Οι Λαϊκές Δημοκρατίες της Ανατολικής Ουκρανίας, μεταξύ πολιτοφυλακών και ολιγαρχών

Boris Kagarlitsky,

 
Στον πόλεμο μεταξύ της κυβέρνησης της Ουκρανίας και των δημοκρατιών της Νοβορωσίας οι θέσεις των αντιπάλων σταδιακά σταθεροποιούνται.
Οι πόροι και των δύο πλευρών έχουν εξαντληθεί, ενώ τα πολεμοφόδιά τους τελειώνουν.
Για τις δυο λαϊκές δημοκρατίες, του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ,
που αμύνονται ενάντια στις πολλαπλά ισχυρότερες στρατιωτικές δυνάμεις του Κιέβου, ισχύει απόλυτα η γνωστή αρχή: «η κυβέρνηση χρειάζεται να κερδίσει τον πόλεμο, αλλά η εξέγερση δεν χρειάζεται παρά να μην τον χάσει».

Η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης στην Ουκρανία, η αυξανόμενη αποθάρρυνση των υποστηρικτών του καθεστώτος του Κιέβου και η σταδιακή ανάπτυξη αντάρτικης δράσης στις υπό κυβερνητικό έλεγχο περιοχές, προαναγγέλλουν μια νέα φάση στον εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος ασφαλώς θα επεκταθεί πολύ πέρα από τα όρια της νοτιοανατολικής Ουκρανίας.

Τα μέσα Αυγούστου σημαδεύτηκαν από την αποτυχία της τελευταίας επίθεσης του κυβερνητικού στρατού (κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται και για την τελευταία επίθεση της θερινής εκστρατείας του Κιέβου). Είναι σημαντικό ότι στην προηγούμενη επίθεση τα κυρίαρχα Δυτικά μέσα ενημέρωσης, ενώ συστηματικά έκρυβαν κάθε πληροφορία για το πώς εξελισσόταν πραγματικά ο πόλεμος, ξαφνικά πλημμύρισαν από έναν κατακλυσμό ειδήσεων για τις συγκλονιστικές επιτυχίες του κυβερνητικού στρατού.

Έπειτα άκρα του τάφου σιωπή διαδέχτηκε όλες τις αισιόδοξες προφητείες τους. Ακριβώς το ίδιο συνέβη και αυτήν τη φορά. Η αποτυχία της δεύτερης επίθεσης ακολούθησε το ίδιο σενάριο με της πρώτης: οι επιτιθέμενοι αποκόπηκαν από τις βάσεις τους και κατέληξαν να βρεθούν περικυκλωμένοι. Οι δήθεν νίκες έγιναν πραγματική καταστροφή. Δυστυχώς δεν μπορείς να κερδίσεις τον πόλεμο στο επικοινωνιακό πεδίο όταν τόν χάνεις στο πεδίο της μάχης.

Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε πως οι Λαϊκές Δημοκρατίες της Νοβορωσίας έχουν θετικές προοπτικές.

Ωστόσο παρ’ όλες τις στρατιωτικές τους νίκες εκτυλίσσεται τώρα σ’ αυτές μια πολιτική και διοικητική κρίση που εγκυμονεί νέους κινδύνους, οι οποίοι, μολονότι δεν είναι χειρότεροι από τις επιθέσεις των κυβερνητικών, είναι εξίσου σοβαροί.

Τις τελευταίες εβδομάδες ολόκληρη η ηγεσία στις Λαϊκές Δημοκρατίες του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ έχει ουσιαστικά αντικατασταθεί.

Η πιο βαρυσήμαντη και απροσδόκητη εξέλιξη ήταν η αποπομπή του στρατιωτικού αρχηγού των πολιτοφυλακών, του Ίγκορ Στρελκόφ. Τηρώντας τις καλύτερες σοβιετικές παραδόσεις, η ανακοίνωση της αντικατάστασής του ανέφερε πως δήθεν «μετατέθηκε σε άλλο τομέα δουλειάς». Η αντικατάσταση αποφασίστηκε ενώ ο Στρελκόφ βρισκόταν στη Μόσχα, μακριά από το στρατό του.

Η απομάκρυνση του Στρελκόφ είναι μια προφανής πράξη εκδίκησης δυνάμεων του Κρεμλίνου, τις οποίες ο ηγέτης των πολιτοφυλακών είχε υποχρεώσει σε μια σοβαρή πολιτική ήττα στις αρχές Ιουλίου. Τότε οι μονάδες της πολιτοφυλακής, έπειτα από ηρωική άμυνα δύο μηνών γύρω από το Σλαβιάνσκ, έσπασαν τον κλοιό των ουκρανικών δυνάμεων και αναδιπλώθηκαν στο Ντονέτσκ, ενώ εκεί πολιτικοί που συνδέονται με το Κρεμλίνο σχεδίαζαν ήδη να παραδώσουν την πόλη στην κυβέρνηση του Κιέβου. Η άφιξη των πολιτοφυλακών από το Σλαβιάνσκ συνοδεύτηκε από ριζική εκκαθάριση στις δομές της εξουσίας. Δεν ασκήθηκαν διώξεις στους συνωμότες, αλλά όλοι τους αναγκάστηκαν ο ένας μετά τον άλλο να παραιτηθούν. Στη συνέχεια εγκατέλειψαν την πόλη χωρίς τυμπανοκρουσίες, άλλοι φεύγοντας για Μόσχα και άλλοι για Κίεβο.

Αυτό συνέβη μέσα σε μια ατμόσφαιρα ολοένα μεγαλύτερης πολιτικής ριζοσπαστικοποίησης στο κίνημα.

Τον Αύγουστο στελέχη των πολιτοφυλακών με μια ανοιχτή επιστολή απαίτησαν να γίνει πράξη το σύνθημα της “κοινωνικής δημοκρατίας”, το οποίο είχαν από νωρίτερα διακηρύξει οι λαϊκές δημοκρατίες του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ.

Ζητούσαν εθνικοποίηση των περιουσιών των ολιγαρχών, και θέσπιση μεταρρυθμίσεων που να προωθούν τα συμφέροντα των εργαζομένων. Πρόεδρος του Ανωτάτου Σοβιέτ ανέλαβε ο Μπαρίς Λιτβίνοφ, παλαίμαχος κομμουνιστής που είχε νωρίτερα συγκρουστεί με την κομματική ηγεσία.

Καταργήθηκε με νόμο η εμπορευματοποίηση της υγειονομικής περίθαλψης, την οποία είχε ξεκινήσει η προηγούμενη ηγεσία, ενώ έγιναν και αλλεπάλληλες, αν και κάπως δειλές, προσπάθειες εθνικοποιήσεων.

Από την πλευρά τους, οι πολιτικοί ειδήμονες που περιστοιχίζουν το Κρεμλίνο εξαπέλυσαν στα ρωσικά μέσα ενημέρωσης μια εκστρατεία εναντίον του Στρελκόφ. Η δυσφορία των γραφειοκρατών της Μόσχας και των προπαγανδιστών που τους στηρίζουν είναι κατανοητή: ενώ εκείνοι στρογγυλοκαθισμένοι στα άνετα γραφεία τους φτιάχνουν σχέδια και οργανώνουν ίντριγκες, κάποιοι άλλοι στην πρώτη γραμμή των αγώνων γράφουν ιστορία χωρίς να ζητούν την άδειά τους.

Παραδόξως, ήταν ο Στρελκόφ εκείνος που συνέβαλε καθοριστικά στη ριζοσπαστικοποίηση, παρ’ όλη τη συμπάθειά του για την τσαρική μοναρχία και τη νοσταλγία του για τη ρωσική αυτοκρατορία. Ο ηγέτης των πολιτοφυλακών όχι μόνο φημίζεται για την ειλικρίνεια και το ανοιχτό του πνεύμα (αρκεί να δούμε πόσο λεπτομερειακά παρουσιάζει τις δυσκολίες και τις αποτυχίες του, εντελώς αντίθετα από την προπαγάνδα της Μόσχας και του Κιέβου). Παρά τους ιδεολογικούς προσανατολισμούς του, το πολιτικό ένστικτο του Στρελκόφ τον έστρεψε, σε μεγάλο βαθμό, στην υποστήριξη κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών. Ο ίδιος και οι συνεργάτες του τόνισαν επανειλημμένα ότι δεν θα επιτρέψουν η Νοβορωσία να γίνει αντίγραφο της προ-Μαϊντάν Ουκρανίας, σε απόλυτη αντίθεση με τη στρατηγική του Κρεμλίνου, που στοχεύει ακριβώς σ’ αυτό.

Αντίθετα από άλλους ηγέτες του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ, που έτρεχαν συνεχώς στη Μόσχα για να ζητήσουν βοήθεια (ως επί το πλείστον μάταια), ο διοικητής των πολιτοφυλακών βρέθηκε μαζί με το στρατό του στην πρώτη γραμμή της μάχης. Εκεί πάντως, όπως απέδειξε η πράξη, ήταν ασφαλέστερος πολιτικά από ό,τι στους διαδρόμους της εξουσίας στη Μόσχα.

Το πώς ο Στρελκόφ προσελκύστηκε στη Μόσχα, και τι μεσολάβησε εκεί προκειμένου να υπογράψει την «εθελοντική» παραίτησή του (αν πράγματι έκανε τέτοια δήλωση) μπορούμε μόνο να το μαντέψουμε. Πιθανόν να τόν απείλησαν με πλήρη διακοπή του ρωσικού ανεφοδιασμού στις απελευθερωμένες περιοχές της Νοβορωσίας. Σε μεγάλο βαθμό αυτή η εξάρτηση των δυο λαϊκών δημοκρατιών από εξωτερικούς προμηθευτές οφειλόταν στην ανόητη διαχείριση από εκείνους που ο Στρελκόφ απομάκρυνε από τις θέσεις τους τον Ιούλιο και αρχές Αυγούστου. Ακριβώς οι ίδιοι άνθρωποι αποδείχθηκαν απρόθυμοι ή ανίκανοι να οργανώσουν την οικονομία των μετόπισθεν, ώστε να εξασφαλιστεί ομαλή κατανομή των πόρων. Τον Αύγουστο οι λαϊκές δημοκρατίες είχαν φτάσει στα πρόθυρα της καταστροφής, που τελικά αποσοβήθηκε με αποστολές τροφίμων και πυρομαχικών από τη Ρωσία. Είναι εξαιρετικά πιθανό αυτός ακριβώς ο μοχλός να χρησιμοποιήθηκε από τους διαδρομιστές του Κρεμλίνου για ν’ απαλλαγούν από τον Στρελκόφ.

Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο οι συντηρητικές δυνάμεις πήραν την εκδίκησή τους, και ο στρατιωτικός ηγέτης του Ντονέτσκ απομακρύνθηκε. Άτομα γνωστά για τις διασυνδέσεις τους με τους ολιγάρχες διορίστηκαν έκτοτε σε θέσεις-κλειδιά. Τις ίδιες ημέρες, στη Μόσχα, ο ουκρανός πολιτικός Όλεγκ Τσαριόφ, διωγμένος από το Ντονέτσκ από τους μαχητές της πολιτοφυλακής και χωρίς να εκπροσωπεί κανέναν, παρουσίασε τη “νέα σημαία της Νοβορωσίας”.

Πρόκειται για μια αναποδογυρισμένη εκδοχή της παλιάς αυτοκρατορικής σημαίας, που προφανώς σκοπό έχει να παραμερίσει τη σκούροκόκκινη σημαία με το σταυρό του Αγίου Ανδρέα, κάτω από την οποία αγωνίζεται σήμερα η πολιτοφυλακή.

Ο ρωσικός τύπος αναφέρει ήδη ανοιχτά τη συμφωνία που πέτυχαν οι γραφειοκράτες της Μόσχας με τον πλουσιότερο ουκρανό ολιγάρχη, Ρινάτ Αχμέτοφ.

Ακολουθώντας τις καλύτερες παραδόσεις του παλαιού καθεστώτος, η γραφειοκρατία του Κρεμλίνου αποφάσισε να θυσιάσει τα απελευθερωμένα εδάφη στον νέο υποτελή της, σε αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες που εκείνος της πρόσφερε μεσολαβώντας στις σχέσεις της με το Κίεβο, και προοπτικά με τη Δύση.

Παράλληλα αναβίωσαν οι επαφές μεταξύ ρώσων και ουκρανών διπλωματών, και ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη ζωηρές συζητήσεις για τη μοίρα της νοτιοανατολικής Ουκρανίας.

Μετά την αποτυχία της τελευταίας επίθεσης, και καθώς βρίσκεται αντιμέτωπο με αυξανόμενες εσωτερικές δυσκολίες, το Κίεβο θα μπορούσε κάλλιστα να ετοιμάζεται για συμφωνία.

Το μόνο πράγμα που οι συγγραφείς αυτού του σεναρίου δεν πήραν υπόψη τους είναι πώς τα βλέπουν όλα αυτά οι κάτοικοι της ίδιας της Νοβορωσίας και της Ουκρανίας, αλλά και τις διαθέσεις των κατοίκων του βομβαρδισμένου Ντονέτσκ και τη συνολική λογική της επαναστατικής διαδικασίας στην οποία τώρα πια εισέρχεται σταδιακά η ρωσική κοινωνία.

Οι μαχητές της πολιτοφυλακής και οι ακτιβιστές οι οποίοι, την ώρα που βομβαρδίζονται, δημιουργούν ένα νέο κράτος, δεν είναι καθόλου διατεθειμένοι να παριστάνουν τις υπάκουες μαριονέτες κάποιων άλλων που αποφασίζουν γι’ αυτούς στο εξωτερικό, στη Μόσχα ή στο Κίεβο.

Στην Νοβορωσία οι ιδεαλιστικές συμπάθειες για μια ανύπαρκτη στην πραγματικότητα Ρωσία, που χαρακτήριζαν τους πρώτους μήνες της εξέγερσης, τώρα έχουν αντικατασταθεί από ολοένα μεγαλύτερο μίσος για τους γραφειοκράτες του Κρεμλίνου, το οποίο οι υποστηρικτές των δυο λαϊκών δημοκρατιών κατηγορούν για δολιοφθορά και προδοσία.

Αλλά και μέσα στην ίδια τη Ρωσία ανάλογες διαθέσεις εξαπλώνονται και παίρνουν πλέον μορφή χιονοστιβάδας. Όσο για τον Ίγκορ Στρελκόφ, τώρα πια τον έχει αντικαταστήσει μια νέα ομάδα στρατιωτικών που ωρίμασαν στο πεδίο της μάχης, και τον έχουν κατά κάποιο τρόπο για ίνδαλμα, αλλά ταυτόχρονα είναι και πολύ διαφορετικοί από αυτόν, καθώς έχουν πολύ πιο ριζοσπαστικές και αριστερές απόψεις.

Οι γραφειοκράτες με τις ίντριγκες, τους εκβιασμούς και τη χειραγώγηση μπορεί να πετύχουν κάποιες τακτικές νίκες, και να διώξουν μερικούς από την ηγεσία των δυο λαϊκών δημοκρατιών. Αλλά δεν θα τα καταφέρουν να σταματήσουν την επαναστατική κρίση, η οποία αναπτύσσεται και δυναμώνει ολοένα περισσότερο.

16 Αυγούστου 2014

*Μεταφράστηκε από τα ρωσικά στα αγγλικά για την επιθεώρηση Links. International Journal of Socialist Renewal από τον Renfrey Clarke.
Απόδοση στα ελληνικά από το aristeroblog.gr:
http://aristeroblog.gr/node/2719
Περισσότερα κείμενα του Μπαρίς Καγκαρλίτσκυ, εδώ:
http://links.org.au/taxonomy/term/629

 Διαβάστε και εδώ:
http://www.resaltomag.gr/forum/viewtopic.php?t=9126