Σύμφωνα με την έκθεση 2014 του Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης
Η γραφειοκρατία, επίσης, η οποία είναι διάχυτη στους περισσότερους τοµείς της ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης, έχει βαρύτατες επιπτώσεις στην οικονοµική ανάπτυξη της χώρας και προκαλεί ταλαιπωρία στους πολίτες, καθόσον: ♦ ∆ηµιουργεί δυσκολίες στους πολίτες-χρήστες κατά την πρόσβασή τους στις υπηρεσίες του κράτους, αυξάνοντας το χρόνο και την δαπάνη που απαιτείται για την εξυπηρέτησή τους και αναγκάζει τους ενδιαφεροµένους να καταφεύγουν σε πρακτικές µη νόµιµες, ενδεχοµένως και ποινικώς κολάσιµες. ♦ Οδηγεί συχνά σε διαδικασίες και πρακτικές οι οποίες έρχονται σε αντίθεση µε τη σύγχρονη απαίτηση για διαφάνεια, λογοδοσία και ανοικτή διοίκηση, ♦ Ευνοεί την κακοδιοίκηση, η οποία, όπως είναι γνωστό, οδηγεί αρκετές φορές και στη διαφθορά ή ευνοεί την ανάπτυξή της, ♦ Προκαλεί δυσκολίες και καθυστερήσεις στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και επίλυσης προβληµάτων,
Εµποδίζει την γενικότερη ανάπτυξη της χώρας, καθόσον δηµιουργεί ανασφάλεια δικαίου και καθιστά δυσχερείς τις επενδύσεις, σύµφωνα µε τις Εκθέσεις ∆ιεθνών Οργανισµών για τη χώρα µας (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ΟΟΣΑ, Παγκόσµια Τράπεζα κλπ.). ♦ Οδηγεί σε σπάταλη διαχείριση των διαθέσιµων πόρων και αύξηση του κόστους λειτουργίας των κρατικών υπηρεσιών.
Παρά το γεγονός ότι η ανάγκη για µείωση της γραφειοκρατίας έχει γίνει πλέον κατανοητή ως αναγκαιότητα από όλους, αλλά και τις πολλές και συνεχείς προσπάθειες που γίνονται προς την κατεύθυνση αυτή, δεν έχουµε φθάσει ακόµα στο επιθυµητό επίπεδο, διότι δεν έχει αλλάξει ακόµη η νοοτροπία των υπαλλήλων, οι οποίοι είναι προσκολληµένοι σε αυτά που έµαθαν εµπειρικά όταν µπήκαν στην υπηρεσία, µε οδηγό τις εγκυκλίους της υπηρεσίας τους (που εκδίδονται σωρηδόν και είναι πολλές φορές αντικρουόµενες µεταξύ τους) αντιδρούν δε σε οποιοδήποτε νεωτερισµό. Οι παλαιότεροι από αυτούς είναι εκτός ηλεκτρονικής εποχής και αδυνατούν να χειρισθούν ηλεκτρονικό υπολογιστή και ηλεκτρονική αλληλογραφία. Ευελπιστούµε ότι η νέα γενιά των υπαλλήλων, κυρίως των προερχοµένων από την Εθνική Σχολή ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης και Αυτοδιοίκησης και η πλήρης µηχανογράφηση των δηµοσίων υπηρεσιών µε την λειτουργία της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, θα βελτιώσει κατά πολύ την κατάσταση. Σε ό,τι αφορά στη διευκόλυνση του έργου των επιθεωρητών της δηµόσιας διοίκησης, θα πρέπει, επιτέλους, µε νοµοθετική πρόβλεψη, να περιορισθεί η σπατάλη ανθρωποωρών των επιθεωρητών από την άσκοπη αναµονή τους στις αίθουσες των δικαστηρίων όπου καλούνται να εξετασθούν ως µάρτυρες σε ποινικές υποθέσεις, οι οποίες κατ’ εξακολούθηση αναβάλλονται και, όταν εντέλει εκδικάζονται, περιορίζονται στο να διαβάζουν τα ήδη κατατεθειµένα πορίσµατά τους. Συνεπώς θα έπρεπε να αναγιγνώσκονται µόνον τα πορίσµατα τους και µόνον όταν κρίνεται αναγκαία η παρουσία τους, µε αιτιολογηµένη απόφαση και όχι για ικανοποίηση των διαδίκων, να διακόπτεται η διαδικασία και να καλούνται από το δικαστήριο να εξετασθούν. Από την µέχρι τώρα εµπειρία του ΓΕ∆∆ κατά την άσκηση της πολύπλευρης αποστολής του, προκύπτει η ανάγκη αντιµετώπισης της πολυδιάσπασης των υφιστάµενων ελεγκτικών µηχανισµών και κυρίως των ιδιαίτερων Σωµάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου, µε στόχο την πλέον αποτελεσµατική και εύρυθµη λειτουργία τους.
Η ανάγκη αυτή καθίσταται πλέον επιτακτική, προκειµένου να αντιµετωπιστεί η επικάλυψη των επιθεωρήσεων και των ελέγχων µε όσα αυτή συνεπάγεται (απώλεια ανθρωποωρών, αύξηση κόστους, σπατάλη ανθρώπινων πόρων, κλπ). Μόνο έτσι θα αντιµετωπιστεί και η µείωση του συνολικού χρόνου και του κόστους των επιθεωρήσεων και ελέγχων, του ονοµαζόµενου «βάρους της επιθεώρησης και ελέγχου», δηλαδή της επίπτωσης ενδεχόµενων πολλαπλών ελέγχων σε ελεγχόµενους φορείς και αποφυγή ταυτοχρόνων επιθεωρήσεων και ελέγχων στους ίδιους φορείς µε το ίδιο ή παραπλήσιο αντικείµενο και θα επιτευχθεί η ευκολότερη οµαδοποίηση αλλά και τυποποίηση των επιθεωρήσεων και των ελέγχων µε τη χρήση ερωτηµατολογίων ελέγχου, η ευχερέστερη διενέργεια συνδυασµένων επιθεωρήσεων και ελέγχων, όταν το αντικείµενο αυτών είναι πολυσύνθετο από επιθεωρητές-ελεγκτές διαφορετικών ειδικοτήτων, η αποτελεσµατικότερη αξιολόγηση του έργου των ελεγκτικών µηχανισµών και ο αποτελεσµατικότερος συντονισµός του ελεγκτικού έργου. Συνδυαζόµενα τα παραπάνω, µπορούν να αποφέρουν εξοικονόµηση έως και 75% ανθρωποωρών και δαπάνης για τα ίδια αποτελέσµατα. Η ενοποίηση ορισµένων ελεγκτικών µηχανισµών της διοίκησης και κυρίως των ιδιαίτερων Σωµάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου υπό τον ΓΕ∆∆, προβάλλει ως ενδεδειγµένη λύση. Για την αποτελεσµατική εκπλήρωση της πολύπλευρης αποστολής του, ο ΓΕ∆∆ έχει εξοπλιστεί µε ένα σηµαντικό θεσµικό οπλοστάσιο, στο οποίο περιλαµβάνονταν µέχρι προσφάτως και η αρµοδιότητά του να ασκεί ένδικα µέσα σε ανώτερο βαθµό κατά αποφάσεων µονοµελών ή συλλογικών πειθαρχικών οργάνων. Με το ν.4057/2012, όµως, περιορίστηκε δραστικά η δυνατότητά του να ασκεί ένσταση κατά όλων των πειθαρχικών αποφάσεων αλλά και προσφυγή κατά των τελεσίδικων πειθαρχικών αποφάσεων. Με τον ν. 4152/2013 χορηγήθηκε εκ νέου στον ΓΕ∆∆ η δυνατότητα να ασκεί ένσταση κατά των πειθαρχικών αποφάσεων που λαµβάνονται σε πρώτο βαθµό, θα πρέπει όµως να του δοθεί εκ νέου η αρµοδιότητα να ασκεί προσφυγή ενώπιον του ΣΤΕ, ή του ∆ιοικητικού Εφετείου κατά περίπτωση, κατά πάσης αποφάσεως. Επισηµαίνεται ότι από τότε που θεσµοθετήθηκε για τον ΓΕ∆∆ η δυνατότητα άσκησης προσφυγής κατά τελεσίδικων πειθαρχικών αποφάσεων, το δικαίωµα αυτό ασκήθηκε µε ιδιαίτερη προσοχή και περίσκεψη. Συγκεκριµένα, από το 2008 µέχρι σήµερα έχουν ασκηθεί 46 προσφυγές, εκ των οποίων οι 38 ενώπιον του Συµβουλίου της Επικρατείας, οι 10 ενώπιον του ∆ιοικητικού Εφετείου Αθηνών και µία ενώπιον του ∆ιοικητικού Εφετείου Τριπόλεως. Αξίζει να σηµειωθεί επίσης ότι, σε αρκετές περιπτώσεις, ο ΓΕ∆∆ εκτός από την κατ’ ουσίαν εξέταση της υποθέσεως, προσβάλλει και την ερµηνεία και εφαρµογή του νόµου, µε αποτέλεσµα να συνδράµει στη δηµιουργία νοµολογίας για τα κρινόµενα κάθε φορά ζητήµατα πειθαρχικού δικαίου.
Επιπλέον, πρέπει οι ελεγκτικοί µηχανισµοί να λειτουργούν πιο αποτελεσµατικά και γρήγορα διότι, πολλές φορές, ώσπου να ολοκληρωθεί η έρευνα, τα πειθαρχικά και ποινικά αδικήµατα έχουν παραγραφεί. Απαιτείται προς τούτοις αναµόρφωση του ισχύοντος ποινικού και πειθαρχικού δικαίου, µε έναρξη της παραγραφής όλων των αδικηµάτων όχι από την τέλεση της πράξης, αλλά από τότε που έγιναν αυτά γνωστά αρµοδίως και, σε κάθε περίπτωση, να µην παραγράφονται εν επιδικία πράγµα που επιτυγχάνεται µε τις αλλεπάλληλες αναβολές. Εξάλλου, πρέπει για τα ήσσονος σηµασίας πειθαρχικά παραπτώµατα να λειτουργούν πιο αποτελεσµατικά τα µονοµελή πειθαρχικά όργανα, οι δε προϊστάµενοι να τολµήσουν επιτέλους να ασκήσουν τις πειθαρχικές τους αρµοδιότητες, αντί να διατάσσουν χρονοβόρες και άσκοπες Ε∆Ε οι οποίες, όπως και οι ποινικές προκαταρκτικές εξετάσεις χάνονται σε βάθος χρόνου. Αλλά τίποτε δεν πρόκειται να επιτευχθεί εάν όλοι δε δώσουµε το παράδειγµα αφοσίωσης στο έργο µας, µε συνεχή, αποτελεσµατική, χωρίς παρεµβάσεις, εργασία και χωρίς την αυθάδεια της εξουσίας.
Περισσότερα για την έκθεση
http://www.gedd.gr/article_data/Linked_files/125/EkthesiGEDD2014.pdf