Τι κρύβεται πίσω από το δράμα της Deutsche Bank;

Ernst Wolff

Τα γεγονότα γύρω από την Deutsche Bank δεν είναι μόνο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της διαφθοράς, της χειραγώγησης και του πολιτικού εκβιασμού που κυριαρχεί στον χρηματοπιστωτικό κόσμο. Αποκαλύπτουν επίσης τους τεραστίους κινδύνους που παραμονεύουν σήμερα στην δυτική οικονομία και τους οποίους δεν μπορούν να αποφύγουν ούτε οικονομικά ισχυρά κράτη όπως η Γερμανία

 

Μετάφραση απο το γερμανικό κείμενο και εισαγωγικό σημείωμα: Δρ. Εμμανουήλ Σαρίδης

 

Deutsche Bank. Πολλοί στην Ελλάδα την ονομάζουν γερμανική τράπεζα και την θεωρούν σαν υπεύθυνη για οικονομικές ατασθαλίες εις βάρος της χώρας μας, αλλά αυτό είναι λάθος, γιατί η τράπεζα ουδόλως και ουδαμώς είναι γερμανική. Λέγεται μεν Deutsche Bank, αυτό όμως είναι μόνο μία μάρκα, όπως άλλες επιχειρήσεις που λέγονται Volkswagen, Bayer ή Mercedes, σημασία έχει όμως, το σε ποιόν ανήκουν οι μετοχές τους. Καί αυτές ανήκουν, όπως και στα άλλα μεγάλα ονόματα της γερμανικής βιομηχανίας, μόνο κατά ένα πολύ μικρό ποσοστό σε γερμανούς επενδυτές, τα πλειοψηφικά πακέτα των μετοχών της Deutsche Bank, το 80 τοις εκατό, ανήκουν, σύμφωνα με την „Die Welt“ της 07.06.2015, σε επενδυτές, Fonds, χρηματοοικονομικούς επενδυτές και ασφαλιστικές εταιρίες του εξωτερικού, μεταξύ άλλων ο επενδυτικός οίκος Paramount Services Holdings ή ο BlackRock (Νέα Υόρκη), δύο επενδυτικοί οίκοι, που είναι απόλυτα συνδεδεμένοι με τις τράπεζες της οικογένειας των Rothschilds.

Γιατί όμως οι σιωνοκρατούμενες ΗΠΑ να κάνουν μια τόσο ύπουλη επίθεση εναντίον μιας επιχειρήσεως/τράπεζας της επίσης σιωνοκρατούμενης Γερμανίας; Η απάντηση δεν είναι εύκολη, γιατί έχει να κάνει με τον ανταγωνισμό που επικρατεί διεθνώς τόσο στον κόσμο του κεφαλαίου, όσο και στον κόσμο της πολιτικής και υφίσταται, ακόμη και εαν οι ανταγωνιζόμενοι ανήκουν στο ίδιο στρατόπεδο. Παράδειγμα η τράπεζα επενδύσεων Lehman Brothers της Νέας Υόρκης, που παρά το ότι ήταν μια σιωνιστική τράπεζα, κήρυξε το 2008 πτώχευση. Και σε ότι αφορά τις σχέσεις των ΗΠΑ με την Γερμανία είναι και ο παράγων της πολιτικής πίεσης που ασκείται από τις σιωνιστικές ΗΠΑ σε γερμανικές επιχειρήσεις, για να υποχρεωθεί η κυβέρνηση να αλλάξει πορεία στην εξωτερική της πολιτική, καθότι οι ΗΠΑ είναι το επιχειρησιακό κέντρο του διεθνούς σιωνισμού. Είναι, τέλος, και η απληστία των μεγάλων σιωνιστικών ψαριών, που τα κάνει να θέλουν να καρπωθούν χρήμα απο γερμανικές επιχειρήσεις, παράδειγμα εδώ οι αξιώσεις των ΗΠΑ για δυσθεώρατα πρόστιμα εναντίον της γερμανικής Volkswagen.

Πάμε τώρα στο εν θέματι άρθρο του Ernst Wolff

Η πτώση των τιμών των μετοχών της Deutsche Bank κατά τις τελευταίες δύο εβδομάδες οφείλεται στην ανακοίνωση του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, να επιβάλλει στην τράπεζα ένα πρόστιμο ρεκόρ 14 δισεκατομμυρίων δολλαρίων για παράνομη επιχείρηση υποθηκών.

Η απροκάλυπτη αυτή απειλή θα πρέπει να είναι μια απάντηση των ΗΠΑ στο τέλος του Αυγούστου για φορολογική απάτη εις βάρος του ομίλου της Apple ΗΠΑ επέβαλαν από το πρόστιμο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 13ης δις ευρώ. Επιπλέον η κίνηση αυτή ήταν μια επίδειξη δυνάμεως της Ουάσιγκτον εναντίον του Βερολίνου και μια προσπάθεια να ρίξει λάδι στη φωτιά των καυγάδων που επικρατούν στην ΕΕ.

Τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν στην Apple και την Deutsche Bank δείχνουν, ότι πίσω από τα παρασκήνια βρίσκεται σε εξέλιξη μια σκληρή μάχη (ένας σκυλοκαγβάς, ΕΣ): Οι αντίπαλοι ΗΠΑ και ΕΕ αντιμετωπίζουν „στο σπίτι τους“ άλυτα προβλήματα και ως εκ τούτου προσπαθούν με όλα τα μέσα που διαθέτουν να προκαλέσουν στον άλλο την μέγιστη δυνατή ζημιά – για να αποκτήσουν ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και για να αποσπάσουν την προσοχή του κόσμου από τα δικά τους προβλήματα.

Το γεγονός, ότι οι ΗΠΑ έχουν επιλέξει ως στόχο την Deutsche Bank δείχνει το πόσο μεγάλα ρίσκια είναι πρόθυμη να αναλάβει η Ουάσιγκτον: Εάν έπεφτε η Deutsche Bank, θα κατέρρεε ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα του κόσμου και οι ρωγμές του θα παρέσυραν τον χρηματοπιστωτικό κλάδο των ΗΠΑ στην άβυσσο.

Και μάλλον γι‘ αυτό διαδόθηκε τηνπερασμένη Παρασκευή η φήμη, ότι η ποινή μειώθηκε από 14 δις σε λιγότερα από 6 δις δολλάρια. Και έτσι η τιμή της μετοχής πήγε πάλι προς τα πάνω και τα κύματα που προκάλεσε η τρικυμία άρχισαν προσωρινά να εξομαλύνονται. Ποιός είναι όμως ο στόχος των Ηνωμένων Πολιτειών μ‘ αυτό το παιχνίδι με τη φωτιά;

Σκοπός των ΗΠΑ είναι να υποχρεώσουν την γερμανική κυβέρνηση να „σώσει“ την Deutsche Bank

Οι διεργασίες πίσω από τα παρασκήνια μοιάζουν να είναι σαν ένα παιχνίδι πόκερ όπου κάποιος παίζει όχι μόνο για τα χρήματα, αλλά και για την εξουσία. Με την υψηλή ποινή που επέβαλλαν οι Ηνωμένες Πολιτείες, προσπάθησαν να αναγκάσουν την κυβέρνηση του Βερολίνου να αναλάβει την „διάσωση“ της Deutsche Bank μέσω μιας εθνικοποίησηής ή τουλάχιστον μιας μερικής εθνικοποίησής της, κατα κάποιον τρόπο σαν μια σφήνα μεταξύ της κυβέρνησης και των ψηφοφόρων της, απομονώνοντας το Βερολίνο εντός της ΕΕ.

Όπως ανέφερε η εφημερίδα „Zeit“, η γερμανική κυβέρνηση έχει καταρτίσει ήδη ένα σχέδιο εκτάκτης ανάγκης, το οποίο προβλέπει μια συμμετοχή του γερμανικού κράτους κατά 25 τοις εκατό στην Deutsche Bank, δηλαδή μεταφέροντάς το και πάλι στις πλάτες των φορολογουμένων, παρά το ότι αυτό έρχεται σε αντίθεση με το ισχύον δίκαιο της ΕΕ, που ορίζει σε μια τέτοια περίπτωση ένα bail-in, δηλαδή τη διάσωση των τραπεζών από τους μετόχους, τους αποταμιευτές και τους καταθέτες της τραπέζης.

Το ότι η κυβέρνηση του Βερολίνου δεν προτίμησε αυτό το σχέδιο, έχει τους λόγους του: Πρώτον, θα αντιμετώπιζε πιθανότατα από τον πληθυσμό μια τόσο ισχυρή αντίσταση, που οι μέρες του συνασπισμού θα ήταν μετρημένες. Και από την άλλη πλευρά θα είχε δυσκολίες να το εξηγήσει στις Βρυξέλλες και την Ρώμη: ο ιταλός πρωθυπουργός Renzi ζητά εδώ και αρκετό καιρό για το δικό του τραπεζικό πρόβλημα την αναστολή του καθεστώτος bail-in και πράσινο φως για ένα bail-out, δηλαδή μια κυβερνητική „διάσωση“ τραπεζών. Η γερμανική κυβέρνηση, η οποία θα έπρεπε να αναλάβει τις μεγαλύτερες εγγυήσεις για τέτοιες „διασώσεις“ εντός της ΕΕ, αρνείται εδώ και μήνες να δώσει στον Renzi τη συγκατάθεσή της.

Δεδομένου ότι η κυβέρνηση της Μέρκελ με μια τέτοια απόφαση θα αντιμετώπιζε μια τέτοια δυσφήμιση στους ψηφοφόρους της και εντός της ΕΕ, κατέφυγε σε στην γνώριμη τακτική της: να κλείνει τα αυτιά, τα μάτια και το στόμα της και να εμπιστευθεί την εξέλιξη στην ροή των γεγονότων, ελπίζοντας ότι κάποιος άλλος θα κάνει κάτι για να αποτρέψει την επικείμενη καταστροφή.

Οι ΗΠΑ ωστόσο ήταν το Σαββατοκύριακο σε θέση, να τρίβουν προς στιγμήν τα χέρια τους: όχι μόνο είχαν παρουσιάσει σε όλο τον κόσμο την ανικανότητα και την αδυναμία της κυβέρνησης του Βερολίνου και την „μαλάκωσαν“ για την επερχόμενη απόφαση περί ΤΤΙΡ, αλλά και βλάψανε σημαντικά την φήμη της Deutsche Bank, κάνοντάς την ρεντίκολο στους ανταγωνιστές της στη Wall Street, στους προσέφεραν ένα ατού ανεκτιμήτου αξίας.

Και πάνω απ ‚όλα, η Ουάσιγκτον δηλητηριάσε περαιτέρω το κλίμα μεταξύ Βερολίνου και Ρώμης. Όπως αναφέρει το „Bloomberg“, ένα δικαστήριο στο Μιλάνο ανακοίνωσε την Παρασκευή, ότι θα μηνύσει έξι νυν και πρώην στελέχη της Deutsche Bank για την πλαστογράφηση των ζημιών της σε πτώχευση ευρισκομένης τράπεζας Monte dei Paschi. Επιπλέον αναμένεται στις 14 Οκτωβρίου μια απόφαση σε μια υπόθεση που βρίσκεται σε εξέλιξη εναντίον ενός υπαλλήλου της Deutsche Bank στην Ιταλία. Τα αδιάκοπα νομικά πυρά κατά του γερμανικού χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, εναντίον του οποίου τρέχουν σήμερα περισσότερες από 6.000 μηνύσεις σε όλο τον κόσμο, συνεχίζονται.

Τα προβλήματα της Deutsche Bank δεν έχουν λύση

Το πόσο επικίνδυνο είναι το παιχνίδι με την γερμανική τράπεζα, δεν μπορεί να υπολογιστεί εύκολα. Δεν είναι μόνο η μεγαλύτερη τράπεζα με έδρα τη Γερμανία, αλλά και το ισχυρότερο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα στην κατηγορία των παραγώγων υψηλού κινδύνου αφιερωμένη στον κόσμο. Παρά το ότι έχει μειώσει αυτό τον κίνδυνο από το ρεκόρ ύψους των 75 τρισεκατομμυρίων δολλαρίων σήμερα στα 46 τρισεκατομμύρια, διαθέτει όμως ακόμη, σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (Bank for International Settlements) περίπου το 12 τοις εκατό των παγκοσμίων συμβάσεων παραγώγων και ως εκ τούτου έναν σχεδόν μη εκτιμητέο δυνητικό κίνδυνο.

Σε περίπτωση που η Deutsche Bank καταρρεύσει, οι συνέπειες θα είναι πολύ χειρότερες από εκείνες της πτώχευσης της Lehman το 2008. Είναι σίγουρο, ότι θα κατέρρεε ολόκληρο το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα και μαζί του το παγκόσμιο εμπόριο – με ανυπολόγιστες κοινωνικές συνέπειες.

Μια τέτοια καταστροφή δεν θα μπορούσε να εμποδίσει ούτε και την παρέμβαση της γερμανικής κυβέρνησης. Πρόκειται για ποσά, που υπερβαίνουν χιλιάδες φορές τις δυνατότητές της . Θα υπήρχε μόνο μια δυνατότητα να αποφευχθεί η πτώση της τράπεζας – τουλάχιστον για ένα χρονικό διάστημα: μόνο αν παρέμβεναι η ΕΚΤ, που θα έπρεπε να „γεννήσει“ τεράστια, πρωτοφανή χρηματικά ποσά από το τίποτα και να τα ρίξει στην τράπεζα.

Με μια τέτοια κίνηση θα κατέστρεφε όμως και τα τελευταία απομεινάρια εμπιστοσύνης στο υπάρχον οικονομικό σύστημα, θα ξεπερνούσε τις δυνατότητες του ισολογισμού της και να έβαζε τα θεμέλια για έναν υπερπληθωρισμό – ο οποίος απλώς θα καθυστερούσε την κατάρρευση του συστήματος. Δηλαδή μια κατάρρευση της Deutsche Bank θα ήταν το Supergau.

Ένα τέτοιο Crash σύγκρουση θα είχε όμως μια απόλυτα δραματική συνέπεια: Θα έκανε στην κοινωνία από πρώτο χέρι σαφές, ότι δεν είναι οι ριζοσπάστες ισλαμιστές, η Ρωσία ή η Κίνα αυτές που σήμερα οδηγούν τον κόσμο στην άβυσσο, αλλά οι εγκληματικές δραστηριότητες του χρηματοπιστωτικού κλάδου.

Αυτό όμως, όπως μας διδάσκει η ιστορία, οι πολιτικοί θα προσπαθήσουμε με όλα τα μέσα να το αποφύγουν, με έναν παλιομοδίτηκο τρόπο: με πολέμους. Και ακριβώς αυτό μας δείχνουν οι παγκόσμιοι εξοπλισμοί, οι απειλές για πολεμικές συγκρούσεις των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στο ΝΑΤΟ κατά της Κίνας και της Ρωσίας και το συνεχές λάδι που χύνουν στη φωτιά της Μέσης Ανατολής.

Το ότι τόσο ο χρηματοπιστωτικός κλάδος, όπως και η από αυτόν εξαρτώμενη πολιτική παίζουν στο πόκερ με τη γερμανική τράπεζα με τέτοιους κινδύνους δείχνει, ότι ούτε και ο κίνδυνος ενός πυρηνικού πολέμου είναι δυνατόν να σταματήσει την ακόρεστη απληστία τους για την εξουσία και το χρήμα.

Ernst Wolff

http://www.antikrieg.com/aktuell/2016_10_03_wassteckt.htm