Πρόλογος, μετάφραση Γ. Βαρουφάκη
Πριν από αρκετό καιρό μιλούσαμε με τον φίλο και συνάδελφο James K. Galbraith για τη δολοφονία του Κένεντι. Καθώς σήμερα είναι η πεντηκοστή επέτειος της μελανής εκείνης μέρας, και επειδή θεώρησα ότι αυτά που μου έλεγε θα σας ενδιέφεραν, τον παρακάλεσα να μου δώσει ένα κείμενο για το protagon που να αποτυπώνει την ουσία της συζήτησης εκείνης. Κάπως έτσι προέκυψε το πιο κάτω κείμενο στο οποίο ο James K. Galbraith καταγράφει τις σκέψεις του για τη δολοφονία (σε δική μου μετάφραση):
Τον Πρόεδρο Κένεντι δεν τον γνώρισα ποτέ, αν και έχω ακόμα δική του επιστολή που μου έστειλε όταν έγινα εννέα ετών, το 1961, εκφράζοντας την ευχή να μεγαλώσω να γίνω ένας «καλός Δημοκρατικός όπως ο πατέρας σου αλλά, ελπίζω, σε ένα πιο βολικό… μέγεθος».(*) Την ημέρα που τον πυροβόλησαν ήμουν στο σχολείο. Αυτό που θυμάμαι από εκείνη την ημέρα ήταν το σκοτεινό πρόσωπο της μητέρας μου και τα πηγαδάκια ανδρών που παρατήρησα να σχηματίζονται στους δρόμους του Cambridge της Μασαχουσέτης καθώς επιστρέφαμε σπίτι από το σχολείο.
Ο πατέρας μου βρισκόταν στην Ουάσινγκτον. Μας τηλεφώνησε και τον θυμάμαι να μου λέει: «πρόκειται για τη χειρότερη ημέρα της ζωής μου.». Συνειδητοποιώντας ότι η Τζάκι Κένεντι όχι μόνο έχασε τον άνδρα της αλλά αντιμετώπιζε άμεση έξωση από τον Λευκό Οίκο (όπου μετακόμιζε ο αντικαταστάτης του), ο πατέρας πέρασε τη μέρα εκείνη ετοιμάζοντας μια πρόχειρη κατοικία για την οικογένεια του νεκρού Κένεντι στο σπίτι του Averell Harriman στην Georgetown. Μερικές μέρες αργότερα, ο νέος Πρόεδρος, ο Lyndon B. Johnson, του ζήτησε να γράψει την πρώτη του προεδρική του ομιλία στο Κογκρέσο. Μια ομιλία την οποία ο Johnson τελικά δεν εκφώνησε, επιλέγοντας άλλη ομιλία, γραμμένη από διαφορετικό λογογράφο.
Τα επόμενα τριάντα χρόνια δεν πολυ-σκεπτόμουν εκείνες τις ημέρες. Πέρασε καιρός για να κατανοήσω, σχετικά πρόσφατα, ότι στην οικογένειά μου είχε ορθωθεί ένα εσωτερικό τείχος πόνου και σιωπής για εκείνη την αποφράδα ημέρα. Απλά, δεν μιλούσαμε για τα γεγονότα εκείνα. Τα χρόνια πέρναγαν, η ζωή μου σημαδεύτηκε από το Βιετνάμ, το Watergate, γάμο, επίπονο διαζύγιο… Και ξάφνου, χωρίς να γνωρίζω καλά-καλά το γιατί, το 1993 άρχισα να αναρωτιέμαι, να σκέφτομαι, τι συνέβη εκείνη τη μέρα στο Dallas. Στο μεταξύ είχαν εκδοθεί περί τα εξακόσια βιβλία με θέμα τη δολοφονία του Κένεντι.
Από αυτά διάβασα καμιά εξηνταριά ως απόρροια του ξαφνικού μου ενδιαφέροντος. Τι έμαθα; Έμαθα ότι είναι πολύ δύσκολη υπόθεση η συγγραφή της Ιστορίας για γεγονότα που διχάζουν. Το μέγεθος και η έκταση των πονημάτων δεν αντιστοιχούν στο «βάθος» και στην ποιότητά τους. Αυθεντίες και βαρύγδουπες δηλώσεις υπέρ του συγγραφέα εκ μέρους εντυπωσιακών ονομάτων δεν σημαίνουν τίποτα. Οι υποσημειώσεις όμως έχουν ανεκτίμητη αξία. Έμαθα ακόμα ότι για να προσεγγίσει κανείς τη δολοφονία του John F. Kennedy πρέπει να γνωρίζει όχι απλά να διαβάζει αλλά πώς να διαβάζει.
Νομίζω ότι η δική μου μελέτη και ενασχόληση συνεισέφερε κάποια πράγματα στην εξιστόρηση του «συμβάντος». Ένα μέγα ερώτημα αφορούσε το κατά πόσον ο Κένεντι πράγματι αποφάσισε, τον Οκτώβριο του 1963, με την έγκριση του Robert McNamara (σημ. του υπουργού του Άμυνας), να αποσύρει έως το τέλος του 1965 όλους τους «στρατιωτικούς συμβούλους» που είχε στείλει ο αμερικανικός στρατός να «υποστηρίξουν» την κυβέρνηση του Ν. Βιετνάμ. Αυτή η απόφαση καταχωνιάστηκε και, θα έλεγα, αποκρύφτηκε μετά τη δολοφονία του Προέδρου. Για να ξανα-«αναδυθεί» στην επιφάνεια χρειάστηκε να αγωνιστούμε, με τη βοήθεια αρκετών ιστορικών μελετητών, για δεκαπέντε χρόνια. Κι ο αγώνας συνεχίζεται. Στις 27 Οκτωβρίου, η Jill Abramson, δημοσίευσε μακροσκελές άρθρο στην The New York Times Book Review το οποίο καταλήγει ως εξής:
“… η πεποίθηση ότι [ο Κένεντι] θα περιόριζε την αμερικανική παρουσία στο Βιετνάμ έχεις τις ρίζες της εξ ίσου στον ρομαντισμό του ερωτήματος «πόσο διαφορετικός θα ήταν ο κόσμος; [αν ο JFK ζούσε]» και στα ιστορικά αρχεία.”
Δεν είναι όμως έτσι. Τα πρακτικά των συνεδριάσεων, οι μαγνητοφωνημένες συνομιλίες, τα υπομνήματα, δίνουν μια καθαρή εικόνα επ’ αυτού. Το υπόμνημα του Στρατηγού Maxwell Taylor, απευθυνόμενο στα μέλη του Ανώτατου Επιτελείου, με ημερομηνία 4 Οκτωβρίου 1963, μεταφέρει χωρίς περιστροφές την απόφαση του Προέδρου: «Όλος ο σχεδιασμός σας θα πρέπει να στοχεύει στην προετοιμασία των δυνάμεων που βρίσκονται στη Δημοκρατία του Βιετνάμ για την απόσυρση όλων των ειδικών μονάδων βοήθειας των Ηνωμένων Πολιτειών έως το τέλος του ημερολογιακού έτους 1965.».
Το άλλο μείζον ζήτημα αφορούσε τον αμερικανικό σχεδιασμό στρατηγικών πυρηνικού πολέμου. Πριν είκοσι χρόνια, το 1993, η τότε φοιτήτριά μου κα Heather Purcell ανακάλυψε (σε φάκελο του τότε Αντιπροέδρου Lyndon B. Johnson, με ημερομηνία 1961) σχέδιο που προέβλεπε απρόκλητο πυρηνικό χτύπημα εναντίον ταυτόχρονα της ΕΣΣΔ και της Κίνας και το οποίο προγραμματιζόταν από το Πεντάγωνο για τα τέλη του 1963. Σύμφωνα με το ίδιο αρχείο, ο Κένεντι αντέδρασε οργισμένα όταν έμαθε για το εν λόγω σχέδιο. Φαίνεται να μην είναι τυχαίο ότι, στο ταξίδι της επιστροφής στην Washington από το Dallas, με το φέρετρο του Κένεντι δίπλα του, ο νεο-ορκισθείς Πρόεδρος Johnson, είπε φωναχτά, απευθυνόμενος στον υπεύθυνο τύπου Bill Moyers: «Αναρωτιέμαι αν οι πύραυλοι πετάνε αυτή τη στιγμή.».
Έπαιξαν ρόλο αυτά τα «ζητήματα» στη δολοφονία του Κένεντι; Κι αν έπαιξαν, πόσο σημαντικός ήταν σε σχέση με την πιθανότητα να προσέβλεπε στη διευθέτηση των διαφορών με την Κούβα ή ακόμα και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου;
Θα μπορούσα να μοιραστώ μαζί σας την άποψή μου, τη δική μου απάντηση. Δεν θα βοηθούσε όμως. Πέρασαν πενήντα χρόνια στη διάρκεια των οποίων οι αντιπαραθέσεις, οι συνομωσίες, και οι θεωρίες συνομωσίας έχουν καταστρέψει το κύρος όλων των απόψεων – επίσημων και ανεπίσημων. Η γνώση του τι συνέβη εκείνη την ημέρα στο Dallas δεν είναι κάτι που μπορεί να σας προσφέρει μια «αυθεντία». Ούτε η Επιτροπή Warren μπορεί να το κάνει (σημ. η επίσημη δικαστική εξεταστική επιτροπή για τη δολοφονία του JFK), ούτε η Επιτροπή του Καπιτωλίου για τη διερεύνηση της Δολοφονίας, ούτε ο Oliver Stone, ούτε εγώ.
Επιτρέψτε μου όμως να μοιραστώ μαζί σας μια σημαδιακή στιγμή που έζησα το 2010 στην Ιταλία όταν πέρασα μια μέρα συνομιλώντας με τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Μου είπε: «Όταν επισκέφτηκα το μουσείο στον έκτο όροφο του Texas School Book Depository (σημ. το σημείο απ’ όπου, υποτίθεται, ότι πυροβόλησε τον Κένεντι ο Lee Harvey Oswald) κοντοστάθηκα στο βιβλίο επισκεπτών και, μετά από σκέψη, έγραψα σε αυτό: «Νομίζω ότι γνωρίζω το γιατί.».
Πενήντα χρόνια μετά δεν είναι τόσο δύσκολο να αποκτήσει κανείς μια ισχυρή άποψη όσον αφορά τα βασικά δεδομένα. Είναι εφικτός ο διαχωρισμός μεταξύ των έντιμων και των μη έντιμων, ή και ανόητων, ερμηνειών. Πολλοί είναι εκείνοι που έχουν πετύχει ένα τέτοιο «ξεκαθάρισμα». Όμως απαιτεί σκληρή δουλειά και κριτική ανάγνωση υποβοηθούμενη από ανταλλαγές απόψεων μεταξύ ανιδιοτελών ερευνητών. Θα πρέπει να μελετήσετε τα αρχεία, να κρατήσετε σημειώσεις, να διαφωνήσετε μεταξύ σας και, έτσι, να βρείτε τις απαντήσεις μόνοι και μόνες σας. Για τον εαυτό σας. Μαζί με ανθρώπους των οποίων την κρίση και τις αρετές εμπιστεύεστε. Με άλλα λόγια, δημοκρατικά!
Για να πω την αλήθεια, δεν είμαι όσο «καλός Δημοκρατικός» ήταν ο πατέρας μου. Ίσως όμως η ευχή που εξέφρασε ο Κένεντι για μένα πριν τόσα χρόνια να έχει πραγματοποιηθεί – σε κάποιον μικρό βαθμό, τουλάχιστον όσον αφορά το μέγεθός μου…
Ο James K. Galbraith διδάσκει στη Σχολή Δημόσιων Υποθέσεων Lyndon B. Johnson, στο Πανεπιστήμιο του Τέξας. Απόφοιτος των Harvard και Yale, διηύθυνε (executive director) την Οικονομική Επιτροπή (Joint Economic Committee) του αμερικανικού Κογκρέσου προτού εκλεγεί καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τέξας, στην έδρα Lloyd M. Bentsen Jr. Είναι συγγραφέας σημαντικών βιβλίων όπως «Το Αρπακτικό Κράτος» και το πιο πρόσφατο «Ανισότητα και Αστάθεια: Μελέτη της παγκόσμιας οικονομίας λίγο πριν την Κρίση». Ο πατέρας του, John K. Galbraith, διορίσθηκε από τον Πρόεδρο Ρούσβελτ, κατά τη διάρκεια του πολέμου, «Τσάρος των Τιμών» (με ευθύνη να προσδιορίζει τις τιμές των περισσότερων βασικών αγαθών). Αργότερα ήταν καθηγητής και μέντορας του JFK στο Harvard, λογογράφος του JFK, πρέσβυς των ΗΠΑ (επιλεγμένος προσωπικά από τον JFK) στην Ινδία, και συγγραφέας βιβλίων που άφησαν εποχή, π.χ. «Η Κοινωνία της Αφθονίας». Ήταν 2 μέτρα και 4 εκατοστά ψηλός. Αντίθετα, ο γιος του James είναι «μόλις» 1,92 μ. – ένα πολύ πιο βολικό μέγεθος, όπως είχε ευχηθεί ο JFK
http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.proswpa&id=29456