Γιατί ο περισσότερος κόσμος προτιμά να ψηφίζει τους δημίους του;

Δημήτρης Καζάκης Το ερώτημα δεν είναι καινούργιο. Ούτε αφορά μόνο στην Ελλάδα του σήμερα. Ίσως το “γιατί” μπορεί να το φωτίσει μια ιστορία από τις Δουλειές του Κυρίου Ιουλίου Καίσαρος του Μπέρτολτ Μπρεχτ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ είναι ελάχιστα γνωστό και προσπαθεί μέσα από μια πιστή και συνεπή ιστορική αναφορά στη δημοκρατία της αρχαίας Ρώμης να εξηγήσει πολλά από τα φαινόμενα της εποχής του. Πολλά από τα φαινόμενα και της δικής μας εποχής.
Ένα από τα πιο ζωτικά προβλήματα της ολιγαρχικής δημοκρατίας στην αρχαία Ρώμη είναι το γιατί οι τεράστιες μάζες των προλεταρίων, δηλαδή των άνεργων ακτημόνων Ρωμαίων πολιτών, δεν μπορούσαν δια των εκλογών να επιβάλλουν τη θέλησή τους. Παρά το γεγονός ότι συνιστούσαν τη μεγάλη πλειοψηφία των Ρωμαίων πολιτών. Γιατί προτιμούσαν να σέρνονται πίσω από τους πιο πλούσιους πατρικίους για να τους πουλήσουν την ψήφο τους με αντάλλαγμα λίγο σικελικό σιτάρι και μερικά χάλκινα νομίσματα, αντί να επιβάλλουν την αναδιανομή της γης υπέρ τους.

Ο διάλογος που ακολουθεί από το έργο του Μπρεχτ δίνει μια απάντηση, που όσοι απ’ εμάς έχουν ασχοληθεί με τη Ρώμη αυτής της εποχής την έχουν διαβάσει σ’ όλους σχεδόν τους σημαντικούς ιστορικούς της περιόδου. Ο διάλογος είναι ανάμεσα στον αφηγητή και τον Αλέξανδρο, Έλληνα δούλο και βιβλιοθηκάριο του Ρωμαίου κροίσου Κράσσου, ο οποίος θεωρούνταν τότε στη Ρώμη ως ο πιο διαβασμένος και τιμιότερος άνθρωπος στην πόλη.
Η συζήτηση αφορούσε στον Κατιλίνα, ένα από τα πιο σεβαστά πρόσωπα στο λαό της Ρώμης, υπερασπιστής των κατατρεγμένων και κυρίως των ακτημόνων ανέργων, δηλαδή των προλεταρίων.
“Ο Κατιλίνας”, είπε ήρεμα, “είναι το ζήτημα των ανέργων και το ζήτημα των ανέργων είναι το ζήτημα της γης. Ξέρετε τι είπε ο Τιβέριος Γράκχος πριν από εβδομήντα χρόνια;” Ψάρεψε με κάποιαν προσπάθεια ένα λεπτό βιβλιαράκι από τον βιβλιότοιχό του και μου διάβασε τα λόγια του μεγάλου δημάρχου:
“Τα άγρια ζώα, που ζουν στην Ιταλία, έχουν τις τρύπες τους. Καθένα ξέρει κάποια φωλιά, κάποιο κρησφύγετο. Μόνο οι άνθρωποι που πολεμούν και πεθαίνουν για την Ιταλία, δεν μπορούν να υπολογίζουν σε τίποτε άλλο παρά στον αέρα και το φως. Με γυναίκα και παιδιά βρίσκονται στο δρόμο αντί στο χωράφι. Οι στρατηλάτες ψεύδονται, όταν εξορκίζουν τους στρατιώτες πριν από τη μάχη να υπερασπιστούν εστία και τάφους, γιατί κανένας από τους περισσότερους Ρωμαίους δεν έχει εστία, κανείς ένα τάφο των προγόνων του. Μονάχα για την πολυτέλεια και τη δόξα άλλων πρέπει να χύσουν το αίμα τους και να πεθάνουν. Ονομάζονται κυρίαρχοι του κόσμου, χωρίς να είναι σε θέση να πουν πώς ένα κομμάτι γης είναι δικό τους.”
Ξανάβαλε το βιβλιαράκι στη θέση του.
“Ο αγρότης” συνέχισε, “που τον πήραν από το χωράφι του για να νικήσει τους Καρχηδόνες, τους Ισπανούς και τους Σύρους, ηττάται μόλις επιστρέψει, από τους δούλους στους οποίους έχει μετατρέψει τους εχθρούς. Ο αγρός του πηγαίνει στους μεγάλους γαιοκτήμονες και ο ίδιος πηγαίνει πεζή στην πρωτεύουσα με τη φρούδα ελπίδα ότι θα του ρίξουν σικελικό σιτάρι στο σακουλάκι του για ελεημοσύνη. Μισό εκατομμύριο άνθρωποι ασφυκτιούν στα πεντακόσια εκτάρια γης που περιβάλλονται από το σερβινικό τείχος. Και ο κύριος Κικέρων κατάφερε να απορριφθεί το πρόγραμμα των δημοκρατικών για τον εποικισμό της Ιταλίας με τους ανέργους της πρωτεύουσας, υπενθυμίζοντας σ’ αυτούς τους ίδιους τους ανέργους ότι, ως έποικοι, θα έχαναν τα τυχερά που παίρνουν στις εκλογές. Κι αυτοί, οι ταπεινωμένοι, οι δίχως ελπίδα, οι δυστυχείς, που ζουν πάντα με το φόβο της επαύριο, ψήφισαν πραγματικά κατά του εποικιστικού προγράμματος. Άκουσα ο ίδιος την ομιλία του Κικέρωνα. Ήταν σαν να προειδοποιούσε τις πόρνες της Σουμπούρα ότι, αν δεχτούν να τους χαρίσουν καπηλιά, δεν θάχαν πια καιρό να πουλήσουν το κορμί τους. Αλλά έτσι είναι, τους ξέρει αυτός κι ας μένει ο ίδιος σε πέντε βίλλες. Για μια χούφτα χάλκινα ψηφίζουν, αυτοί, οι κυρίαρχοι του κόσμου, κάθε εις βάρος τους νόμο. Και κάθε ευεργετικό νόμο τον ψηφίζουν πάλι για μια χούφτα χάλκινα. Το μέλλον τους είναι το δείπνο τους. Ο Κατιλίνας θα εκλεγεί, όχι αν υποσχεθεί γη αλλά αν μπορεί να πληρώσει τα τυχερά, δηλαδή να δωροδοκήσει.”
“Θεωρείτε τότε ότι το ζήτημα της γης δεν είναι στην πραγματικότητα αποφασιστικό;” ρώτησα.
“Είναι”, απάντησε χαμογελώντας,” μονάχα που δεν πιστεύω ότι μπορεί να λυθεί με εκλογές.”*
Από την ιστορία ξέρουμε ο Κατιλίνας παρά την αγάπη που είχε για το φτωχό λαό της Ρώμης και παρά την αγάπη που του είχε η φτωχολογιά, απέτυχε να εκλεγεί ως δήμαρχος. Τελικά, κατέληξε με ψευδείς προφάσεις σ’ ένα κελί, όπου αυτός και οι πιο στενοί του σύντροφοι δολοφονούνται νύχτα από μπράβους του Κικέρωνα.
Στην επίσημη ιστορία της αρχαίας Ρώμης ο Κικέρωνας – αυτός ο μεγαλύτερος παλιάνθρωπος που γνώρισε η ιστορία της αρχαιότητας – έμεινε ως σύμβολο της δημοκρατίας, ενώ ο Κατιλίνας ως τρελός, υπερόπτης και σκοτεινός στασιαστής. Οι πατρίκιοι της Ρώμης μετά τη δολοφονία φρόντισαν να εξαφανίσουν κάθε πειστήριο του δικού τους εγκλήματος. Χρειάστηκαν κοντά 19 αιώνες για να ξεπλυθεί ιστορικά το όνομα του Κατιλίνα και του κινήματός του από τη λάσπη και τη συκοφαντία των δολοφόνων του.
Κάθε ομοιότητα με το σήμερα, δεν είναι συμπτωματική.
*Μπέρτολτ Μπρεχτ, Οι δουλειές του κυρίου Ιουλίου Καίσαρος, Αθήνα: Κριτική, 1988, σελ. 62-63. Μετάφραση Ιωσήφ Τερζιάν.
 
http://dimitriskazakis.blogspot.gr/2016/04/blog-post_7.html