Του ΝΙΚΟΥ ΧΟΥΝΤΗ*
1. Την περασμένη εβδομάδα το οικονομικό νέο που απασχόλησε τα ελληνικά και διεθνή μέσα ενημέρωσης, ήταν η απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συγκεκριμένα του Συμβουλίου Υπουργών Οικονομικών (ECOFIN) να κινήσει τις διαδικασίες για την επιβολή κυρώσεων στην Ισπανία και την Πορτογαλία, λόγω των υπερβολικών ελλειμμάτων των δυο αυτών χωρών.
Με αφορμή αυτές τις εξελίξεις η ελληνική κυβέρνηση, γνωστή για τις επικοινωνιακές της ακροβασίες, χωρίς ίχνος ντροπής, διέρρεε στον ελληνικό τύπο ότι ο έλληνας Υπουργός Οικονομιών, μετά από εντολή του έλληνα Πρωθυπουργού, εξέφρασε «με νόημα» την αντίδραση και τη διαφωνία της Ελλάδας στην επιβολή προστίμων.
Δυστυχώς, όμως, «το νόημα» της θέσης της ελληνικής κυβέρνησης δεν το «έπιασε» κανένας Σόιμπλε ή Ντάιζεμπλουμ ή Μοσκοβισί, αφού η νέα δομή της ΟΝΕ και του Ευρώ, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί μετά την κρίση χρέους και την επιβολή των Μνημονίων, αποτελεί μια πραγματική δημοσιονομική και οικονομική φυλακή, ένα Μνημονιακό καθεστώς πανευρωπαϊκού επιπέδου.
Πιο συγκεκριμένα, με το ξέσπασμα της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη και την επιβολή στην Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Κύπρο, Μνημονίων, οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η γραφειοκρατία των Βρυξελλών, αποφάσισαν να αναμορφώσουν το πλαίσιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ) με στόχο τη θωράκιση του κοινού νομίσματος, του Ευρώ.
2. Η μέχρι τότε κριτική απέναντι στο Ευρώ εστίαζε στον ατελή τρόπο με τον οποίο είχε προχωρήσει η ευρωπαϊκή ενοποίηση των χωρών της Ευρωζώνης. Λέει η συγκεκριμένη κριτική, βασιζόμενη στο μοντέλο της άριστης νομισματικής περιοχής, ότι μια νομισματική ένωση θα πρέπει να έχει ένα κοινό νόμισμα, με μία κεντρική τράπεζα που να επιβάλει ένα, όσο το δυνατόν ενιαίο, επιτόκιο και μία συναλλαγματική ισοτιμία.
Ωστόσο, μαζί με το κοινό νόμισμα, η ΟΝΕ θα πρέπει με κάποιο τρόπο να έχει έναν συντονισμό, όσον αφορά τη δημοσιονομική και την οικονομική πολιτική των κρατών-μελών, ιδιαίτερα σε περιόδους που η οικονομική ύφεση ή άλλα οικονομικά σοκ, επηρεάζουν, με διαφορετικό κάθε φορά τρόπο, τα κράτη-μέλη.
Επομένως, τα απαραίτητα μεταρρυθμιστικά βήματα της ΟΝΕ θα έπρεπε να είναι «η περισσότερη Ευρώπη», δηλαδή, ο μεγαλύτερος συντονισμός των προϋπολογισμών, ένας μεγαλύτερος προϋπολογισμός, ώστε να δίνονται αναπτυξιακές ενέσεις σε εκείνες τις περιοχές που πλήττονται περισσότερο και ασύμμετρα από την οικονομική κρίση, η κοινή έκδοση ευρωπαϊκού χρέους με τη μορφή των ευρωομολόγων, η πιο επιθετική παρέμβαση της ΕΚΤ στην αγορά κρατικού και ιδιωτικού χρέους ή η ένωση των κατακερματισμένων τραπεζικών αγορών.
3. Λίγο ως πολύ αυτή ήταν η κριτική απέναντι στην ηγεσία της ΕΕ την περίοδο της κρίσης χρέους, ιδιαίτερα από οικονομολόγους που (αυτό) χαρακτηρίζονται ως Κευνσιανοί ή Προοδευτικοί ή Ετερόδοξοι, ακόμα και Αριστεροί. Τι έκανε, όμως, η ευρωπαϊκή νεοφιλελεύθερη ηγεσία; Πως αντέδρασε η γερμανική κυβέρνηση σε αυτή την κριτική;
Την εισάκουσε απολύτως και έπραξε ακριβώς αυτό που της ζητούσαν οι επικριτές της, λαμβάνοντας όμως υπόψη τους πολιτικούς συσχετισμούς εντός της ΟΝΕ και τα οικονομικά συμφέροντα του κάθε κράτους μέλους.
Έτσι ο συντονισμός της δημοσιονομικής πολιτικής που είναι αναγκαίος σε μια νομισματική ένωση, έγινε ένα ακόμα πιο σφιχτό Σύμφωνο Σταθερότητας, με την Κομισιόν να διαθέτει ακόμα περισσότερες εξουσίες ελέγχου και τιμωρίας. Αποτελεί πλέον γεγονός ότι κάθε εθνικός προϋπολογισμός θα πρέπει να έχει την έγκριση των Βρυξελλών και του Βερολίνου.
Ο μεγαλύτερος προϋπολογισμός που θα αναχαιτίζει την, υφεσιακού τύπου, δημοσιονομική αυστηρότητα του Συμφώνου Σταθερότητας, έγινε «καλύτερη αξιοποίηση του ΕΣΠΑ» και τα δήθεν 315 δις ευρώ του πακέτου Γιούνκερ. Της υπόσχεσης, δηλαδή, που έδωσε ο Πρόεδρος της Κομισιόν ότι βάζοντας η ΕΕ 21 δις ευρώ ως εγγύηση, θα βρεθούν άλλα 294 δις ευρώ από ιδιωτικούς πόρους που θα χρηματοδοτήσουν έργα ανάπτυξης.
Τα ευρωομόλογα έγιναν ομόλογα του EFSF και του ESM που θα δανείζουν κράτη-μέλη της Ευρωζώνης που έχουν πρόβλημα να δανειστούν από τις χρηματαγορές. Το αντάλλαγμα; Η πλήρης και χωρίς προσχήματα οικονομική αποικιοποίηση του κράτους-μέλους, που υποχρεώνεται να υπογράψει ένα Μνημόνιο, με αυστηρούς όρους διαιώνισης της πολιτικής της λιτότητας και των ιδιωτικοποιήσεων.
Τέλος, η επιθετική πολιτική της ΕΚΤ έγινε η λεγόμενη Ποσοτική Χαλάρωση, η οποία περισσότερο βοηθάει τις μεγάλες και ισχυρές χώρες να κρατάνε χαμηλά τα επιτόκια δημόσιου δανεισμού τους, ώστε να κρύβουν κάτω από το χαλί το οικονομικό τους και τραπεζικό τους χάλι, παρά εκείνες τις χώρες που την έχουν ανάγκη.
Με άλλα λόγια το ευρωπαϊκό πείραμα της όλο και στενότερης οικονομικής, νομισματικής και πολιτικής ενοποίησης κινείται με γοργούς ρυθμούς και στην κατεύθυνση που κάθε νοήμων άνθρωπος θα περίμενε. Δηλαδή, στην κατεύθυνση του νεοφιλελευθερισμού, της λιτότητας, του αυταρχισμού, αφού οι πολιτικοί συσχετισμοί δύναμης της συμμαχία Δεξιάς και Σοσιαλδημοκρατίας, είναι συγκεκριμένοι.
4. Ας έρθουμε τώρα στο ζήτημα των προστίμων στην Ισπανία και την Πορτογαλία. Σύμφωνα με τη νέα ΟΝΕ, όταν μια χώρα εμφανίζει έλλειμμα ή/και χρέος άνω του 3% και του 60%, αντίστοιχα, οφείλει, σε συνεννόηση με την Κομισιόν και το ECOFIN, να πάρει συγκεκριμένα δημοσιονομικά μέτρα. Αυτά τα μέτρα θα πρέπει να τα αξιολογήσει κάθε φορά η Κομισιόν και εφόσον δεν τα θεωρεί αρκούντος αποτελεσματικά, προτείνει στο Συμβούλιο να εκδώσει συγκεκριμένες Συστάσεις προς το εν λόγω κράτος μέλος, ακόμα και να επιβάλει χρηματικά πρόστιμα ή να παγώσει τη συμμετοχή του σε ευρωπαϊκά ταμεία.
Στην περίπτωση της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, η Κομισιόν πρότεινε προς το Συμβούλιο να εκδώσει Συστάσεις προς τις δύο χώρες, που τονίζουν ότι δεν έχουν παρθεί τα απαραίτητα δημοσιονομικά μέτρα ώστε να μειωθεί ικανοποιητικά το έλλειμμα για το 2016 και το 2017. Αυτό είναι το πρώτο βήμα. Στη συνέχεια, εφόσον το Συμβούλιο εγκρίνει την πρόταση της Κομισιόν, η τελευταία έχει 20 μέρες στη διάθεσή της ώστε να στείλει Συστάσεις προς την Ισπανία και την Πορτογαλία και εφόσον δεν ληφθούν νέα δημοσιονομικά μέτρα, να προτείνει και πάλι προς το Συμβούλιο, είτε πρόστιμα που μπορούν να φτάσουν το 0.2% του ΑΕΠ της κάθε χώρας, είτε την διακοπή των χρηματοδοτήσεων από συγκεκριμένα κοινοτικά ταμεία.
Όσον αφορά τον αποκλεισμό μιας χώρας από τα κοινοτικά ταμεία, η συγκεκριμένη ρύθμιση-ρήτρα, εισήχθη στους Κανονισμούς των Επενδυτικών και Διαρθρωτικών Ταμείων της ΕΕ το 2013 και προβλέπει ότι η Κομισιόν και το Συμβούλιο μπορούν να διακόψουν τη χρηματοδότηση ενός κράτους-μέλους, μέχρι και στο 50% των πληρωμών των προγραμμάτων, εφόσον κριθεί ότι δεν έχει εφαρμόσει τις Συστάσεις.
Στο σημείο αυτό, όμως, η νέα δομή της ΟΝΕ γίνεται ακόμα πιο ανατριχιαστική, γιατί η έγκριση των προτάσεων της Κομισιόν για πρόστιμα και για Συστάσεις πολιτικής, είναι αυτόματη. Δηλαδή, το Συμβούλιο θεωρείται ότι έχει εγκρίνει τα πρόστιμα, εφόσον δεν διαμορφωθεί μια ικανή πλειοψηφία που να τα μπλοκάρει (στην κοινοτική ορολογία ονομάζεται Reverse Qualified Majority Vote ή Ψήφος Αντεστραμμένης Ειδικής Πλειοψηφίας).
Συνεπώς, η ελληνική κυβέρνηση ψεύδεται απολύτως όταν στα διάφορα non-papers ισχυρίζεται ότι αντιστάθηκε στην επιβολή κυρώσεων (όχι ακόμα προστίμων) στην Ισπανία και την Πορτογαλία, αφού οι αποφάσεις έγκρισης ήταν αυτόματα ομόφωνες, επειδή ακριβώς δεν σήκωσε το ανάστημά της και έστω να ψηφίσει ΚΑΤΑ της τιμωρίας του ισπανικού και πορτογαλικού λαού.
*Ευρωβουλευτής της ΛΑ.Ε, μέλος του ΠΣ.
http://iskra.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=24865:hountis-spain-portugal&catid=96:2010-06-04-22-41-29&Itemid=290