Γράφει: Βασιλική Αγγουρίδη,
Ουσιαστικές διαρθρωτικές παρεμβάσεις, όχι μόνο δημοσιονομικές, απαιτούνται στο ΕΣΥ, οι οποίες θα αγγίζουν κάθε έκφανση της λειτουργίας του, από το πολιτικό έως το κλινικό κομμάτι, από τους φοιτητές ιατρικής έως την Πρωτοβάθμια Περίθαλψη Υγείας (ΠΦΥ), τονίζει πρώην Υπουργός.
Πολιτική «αχρωματοψία», συγχώνευση κλινικών, εκ βάθρων αλλαγή στον τομέα του Φαρμάκου, μείωση των εισακτέων στις ιατρικές σχολές, αποτελεσματική Πρωτοβάθμια Υγεία, ισορροπημένη σχέση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, είναι οι έξι εφικτές βελτιώσεις που πρότεινε, ο Ηλίας Μόσιαλος, καθηγητής Οικονομικών της Υγείας στη London School of Economics και πρώην υπουργός.
Αντί των αποσπασματικών προσπαθειών βελτίωσης του ΕΣΥ, που φαίνονται να μην είναι ενταγμένες σε συνολικό σχεδιασμό απαιτούνται συγκεκριμένες και υλοποιήσιμες παρεμβασεις.
Σύμφωνα με την τοποθέτηση του κ. Μόσιαλου, όπως δημοσιεύθηκε στα ΝΕΑ, το σχέδιο αναδιάρθρωσης του ΕΣΥ, για να φέρει τα προσδοκόμενα και επιθυμητά αποτελέσματα, θα πρέπει να στοχεύει και στον διαρθρωτικό τομέα, με τεκμηρίωση, ανάλυση των αναγκών του λαού και συνεργασία με όσους εργαζόμενους ενδιαφέρονται ειλικρινώς για το σύστημα και φυσικά είναι άμεμπτοι.
Βήμα Πρώτο
Το πρώτο «πεδίο μάχης» θα πρέπει να είναι η άρση του πελατειακού – κομματικού χαρακτήρα του συστήματος. «Είναι απόλυτη ανάγκη να επιβληθεί «πολιτική αχρωματοψία». Οι διοικητές των νοσοκομείων και των μεγάλων οργανισμών να επιλέγονται με αξιοκρατικά κριτήρια. Τα εποπτικά όργανα του υπουργείου Υγείας να γίνουν ανεξάρτητα από την κυβέρνηση και τα κόμματα. Ειδικά το Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας θα μπορέσει να παίξει ουσιαστικό ρόλο (σύμβουλος της Πολιτείας και έμμεσα των πολιτών, αδέκαστος αξιολογητής των υπηρεσιών υγείας και των νοσοκομείων) μόνο αν ξεφύγει από τις πολιτικές αλλά και τις συνδικαλιστικές επεμβάσεις. Το ίδιο ισχύει για τις προσλήψεις γιατρών στο ΕΣΥ, που προβλέπονται πολλές έπειτα από 4-5 χρόνια, όταν θα υπάρξει η μαζική συνταξιοδότηση των αρχικών στελεχών του», σημειώνει ο κ. Μόσιαλος.
Βήμα Δεύτερο
Στην πράξη, αναγκαίος κρίνεται από τον κ. Μόσιαλο, ο σχεδιασμός του «νοσοκομειακού χάρτη» της χώρας για τα επόμενα 20 χρόνια, με άμεση συγχώνευση των κλινικών στις μεγάλες νοσοκομειακές μονάδες, τόσο για δημοσιονομικούς όσο και για ιατρικούς λόγους. «Είναι παράλογο να έχουμε 2.000 κλινικές σε σχεδόν 130 νοσοκομεία. Εξίσου παράλογο είναι να υπάρχουν 3 και 4 μικρά νοσοκομεία σ’ έναν νομό, αλλά το 80% των περιστατικών να φεύγει και να πηγαίνει σε πανεπιστημιακά νοσοκομεία άλλων περιοχών. Δεν βρισκόμαστε στη δεκαετία του ’50, τότε που δεν υπήρχαν δρόμοι και οι αποστάσεις ήταν μεγάλες. Παράλογο επίσης είναι να συγχωνεύονται κυρίως μικρά νοσοκομεία, που καλύπτουν το 0,5 % του συνολικού κόστους», αναφέρει ο πρώην Υπουργός.
Ο εξορθολογισμός του αριθμού των κλινικών αναμένεται να εξασφαλίσει καλύτερη παροχή θεραπευτικού έργου, αποτελεσματικότερη εκπαίδευση γιατρών και νοσηλευτών και πιο ορθολογικές εφημερίες. Όσο για τα Κέντρα Υγείας, εκεί οι εφημερίες θα πρέπει να σταματήσουν, με εξαίρεση δυσπρόσιτες και απομονωμένες περιοχές. Βέβαια, θα πρέπει να καθοριστεί και ποιες ειδικότητες είναι ανάγκη να εφημερεύουν και να πάψει η πολυδιάσπαση των Μονάδων Υγείας και των εφημεριών. «Τα Κέντρα Υγείας και τα νοσοκομεία θα πρέπει να στηρίζονται στην ποιότητα, ενώ τώρα το σύστημα λειτουργεί σαν τροχονόμος της ποσότητας και της πολλαπλής διασποράς», τονίζει ο καθηγητής.
Βήμα Τρίτο
Η πολιτική στο Φάρμακο δεν ξεφεύγει από την κριτική του κ. Μόσιαλου, ο οποίος θεωρεί πως υπάρχει και καλύτερος δρόμος για την τιμολόγηση των φαρμάκων, από το μ.ο. των τριών χαμηλότερων τιμών της ΕΕ, που άλλωστε φαίνεται πως είναι ανεπαρκής μέθοδος στην πιστοποίηση της. «Θα μπορούσαν να ισχύσουν ως κριτήρια οι τιμές σε δύο βόρειες και δύο νότιες χώρες συν στάθμιση του ΑΕΠ στη Ελλάδα», προτείνει ο καθηγητής. Η αλλαγή, όμως, στην φαρμακευτική πολιτική θα πρέπει να είναι συνολικότερη, με ιδιαίτερα έμφαση στην κατανάλωση. Αν και η ηλεκτρονική συνταγογράφηση είναι σημαντική πρόοδος, «απουσιάζει ένα κέντρο ελέγχου και ανάλυσης της συνταγογράφησης που θα δίνει οδηγίες στους γιατρούς και θα ομαδοποιεί τις συνταγές ανά φάρμακο, ασθένεια και γιατρό. Όσο αυτό δεν γίνεται τόσο συχνότερα ο εκάστοτε υπουργός Υγείας θα περιορίζεται να «τσιμπάει» κάθε εξάμηνο έναν γιατρό που εκτελεί υπερσυνταγογράφηση και θα τον δίνει βορά στα πρωτοσέλιδα», σημειώνει.
Βήμα Τέταρτο
Το κεφάλαιο της ΠΦΥ έχει, προφανώς, επιπτώσεις και επιδράσεις και στο ΕΣΥ.
Εν προκειμένω, «από την πλήρη πολυδιάσπαση περάσαμε στον απόλυτο συγκεντρωτισμό: με τη μεταφορά του συνόλου των γιατρών του ΙΚΑ χωρίς αξιολόγηση στον νέο οργανισμό, ο ΕΟΠΥΥ έγινε ταυτόχρονα και χρηματοδότης και πάροχος υπηρεσιών. Τώρα επιδιώκεται η αποχώρηση 1.000 περίπου γιατρών συγκεκριμένων ειδικοτήτων, ενώ κανονικά θα έπρεπε ν’ αξιολογηθεί το σύνολο των γιατρών άσχετα από ειδικότητα». Για τον κ. Μόσιαλο η ΠΦΥ καλείται ν’ αντιμετωπίσει ένα πολύ σημαντικό νέο δεδομένο: «ότι σήμερα υπάρχουν πολύ περισσότεροι ηλικιωμένοι ασθενείς, με πολλαπλά νοσήματα, σε σύγκριση με 30 χρόνια πριν. Επειδή αυτοί οι ασθενείς χρειάζονται εξειδικευμένη φροντίδα, απαιτούνται πολλές μικρές ιατρικές «επιχειρήσεις» πολλαπλών ειδικοτήτων. Έτσι ο κάθε ηλικιωμένος ασθενής θα βρίσκει συγκεντρωμένες τις ειδικότητες που χρειάζεται, δεν θα μετακινείται αενάως από τον Αννα στον Καϊάφα».
Βήμα Πέμπτο
Ειδικά στον κομμάτι του ανθρώπινου δυναμικού, ο πρώην Υπουργός εισάγει ένα αυστηρό πλαίσιο που ανοίξει στις ιατρικές σχολές και φθάνει έως το ΕΣΥ.
«Είναι ανάγκη ν’ ανακοπεί ο υπερπληθωρισμός στις σχολές υγείας με μείωση των εισακτέων. Στη συνέχεια, μπορούν να θεσπιστούν εξετάσεις για τους πτυχιούχους γιατρούς ώστε οι καλύτεροι να αρχίζουν πρώτοι ειδικότητα. Οι γιατροί του ΕΣΥ θα μπορούν ν’ ασκούν ιδιωτική ιατρική μόνο εφόσον δίνουν εγγυημένα προτεραιότητα στο ΕΣΥ. Π.χ. ένας χειρουργός θα χειρουργήσει ιδιωτικά έναν ασθενή του μόνο αν έχει πρώτα χειρουργήσει ορισμένο αριθμό ασθενών στο ΕΣΥ», υποστηρίζει.
Βήμα Έκτο
Τη λίστα των απαραίτητων παρεμβάσεων κλείνει η μάλλον «δυσλειτουργική σχέση» δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
«Στο λεπτό αυτό ζήτημα, ούτε ο δημόσιος τομέας είναι λογικό να προγραμματίζει ανεξάρτητα από τη δυνατότητα του ιδιωτικού τομέα ούτε όμως και ο ιδιωτικός να προκαλεί τεχνητή ζήτηση στον δημόσιο, ώστε ν’ αμείβεται κερδοσκοπικά απ’ αυτόν (παράδειγμα: οι τομογραφίες, όπου είμαστε παγκόσμιοι πρωταθλητές)», παραδέχεται ο κ. Μόσιαλος αλλά ξεκαθαρίζει ότι «όλα ανεξαιρέτως τα νοσοκομεία, δημόσια και ιδιωτικά, πρέπει ν’ αξιολογούνται με τα ίδια κριτήρια. ‘Εχοντας τις ίδιες τιμές και παρέχοντας τις ίδιες ποιοτικές υπηρεσίες. Τέλος, στην περίπτωση οποιασδήποτε σύμβασης μεταξύ των δύο τομέων πρέπει να επικρατεί η απόλυτη διαφάνεια».
Πάντως, ο καθηγητής Οικονομικών δεν διστάζει να σημειώσει πως πέρα από τις παραπάνω παρεμβάσεις για το ΕΣΥ, ξεκάθαρα και ουσιαστικά βήματα θα πρέπει να ληφθούν και στην ψυχική υγεία.