Η ουσία του πρωτογενούς πλεονέσματος

Όπως το παρουσιάζει η κ. Βαλαβάνη στην Βουλή:

10 Οκτώβριου 2013, Διαρκής Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων, 

 

 

 

ΟΛΓΑ – ΝΑΝΤΙΑ ΒΑΛΑΒΑΝΗ (Ειδική Εισηγήτρια ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Ε.Κ.Μ.): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν θα ακολουθήσω τον ΝΔ κ. Τζαμτζή, με τα γνωστά, χιλιοειπωμένα επιχειρήματά του για το ΣΥ.ΡΙΖ.Α., αλλά θα αναφερθώ στο Προσχέδιο.

Όλοι γνωρίζουμε ότι ο Υπουργός Οικονομικών δεν θα σκύψει επάνω στις παρατηρήσεις μας, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων των Βουλευτών της δικομματικής συγκυβέρνησης,  για το Προσχέδιο Προϋπολογισμού, προκειμένου να διαμορφώσει ένα καλύτερο Σχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού για συζήτηση στην Βουλή, όπως είναι η συνταγματική πρόβλεψη και η έννοια της σημερινής συζήτησης για το Προσχέδιο. Το τελικό Σχέδιο Προϋπολογισμού θα καταρτιστεί στην βάση επιβολής των «παρατηρήσεων», δηλαδή των αποφάσεων, της Τρόικας. Παρόλα αυτά η σημερινή συζήτηση μας βοηθά όλους να ξεκαθαρίσουμε την στάση μας και να δεσμευτούμε υπέρ ή κατά πολιτικών, που θα καθορίσουν με καταλυτικό τρόπο, έτσι ή αλλιώς, το παραπέρα μέλλον της χώρας και τις ζωές των ανθρώπων της.

Σήμερα, θα ήθελα να κάνω δύο παρατηρήσεις.

Καταρχήν, σχετικά με το πρωτογενές πλεόνασμα.

Η Κυβέρνηση έχει προφανώς αποσπάσει την συγκατάθεση της Τρόικας για την εμφάνιση πρωτογενούς πλεονάσματος το 2013, είτε αυτό υφίσταται με πραγματικούς όρους – δηλαδή, μετά από πληρωμή των οφειλών του δημοσίου και των επιστροφών φόρου, χωρίς το φετινό «κούρεμα» του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων προς «καλλωπισμό» των αριθμών, χωρίς την φετινή υστέρηση στην είσπραξη των εσόδων – είτε όχι. Στα χαρτιά το μικρό συμφωνημένο πλεόνασμα του 2013 των 344 εκατ. ευρώ – που είναι, στην πραγματικότητα, υπέρβαση πλεονάσματος, αφού η πρόβλεψη για φέτος είναι για ισοσκελισμένο προϋπολογισμό – εμφανίζεται βιώσιμο. Δηλαδή, αυξάνει και πληθαίνει τα επόμενα χρόνια με απόλυτα συμμετρικό τρόπο, με αριθμητική πρόοδο, μιας και γίνεται 1,5% του Α.Ε.Π. ή 3 δισεκατομμύρια ευρώ το 2014, 3% του Α.Ε.Π. ή 6 δισεκατομμύρια ευρώ το 2015 και 4,5% του Α.Ε.Π. ή 9 δισεκατομμύρια ευρώ το 2016, σύμφωνα με τα στοιχεία του περσινού Μεσοπρόθεσμου, ενώ φέτος δεν έχουμε ακόμα την αναθεώρηση του, καθώς παραμένει στον αέρα η διευθέτηση σχετικά με το πανθομολογουμένως μη βιώσιμο του χρέους. Έτσι, αναγκαστικά για το 2007 θα δανειστούμε την πρόβλεψη της πρόσφατης έκθεσης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που για το 2017 επαναλαμβάνει το ίδιο νούμερο με το 2016.

Ας δούμε όμως από κοντά την ουσία αυτού του πλεονάσματος για φέτος και για τα επόμενα χρόνια, ακόμα και στην περίπτωση που προέκυπτε ως αποτέλεσμα της οικονομικής πολιτικής με όρους πραγματικότητας, σαν κι αυτούς που περιέγραψα παραπάνω. Πρόκειται όχι για το πλεόνασμα-όνειρο κάθε προοδευτικού οικονομολόγου και κάθε ανθρώπου που αγαπά την πατρίδα του, αλλά για ένα πλεόνασμα φτώχειας, για ένα πλεόνασμα δυστυχίας, που αντλείται κατευθείαν από το έλλειμμα στις τσέπες του λαού, καθώς στηρίζεται στη διάλυση της ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων ως αποτέλεσμα της κρίσης και των ακολουθούμενων μνημονιακών πολιτικών ύφεσης και ανεργίας – που είναι εργαλεία για την πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης -, λιτότητας και «τσεκουρώματος» των κοινωνικών λειτουργιών του κράτους. Οφείλεται στο ότι έφτασαν το 31% ή στα 3.400.000 ανθρώπους οι Έλληνες κάτω από το κατώφλι της φτώχειας το 2011 σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat – ποσοστό αρκετά ψηλότερο από Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία και Πορτογαλία, που μας ακολουθούν κατά σειρά. Και  μπορούμε να φανταστούμε πόσο έχει φτάσει με πάνω από μισό εκατομμύριο περισσότερους ανέργους σήμερα, δύο χρόνια αργότερα. Οφείλεται επίσης στα 3.000.000 των ανασφάλιστων σήμερα, χωρίς συνυπολογισμό των εξαρτημένων μελών τους, που το πιθανότερο είναι τουλάχιστον να τους διπλασιάζει, κάνοντας τους πλειοψηφία στον πληθυσμό και τονίζοντας τη δραματική επιδείνωση της θέσης των παιδιών. Αλλά και στην κατάρρευση των εισοδημάτων κατά μέσο όρο 37,5% μέχρι το τέλος αυτής της χρονιάς, με πρόβλεψη για 50% απώλεια, σε σχέση με το 2009, της αγοραστικής δύναμης των μισθωτών το 2014, σύμφωνα με την Έκθεση για την Απασχόληση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ.

Εξάλλου, για να εμφανιστεί το προβλεπόμενο πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ ή 3 δισ. ευρώ το 2014, απαιτούνται ήδη στο παρόν προσχέδιο «μέτρα» περίπου 5,5 δισεκατομμυρίων ευρώ: Από άνοδο της φορολογίας κατά 2,8 δισεκατομμύρια ευρώ και από μείωση των κοινωνικών και λειτουργικών δαπανών – υγεία, παιδεία, κοινωνικά και συνταξιοδοτικά επιδόματα-, κατά παραπέρα 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ ακόμα. Τα οποία η κυβέρνηση δεν θεωρεί «νέα μέτρα», επειδή τα έχει ήδη ψηφίσει στα φορολογικά και άλλα νομοσχέδια και στο επικαιροποιημένο Μεσοπρόθεσμο, αλλά για τον λαό αποτελούν απολύτως νέα μέτρα, καθώς θα αρχίσουν να εφαρμόζονται από 1/1/2014 και να προστίθενται στα «παλιά» μέτρα, που τον έχουν φέρει στη σημερινή άθλια κατάσταση. Μάλιστα, θα πρέπει να είναι κανείς πολιτικά αφελής για να μην καταλαβαίνει ότι η ίδια πορεία σε σχέση με τα έσοδα και τις δαπάνες του κράτους θα ακολουθηθεί, και μάλιστα πολύ πιο βίαια, προκειμένου να υπάρξουν τα πολύ υψηλότερα πλεονάσματα των επόμενων χρόνων.

Ας δούμε επίσης τι είναι το πλεόνασμα, έτσι όπως καθορίζεται από το μνημόνιο: Όχι αυτό που είναι ή θα έπρεπε να είναι σε κάθε πολιτισμένη κοινωνία, μηχανισμός αναδιανομής εισοδήματος υπέρ των συντάξεων, των μισθών και των κοινωνικών αναγκών. Αντίθετα, αποτελεί μηχανισμό αναδιανομής εισοδήματος από τους «κάτω» στους «έξω και πάνω», μιας και το σύνολο του προορίζεται για την πληρωμή τοκοχρεολυσίων των δανειστών. Εκεί θα πηγαίνει επιπρόσθετα και το 30% τυχόν υπέρβασης του στόχου, δηλαδή, εφόσον προκύπτει αποτέλεσμα μεγαλύτερο από τον ετήσιο στόχο.

Το φετινό, όμως, πλεόνασμα για μία και μοναδική χρονιά έχει μια λειτουργία σχεδόν μαγική. Επειδή η πρόβλεψη για το 2013 είναι για μηδενικό πλεόνασμα, αποτελεί ολόκληρο «υπέρβαση στόχου», γι’ αυτό και το 70% του, περίπου 240 εκατομμύρια ευρώ, μπορεί όντως να αναδιανεμηθεί – πάντα με τον όρο ότι έχουν καλυφθεί και όλοι οι υπόλοιποι μνημονιακοί «όροι» και με την άδεια της Τρόικας – υπέρ κατηγοριών ιδιαίτερα επιβαρυμένων, όπως είναι οι χαμηλοσυνταξιούχοι ή οι ένστολοι. Επειδή αυτό δεν πρόκειται να ξανασυμβεί – γιατί είναι λίγο δύσκολο να φανταστούμε ότι σε δύο χρόνια θα έχουμε υπέρβαση έστω και 1 ευρώ πάνω από τα 9 δισ. ευρώ του προγραμματισμένου στόχου του πλεονάσματος, ενώ έτσι και αλλιώς αποτελεί ένα μυστήριο πώς αυτά τα 9 δισ. ευρώ θα προκύψουν – καταλαβαίνουμε γιατί ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, που ξέρει πολύ καλύτερα από εμάς, μιας κι αυτός το έχει υπογράψει, ότι ολόκληρο το πλεόνασμα προορίζεται για το χρέος, επαναλαμβάνει συνέχεια ότι το 70% του πλεονάσματος θα διανεμηθεί του χρόνου στο λαό. Μπορεί αυτό να είναι σε θέση η κυβέρνηση να το κάνει μόνο μια φορά και να αφορά ψίχουλα σε σχέση με τα δις που «κόβει», αλλά ποντάρει στο ότι αυτό ο κόσμος δε θα το μάθει. Σας αρκεί, κύριοι της κυβέρνησης, ότι η μοναδική χρονιά που αυτό πιθανόν να γίνει, θα είναι – το πιθανότερο – χρονιά εκλογών: το 2014.

Δεύτερον, υπάρχει μια επιπλέον μαγική, δηλαδή, όχι επαρκώς αιτιολογημένη μετάβαση, και αυτή αποτελεί το δεύτερο και τελευταίο νούμερο που φαίνεται να έχει συμφωνηθεί με την τρόικα. Από ύφεση φέτος στο -4%, που εφόσον πραγματοποιηθεί θα οδηγήσει την ύφεση, σωρευτικά στα 7 χρόνια, κοντά στο μοναδικό, στη σύγχρονη ιστορία σε καιρό ειρήνης, -30%, το 2014 η πρόβλεψη είναι για οριακή ανάπτυξη +0,6%. Μακάρι να έχουν δίκιο η Τρόικα και οι βασικές διεθνείς τράπεζες – πλην Citibank, που προβλέπει συνέχιση της ύφεσης. Απέναντί τους, όμως, πέρα από την ίδια την πραγματικότητα που ζούμε, έχουν όλες τις πρόσφατες εκθέσεις των ινστιτούτων έρευνας της οικονομίας, από το αμερικανικό Ινστιτούτο Λέβι μέχρι τα τέσσερα βασικά γερμανικά ινστιτούτα, που προβλέπουν από -1,5% ως -1% ύφεση και για το 2014.

Οι εξηγήσεις στο Προσχέδιο για τις πηγές μετάβασης στον όγδοο χρόνο από την ύφεση στην ανάπτυξη, λυπάμαι, αλλά δεν είναι πειστικές. Υποτίθεται ότι μέσα στο 2014, μεταβαίνοντας στο νέο εξωστρεφές παραγωγικό μοντέλο της οικονομίας, το ΑΕΠ θα αναπτυχθεί για πρώτη φορά κατά 4,6 ολόκληρες ποσοστιαίες μονάδες – γιατί τόσες χρειάζεται για να πάει από το -4% στο +0,6% -, και αυτό θα προκύψει όχι με ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς, που έχει καταρρεύσει λόγω ύφεσης και μνημονιακών μέτρων, αλλά: Πρώτον, από την άνοδο των άμεσων επενδύσεων, που όμως πέφτουν συνεχώς κάθε χρονιά από το 2007 μέχρι σήμερα και, δεύτερον, από την άνοδο των εξαγωγών, που χωρίς τα πετρελαιοειδή φέτος είναι συνολικά μέχρι στιγμής αρνητικές.

Ο τουρισμός, όχι μόνο στο εξωστρεφές νέο παραγωγικό μοντέλο κυβέρνησης και Τρόικας, αλλά και σε οποιοδήποτε μοντέλο παραγωγικής ανασυγκρότησης, θα μπορούσε όντως να συνεισφέρει σημαντικά σε μια ανάπτυξη, όπως, για παράδειγμα, συνεισέφερε φέτος. Μόνο που όλοι ξέρουμε πόσο εξαρτάται από τη πολιτική κατάσταση στις ανταγωνίστριες χώρες της περιοχής, και ότι οι πολύ καλές, πράγματι, φετινές επιδόσεις έγιναν χωρίς να λυθούν τα σοβαρά διαρθρωτικά του προβλήματα, σε background ταυτόχρονης αιματοχυσίας σε Αίγυπτο και Τουρκία και με απίθανη χειροτέρευση των συνθηκών εργασίας στον κλάδο. Βέβαια, ένα αποκλειστικά εξωστρεφές μοντέλο για να αποδώσει χρειάζεται επίσης δυναμική ανάπτυξη της διεθνούς οικονομίας – την ώρα, που το ίδιο το προσχέδιο αναφέρεται σε πρόβλεψη οριακής ύφεσης φέτος και οριακής, αναιμικής ανάκαμψης της Ευρωζώνης του χρόνου και στα συνδυασμένα προβλήματα – και λόγω της νομισματικής πολιτικής της FED– στις οικονομίες τόσο των ΗΠΑ όσων και των BRICS.

Φυσικά, αποτελεί επίσης γρίφος το πώς μπορεί να υπάρξει ανάκαμψη σε μια οικονομία χωρίς ρευστότητα, όπου οι ανακεφαλαιοποιημένες με 48 δισ., λεφτά του λαού, τράπεζες, θα συνεχίσουν να αρνούνται ακόμα και την αναχρηματοδότηση υγειών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, κρατώντας και για το 2014 κλειστές τις στρόφιγγες των δανείων. Αυτό δεν αποτελεί πρόβλεψη δική μας, αλλά πρόβλεψη των σχεδίων αναδιάρθρωσης που υπέβαλλαν αυτές τις μέρες οι τέσσερις «συστημικές» τράπεζες και στα οποία, κατ’ επιταγήν της Τρόικας, προβλέπεται και για το 2014 αρνητική πιστωτική επέκταση: Προκειμένου, λόγω των «κόκκινων δανείων», η παραπέρα μείωση των χορηγήσεων να οδηγήσει σε βελτίωση της σχέσης «δάνεια προς καταθέσεις».

            Για την εσωτερική αγορά, βέβαια, δεν επιδεικνύεται στο Προσχέδιο οποιοδήποτε ενδιαφέρον, ώστε να θεωρήσουμε ότι μπορεί να συμβάλει στη μετάβαση από την ύφεση στην ανάπτυξη. Πολύ περισσότερο που οι 100.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις που έβαλαν λουκέτο μέσα στα προηγούμενα 3 χρόνια, έγιναν αιτία να χαθούν ανεπιστρεπτί οι 50.000 θέσεις εργασίας που συνδέονταν με αυτές.

Το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ υπολογίζει ότι από το 25% της απώλειας του ΑΕΠ από το 2009 έως το 2012, το10% απαξιώθηκε και χάθηκε οριστικά μαζί με τις συνοδεύουσες θέσεις εργασίας. Συνολικά υπολογίζει ότι για τη δημιουργία του 1.000.000 θέσεων εργασίας που «χάθηκαν» αυτά τα χρόνια, απαιτούνται ετήσιοι ρυθμοί ανάπτυξης 3,5%-4% επί μια 20ετία. Καθώς το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, αντίθετα με Κυβέρνηση και Τρόικα, έχει «πέσει μέσα», μόνο αυτό, σε όλες τις μέχρι σήμερα προβλέψεις του για την εξέλιξη ανεργίας και απασχόλησης, δεν έχουμε κανένα λόγο να εμπιστευόμαστε τις διαβεβαιώσεις Κυβέρνησης και Τρόικας ότι το 2013 θα κλείσει με μέσο ποσοστό ανεργίας 25,5% και ότι το 2014 θα αποτελέσει και ως προς αυτό έτος καμπής, καθώς για πρώτη φορά η ανεργία θα υποχωρήσει κατά 1 ποσοστιαία μονάδα. Δυστυχώς, οι προβλέψεις του Ινστιτούτου Εργασίας για 29-30% ανεργία φέτος και 31,5% ανεργία το 2014 φαντάζουν εγγύτερα στην πραγματικότητα.

Λόγω έλλειψης χρόνου θα αναφερθώ στην δευτερολογία μου την Δευτέρα στο μεγάλο κεντρικό πρόβλημα του χρέους που συνδέεται, βέβαια, και με το εάν όντως τελειώνει το 2014 το Μνημόνιο ή τα σχέδια είναι να συνεχίζεται εσαεί.