Αντικατάσταση του Μνημονίου

Η με δημοκρατορικά μέσα “απόσυρση” της Χρυσής Αυγής απο την κυκλοφορία και η προώθηση του ΣΥΡΙΖΑ με τις λίγο ή πολύ φανερές τρομοκρατικές και αντεθνικές ιδεολογίες των συνιστωσών του, έχουν μια απόλυτη σχέση με το Μνημόνιο: Το διατηρούν εν ισχύ και αποκρύπτουν την οριστική διάλυση της ελληνικής κοινωνίας και το ξεπούλημα των παραγωγικών πηγών της Ελλάδος στις οποίες το Μνημόνιο αποβλέπει

 

 

Το Μνημόνιο είναι δομικά συνεπές με τη λειτουργία του Ελληνικού πολιτικού συστήματος της Μεταπολίτευσης. Πέτυχε ήδη τη συρρίκνωση της Ελληνικής οικονομίας χρησιμοποιώντας εργαλεία και πολιτικές απολύτως συμβατές με τις αιτίες που δημιούργησαν και διατήρησαν τη φαύλη οικονομική μεγέθυνση μέσω φθηνού και ακόρεστου δανεισμού αντί της ενίσχυσης της παραγωγής μέσω της αύξησης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Ακόμα και αν δεχτούμε ότι δεν υπήρξε δόλος, είναι σίγουρο ότι υπήρξε ανικανότητα αντιμετώπισης των προβλημάτων που οδήγησαν στη χρεωκοπία.

 

Η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού είναι η βαθύτερη αιτία που οδήγησε στην έξωθεν επιβολή Μνημονίων. Λειτουργούμε με τρόπο ώστε πάντα να περιμένουμε από κάποιον άλλο να μας υποδείξει τί είναι σωτήριο για μας. Βαυκαλιζόμαστε ότι προσπαθούμε να εφαρμόσουμε αυτό που μας υποδεικνύουν αλλά, επειδή καταλαβαίνουμε ότι δεν παράγονται τα σωτήρια αποτελέσματα που ελπίζαμε, συνειδητοποιούμε ότι δεν υπάρχει φως. Με τον τρόπο αυτό δε μαθαίνουμε από τα λάθη μας και ψάχνουμε κάποιον καινούργιο από μηχανής Θεό για να μας λύσει τα προβλήματα – τα οποία πηγάζουν εξ’ολοκλήρου από τον εγωϊσμό και την έλλειψη ουσιαστικής συνεργασίας, όχι για να αξιοποιήσουμε τις υγιείς δυνάμεις της Χώρας αλλά για να μην αλλάξουμε τις δομές και τα πρόσωπα που έχουν συμβάλλει με πράξεις ή παραλήψεις τους στο σημερινό αδιέξοδο.

 

Για μικρό ή μεγάλο χρονικό διάστημα επιλέγουμε να ξεγελάμε τους εαυτούς μας, αυθυποβαλλόμενοι ότι αφενός δεν υπάρχει άσπρο – μαύρο και ότι τα πάντα είναι σχετικά, άρα η πραγματικότητα είναι κάπου στη μέση των δύο αντίθετων θέσεων (άρα ποτέ δεν κάνουμε λάθος) και, αφετέρου, υποκρινόμενοι ότι ξεφεύγουμε από το πρόβλημα μέσω της λήθης, αφήνοντάς το στο παρελθόν για πάντα, ωσάν κατά ένα μαγικό τρόπο να πάψει να μας απασχολεί (άρα ποτέ δεν έχουμε επιπτώσεις από κάτι που θα μπορούσε να θεωρηθεί λάθος).

 

Η Ελλάδα, ενώ για δεκαετίες φαινομενικά μεγεθύνεται με βάση τους απόλυτους αριθμούς, ουσιαστικά συρρικνώνεται: πληθυσμιακά, πνευματικά, ηθικά, παραγωγικά – και πλέον, την τελευταία πενταετία, και οικονομικά. Το Μνημόνιο δεν αποτελεί ένα εργαλείο πολιτικής που έχει σχεδιαστεί προκειμένου η εφαρμογή του να αυξήσει τις πιθανότητες της Ελλάδας να αναδιαρθρώσει το Κράτος και να εξορθολογίσει τα οικονομικά της με στόχο την ευχαιρέστερη εξυπηρέτηση των δανειακών της υποχρεώσεων. Αντιθέτως, έχει από μόνο του ουσιαστικές επιπτώσεις στη συρρίκνωσή της, με άμεσο αποτέλεσμα την ταχεία και ορατή, στο άμεσο μέλλον, μη αναστρέψιμη, εξαθλίωση του Λαού της, διάρρηξης του κοινωνικού της ιστού, και διατάραξης των γεωπολιτικών ισορροπιών και του ρόλου της Χώρας ως σταθεροποιητικού παράγοντα στην ευρύτερη περιοχή. Μια Εθνική Αντιπρόταση πρέπει να αντισταθμίζει αυτές τις επιπτώσεις με μακροχρόνιο εθνικό σχεδιασμό. Δεν μπορεί να είναι άλλος ένας ατελέσφορος πολιτικός μηχανισμός διανομής θέσεων διαχείρισης της εθνικής συρρίκνωσης.

 

Οι Ευρωπαίοι ηγέτες, όπως και οι ηγέτες της Συνόδου του G 8, εξέφρασαν την πολιτική βούλησή τους να παραμείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη, με παράλληλη τήρηση των δεσμεύσεων της Χώρας να γίνει ανταγωνιστική μέσω υλοποίησης διαρθρωτικών αλλαγών και δημοσιονομικής προσαρμογής (προγράμματα όπως το Μνημόνιο).

 

Επιπροσθέτως, αναγνώρισαν ως επιτακτική την ανάγκη συνδυασμού της υλοποίησης των ανωτέρων δεσμεύσεων με λήψη μέτρων αναπτυξιακής υφής, προκειμένου αρχικώς να περιοριστεί και εν συνεχεία να αναστραφεί η υφεσιακή πορεία της οικονομίας.

 

Τέλος, ζωτικής σημασίας είναι η αναγνώριση της ανάγκης δανεισμού των κρατών – μελών απευθείας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όπως δήλωσαν επισήμως ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καθώς και ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας.

 

Οποιοδήποτε σχέδιο αναδιαπραγμάτευσης του Μνημονίου και παράλληλης υλοποίησης ενός ” Marshall Plan ” θα έχει ως κύριο αποτέλεσμα τη βραχυπρόθεσμη αύξηση των κερδών του παρασιτικού επιχειρηματικού συστήματος που λειτουργούσε μέχρι σήμερα σε αγαστή συνεργασία με το φαύλο πολιτικό σύστημα. Στατιστικά θα εμφανιστεί ως μικρή μείωση της συρρίκνωσης του ΑΕΠ, προφανώς πλασματική, και δεν θα έχει οιοδήποτε παραγωγικό και, εν τέλει, αναπτυξιακό αντίκτυπο. Η ανάπτυξη προϋποθέτει ειλικρινή βούληση, τεχνογνωσία και χρόνο.

 

Οι μετέχοντες και οι θιασώτες του σαθρού μεταπολιτευτικού συστήματος λειτουργούν σα να μην τους αγγίζει τίποτα. Με την ανοχή, αν όχι την υποστήριξη αλλοδαπών κέντρων εξουσίας, οι Έλληνες χωρίζονται σταδιακά σε 2 παθητικούς ακολούθους είτε μιας κλειστής κρατικιστικής οικονομίας είτε μιας νομοτελειακής πορείας προς κοινωνικές εξεγέρσεις και κατάλυσης των θεσμών και των δομών της Δημοκρατίας. Αυτή είναι η επιθυμία της Ευρώπης για την εξέλιξη του Δημοκρατικού πολιτεύματος στην Ελλάδα;

 

Τα υγιή και παραγωγικά στοιχεία του Έθνους πρέπει άμεσα να συστοιχηθούν προκειμένου να προασπίσουν τα όνειρα και την αξιοπρέπεια του Έλληνα πολίτη. Ο χρόνος μέχρι την ανεξέλεγκτη αντίδραση ενός Λαού που υπομένει αγόγγυστα χωρίς ελπίδα και εθνική διέξοδο από την κρίση τελειώνει επικίνδυνα. Μετά τις εκλογές, όποιο και να είναι το αποτέλεσμα, χωρίς προηγούμενο ορισμό εθνικής στρατηγικής η οποία θα εμπλακεί στη διαμόρφωση βιώσιμων – για την Ελλάδα και την Ευρώπη – Ευρωπαϊκών θέσεων, η Χώρα μας θα έχει ελάχιστες μέρες να αποφασίσει με ποιο τρόπο θα αυτοκτονήσει. Αυτή είναι η αντίληψη της Ευρώπης για την εταιρική σχέση μεταξύ των κρατών – μελών;

 

Η συμμετοχή της Ελλάδος στην Κοινή Ευρωπαϊκή Αγορά δεν έγινε με έντιμους όρους. Η απαξίωση που είχε επιβάλλει η ασύδοτη λειτουργία της αγοράς με οικονομικούς όρους (ευκολία χρηματοοικονομικής κάλυψης καταναλωτικών αναγκών και μηδενική ανάπτυξη παραγωγικής βάσης) και ψυχολογικούς όρους (πρότυπα ζωής και κατανάλωσης χαμηλού ηθικού και πνευματικού βάθους και μακριά από κοινωνικούς ιστούς όπως η οικογένεια) οδήγησε την Ελληνική οικονομία σε παρασιτική λειτουργία. Και οι Ευρωπαίοι αρμόδιοι και οι Έλληνες συναρμόδιοι είχαν πλήρη γνώση. Μεγάλο μέρος των Ευρωπαϊκών κονδυλίων που εκταμιεύτηκαν για την Ελλάδα κατευθύνθηκαν είτε σε μη παραγωγικές επενδύσεις είτε σε υπερκοστολογημένα έργα με τη συμμετοχή μεγάλων Ευρωπαϊκών εταιριών: στήριξαν ουσιαστικά την Ευρωπαϊκή βιομηχανία. Αυτός ήταν ο στόχος της Ευρώπης για την χώρα που προστατεύει τα ανατολικά σύνορά της με αβάσταχτο κόστος σε αίμα και χρήμα;

 

Ποια είναι λοιπόν η μοναδική βιώσιμη, και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη, λύση;

 

Η Αντικατάσταση του Μνημονίου.

 

Η Αντικατάσταση του Μνημονίου αποτελεί:

 

Α) επαναδιαπραγμάτευση, επαναδιατύπωση, επαναξιολόγηση πτυχών ή σχεδόν του συνόλου των πολιτικών του υφιστάμενου Μνημονίου;

Όχι.

Οιαδήποτε τροποποίηση η οποία εδράζεται σε σαθρές πολιτικές βάσεις και αυτοδιαψευδόμενες οικονομικές παραδοχές θα έχει το ίδιο καταστροφικό αποτέλεσμα.

 

Β) έκφραση απροθυμίας για συνεργασία και άμεση μονομερή ενέργεια καταγγελίας του Μνημονίου;

Όχι.

Η καταγγελία του υφιστάμενου Μνημονίου θα έρθει ως φυσικό απότοκο της επιτυχούς κατάληξης των διαπραγματεύσεων σε νέο κείμενο με υγιείς πολιτικές και οικονομικές βάσεις.

 

Γ) επαναφορά στις προ Μνημονίου πρακτικές του παρελθόντος;

Όχι.

Η εθνική στρατηγική πρέπει να είναι συνεπής προς την επίτευξη εύλογων, βιώσιμων στόχων με πλήρη σεβασμό αφενός στην εθνική μας κυριαρχία και αφετέρου στα χρήματα των φορολογούμενων πολιτών των χωρών που συνδράμουν στην εξυπηρέτηση των δανειακών υποχρεώσεων της Χώρας. Η αλλαγή των δομών του Κράτους πρέπει να είναι ριζική και άμεση, εκτός πάσας μικροκομματικής λογικής, ώστε να εξασφαλίζεται η αναγκαία συνθήκη για την επίτευξη των οικονομικών στόχων και την αποτελεσματική εξυγίανση της Ελληνικής οικονομίας.

 

Η Αντικατάσταση του Μνημονίου αποτελεί συνολική διευθέτηση του προβλήματος καθώς θέτει υγιείς και ισόρροπες σχέσεις συνεργασίας μεταξύ της Ελλάδος και των πιστωτών της με πλήρη σεβασμό στις δεσμεύσεις των ηγετών ενώπιων των Κοινοβουλίων τους.

 

Οιαδήποτε άλλη προσέγγιση είναι ατελέσφορη και, ως εκ τούτου, αποτε λεί επικίνδυνη ουτοπία.

 

Η Εθνική Αντιπρόταση πρέπει να αποτελέσει, προ των επερχομένων εκλογών, τη βάση της εγχώριας διαπραγμάτευσης επί της οποίας ομόψυχα θα συστρατευτούν όλοι οι Έλληνες.

 

Πηγή: ikoima.org/main/subs/docs/elisi.pdf