Μία κυβέρνηση υπαναχωρεί στο θέμα των κρατικών εγγυήσεων. Τις απώλειες τις υφίστανται οι κάτοχοι ομολόγων. Οι υπόλοιποι επενδυτές ανησυχούν ότι έρχεται η σειρά τους.Αυτό δε συνέβη στην Αργεντινή, αλλά στην Αυστρία, μία από τις πιο ευημερούσες και συντηρητικές δημοκρατίες της Ευρώπης.
Τα σχέδια για τη σταδιακή εκκαθάριση της τράπεζας Alpe Adria, ενός μεσαίας τάξης δανειστή από το ομοσπονδιακό κρατίδιο της Καρινθίας, δεν προσέλκυσαν ιδιαίτερα την προσοχή της διεθνούς κοινότητας. Ωστόσο μπορεί να έχουν ιδιαίτερη σημασία, πέρα από τα σύνορα της Αυστρίας. Προσφέρουν μία εικόνα –ή μία προειδοποίηση- του πώς η Ευρώπη σκοπεύει να αντιμετωπίσει τα υψηλά επίπεδα χρέους, τα οποία εξακολουθούν να ταλανίζουν τις προοπτικές της οικονομικής ανάπτυξης.
Αντί να πληρώσουν μεγαλύτερο λογαριασμό οι φορολογούμενοι, η Βιέννη σχεδιάζει μία νομοθεσία που θα της επιτρέπει να πραγματοποιήσει «bail-in» από δάνεια μειωμένης εξασφάλισης, τα οποία είχε εγγυηθεί το ομοσπονδιακό κρατίδιο της Καρινθίας. Ενώ ο Michael Spindelegger, ο υπουργός Οικονομικών της Αυστρίας, φρόντιζε να υποβαθμίσει τις ευρύτερες επιπτώσεις, οι επενδυτές στις ασθενέστερες τράπεζες της Ευρώπης σήμαναν συναγερμό: στην επόμενη τραπεζική διάσωσης, μπορεί να βρεθείς στην πρώτη γραμμή.
Οι ενέργειες της Αυστρίας είναι αξιοσημείωτες, και όχι μόνο λόγω της φαινομενικής ιδιοτροπίας της Βιέννης –οι οίκοι αξιολόγησης προειδοποιούν για υποβαθμίσεις άλλων αυστριακών τραπεζών. Η υπόθεση Hypo αποτελεί μέρος μίας ευρύτερης τάσης για την εφαρμογή πρακτικών και μηχανισμών που θα μπορούσαν να καταστήσουν τις αναδιαρθρώσεις του χρέους ακόμη πιο συχνό φαινόμενο στην Ευρώπη –για τον δημόσιο και για τον ιδιωτικό τομέα εξίσου.
Απερίσκεπτες πιστωτικές δαπάνες
Στην Αργεντινή, η αναδιάρθρωση του χρέους έγινε πολύ πιο περίπλοκη αφότου η κυβέρνηση έχασε μία μακρά νομική διαμάχη στις ΗΠΑ με τους «αντιρρησίες» πιστωτές. Ο αντίκτυπος θα μπορούσε να επηρεάσει και άλλες περιπτώσεις αναδιοργάνωσης του δημόσιου χρέους. Όμως, μία επανεξέταση (η οποία συμπτωματικά παρουσιάστηκε αυτή την εβδομάδα) του ΔΝΤ, σχετικά με την προσέγγισή του στις κρατικές διασώσεις εν μέσω της κρίσης της ευρωζώνης, θα μπορούσε να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα, δίνοντάς του μεγαλύτερη ευελιξία όταν οι κυβερνήσεις θα μπαίνουν σε μπελάδες.
Οι ευρωπαϊκοί φορείς χάραξης πολιτικής έχουν αναγνωρίσει από καιρό το πρόβλημα χρέους της ηπείρου. Η εισαγωγή του ευρώ το 1999 ενθάρρυνε τις απερίσκεπτες πιστωτικές δαπάνες, ιδιαίτερα στις χώρες της περιφέρειας –όπως η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Ισπανία.
Ωστόσο, όταν ξέσπασε η κρίση της ευρωζώνης το 2010, η ιδέα της επιβολής ζημιών στους πιστωτές συνάντησε ισχυρή αντίσταση. Εν μέρει, αυτό ήταν λόγω υπερηφάνειας. Ο Ζαν-Κλοντ Τρισέ, ο πρόεδρος της ΕΚΤ, γνώριζε καλά τις συνέπειες των αναδιαρθρώσεων χρέους, από τη θητεία του στη «Λέσχη του Παρισιού», στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Για αυτόν, η άψογη πιστοληπτική ικανότητα είναι μέρος του να είσαι μία προηγμένη ευρωπαϊκή οικονομία.
Ωστόσο, υπήρχαν και πραγματικοί φόβοι μετάδοσης. Η ΕΚΤ μπλόκαρε την Ιρλανδία από το να επιβάλλει ζημιές στους ανώτερους κατόχους ομολόγων των χρεοκοπημένων τραπεζών της, για να προστατεύσει το ευρύτερο τραπεζικό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Υπήρχαν ανησυχίες ότι μία πρόωρη ελληνική χρεοκοπία θα προκαλούσε μία ακόμη μεγαλύτερη οικονομική κρίση. Το ΔΝΤ τροποποίησε τους κανόνες του, έτσι ώστε να συνεχίσει να στηρίζει τις χώρες όταν υπάρχει μεγάλος κίνδυνος «διεθνών συστημικών δευτερογενών επιπτώσεων», ακόμη και όταν φοβόταν ότι τα επίπεδα του χρέους δεν ήταν βιώσιμα.
Τέσσερα χρόνια μετά, το τοπίο έχει αλλάξει. Οι φόβοι για κατάρρευση της ευρωζώνης έχουν εξαφανιστεί και η αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας το 2012 έδειξε ότι οι αλυσιδωτές επιπτώσεις ήταν διαχειρίσιμες. Οι «ρήτρες συλλογικής δράσης», οι οποίες καθιστούν ευκολότερη τη δέσμευση των απείθαρχων επενδυτών ως προς την αναδιάρθρωση, έχουν μετατραπεί στο νέο πρότυπο των νέων κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης –και θα πρέπει να βοηθήσουν στο να αποφευχθούν προβλήματα τύπου Αργεντινής. Το ΔΝΤ πρότεινε, μέσω εγγράφου του αυτής της εβδομάδας, την ανάκληση της τροποποίησης του 2010 και τη διεύρυνση των επιλογών για τις αγωνιζόμενες χώρες, ώστε να περιληφθούν προηγούμενες επεκτάσεις ομολόγων που λήγουν, ή αλλιώς μία «αναδιαμόρφωση» (reprofiling), ως μία πιο ήπια λύση.
Προστατεύονται οι φορολογούμενοι
Όταν πρόκειται για διασώσεις τραπεζών, η υπόθεση της Hypo της Αυστρίας δεν ήταν τόσο ηθελημένη όσο φαίνεται. Αντίθετα, ταιριάζει με την αρχή της ελαχιστοποίησης της συμμετοχής των φορολογουμένων κατά την διάσωση των τραπεζών, μία αρχή που είναι γραμμένη στο μετά-κρίσης κανονιστικό καθεστώς της Ευρώπης.
«Πιέζει προς την ίδια κατεύθυνση» με την πρωτοβουλία του ΔΝΤ, λέει ο Alistair Wilson, αναλυτής πιστώσεων στη Moody’s. «Όλα έχουν να κάνουν με την αναζήτηση μίας πιο αποτελεσματικής εξυγίανσης, όταν οι οφειλέτες χάνουν την πρόσβαση στις αγορές ή δεν είναι σε θέση να εξυπηρετήσουν το χρέους τους».
Η προσέγγιση της Ευρώπης δεν είναι δυσανάλογη σε σχέση με τον υπόλοιπο πλανήτη. Υπάρχει παγκόσμια συναίνεση ως προς την αντιμετώπιση των τραπεζών που είναι «πολύ μεγάλες για να αποτύχουν». Ωστόσο, οι αναδιαρθρώσεις του χρέους μπορεί να γίνουν περισσότερο μία αποκλειστικά ευρωπαϊκή ιστορία, και όχι μόνο εξαιτίας του υψηλού επιπέδου χρέους. Η ΕΚΤ έχει μικρότερο κίνητρο, από τους εταίρους της στις ΗΠΑ και στο Ην. Βασίλειο, για να χρησιμοποιήσει την «ποσοτική χαλάρωση» ώστε να διαγράψει τα προβλήματα που έχει παραμείνει μετά τις κρίσεις που ξεκίνησαν το 2007.
Οι πιο συχνές αναδιαρθρώσεις θα μπορούσαν να δουν τους επενδυτές να απαιτούν υψηλότερες αποδόσεις. Μέχρι στιγμής, υπάρχουν ελάχιστες ενδείξεις που να δείχνουν κάτι τέτοιο. Όπως και οπουδήποτε αλλού, οι αγορές στην Ευρώπη έχουν πραγματοποιήσει ράλι, καθώς τα χαμηλά επίσημα επιτόκια έχουν οδηγήσει τους επενδυτές σε πιο ριψοκίνδυνα περιουσιακά στοιχεία. Αλλά, το υψηλότερο κόστος δανεισμού δεν είναι αναπόφευκτο αν μία πιο ρεαλιστική προσέγγιση για τα προβλήματα χρέους ενισχύσει τις οικονομίες –και οι ενέργειες των πολιτικών έχουν σκοπιμότητα.
http://sofokleous10.gr/2012-07-24-09-27-56/270526-2014-06-27-07-36-51