Η επιστροφή χρημάτων (για λόγους προώθησης πωλήσεων προϊόντων), σε ιδιώτες καταναλωτές που είναι εγγεγραμμένοι – πιστοποιημένοι χρήστες μιας ιστοσελίδας, για κάθε αγορά που πραγματοποιούν από τα συνεργαζόμενα με την ιστοσελίδα αυτή διαδικτυακά (on line) καταστήματα, ως έκπτωση, δεν αποτελεί εισόδημα για τα φυσικά πρόσωπα, καθόσον αφενός μεν δεν περιλαμβάνεται σε καμία από τις κατονομαζόμενες κατηγορίες εισοδήματος του άρθρου 7 του Κ.Φ.Ε., αφετέρου δεν φέρει τα εννοιολογικά γνωρίσματα του εισοδήματος.
Αυτό διευκρινίζεται με εγκύκλιο που εξέδωσε πρόσφατα ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων Γ. Πιτσιλής. Στην ίδια εγκύκλιο τονίζεται όμως ότι οι επιστροφές των χρηματικών ποσών αυτών πρέπει να αφαιρούνται από το σύνολο των καταναλωτικών δαπανών που πραγματοποιούνται από μισθωτούς ή συνταξιούχους φορολογούμενους και αντιστοιχούν σε απαιτούμενο προσκομισθέν ποσό αποδείξεων, βάσει του οποίου υπολογίζεται η μείωση του ετήσιου φόρου εισοδήματος.
Επιπλέον συνάγεται ότι για την τεκμηρίωση των εν λόγω συναλλαγών, πρέπει να εκδίδεται από την οντότητα που διαχειρίζεται την ιστοσελίδα επιστροφής παραστατικό όπως π.χ. «τίτλος κτήσης», απόδειξη δαπάνης κλπ. Το εν λόγω παραστατικό θα πρέπει να περιλαμβάνει τα στοιχεία των συμβαλλομένων, καθώς και τα στοιχεία της συναλλαγής.
Εναλλακτικά αντί της έκδοσης ειδικού παραστατικού, για κάθε έναν από τους τελικούς καταναλωτές, ο οποίος λαμβάνει τη χορηγούμενη έκπτωση, δύναται να συντάσσεται κατάσταση, η οποία θα περιλαμβάνει τα στοιχεία που προαναφέρονται. Σε περίπτωση που δεν είναι γνωστά, στην οντότητα που διαχειρίζεται την ιστοσελίδα, τα στοιχεία των ιδιωτών καταναλωτών αντισυμβαλλόμενων της, η απόδειξη της συναλλαγής (επιστροφή χρηματικών ποσών) θα πρέπει να προκύπτει με κάθε πρόσφορο μέσο όπως π.χ. από τον χορηγούμενο, για την επιστροφή χρηματικών ποσών, αριθμό λογαριασμού τράπεζας (IBAN) των ιδιωτών καταναλωτών.