Η εποχή του ταχυανθρώπου και η σημασία της

του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Το ότι ο κόσμος βιώνει μία επιτάχυνση της ιστορίας είναι ένα γεγονός που δύσκολα αμφισβητείται. Όπως επίσης δεν μπορούν να αμφισβητηθούν και οι άμεσες συνέπειες του γεγονότος αυτού, που είναι ριζικές και πολυεπίπεδες. Κυρίως, όμως, δρομολογούν και οριοθετούν μία πρωτόγνωρη αντιπαράθεση του ανθρώπου με τον χρόνο, με ενδιάμεσο συντελεστή την ταχύτητα πλεύσεως του τελευταίου. Ταχύτητα η οποία, πέρα από τις όποιες άλλες επιπτώσεις της –πολιτιστικές, κοινωνικές, επικοινωνιακές–, έχει πλέον και τεράστια οικονομική σημασία. Εξελίσσεται αθόρυβα αλλά σταθερά σε σημαντικό συντελεστή παραγωγής πλούτου, γεγονός που για την ώρα δεν φαίνεται να απασχολεί σοβαρά τους οικονομολόγους. 

 

Ωστόσο, αν θέλουμε να κατανοήσουμε σημαντικά οικονομικά φαινόμενα της εποχής μας, θα πρέπει να εντάξουμε τον παράγοντα ταχύτητα στις κορυφαίες μεταβλητές. Για παράδειγμα, θα πρέπει να μετρήσουμε –αν αυτό είναι εφικτό– πόσο πλούτο παράγει η ιλιγγιώδης ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος σε παγκόσμιο επίπεδο, πού πηγαίνει ο πλούτος αυτός και ποιον ρόλο παίζει τελικά στην δημιουργία νέων ανισοτήτων.

Υπό αυτές τις συνθήκες, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η ταχύτητα δεν είναι μόνον μέτρηση των μετακινήσεων, αλλά ορισμός του παρόντος. Πρέπει συνεπώς να αντιληφθούμε ποιοι είναι οι ρυθμοί των γεγονότων και ανάλογα να προσαρμοστούμε, να τους θέσουμε υπό έλεγχο ή να αντισταθούμε σε αυτούς. «Η ταχύτητα», μάς έλεγε προσφάτως στο Παρίσι ο καθηγητής Ζιλ Ντελανουά, «σε συνδυασμό με την αναζήτηση της επιτάχυνσης, δημιουργούν έναν κόσμο στον οποίο κυριαρχεί η ταχυνομία, όπου η ταχύτητα γίνεται κανόνας…».

Κατά συνέπεια, το ερώτημα που τίθεται είναι αν ο σύγχρονος άνθρωπος βρίσκεται στο επίκεντρο μιας νέας εποχής, στο πλαίσιο της οποίας θα χρειαστεί να επαναπροσδιορίσει την σχέση του με τον χρόνο. από την φύση του, έλεγε ο Πασκάλ, ο άνθρωπος είναι πάντα ανικανοποίητος με το παρόν. Μήπως λοιπόν η επιτάχυνση της ιστορίας δημιουργεί όλο και περισσότερο ανικανοποίηση; Μήπως, στην εποχή της ταχυνομίας, η οποία εκ των πραγμάτων συνεπάγεται και τον ταχυάνθρωπο, προβάλλει περισσότερο κρίσιμο από τον ορισμό του χρόνου το θέμα της χρήσης του;

Στο επίπεδο αυτό προκύπτουν από τεχνικής πλευράς νέα ερωτήματα, τα οποία θα πρέπει να απαντηθούν. Το πρώτο από αυτά αφορά στην παγκοσμιοποίηση και τις επιπτώσεις της στην αναδιάταξη των διεθνών αγορών και των γεωπολιτικών σχέσεων. Έπεται το ερώτημα της, μέσω της παγκοσμιοποίησης, αποδυτικοποιήσεως του διεθνούς περιβάλλοντος και τί σημαίνει αυτό για Ευρώπη και Αμερική κυρίως. Τέλος, τίθεται το θέμα της αντιπροσωπεύσεως του μέλλοντος στις κοινωνίες μας, το οποίο, όπως εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς, φέρνει στο προσκήνιο και πολύ σοβαρά θέματα κοινωνικών και πολιτικών ισορροπιών. Ισορροπίες οι οποίες, όπως αναγνωρίζει και ο γνωστός μελλοντολόγος συγγραφέας Άλβιν Τόφλερ, γίνονται όλο και πιο πολυσύνθετες καθ’ όσον για την δημιουργία πλούτου ειδικά η ταχύτητα διαπλέκεται με την γνώση.

Το φαινόμενο αυτό, υποστηρίζει ο διάσημος Αμερικανός συγγραφέας, δημιουργεί συνθήκες ασυγκρίτως πιο ανατρεπτικές από τις αντίστοιχες της βιομηχανικής επανάστασης του 19ου αιώνα διότι, σε σύγκριση με το παρελθόν, διαφοροποιεί τον τρόπο δημιουργίας, κυκλοφορίας, δαπάνης και αποταμιεύσεως του πλούτου. Όλα αυτά συμβαίνουν δε με μία ταχύτητα που ποτέ στο παρελθόν δεν γνώρισε ο πλανήτης. Δημιουργείται έτσι ένα «σύστημα πλούτου» χωρίς προηγούμενο στην Ιστορία. Σαφώς δε, στο σύστημα αυτό έντονη και αποφασιστική είναι η συμμετοχή μη δυτικών χωρών (Κίνα, Ινδία, Βιετνάμ, Μαλαισία, κ.α.) –γεγονός πολυσήμαντο, γιατί οριοθετεί και ένα φαινόμενο αποδυτικοποίησης του κόσμου.

Όλα δείχνουν ότι, αν δεν προσεχθεί ιδιαιτέρως από τις ευρωπαϊκές κυρίως χώρες, το νέο αυτό φαινόμενο αναπόφευκτα θα δημιουργήσει τους όρους για μια γεωστρατηγική υποβάθμιση της Ευρώπης, με άμεση συνέπεια την περιθωριοποίηση της Γηραιάς Ηπείρου σε λιγότερα από είκοσι έως τριάντα χρόνια –γεγονός που επιτρέπει στην ιστορικό Καρολίν Ποστέλ-Βιναί να γράψει ότι, στις νέες συνθήκες, η Ευρώπη καλείται «να βρει μια νέα αφήγηση για τη ιστορία της».

Με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις, οι οποίες ξεκάθαρα πλέον απομακρύνουν τον μελετητή από τα παραδοσιακά οικονομικά κλισέ, υπάρχουν κάποιοι οικονομολόγοι που κάνουν λόγο για ένα μη ορατό αίτιο της σημερινής κρίσης που, κατά την άποψή τους, είναι «η βλακώδης διαχείριση του χρόνου». Πιστεύουν, έτσι, ότι οι αναπτυγμένες κυρίως οικονομίες είναι θύματα της «συνέπειας του αποσυγχρονισμού», φαινόμενο που αναφέρεται στην μη συμβατή σχέση της ταχύτητας με τις δυνατότητες μιας κοινωνίας να προσαρμοστεί σε αυτήν.

«Πάρτε ένα απλό παράδειγμα», μάς λέει ο Βέλγος καθηγητής μάρκετινγκ Λουσιέν Ρουσώ. «Πριν μία εικοσαετία, ο μέσος χρόνος ζωής ενός νέου προϊόντος ήταν κάπου 15 με 18 μήνες. Σήμερα, υπάρχουν περιπτώσεις που δεν ξεπερνά τις 3 με 4 ημέρες. Είναι βέβαιο, έτσι, ότι οι εταιρείες που μπορούν να καινοτομούν με μεγάλη ταχύτητα έχουν ένα συγκριτικό πλεονέκτημα που δύσκολα αναιρείται. Το ίδιο συμβαίνει και στο επίπεδο των κρατών. Όσο πιο γραφειοκρατικό είναι ένα κράτος, τόσο λιγότερες πιθανότητες επιβίωσης έχει  στο νέο γεωοικονομικό περιβάλλον».

Το ίδιο ισχύει και για τις κοινωνίες. Γα να δημιουργηθεί μία προχωρημένη οικονομία, βασική προϋπόθεση είναι η ύπαρξη μιας προχωρημένης κοινωνίας. Και τούτο διότι κάθε οικονομία είναι το προϊόν της κοινωνίας στην οποία είναι ριζωμένη και εξαρτάται από τους θεσμούς-κλειδιά της. Κατά την Χάϊντι Τόφλερ, αν μία χώρα πετύχει να επιταχύνει την οικονομική της εξέλιξη χωρίς ταυτοχρόνως να κάνει το ίδιο και με τους θεσμούς της, τότε το δυναμικό της για δημιουργία πλούτου περιορίζεται αισθητά και τελικά πέφτει θύμα του «νόμου της ασυμβατότητας». Στην περίπτωση αυτή, δηλαδή, ο δημόσιος τομέας δεν μπορεί να συμβαδίσει με τον αντίστοιχο ιδιωτικό, με αποτέλεσμα η αναποτελεσματικότητα να πλήξει αμφότερες τις πλευρές. «Μία από τις κύριες αιτίες της ιαπωνικής στασιμότητας τα είκοσι τελευταία χρόνια είναι ακριβώς αυτός ο νόμος της ασυμβατότητας», τονίζει η Χάϊντι Τόφλερ. Προσθέτει δε ότι, αργά ή γρήγορα, το ίδιο φαινόμενο θα μπορούσε να συμβεί και στην Κίνα, παρά τις αντιγραφειοκρατικές πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει η νέα ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Επισημαίνεται, ωστόσο, από πολλούς οικονομολόγους και κοινωνικούς επιστήμονες ότι η ταχύτητα σήμερα συμβάλλει στην οικονομική απογείωση των αποκαλούμενων αναπτυσσόμενων χωρών με ρυθμούς που είναι υπερδεκαπλάσιοι από τους αντίστοιχους που γνώρισε η Δύση στην διάρκεια των διαφόρων σταδίων της βιομηχανικής επανάστασης. Γίνεται έτσι λόγος για το φαινόμενο της αποδυτικοποίησης του κόσμου ως άμεσο και σταθερό αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης.

Η ανάπτυξη των συναλλαγών, η κυριαρχία του στιγμιαίου, η συρρίκνωση –αν όχι η κατάργηση– των αποστάσεων και η πλήρης απελευθέρωση των ροών γνώσεων, κεφαλαίων και πληροφοριών είναι σαφές ότι δημιουργούν μιαν άλλη ζώσα πραγματικότητα, η οποία όμως δεν βιώνεται με τους ίδιους ρυθμούς απ’ όλους. Αντιθέτως, υπάρχει μια κατάτμηση των ρυθμών μεταξύ των τύπων συναλλαγών και διασυνδέσεων και των περιφερειών. Παρατηρούνται έτσι αισθητές διαφορές στην αντίληψη του χρόνου, οι οποίες σε τελική ανάλυση έχουν και τις ανάλογες οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις –επιπτώσεις τις οποίες ο κόσμος όλο και περισσότερο θα βιώνει με ιδιαίτερη ένταση. 

Η ταχύτητα προκαλεί βαθειά ρήγματα, τα οποία όλως παραδόξως δημιουργούν μια γενικευμένη ανάγκη σε παγκόσμιο επίπεδο για περισσότερη ενότητα. Το μεγάλο πρόβλημα, όμως, στο επίπεδο αυτό είναι ότι στον κόσμο μας υπάρχουν φανατικές θρησκευτικές δυνάμεις οι οποίες, μέσα από τις ρήξεις που προκαλεί η ταχύτητα, προσπαθούν βίαια να σταματήσουν τον χρόνο –ή, ακόμα χειρότερα, να τον πάνε πίσω.

 

http://www.europeanbusiness.gr/page.asp?pid=1331