουν ακόμη προκύψει. Δεν πρέπει να υποτιμήσουμε τη δημιουργικότητα των χρηματοδοτών που επιδιώκουν να ξεφύγουν από τις κεφαλαιακές απαιτήσεις και τη μόχλευση. Ένα θαυμάσιο νέο βιβλίο των Anat Admati και Martin Hellwig με τίτλο «Τα καινούρια ρούχα των τραπεζιτών» καταδεικνύει τη διεισδυτικότητα του προβλήματος και τονίζει τις δυνητικά καταστροφικές συνέπειες για την οικονομία.

Η σωστή προσέγγιση είναι να αναζητήσουμε και να προλάβουμε τον υπερβολικό συστημικό κίνδυνο όπου κι αν εκδηλώνεται. Οι αρχές των ΗΠΑ έχουν πλέον τη νομική εντολή να το κάνουν αυτό. Ωστόσο θα μπορέσουν να σταθούν απέναντι στο ισχυρό λόμπι των μεγάλων τραπεζών και των σκιερών τους συμμάχων;

http://www.sofokleous10.gr/2012-07-24-09-27-56/244703-2013-12-02-21-29-20