Διατροφικές συνήθειες των παιδιών στην Ελλάδα – υπάρχει ανάγκη λήψης μέτρων;

Αντώνης Ζαμπέλας, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Ο σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης ήταν να εκτιμήσει τα επίπεδα και την

αιτιολογία της παιδικής παχυσαρκίας στην Ελλάδα σε αντιπροσωπευτικό

πανελλαδικό δείγμα μαθητών δημοτικού από αστικές, ημιαστικές και αγροτικές

περιοχές, ηλικίας 10-12 ετών. Επιπρόσθετοι στόχοι ήταν ο έλεγχος του βαθμού

συμμόρφωσης των παιδιών με της αρχές της Μεσογειακής διατροφής καθώς και

η ταυτοποίηση των κοινωνικο-οικονομικών παραγόντων που επηρεάζουν τον

επιπολασμό της παιδικής παχυσαρκίας.

Η δειγματοληψία ήταν τυχαία και διαστρωματοποιημένη ανά γεωγραφική

περιοχή. Εκτός από τις ανθρωπομετρικές μετρήσεις που πραγματοποιήθηκαν,

τα παιδιά συμπλήρωσαν ένα ημι-ποσοτικό ερωτηματολόγιο συχνότητας

κατανάλωσης τροφίμων του οποίου η εγκυρότητα και επαναληψιμότητα είχε

ελεγχθεί, αλλά και ειδικά σχεδιασμένα ερωτηματολόγια αξιολόγησης

κοινωνικο-οικονομικών παραγόντων, διατροφικών συνηθειών, τάσεων

απέναντι στο φαγητό και εκτίμησης της σωματικής δραστηριότητας. Η εκτίμηση

του επιπέδου σωματικής δραστηριότητας των παιδιών έγινε με το διεθνές

ερωτηματολόγιο IPAQ-C και η αξιολόγηση της εφαρμογής των συστάσεων της

Μεσογειακής διατροφής των παιδιών με βάση το δείκτη KIDMED. Οι

γονείς/κηδεμόνες των παιδιών εκτός από τη συγκατάθεσή τους για την

πραγματοποίηση μετρήσεων στα παιδιά τους κλήθηκαν να συμπληρώσουν ένα

ερωτηματολόγιο συλλογής των παρακάτω πληροφοριών: δημογραφικά και

ανθρωπομετρικά στοιχεία, κοινωνικο-οικονομικά στοιχεία, αντιλήψεις των

γονέων για τη διατροφή του παιδιού, στοιχεία για τις διατροφικές συνήθειες.

Το συνολικό δείγμα από το οποίο συλλέχθηκαν πλήρη στοιχεία αποτελούνταν

από 4786 παιδιά. Ο συνολικός αριθμός των γονέων που παρείχαν πλήρη

στοιχεία ήταν 2315. Σύμφωνα με τα κριτήρια του IOTF στο συνολικό

Πανελλαδικό δείγμα παιδιών το ποσοστό υπέρβαρου και παχυσαρκίας ήταν 29%

και 11,2%, αντίστοιχα. Τα ποσοστά αυτά ήταν υψηλότερα στα αγόρια, ενώ δεν

παρατηρήθηκαν διαφορές μεταξύ παιδιών από αστικές και ημιαστικές περιοχές.

Σε ότι αφορά τα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας, δεν παρατηρήθηκαν

διαφορές μεταξύ φυσιολογικών και υπέρβαρων ή παχύσαρκων παιδιών.

Σχετικά με την αξιολόγηση της εφαρμογής των συστάσεων της Μεσογειακής

διατροφής, μόνο το 4,3% των παιδιών βρέθηκε να ακολουθεί σε υψηλό βαθμό

της συστάσεις. Ο δείκτης αξιολόγησης KIDMED δεν βρέθηκε να διαφέρει μεταξύ

φυσιολογικών και υπέρβαρων ή παχύσαρκων παιδιών. .στόσο τα παιδιά με

υψηλότερη βαθμολογία είχαν πιο υγιεινές συνήθειες σε επίπεδο συχνότητας

κατανάλωσης τροφίμων και υψηλότερα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας.

Στην ανάλυση λογιστικής παλινδρόμησης φάνηκε ότι οι σημαντικότεροι

παράμετροι πρόβλεψης της παιδικής παχυσαρκίας ήταν η ηλικία και το

επάγγελμα της μητέρας, τα χρόνια σπουδών του πατέρα και η κατάταξη

σύμφωνα με το |ΜΣ των γονέων σε υπέρβαρους και παχύσαρκους.

Συγκεκριμένα, τα παιδιά των οποίων οι μητέρες είχαν μικρότερη ηλικία και

ήταν ελεύθεροι επαγγελματίες ή ιδιωτικοί υπάλληλοι είχαν μεγαλύτερη

πιθανότητα να είναι υπέρβαρα/παχύσαρκα. Αντίθετα η αύξηση των ετών

σπουδών του πατέρα και τα φυσιολογικά επίπεδα |ΜΣ και των δυο γονέων είχε

προστατευτική επίδραση στη πιθανότητα εκδήλωσης παιδικής παχυσαρκίας. Τα

αποτελέσματα της Πανελλαδικής μελέτης δείχνουν ότι το πρόβλημα της

παιδικής παχυσαρκίας είναι ιδιαίτερα έντονο και έχει κλιμακωθεί σε όλες τις

περιοχές της χώρας, καθώς τα επίπεδά της στη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα

είναι τα υψηλότερα που έχουν καταγραφεί. Παράλληλα τα παιδιά φαίνεται ότι

απομακρύνονται από το μοντέλο της Μεσογειακής διατροφής. Για να γίνει

εφικτή η αλλαγή της διατροφικής συμπεριφοράς των παιδιών, πρέπει ο

σχεδιασμός προγραμμάτων διατροφικής παρέμβασης να λάβει υπόψη τους

κοινωνικο-οικονομικούς παράγοντες που επηρεάζουν τον επιπολασμό__της.

 efet.gr