Η σύνοδος των G20

Σύμφωνα με πολλούς, η ενδεχόμενη επίθεση των Η.Π.Α. στη Συρία θα ωφελήσει τη Ρωσία, μέσω των αυξημένων πωλήσεων όπλων, καθώς επίσης της ανόδου των τιμών του πετρελαίου – με αποτέλεσμα να αποφύγει την πολιτική λιτότητας που προγραμματίζει

“Ποτέ δεν πρέπει να πιστεύει κανείς σε μία ομαλή εξέλιξη ενός πολέμου – επίσης ότι, μπορεί να υπολογίσει τις παλίρροιες και τις καταιγίδες, οι οποίες πάντοτε τον περιμένουν, ακόμη και όταν νομίζει ότι πρόκειται για έναν απλό περίπατο”, έλεγε ο W.Churchill – κάτι που θα έπρεπε να προβληματίσει σοβαρά τις Η.Π.Α., οι οποίες θεωρούν «περίπατο» την επίθεση στη Συρία.  

 

 

Άρθρο

 

Κατά τη διάρκεια της σημερινής συνάντησης των G20 στην Αγία Πετρούπολη, στο «παλάτι του Κωνσταντίνου», στις ρωσικές Βερσαλλίες καλύτερα, πιθανολογείται ότι, ο πρόεδρος της Ρωσίας θα συνεχίσει να παίζει όπως «η γάτα με το ποντίκι», με τον Αμερικανό ομόλογο του. Τα γεγονότα έχουν ως εξής:

 

(α)  Η επιτροπή εξωτερικών επιθέσεων της Γερουσίας ενέκρινε την επίθεση εναντίον της Συρίας, με δέκα προς επτά ψήφους (ένα παρόν). Το Κογκρέσο αναμένεται ότι θα συμφωνήσει, ενώ η τελική απόφαση θα ληφθεί στις 9. Σεπτεμβρίου.

 

(β)  Ο πρόεδρος της Γαλλίας είναι ο μοναδικός μέχρι στιγμής υποστηρικτής των Η.Π.Α. – προφανώς λόγω των εσωτερικών προβλημάτων της χώρας του, καθώς επίσης της κατακόρυφης πτώσης της δημοτικότητας του, μετά τις εκλογές.

 

Η Ρωσία είναι αντίθετη, θεωρώντας πως οι αντικαθεστωτικοί στη Συρία είναι υπεύθυνοι για τη χρήση χημικών – η Κίνα επίσης. Η Βρετανία δεν θα συμμετέχει στον πόλεμο, ούτε η Γερμανία, ενώ τόσο η Ιαπωνία, όσο και η Ν. Κορέα διατηρούν μία ουδέτερη στάση.

 

(γ)  Η Σαουδική Αραβία (μέλος των G20) και το Κατάρ επιθυμούν όσο τίποτα άλλο την πτώση του συριακού καθεστώτος – ενώ η Τουρκία, φοβούμενη την ίδρυση κουρδικού κράτους με πρόσβαση στη θάλασσα, θα ήθελε έναν ολοκληρωτικό πόλεμο, με την εισβολή στρατού.

 

(δ)  Ο πρόεδρος των Η.Π.Α., παρά το ότι έχει τη δυνατότητα να διεξάγει έναν πόλεμο 60 ημερών χωρίς να ρωτήσει κανέναν (σύμφωνα με την «WarPowerResolution» του 1973), έχοντας ως μοναδική υποχρέωση του την ειδοποίηση του Κοινοβουλίου της χώρας του εντός 48 ωρών, αποφάσισε να μην αναλάβει μόνος του την πρωτοβουλία.

 

Σύμφωνα με τους ειδικούς, είτε έχει πανικοβληθεί μετά την άρνηση της Βρετανίας να συμμετέχει, είτε δεν έχει το κουράγιο – παρά τις κόκκινες γραμμές, τις οποίες είχε θέσει στο καθεστώς της Συρίας, χωρίς αυτό να τις σεβαστεί μέχρι σήμερα. Υπενθυμίζουμε ότι στη χώρα, ο πληθυσμός της οποίας είναι της τάξης των 22 εκ., έχουν σκοτωθεί μέχρι σήμερα, στα πλαίσια του εμφυλίου πολέμου, 100.000 άτομα.

 

(ε)  Τόσο το κύρος του προέδρου, όσο και αυτό της υπερδύναμης, η οποία ευρίσκεται σε τροχιά οικονομικής παρακμής, έχουν υποστεί μεγάλο πλήγμα από την αναβολή της επίθεσης στη Συρία – γεγονός που εκμεταλλεύεται όσο μπορεί η Ρωσία, η οποία κατά πολλούς συμπεριφέρεται όπως το γνωστό «τράβα με και ας κλαίω» (θα ήταν ο μοναδικός κερδισμένος από τη διεξαγωγή ενός περιορισμένου πολέμου, αφού θα πούλαγε όπλα, θα είχε μεγαλύτερα έσοδα από την αύξηση της τιμής του πετρελαίου και θα έπαιρνε ανταλλάγματα από τις Η.Π.Α.). 

 

 

 

Ουσιαστικά, η επίσημη αιτία της σύσκεψης των G20 είναι η συνεχιζόμενη αστάθεια των χρηματοπιστωτικών αγορών – καθώς επίσης η τοποθέτηση των βάσεων μίας ισορροπημένης ανάπτυξης στον πλανήτη.

 

Εν τούτοις, η συγκεκριμένη συζήτηση έχει τοποθετηθεί στο περιθώριο – ενώ, σύμφωνα με τις τελευταίες δηλώσεις του προέδρου της Ρωσίας, οι σχέσεις του οποίου με τον Αμερικανό ομόλογο του έχουν ψυχρανθεί (αφενός μεν από τον πόλεμο της Λιβύης, όπου η Ρωσία δεν μπόρεσε να τον εμποδίσει, αφετέρου από την παροχή ασύλου στον Snowden), η χώρα του δεν θα είχε καμία αντίρρηση στο θέμα της επίθεσης στη Συρία, εάν υπήρχε η συγκατάθεση του Συμβουλίου Ασφαλείας.   

 

Ακριβώς για το λόγο αυτό, επειδή δηλαδή η συγκατάθεση του Συμβουλίου Ασφαλείας είναι αδύνατη, αφού θα «μπλοκαρισθεί» από τη Ρωσία, ο κ.Putin παίζει το παιχνίδι της «γάτας με το ποντίκι», όσον αφορά τον κ.Obama. – ενώ είτε διεξαχθεί πόλεμος, είτε όχι, θα είναι κερδισμένη (αρκεί να είναι περιορισμένης διάρκειας και χωρίς στρατεύματα ξηράς, τα οποία θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν τον 3ο παγκόσμιο Πόλεμο).  

 

Αναμένονται λοιπόν με πολύ ενδιαφέρον τα επόμενα επεισόδια της σύγκρουσης μεταξύ των δύο ανδρών – ειδικά η συμπεριφορά του «εθνικιστή» προέδρου της Ρωσίας, ο οποίος δεν φαίνεται να συμπαθεί καθόλου, από πολλές πλευρές (φυλετικές, θρησκευτικές κλπ.), τον Αμερικανό. 

 

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ ΥΙΟΘΕΤΕΙΤΑΙ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΗ ΡΩΣΙΑ

 

Ανεξάρτητα τώρα από τα παραπάνω, η κακή παγκόσμια οικονομική κατάσταση, σε συνδυασμό με τη μαζική αποχώρηση των επενδυτών από τις αναπτυσσόμενες χώρες (Ινδονησία, Τουρκία κλπ.), καθώς επίσης από τα κράτη της BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Ν. Αφρική), υποχρεώνει τη Ρωσία να υιοθετήσει με τη σειρά της την πολιτική λιτότητας – παρά το ότι ο πρόεδρος της είχε υποσχεθεί στους Πολίτες της χώρας του προεκλογικά ότι, θα αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες, από την παιδεία έως την άμυνα.   

 

Όπως φαίνεται, το υπουργείο οικονομικών της χώρας θα εισπράξει το έτος που διανύουμε περί το 1 τρις ρούβλια λιγότερα – ποσόν που αντιστοιχεί με περίπου 22 δις €. Κυριότερη αιτία είναι τα μειωμένα φορολογικά έσοδα, καθώς επίσης οι πολύ περιορισμένες ιδιωτικοποιήσεις – αφού πολλές ξένες επιχειρήσεις, αλλά και αρκετοί εγχώριοι μεγιστάνες, δεν εμπιστεύονται τα τελευταία χρόνια την πολιτική ηγεσία, μετά την σύλληψη του ιδιοκτήτη της μεγαλύτερης πετρελαϊκής εταιρείας της χώρας (M. Khodorkovsky), καθώς επίσης τη δήμευση της από το κράτος (Yukos oil).    

 

Περαιτέρω, έως το 2009 ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης της Ρωσίας, βασισμένος κυρίως στις συνεχώς αυξανόμενες τιμές του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και των μετάλλων, ήταν της τάξης του 7%. Έκτοτε, η βιομηχανική παραγωγή περιορίζεται διαρκώς, οι επενδύσεις επίσης, ενώ οι εκροές κεφαλαίων θα ξεπεράσουν τα 50 δις € το έτος που διανύουμε. Παράλληλα, το υπουργείο οικονομικών της χώρας μείωσε για δεύτερη φορά τις εκτιμήσεις του για το ρυθμό ανάπτυξης – στο 1,8% αυτή τη φορά.

 

Η κυβέρνηση, για να αναθερμάνει την οικονομία, ανακοίνωσε μεγάλη αύξηση των δημοσίων επενδύσεων, κυρίως στην κατασκευή δρόμων και σιδηροδρομικών γραμμών – με τη βοήθεια των αποθεμάτων που διατηρεί από τις εξαγωγές πετρελαίου. Η κεντρική τράπεζα της χώρας όμως αρνείται να μειώσει το βασικό επιτόκιο, για να διευκολυνθεί ο δανεισμός των επιχειρήσεων, επειδή ο πληθωρισμός παραμένει σταθερά στο 6%. 

 

Αν και, σύμφωνα με πολλούς, η ενδεχόμενη επίθεση των Η.Π.Α. στη Συρία θα ωφελήσει τη Ρωσία (πώληση όπλων, αύξηση των τιμών ενέργειας), οπότε δεν θα είναι αναγκαίες οι μειώσεις των δαπανών (απαραίτητες εάν η τιμή του πετρελαίου πέσει κάτω από τα 100 $), η κυβέρνηση φαίνεται να παραμένει στις θέσεις της.

 

Ολοκληρώνοντας υπενθυμίζουμε πως ο ισόβιος σημερινός πρόεδρος της Ρωσίας, η μυστική υπηρεσία καλύτερα (KGB), η οποία κατέλαβε (μέσω αυτού) πραξικοπηματικά την εξουσία το 2000 πιστεύει ότι, ένας λαός κυβερνάται σωστά μόνο από κάποιον ηγέτη, τον οποίο λατρεύει ως ένα υποθετικά ανώτερο πλάσμα – από έναν ηγέτη, τον οποίο ο λαός φοβάται εξαιτίας της δύναμης που του αποδίδεται, που υποτάσσεται τυφλά στις διαταγές του, που δεν τολμάει να αμφισβητήσει τα δόγματα που πρεσβεύει, καθώς επίσης που έχει τη διάθεση να τα διαδίδει παντού, θεωρώντας εχθρούς όλους όσους αρνούνται να τα αποδεχθούν.    

 

Στην εποχή του η Ρωσία κατάφερε, βοηθούμενη κυρίως από την αύξηση των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, να αποκτήσει μεγάλη σταθερότητα – μέσα από μία εθνικοσοσιαλιστική πολιτική που εφάρμοσε, μετά από πολλές περιπέτειες  (η κυριότερη των οποίων ήταν η χρεοκοπία της το 1998). Εν τούτοις, ακολούθησε μία στασιμότητα, πιθανότατα επειδή η κυβέρνηση δεν κατάφερε να βρει τη σωστή ισορροπία, ανάμεσα στη σταθερότητα και την ικανότητα μεταβολής μίας κοινωνίας.

 

Ειδικότερα, ο πρόεδρος της Ρωσίας επανέφερε τις σταθερές παραδόσεις στη χώρα, με τη βοήθεια της αναβίωσης εθνικιστικών συναισθημάτων – γνωρίζοντας ότι, χωρίς σταθερές παραδόσεις δεν υπάρχει πολιτισμός και δεν μπορεί να εξασφαλισθεί η κοινωνική συνοχή. Δυστυχώς όμως, χωρίς την αργή εξάλειψη των παραδόσεων δεν υπάρχει πρόοδος αλλά στασιμότητα – αφού χάνεται η ικανότητα εξέλιξης ενός λαού.

 

Τέλος το παράδοξο της χώρας, η οποία εγκρίνει μεν τον κ.Putin, αλλά απορρίπτει μεγάλο μέρος της πολιτικής του (η οποία συνοψίζεται στη φράση “η δικτατορία του νόμου), είναι το εξής: Ο λαός αρνιόταν ανέκαθεν να πάρει μέρος στην πολιτική ζωή και ισχυριζόταν ότι δεν ήθελε τη δημοκρατία, λόγω αστάθειας. Ταυτόχρονα όμως, χαιρόταν για δικαιώματα, όπως την ελευθερία να ταξιδεύει και να μιλάει ελεύθερα –  δικαιώματα που είχε κερδίσει μετά τη σοβιετική κατάρρευση.

 

Πέμπτη, 5 Σεπτεμβρίου 2013

http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2960.aspx