Η αριστερά σήμερα

του Ηλία Φιλιππίδη

1. Το όραμα του Μάρξ

 

Ο  Μάρξ δεν είναι ούτε ο εφευρέτης του σοσιαλισμού ούτε ο ιδρυτής του εργατικού κινήματος.

 

Η πρωτοτυπία του έγκειται στην διαμόρφωση ενός πολιτικού οράματος, με κέντρο την εργατική τάξη, το οποίο εκκινεί από την γέννηση του κόσμου μέχρι την εσχατολογική (τελική)  περίοδο της ανθρωπότητας. Ο Μαρξισμός είναι ένα είδος θρησκείας με νομοτελειακή εσχατολογία χωρίς Θεό.

 

Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πως θα ήταν ο κόσμος χωρίς τον Μάρξ. Πολύ πιθανόν όχι χειρότερος. Αυτό πάντως που μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα είναι ότι :

 

α. Ο Μάρξ κατόρθωσε να αποκρυπτογραφήσει τον τρόπο λειτουργίας του καπιταλιστικού συστήματος (δημιουργία κεφαλαίου από την υπεραξία παραγωγής). Βεβαίως η θεωρία του δεν επαρκεί σήμερα για να ερμηνεύσει την μετατόπιση του κέντρου βάρους του καπιταλισμού από την πραγματική οικονομία και την βιομηχανική παραγωγή στον δεύτερο όροφο της χρηματοπιστωτικής οικονομίας.

β. Ο Μαρξισμός λειτούργησε περισσότερο ως σημαντική πρόκληση για την εξέλιξη του καπιταλισμού παρά ως βιώσιμη εναλλακτική πρόταση (κλασσική περίπτωση ο θεσμός των ανωνύμων εταιρειών).

 

Δεν αποκλείεται οι επιστήμονες του μέλλοντος να αποδείξουν ότι ο Μάρξ αξίζει να έχει μία περίοπτη θέση στην ιστορία, κυρίως διότι μόνο έτσι θα μπορούν να ερμηνεύσουν το φαινόμενο του Μάο Τσε Τούνγκ και τον ιδιαίτερο δρόμο της Κίνας…

Από μία κοινωνιολογική ανατομία του Μαρξισμού θα μπορούσαν να προκύψουν τα ακόλουθα :

 

α. Ο Μάρξ είχε μία φοβερή ικανότητα φιλοσοφικής συνθέσεως μεταξύ της θρησκείας, της φιλοσοφίας, της οικονομίας και της πολιτικής.

β. Διοχέτευσε όλη αυτή την σύνθετη δυναμική μέσα σε μία γραμμική και μονοδιάστατη αντίληψη του κόσμου με βάση τον ιστορικό υλισμό..

Έτσι έκτισε όλο το θεωρητικό οικοδόμημα του πάνω σε μία απόλυτη μέχρι και λανθασμένη βάση, ότι ο άνθρωπος δεν αποτελεί ανθρωπολογικό δεδομένο αλλά είναι ιστορικό ον. Δηλ. έρχεται στον κόσμο ως άγραφο χαρτί (tabula rasa) και η ιστορία είναι αυτή που τον διαμορφώνει και τον καθοδηγεί μέσα από τις κοινωνικές καταστάσεις και εξελίξεις.

γ. Πίστευε ότι η βάση της κοινωνίας είναι η οικονομία, ως η κοινωνικά οργανωμένη ύλη. Όταν η οικονομία συντονίζεται με την επιστήμη, δημιουργεί ένα ακλόνητο δεδομένο  : τον τεχνο-οικονομικό πολιτισμό.

Από αυτήν την τεχνο-οικονομική βάση ξεπηδούν όλοι οι θεσμοί, οι ιδέες και οι θρησκείες.

Το συμπέρασμά του είναι ότι όλος αυτός ο άυλος πολιτισμός είναι εξηρτημένος και αλλάζει κάθε φορά που αλλάζουν οι συνθήκες παραγωγής.

δ. Ο Μαρξισμός ως σύστημα σκέψεως είναι κλειστό. Δηλ. δεν προβλέπει τον αστάθμητο παράγοντα ούτε από μέσα ούτε απ’ έξω. (π.χ. την μόλυνση του περιβάλλοντος).

Αρκούμαστε στην επισήμανση ότι από τον Μάρξ λείπει η γεωπολιτική διάσταση του κόσμου. Ο κόσμος του Μάρξ είναι δομημένος ως μία παγκοσμιοποιημένη ευρωκεντρική πυραμίδα των βιομηχανικών χωρών, η οποία εδράζεται πάνω σε ένα κόσμο εξηρτημένων λαών μέσω της αποικοκρατίας ή λαών που βρίσκονται ακόμη στην προϊστορική φάση του πολιτικού πολιτισμού της ανθρωπότητας, δηλ. περιμένουν να εισέλθουν στην αστική και βιομηχανική κοινωνία.

 

Το συμπέρασμα είναι ότι ο Μάρξ δεν έδινε καμμία σημασία στις ιδιαιτερότητες των πολιτισμών. Απεναντίας τις θεωρούσε ως παράγοντα καθυστερήσεως και ως εμπόδιο στην ιδεολογική και πολιτική παγκοσμιοποίηση του κόσμου σύμφωνα με το όραμά του.

 

Για να κατανοήσουμε σήμερα τον Μαρξισμό, προτείνουμε την αξιολόγησή του (θετική ή αρνητική) με βάση το δικό του ερμηνευτικό σχήμα της ιστορίας.

 

Δηλ. να τον θεωρήσουμε ως μία πρόταση του ιδεολογικού εποικοδομήματος που προέκυψε από μία συγκεκριμένη βάση, που ήταν οι συνθήκες παραγωγής του πρώιμου καπιταλισμού.

 

2. Ένα σύγχρονο πλαίσιο πολιτικής σκέψεως

 

Για να μπορέσουμε να δούμε όσο γίνεται πιο αντικειμενικά τον σύγχρονο κόσμο, θα πρέπει :

 

α. να εφαρμόσουμε ένα τρόπο σκέψεως, ο οποίος επιτρέπει την γενική θεώρηση της πραγματικότητας και αυτός είναι η κοινωνιολογική σκέψη

β. να απαλλαγούμε από παρωπίδες και αγκυλώσεις που προέρχονται από παρωχημένα σχήματα σκέψεως και

γ. να χωρίσουμε την πολιτική προσέγγιση του κόσμου σε δύο επίπεδα : το ανθρωπολογικό και κοινωνιολογικό πλαίσιο σκέψεως καθώς και την ξεχωριστή ανάλυση του γεωπολιτικού αναγλύφου του κόσμου ως προκρίματα και πάνω αυτή την βάση να τεθούν οι οποιεσδήποτε πολιτικές προτάσεις – προγράμματα.

 

Κατά την γνώμη μας ένα τέτοιο βασικό και προκριματικό πλαίσιο αναλύσεως θα ήταν η  κλιμάκωση του πολιτικού και κοινωνικού προβλήματος του σύγχρονου κόσμου σε τρία επίπεδα : το ιδεολογικό, το πολιτικό και το κοινωνικό.

 

Το ιδεολογικό επίπεδο

 

Η ίδια η πολιτική χωρίζεται σε τρία επίπεδα : αξιακές επιλογές, προγραμματισμός, δράση.

 

Κάπου πρέπει να συγκεντρώνουμε τις αξιακές αναφορές της ανθρωπότητας και ο χώρος αυτός να είναι το εργαστήρι μας, όπου θα συνθέτουμε και θα επαναπροσδιορίζουμε τις επιλογές μας. Αυτός είναι ο χώρος των αξιών και των ιδεών και δεν μπορεί να είναι άλλος από έναν κατ’ εξοχήν ιδεολογικό χώρο. Η ιδεολογία έχει διπλό νόημα : αποτελεί και κοινωνιολογική ορολογία και αξιακή κατηγορία.

 

Βασικά το ιδεολογικό επίπεδο έχει οικουμενικό χαρακτήρα και συγκεντρώνει όλες τις πανανθρώπινες και πνευματικές αξίες, όπως είναι η ελευθερία η δικαιοσύνη, η κοινωνική αλληλεγγύη, η ευνομία, ο σεβασμός της ζωής και της αξιοπρέπειας και τα άλλα ανθρώπινα δικαιώματα, η προστασία του περιβάλλοντος.

 

Στο σημείο αυτό πρέπει να σταθούμε και να επισημάνουμε ορισμένες αντιφάσεις της εποχής μας : προστατεύονται τα μνημεία αλλά επιτρέπεται η αυθαιρεσία και η πλαστογραφία στην ιστορία. Προστατεύεται η ετερότητα αλλά δαιμονοποιείται η ταυτότητα. Καθιερώνεται η πολυπολιτισμική κοινωνία αλλά αποδομείται η πολιτισμική πολυμορφία του κόσμου.

 

Η πολιτική έχει υποχρέωση να λάβει υπόψιν της όλες τις αξιακές αναφορές αλλά και

αυτούς τους προβληματισμούς.

 

Το πολιτικό επίπεδο

 

Η κάθε πολιτική πρόταση έχει υποχρέωση να ξεκαθαρίζει τι αντιλαμβάνεται ως πολιτική.

 

Αφετηρία μονίμου προβληματισμού αποτελεί το υπαρξιακό ερώτημα : βάση της δημοκρατίας είναι ο πολίτης ή η πόλις;

 

Διευκρινίζω ότι τόσο για το ιδεολογικό όσο και για το πολιτικό επίπεδο ο τρόπος που σκεπτόμαστε ως Έλληνες πρέπει να έχει ως βάση τις αξίες και τις εμπειρίες της αρχαίας Ελλάδας.

 

Στην αρχαία ελληνική δημοκρατία βάση ήταν η πόλις και πάνω σε αυτή οικοδομείτο η πολιτική και στηριζόταν ο πολίτης.

 

Μόνο έτσι μπορεί να θεωρηθεί αυτονόητη η αρχή ότι το γενικό καλό τίθεται πάνω από τα ιδιωτικά συμφέροντα.

 

Όταν αυτή η αρχή σήμερα όχι απλώς αμφισβητείται αλλά ποδοπατείται από τα ισχυρά συμφέροντα, καταλήγει να είναι αριστερός, θέλοντας και μη, όποιος πιστεύει σ’ αυτήν και αγωνίζεται για να την προστατεύσει.

 

Όπως επίσης είναι αριστερός, όχι μόνο σήμερα αλλά σε όλες τις εποχές, όποιος ταυτίζει την πολιτική όχι με την εξουσία και την δύναμη αλλά με τις αξίες της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της κοινωνικής αλληλεγγύης.

 

Στην εποχή μας οι παλαιοί όροι «αριστερός» και «δεξιός» έχουν χάσει το νόημά τους, όχι γιατί ο κόσμος έπαυσε να χωρίζεται σε δύο αντιμαχόμενες ιδεολογικές μερίδες αλλά διότι έχουν μετατοπισθεί μέχρι και ανατραπεί οι διαχωριστικές γραμμές.

Π.χ είναι σήμερα δεξιός ή αριστερός αυτός που πιστεύει στην έννοια του έθνους και την ανάγει σε ιδανικό;

 

Η απάντηση εξαρτάται από δύο προϋποθέσεις :

 

α. εάν το έθνος – κράτος στο οποίο ανήκει, ασκεί ιμπεριαλιστική πολιτική, μπορεί ο ενεργός πολίτης αυτού του κράτους να διατηρεί την έννοια του έθνους του ως πολιτισμική ταυτότητα αλλά πολιτικά στρατεύεται υπέρ των πανανθρώπινων ιδανικών. Στην περίπτωση αυτή, αυτοί που προτάσσουν την έννοια του έθνους και καλούν τους πολίτες στο όνομα του πατριωτισμού να υποστηρίξουν την ιμπεριαλιστική πολιτική της πατρίδας τους, είναι οι δεξιοί, ενώ οι ενεργοί πολίτες που χωρίς να απαρνούνται την πατρίδα τους, επικρίνουν την ιμπεριαλιστική πολιτική της, χαρακτηρίζονται από το σύστημα εξουσίας ως αριστεροί και ελλειμματικοί πατριώτες, ακόμη και ως απάτριδες.

β. Αντιθέτως οι πατριώτες ενός κράτους – έθνους της περιφέρειας ή του τρίτου κόσμου, το οποίο υποφέρει από τον ιμπεριαλισμό, δεν έχουν δίλημμα ανάμεσα τον εθνοτισμό τους και τα πανανθρώπινα ιδανικά. Όταν το έθνος μου στοχοποιείται από τις δυνάμεις της παγκόσμιας ολιγαρχίας, δεν νοείται μόνο ως ταυτότητα αλλά ανάγεται και σε πανανθρώπινο ιδανικό.

 

Στην περίπτωση αυτή η έννοια του έθνους «εθνικοποιείται» και διεθνοποιείται. Καταργείται έτσι η διάκριση δεξιού και αριστερού πατριώτη. Όλοι καλούμαστε να είμαστε πρωτ’ απ’ όλα ΕΛΛΗΝΕΣ.

Π.χ. είναι αριστερός ή δεξιός σήμερα αυτός που βάζει ως πολιτική αφετηρία τον αγώνα του την ενότητα του λαού;

 

Οι παλαιοί διεθνιστές και οι ταξικοί πρόμαχοι και των δύο πλευρών θα πουν ότι αυτό είναι συντηρητισμός ή εθνική προδοσία. Όμως όσοι ξέρουν να διαβάζουν τα «σημεία των καιρών» του παγκοσμιοποιημένου και νεοταξικού γεωπολιτικού ορίζοντα, θα πουν ότι η ενότητα του λαού είναι και αφετηρία και στόχος του εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα.

 

Έτσι έχει προσδιορίσει το ιδεολογικό πλαίσιο τον αγώνα του ΚΑΠ ο ιδρυτής του, Μίκης Θεοδωράκης.

 

Το ΚΑΠ αγωνίζεται για μία ιδεολογικά ακόμη και οργανωτικά (αυτό-οργάνωση) αυτοδύναμη ελληνική κοινωνία.

 

Αυτός ο στόχος αποτελεί βασική προϋπόθεση για την λειτουργία μιας δημοκρατίας, η οποία τουλάχιστο σέβεται το όνομά της.

 

Όμως είναι αφελείς όσοι πιστεύουν ότι μπορούμε να πάμε στην άμεση δημοκρατία χωρίς προηγουμένως να έχουμε πετύχει την πολιτική χειραφέτηση της κοινωνίας μας από την εξουσία και την κομματοκρατία.

 

Το κοινωνικό επίπεδο

 

Ένα βασικό χαρακτηριστικό της σημερινής ελλαδικής πραγματικότητας είναι η πλήρης αποτυχία της παραδοσιακής αριστεράς να επιβάλει στον πολιτικό λόγο την ορολογία της και να μονοπωλήσει τον χώρο της συνολικής πολιτικής αριστεράς.

 

Σήμερα το πολιτικό φάσμα φαίνεται ότι χωρίζεται σε τρεις κατηγορίες :

α. τους αντισυστημικούς που θέτουν ως πρωταρχικό σκοπό τους την εθνική και παλλαϊκή συσπείρωση για την εθνική ανεξαρτησία

β. τους συστημικούς που περιορίζουν το πρόβλημα της Ελλάδας στο δημοσιονομικό έλλειμμα και την αναποτελεσματικότητα του κράτους και θεωρούν το Μνημόνιο ως μονόδρομο και

γ. αυτούς οι οποίοι, είτε είναι συστημικοί είτε όχι, δεν θέτουν θέμα εθνικής ανεξαρτησίας και δεν βλέπουν τον λαό ως σύνολο αλλά περιορίζονται στην ταξική διαφοροποίηση της κοινωνίας μας μεταξύ εργοδοτών (ιδιωτικής πρωτοβουλίας) και εργαζομένων.

 

Ο Μίκης Θεοδωράκης έχει καθιερώσει τον όρο κοινωνική αριστερά και σε αυτήν εντάσσει όλα τα θύματα της πολιτικής του Μνημονίου. Στην πραγματικότητα θεωρεί ότι η συντριπτική  πλειοψηφία του λαού μας ανήκει τουλάχιστον «θέσει», στην κοινωνική αριστερά.

 

Δυστυχώς τα «ονόματι» αριστερά κόμματα της πατρίδας μας δεν έχουν κερδίσει την εμπιστοσύνη του λαού μας και δεν μπορούν να διαχειρισθούν σωστά την ευθύνη που τους αναλογεί.

 

Αυτό το αναμφισβήτητο γεγονός αυξάνει τις ευθύνες του ΚΑΠ ιδιαίτερα στο πεδίο της ενημερώσεως και συσπειρώσεως του λαού μας.

http://www.spitha-kap.gr/el/articles/article/?nid=3537