Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι οι τράπεζες δεν θα μείνουν μόνο στη διαχείριση δανείων για να μειώσουν κατά 43 δισ. ευρώ τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) μέχρι το τέλος του 2019. Άλλωστε, οι πωλήσεις δανείων αποτελούν, σύμφωνα με τον διοικητή της ΕΚΤ, Mario Draghi, έναν από τους βασικούς πυλώνες στους οποίους θα βασιστεί η λύση για τα NPEs σε ολόκληρη την Ευρώπη. Περίμενε κανείς ότι θα μπορούσε η Ελλάδα να αποτελέσει εξαίρεση;
Τις πωλήσεις δανείων, επίσης, χαρακτηρίζει ζωτικής σημασίας το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ασκώντας τις κατάλληλες πιέσεις με… τον τρόπο του. Στη δήλωση συμπερασμάτων της αποστολής του ΔΝΤ στην Αθήνα, αναφέρονται οι πολιτικές που πρέπει να δρομολογηθούν για ένα γρήγορο καθάρισμα των τραπεζικών ισολογισμών, ώστε να επιτευχθεί μια επιτυχής ανάκαμψη. Στις πολιτικές αυτές συγκαταλέγονται και οι πωλήσεις δανείων, καθώς όπως τονίζει το ΔΝΤ, «η εξασφάλιση επαρκούς τραπεζικού κεφαλαίου είναι σημαντικής σημασίας ώστε να επιτραπεί η γρήγορη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ακόμη και με κάποιο κόστος».
Εντύπωση, ωστόσο, προκάλεσε η δήλωση του Jean-Claude Juncker την περασμένη Παρασκευή, σύμφωνα με την οποία οι πωλήσεις δανείων από τις ελληνικές τράπεζες σε ξένα funds δεν επιβλήθηκαν από τους δανειστές αλλά αποτελούν απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης.
Τελικά ποιος είναι υπέρ των πωλήσεων δανείων και ποιος όχι; Πληροφορίες αναφέρουν ότι οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών έχουν στο παρελθόν δεχτεί συστάσεις από ξένους τραπεζίτες που βρέθηκαν σε ανάλογη θέση, υπέρ της διαχείρισης των δανείων χωρίς την πώλησή τους. Οι εν λόγω συστάσεις βασίζονταν στην εκτίμηση ότι η σωστή διαχείριση από τις τράπεζες μπορεί να αποδώσει σημαντικά οφέλη όσο η οικονομία θα ανακάμπτει.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι τόσο ο Mario Draghi, όσο και η επικεφαλής του SSM, Danielle Nouy, έχουν επανειλημμένα τονίσει την ανάγκη αξιοποίησης όλων των διαθέσιμων εργαλείων για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων, μεταξύ των οποίων και τις πωλήσεις, έτσι ώστε να «ξεφορτωθούν» πιο γρήγορα τα προβληματικά στοιχεία ενεργητικού.
Οι ελληνικές τράπεζες, από την πλευρά τους, έχουν ξεκαθαρίσει εξ αρχής ότι οι πωλήσεις δανείων δεν αποτελούν τη βασική επιλογή τους και ότι δεν πρόκειται να δούμε μαζικές πωλήσεις χαρτοφυλακίων.
Όμως ο χρόνος πιέζει. Οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση του σχετικού πλαισίου που θα διευκολύνει τη διαχείριση των επιχειρηματικών δανείων εμποδίζουν την αποκλιμάκωση του φαινομένου. Το πλαίσιο θα είναι όπως όλα δείχνουν έτοιμο μέσα στον Οκτώβριο. Αν μέσα στον επόμενο χρόνο δεν υπάρξουν εντυπωσιακά αποτελέσματα από τις τράπεζες, τότε θεωρείται βέβαιο ότι θα αυξηθούν σε σημαντικό βαθμό οι πιέσεις για πωλήσεις δανείων.
Πόσα θα είναι αυτά τα δάνεια; Οι εκτιμήσεις των αναλυτών εμφανίζουν μεγάλες αποκλίσεις καθώς όλα θα εξαρτηθούν από την πορεία της οικονομίας και την αποτελεσματικότητα των τραπεζών. Στο σενάριο της περιορισμένης συμμετοχής ξένων funds οι πωλήσεις τοποθετούνται στα 2 δισ. ευρώ και φτάνουν έως και άνω των 15 δισ. ευρώ, στην περίπτωση που δημιουργηθεί μία «κανονική» αγορά και κριθεί αναγκαίο το γρήγορο ξεκαθάρισμα των ισολογισμών με δραστικές αλλά δαπανηρές λύσεις.
Παράγοντες της αγοράς προειδοποιούν ότι οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να διασφαλίσουν, μέσω της στενής παρακολούθησης των διαδικασιών, την κατά γράμμα εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας από τα ξένα funds, καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα υπάρξουν κοινωνικές προεκτάσεις με απρόβλεπτες συνέπειες.
Οι ίδιοι εξηγούν, ότι οι πλατφόρμες διαχείρισης που ετοιμάζουν οι τράπεζες σε συνεργασία με ξένα funds και ευρωπαϊκούς φορείς θα λειτουργήσουν ως προπομποί των πωλήσεων, ενώ η ολοκλήρωση του πλαισίου διαχείρισης αποτελεί το πρώτο βήμα για τις πωλήσεις πακέτων «κόκκινων» και ενήμερων δανείων. Θα είναι, με άλλα λόγια, τα οχήματα που θα δοκιμάσουν την αποτελεσματικότητα του νόμου και θα… στρώσουν το έδαφος για ουσιαστική εμπλοκή ξένων funds που αναζητούν ευκαιρίες προβληματικών στοιχείων σε ολόκληρο τον κόσμο.
Μέχρι στιγμής, οι πλατφόρμες που βρίσκονται στα σκαριά είναι η Manco (των Alpha Bank, Eurobank, KKR και EBRD) για τη διαχείριση μεγάλων επιχειρηματικών δανείων και η Aktua Hellas (της Alpha Bank και της ισπανικής Aktua) που θα αναλάβει δάνεια λιανικής, ενώ και η Eurobank αναμένεται να προχωρήσει στη δημιουργία πλατφόρμας για τη διαχείριση στεγαστικών, καταναλωτικών και δανείων ΜμΕ. Παράλληλα, η Τράπεζα της Ελλάδος εξετάζει τις αιτήσεις τριών ακόμη σχημάτων για την διαχείριση απαιτήσεων.
Τα σενάρια
Το βασικό σενάριο των αναλυτών και των τραπεζών κάνει λόγο για μείωση των NPLs κατά 10% ετησίως το 2017 και το 2018, με το ποσοστό επί των συνολικών δανείων να υποχωρεί από 36% στο τέλος του 2015 στο 28% στο τέλος του 2018. Στο θετικό σενάριο δεν θα χρειαστούν κεφάλαια για επιπλέον προβλέψεις. Σύμφωνα με την Piraeus Securities, το συγκεκριμένο σενάριο συγκεντρώνει πιθανότητες 20%.
Στο πιο επιθετικό σενάριο, οι τράπεζες θα προχωρήσουν ταχύτερα στην εξυγίανση των ισολογισμών τους, χρησιμοποιώντας κεφαλαιακά αποθέματα για τη μείωση των NPLs κατά 50% μέχρι το τέλος του 2018. Έτσι, το ποσοστό των «κόκκινων» δανείων θα υποχωρήσει περίπου στο 20%, κυρίως μέσω αυξημένων διαγραφών. Οι διαγραφές θα αφορούν κατά 55% σε δάνεια που κατηγοριοποιούνται ως NPLs και 45% σε δάνεια που θα αναδιαρθρωθούν. Οι νέες προβλέψεις που απαιτούνται για να επιτύχουν οι τράπεζες το στόχο μείωσης των NPLs κατά 50% ενδέχεται να καλυφθούν από τα προ-προβλέψεων κέρδη της τριετίας 2016-2018 τα οποία εκτιμώνται στα 14 δισ. ευρώ και από τα κεφαλαιακά αποθέματα των τραπεζών ύψους 9 δισ. ευρώ.
Σε αυτή την περίπτωση ο δείκτης βασικών ιδίων κεφαλαίων με πλήρη ενσωμάτωση της Βασιλείας II αναμένεται να μειωθεί στο 12% το 2018. Στους εν λόγω δείκτες συμπεριλαμβάνονται τα CoCos που έχουν εκδώσει ΕΤΕ και Πειραιώς, αλλά εξαιρούνται οι προνομιούχες μετοχές της Eurobank καθώς αυτές δεν θα υπολογίζονται στον δείκτη CET1 από την 1η Ιανουαρίου του 2018. Οι κεφαλαιακοί δείκτες, επίσης, ενσωματώνουν 100% τον αναβαλλόμενο φόρο. Αν δεν συμπεριληφθεί ο αναβαλλόμενος φόρος οι δείκτες υποχωρούν περίπου στο 4%.
(Πηγή: liberal.gr)