Η Ευρωζώνη κάνει “επώδυνα” βήματα προς τη σταθερότητα

Η ανεργία θα «αγγίξει» τα 20 εκατομμύρια στα τέλη του 2013

Τα επιτόκια θα παραμείνουν στο 0,75% μέχρι το 2017

Οι επενδύσεις δεν θα ανακάμψουν μέχρι το 2014

Η Ελλάδα απομακρύνθηκε από την πιθανότητα εξόδου της από την Ευρωζώνη

 

Συρρίκνωση κατά 0,2% αναμένεται να εμφανίσει το 2013, το ΑΕΠ της Ευρωζώνης, παρουσιάζοντας μικρή ανάκαμψη της τάξεως του 1,3%, ετησίως, κατά το χρονικό διάστημα 2014 και 2016. Οι προβλέψεις αυτές της Ernst & Young, περιλαμβάνονται στην έκδοση του Eurozone Forecast (EEF) Χειμώνας 2012. Παρόμοια ποσοστά ανάπτυξης αναμένονται και για το υπόλοιπο της δεκαετίας ενώ οι αποκλίσεις μεταξύ των χωρών Βορρά και Νότου θα διατηρηθούν στο άμεσο μέλλον, καθώς για ορισμένες χώρες του Νότου δεν προβλέπεται ανάπτυξη πριν το 2015.

Παρά το γεγονός ότι η πιθανότητα εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη έχει μειωθεί από 15% σε 5%, σύμφωνα πάντα με τις προβλέψεις του Eurozone Forecast, δεν θα υπάρξει επιστροφή στην ανάπτυξη μέχρι να αρθούν και οι υπόλοιπες επιφυλάξεις, οι οποίες αφορούν στο ευρώ. Πρέπει να ληφθούν και άλλα μέτρα από την ΕΚΤ και τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για να εκλείψουν και οι τελευταίες ανησυχίες . Υπάρχουν ωστόσο ενθαρρυντικές ενδείξεις ότι το μίγμα πολιτικής μετατοπίζεται από τη λιτότητα προς τις πολιτικές εκείνες που αποσκοπούν στην ενίσχυση της ανάπτυξης, ιδιαίτερα σε κρίσιμες αγορές όπως της Ιρλανδίας και της Ισπανίας.

Η Marie Diron, Senior Economic Adviser του Ernst & Young Eurozone Forecast σχολιάζει: «Οι αγορές, αυτό το χρονικό διάστημα, εμφανίζονται περισσότερο σίγουρες ότι η Ευρωζώνη θα επιβιώσει, σε σύγκριση με τις αρχές του καλοκαιριού. Ωστόσο, οι ρυθμοί ανάπτυξης των

χωρών της Ευρωζώνης θα συνεχίσουν να αποκλίνουν, με τις χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα να εξακολουθούν να παρουσιάζουν υψηλότερες επιδόσεις από τις προβληματικές χώρες της περιφέρειας, οι οποίες θα δυσκολευθούν να επιτύχουν θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης κατά τα επόμενα χρόνια.»

Το περιβάλλον αυτό θα είναι δύσκολο, τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τις πολιτικές ηγεσίες. Οι επιχειρήσεις, θα πρέπει να προετοιμασθούν για μια «χαμένη ευρωπαϊκή δεκαετία», καθώς η ανάπτυξη θα παραμείνει υποτονική και η ανεργία θα συνεχίσει να αυξάνεται καθ ‘όλο το 2013, φθάνοντας περίπου τα 20 εκατομμύρια. Η κορύφωση της ανεργίας αναμένεται να καθυστερήσει και να είναι υψηλότερη στις περιφερειακές οικονομίες, όπου το ποσοστό της ανεργίας αναμένεται να ξεπεράσει το 28% στην Ελλάδα, το 26% στην Ισπανία και σχεδόν το 17% στην Πορτογαλία.

Ο Mark Otty,  Area Managing Partner της Ernst & Young για την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή, την Ινδία και την Αφρική σχολιάζει: «Οι επικεφαλής των επιχειρήσεων, θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι το περιβάλλον στο οποίο λειτουργούν σήμερα θα αποτελέσει τη νέα σταθερά. Οι εταιρείες δεν μπορούν πλέον να θεωρούν δεδομένο ότι, η ανάπτυξη θα προέλθει  από τις εγχώριες αγορές τους. Η ανάπτυξη αναμένεται να προέλθει από τη μείωση του κόστους, την κατάκτηση μεριδίου αγοράς και τις εξαγωγές προς χώρες με υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης».

Το αναθεωρημένο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας

Η αναθεώρηση του τρέχοντος προγράμματος διάσωσης για την Ελλάδα ανακοινώθηκε στα τέλη Νοεμβρίου, μετά από μακρές διαπραγματεύσεις με την τρόικα των επίσημων πιστωτών, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΕ).

Μετά την επικύρωση τους, τα συμφωνηθέντα μέτρα θα επιτρέψουν τη σταδιακή  αποδέσμευση, μετά από μεγάλη καθυστέρηση, ποσού 43,7 δισεκατομμυρίων ευρώ από το πακέτο διάσωσης. Η ελληνική κυβέρνηση χρειάζεται τα κεφάλαια αυτά για τη πληρωμή καθυστερημένων οφειλών και για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος.

Η αναθεώρηση αυτή έρχεται με καθυστέρηση και αποτελεί βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Όμως, ενώ τα μέτρα αυτά «απομακρύνουν» τον κίνδυνο εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη για τον επόμενο χρόνο, δεν αντιμετωπίζουν τη μεσοπρόθεσμη κρίση χρέους. Προβλέπεται ότι θα απαιτηθεί μια πιο ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους στο μέλλον για να διασφαλισθεί μόνιμα η θέση της Ελλάδας στην Ευρωζώνη. Η απομείωση του χρέους των επίσημων δανειστών παραμένει ένα πραγματικό ενδεχόμενο.

Ο βασικός κίνδυνος για την αριθμητική του Ελληνικού χρέους είναι η ανησυχητική οικονομική συρρίκνωση. Κατά το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, η παραγωγή μειώθηκε κατά 6,9% σε ετήσια βάση μετά από μείωση κατά 6,3% το δεύτερο τρίμηνο. Η ανεργία βρίσκεται σήμερα στο 26% και συνεχίζει να αυξάνεται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.

Τον Νοέμβριο το ελληνικό κοινοβούλιο ψήφισε μετά από μεγάλη καθυστέρηση ένα πακέτο μέτρων λιτότητας ύψους 13,5 δισεκατομμυρίων ευρώ για το 2013 – 14. Τα μέτρα περιλαμβάνουν περικοπές σε συντάξεις, μισθούς και παροχές, καθώς και μια δέσμη μεταρρυθμίσεων της αγοράς εργασίας. Οι επίσημοι πιστωτές έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι ενδέχεται να απαιτηθούν περαιτέρω μέτρα συνολικού ύψους 4 δις ευρώ για το 2015 – 16. Όσον αφορά στο  ΑΕΠ αυτό προβλέπεται ότι θα μειωθεί περισσότερο από 4% το 2013 μετά από μια εκτιμώμενη συρρίκνωση 6,3% το 2012.

«Η Ελλάδα, μετά από αρκετούς μήνες «αναταράξεων», βρίσκεται μπροστά σε νέες συνθήκες, οι οποίες δημιουργούν και τις κατάλληλες προοπτικές για ταχεία ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας», υποστηρίζει ο διευθύνων σύμβουλος της Ernst & Young Ελλάδος κ.Πάνος Παπάζογλου. «Τα τελευταία επίσημα στοιχεία παρουσιάζουν σαφείς ενδείξεις διορθωτικής προσαρμογής βασικών μεγεθών, από τα οποία αναμένεται να αρχίσει η εξισορρόπηση και η αναδιάρθρωση της οικονομίας μας (μείωση του ελλείμματος ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, υποχώρηση του πληθωρισμού κ.α.). Κατόπιν όλων αυτών, το κλίμα στην χώρα μας μπορεί γρήγορα να αναστραφεί και να γίνει αντιληπτό απ΄όλους μας ότι το τέλος της ύφεσης πλησιάζει»  τονίζει χαρακτηριστικά ο κ.Παπάζογλου.

Κάμψη της εμπιστοσύνης παρά τις προσπάθειες των διαμορφωτών της πολιτικής

Καθώς η αναζήτηση ενός πλαισίου πολιτικής που θα εξασφαλίζει την επιβίωση της Ευρωζώνης παραμένει, η εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των καταναλωτών δεν έχει βελτιωθεί όπως συνέβη με τις χρηματοπιστωτικές αγορές τον περασμένο Ιούλιο οπότε η ΕΚΤ, μετά την ομιλία Draghi, δεσμεύθηκε ότι θα κάνει «ότι χρειασθεί» για να διατηρηθεί η Ευρωζώνη. Στην πραγματικότητα οι δείκτες εμπιστοσύνης τόσο των επιχειρήσεων όσο και των καταναλωτών μειώθηκαν συστηματικά κατά τους τελευταίους 12-18 μήνες.

Μέχρι να βελτιωθεί η εμπιστοσύνη, οι επιχειρήσεις θα παραμείνουν επιφυλακτικές και θα περιορίσουν τις επενδυτικές δαπάνες, τις προσλήψεις και τις συγχωνεύσεις & εξαγορές. Ως εκ τούτου, το EEF προβλέπει μείωση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου κατά 1,2% το 2013 σε συνέχεια της αναμενόμενης μείωσης κατά 3,6% το 2012. Καθώς θα λαμβάνονται επιπλέον μέτρα για να διασφαλισθεί η επιβίωση της Ευρωζώνης στη διάρκεια του 2013, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη θα βελτιωθεί σταδιακά και συνεπώς η EEF αναμένει αύξηση των επενδύσεων κατά 2,3% το 2014.

Το EEF προβλέπει, επίσης, ότι οι επιχειρηματικές επενδύσεις είναι πιθανόν να μειωθούν περαιτέρω καθώς οι όροι δανεισμού θα παραμείνουν αυστηροί για το άμεσο μέλλον. Οι τελευταίες έρευνες  τραπεζικού δανεισμού φανερώνουν μια τάση εφαρμογής, ολοένα και περισσότερο, αυστηρών όρων δανεισμού που θα επηρεάσουν ιδιαίτερα τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ). Χαλάρωση των όρων δανεισμού, δεν αναμένεται μέχρι η οικονομία της Ευρωζώνης αρχίσει να αναπτύσσεται και πάλι, το οποίο το EEF εκτιμά ότι θα συμβεί κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2013.

Η Marie Diron σχολιάζει: «Οι όροι δανεισμού, θα βελτιωθούν μόνον όταν η εμπιστοσύνη των τραπεζών σχετικά με τις προοπτικές της οικονομίας, βελτιωθεί. Για να συμβεί αυτό, όπως και στην περίπτωση της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης, απαιτούνται επιπλέον βήματα προς ενοποίηση καθώς και η λήψη μέτρων τόνωσης της ανάπτυξης».

«Αχτίδες ελπίδας» για την περιφέρεια

Βραχυπρόθεσμα, οι οικονομίες της περιφέρειας αναμένεται να συνεχίσουν να υστερούν στην επίτευξη των επίσημων προβλέψεων, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται επιπλέον υπερβάσεις των στόχων ως προς το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέο, κατά τα επόμενα χρόνια. Το EEF προβλέπει παράταση της ύφεσης με μείωση της εγχώριας ζήτησης το 2013 για την Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ιταλία και την  Ισπανία, αλλά θετική ανάπτυξη του ΑΕΠ για την Ιρλανδία.

Παρά το γεγονός ότι, οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές για τις οικονομίες της περιφέρειας παραμένουν δυσοίωνες, μεσοπρόθεσμα έχουν αρχίσει να εμφανίζονται κάποιες «αχτίδες φωτός». Σημαντική πρόοδος έχει σημειωθεί στην αναδιάρθρωση των οικονομιών των χωρών της περιφέρειας. Πιο συγκεκριμένα, χώρες όπως η Ιρλανδία και η Ισπανία έχουν επιτύχει μεγάλες αυξήσεις στην παραγωγικότητα. Αυτό έχει βοηθήσει στην αναστροφή των αρνητικών τάσεων της ανταγωνιστικότητας και αντανακλάται στη σημαντική αύξηση των εξαγωγών. Ωστόσο, η αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας δεν έχει ολοκληρωθεί. Σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο, οι αλλαγές αυτές οδήγησαν σε σημαντική συμπίεση των εισοδημάτων των νοικοκυριών, τα οποία με τη σειρά τους, οδηγούν σε περαιτέρω εμβάθυνση και παράταση της ύφεσης στις χώρες αυτές.

Η Marie Diron σχολιάζει: «Οι ισχυρές εξαγωγές συνέβαλαν στη μείωση των ελλειμμάτων τρεχουσών συναλλαγών, τα οποία ήταν πολύ μεγάλα κατά την έναρξη της κρίσης και αποτελούσαν ένα από τα συμπτώματα των ανισορροπιών στις οικονομίες αυτές. Με τη σειρά του αυτό έχει αμβλύνει να προβλήματα χρηματοδότησης, καθώς οι εισροές ξένων κεφαλαίων είχαν στερέψει. Ωστόσο, τα οφέλη από την εξέλιξη αυτή δεν θα γίνουν αισθητά στο άμεσο μέλλον».

Μια περαιτέρω ώθηση των εξαγωγών θα μπορούσε να προκύψει από τη μείωση των επιτοκίων, ωστόσο, οι πρόσφατες ανακοινώσεις της ΕΚΤ δηλώνουν ότι σε αυτή τη φάση δεν προβλέπεται παρόμοια πολιτική ή περαιτέρω ποσοτική χαλάρωση. Το EEF προβλέπει ότι η ΕΚΤ θα διατηρήσει τα επιτόκια σταθερά μέχρι το 2017, καθώς είναι περισσότερο πιθανές οι αρνητικές αποκλίσεις από τις προβλέψεις και η ύφεση εκτιμάται ότι αποτελεί μεγαλύτερο κίνδυνο από αυτόν του πληθωρισμού. Ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί κατά το ήμισυ και να διαμορφωθεί σε 1,3% το 2015 από 2,5% το 2012.

Οι προοπτικές

Η Marie Diron καταλήγει: «Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν κάποιες θετικές ενδείξεις για την Ευρωζώνη, βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή της διαδρομής. Περαιτέρω βήματα για την ολοκλήρωση ενός πλαισίου τραπεζικής και δημοσιονομικής ενοποίησης, η εισαγωγή κάποιας μορφής ευρωομολόγων και η πλήρης εφαρμογή του Συμφώνου Ανάπτυξης θα συμβάλουν στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Ωστόσο, δεν αναμένεται να διαφοροποιήσουν, στο άμεσο μέλλον, τις προοπτικές για τη ζήτηση και την ανάπτυξη».