του Γιώργου Ρακκά
«Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένας οργανισμός. Το ενιαίο κόμμα έχει διασπαστεί στα τρία. Αυτοί που είναι στο Μαξίμου, η ομάδα του Λαφαζάνη και η ΚΟΕ». Αυτά δήλωσε ο Μανώλης Γλέζος, στις 18 Αυγούστου 2015 στο Mega.
Η πολεμική που έχουν αναπτύξει εκπρόσωποι αμφότερων των τάσεων, εναντίον του «Μαξίμου» και της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, δείχνουν να την επιβεβαιώνουν. Ωστόσο, αν κάτι έπρεπε να ξαναμάθουμε ως λαός αυτούς τους επτά μήνες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, είναι –ακριβώς– να μην δίνουμε και μεγάλη σημασία στο τι λέει αυτή η αριστερά, αλλά στο τι πραγματικά κάνει.
Το πρόβλημα, βέβαια, είναι ευρύτερο, ιστορικό θα λέγαμε: Αν έχεις ανατραφεί με μια κοσμοαντίληψη η οποία ορίζει ότι η «ιδεολογία είναι αντανάκλαση» –και έτσι έχει ανατραφεί η αριστερά τουλάχιστον από την μεταπολίτευση και μετά– τότε πολύ απλά τα λόγια χρησιμοποιούνται ως άδεια πουκάμισα. Είναι σαν την μουσική, στις «μουσικές καρέκλες». Όσο ακούγεται, στριφογυρίζεις γύρω τους, και σαν σταματήσει τρέχεις να δεις σε ποια καρέκλα θα κάτσεις.
Η ΚΟΕ και η Πλατφόρμα, είναι δύο διαφορετικές συσσωματώσεις. Μάλιστα η δεύτερη είναι πιο μαζική από την πρώτη. Η πρώτη, όμως, είχε παραδοσιακά πιο ολοκληρωμένες θέσεις δείχνοντας κατά καιρούς ότι συμπεριλαμβάνει στην ανάλυσή της τα εθνικά θέματα, τον γεωπολιτικό παράγοντα, ζητήματα ταυτότητας και πατριωτισμού.
Απέναντι στον Τσίπρα, όμως, υποστηρίζουν την ίδια αφήγηση: «Πρόδωσε», ισχυρίζονται, τον αντιμνημονιακό χαρακτήρα της διακυβέρνησής του, καθώς και την προτεραιότητα της αναδιανεμητικής πολιτικής του «προγράμματος της Θεσσαλονίκης» (αυτό το οποίο, πλέον, πολλοί από τους κατοίκους της συμπρωτεύουσας αποκαλούν εν είδει αστεϊσμού ως «μπουγάτσα με μνημόνιο»).
Στην πραγματικότητα, η θεωρία περί «προδοσίας» συγκαλύπτει τη λογική αλληλουχία των γεγονότων που μας οδήγησαν στην υπογραφή του τρίτου, χειρότερου μνημονίου, καθώς και στην εμβάθυνση της αποικιοποίησης της χώρας μας. Για να ίσχυε, θα προϋπέθετε να πήγαιναν όλα καλά, μέχρι τη στιγμή της ‘κωλοτούμπας’ και ότι ο Τσίπρας αιφνιδίασε με μια ανεξήγητη στροφή 180ο μοιρών. Προφανώς, δεν συνέβη έτσι. Γιατί όμως επιμένουν;
Στην πραγματικότητα επιμένουν διότι η θεωρία της «προδοσίας» είναι εύκολη, και συγκαλύπτει τη χρεοκοπία των δικών τους θέσεων. Αρχικώς, η δραχμή του Παναγιώτη Λαφαζάνη. Οι οπαδοί της, έχουν κάνει ένα τρομακτικό σφάλμα ερμηνείας, ακόμα και της ίδιας της λέξης. «Νόμισμα» δεν σημαίνει «αυτό που νομίζουμε». Ο Αριστοτέλης στα Ηθικά Νικομάχεια τους απαντάει: «οἶον δ’ ὐπάλλαγμα τῆς χρείας τὸ νόμισμα γέγονα κατὰ συνθήκην, καὶ διὰ τοῦτο νόμῳ ἐστί». Το νόμισμα καθορίζεται κατά συνθήκη, από τον νόμο, και στις μέρες μας η ελληνική κοινωνία και πολιτεία δεν έχει την ισχύ να τον θεσπίσει άμεσα.
Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, η καταστροφή του Τρίτου Μνημονίου προέκυψε από μια διαπραγματευτική στρατηγική που ήταν προγραμματισμένη να προσποιείται έναντι των δανειστών ότι είναι διατεθειμένη μέχρι και να συγκρουστεί και να πάει σε εθνικό νόμισμα. Ο Σόιμπλε, βέβαια, αντί να τρομάξει είπε «καλώς τα τα παιδιά». Με τα λόγια του Γιάννη Δραγασάκη, τάχατες από τους σοβαρούς της κυβέρνησης: «Πιστεύαμε πως αν απειλούσαμε με έξοδο, οι Ευρωπαίοι θα τρόμαζαν. Αποδείχθηκε λάθος εκτίμηση. Πριν από 3 χρόνια μπορεί αυτό να ίσχυε, αλλά στο μεταξύ κι εκείνοι πήραν τα μέτρα τους. Προς έκπληξή μας ο κ. Σόιμπλε πρότεινε, αν θέλαμε να βγούμε από το ευρώ, να μας βοηθήσει κιόλας». Συνεπώς, νυξ! Η διαπραγματευτική αποτυχία της κυβέρνησης, με ευθύνη του Αλέξη Τσίπρα και δια χειρός Γιάννη Βαρουφάκη, οφείλεταιακριβώς στο ότι η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα αποτελεί όντως «διακεκαυμένη ζώνη», όπως ξαφνικά θυμήθηκε ο Αλέξης Τσίπρας, μετά την κωλοτούμπα του. Η δε ήττα του 3ου μνημονίου παρήχθη ακριβώς γιατί το όλον του ΣΥΡΙΖΑ (όπως παλιά λέγαμε όλον ΠΑΣΟΚ για να καταδείξουμε ότι Τσοχατζόπουλος και Σημίτης αποτελούν δύο διαφορετικές όψεις του ιδίου νομίσματος) επέλεξε να δώσει τη σύγκρουση με τους δανειστές δίχως πραγματικές δυνάμεις, και μάλιστα στο ανώτατο δυνατό σημείο: Πολιτική διαπραγμάτευση, με το «πιστόλι» της εξόδου από το ευρώ στο χέρι.
Τι μας λέει λοιπόν ο Λαφαζάνης; Ότι απλά πρέπει να κάνουμε fast backwards, να γυρίσουμε δηλαδή γρήγορα τον χρόνο προς τα πίσω, να κάνουμε το ίδιο σφάλμα και να το ολοκληρώσουμε. Αυτό είναι «το σχέδιο της δραχμής» των Λα.Λα.Λε (Λαφαζάνης – Λαπαβίτσας – Λεουτσάκος). Έχει στην πράξη κανένα νόημα; Μα φυσικά και όχι. Ωστόσο χρησιμεύει πολύ στις μουσικές καρέκλες που παίζει σήμερα το κυβερνών κόμμα. Η μουσική παίζει, τα στελέχη τρέχουν γύρω γύρω από τις καρέκλες, ο Τσίπρας πάντα κάθεται στην θέση του Πρωθυπουργού, η χώρα μένει στο ευρώ, για να μπορεί ο Λαφαζάνης να λέει «δραχμή».
Εξ ου και οι απίστευτες παλινωδίες της Αριστερής Πλατφόρμας σε σχέση με την ψήφο εμπιστοσύνη προς την κυβέρνηση: Είναι, λέει, εκβιασμός! Να φανταστούμε ότι από «προδότες» οι της Αριστερής Πλατφόρμας περίμεναν διαφορετική αντιμετώπιση; Στην πραγματικότητα, διστάζουν ακόμα να κάνουν το «μεγάλο βήμα» γιατί είναι ακόμα ετερόφωτοι. Και είναι ετερόφωτοι γιατί το εναλλακτικό τους σχέδιο περί δραχμής δεν είναι καθόλου βιώσιμο. Ποια είναι όμως η πραγματική συνέπεια των όσων υποστηρίζουν; Απλώς, εγκλωβίζουν έναν ολόκληρο κόσμο, που στέκεται εντελώς κριτικά πλέον απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ, στη φρεναπάτη της δραχμής. Και εξουδετερώνουν πλήρως την αντιπολιτευτική του δυναμική. Εάν, βέβαια, κάποια στιγμή αποφασίσουν να διασπαστούν από τον ΣΥΡΙΖΑ, αυτή θα είναι και η κύρια συνεισφορά τους στην ελληνική κοινωνία.
Από την άλλη, είναι η ΚΟΕ του Ρούντι Ρινάλντι. Η εκτίμησή της, για το εγχείρημα ΣΥΡΙΖΑ, ήταν λίγο πιο πολύπλοκη γιατί δεν διέθετε το «πασπαρτού» του εθνικού νομίσματος, που είχε η αριστερή πλατφόρμα. Η ΚΟΕ υποστήριζε ότι όντως υπάρχουν πολλά προβλήματα στη συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ και στην πορεία του προς την εξουσία, ωστόσο εκείνο που θα τα έλυνε ως δια μαγείας ήταν «ο λαϊκός ριζοσπαστισμός». Δηλαδή, η κινητοποίηση του κόσμου, που αίφνης θα μεταμόρφωνε τον Τσίπρα από βάτραχο σε πρίγκιπα. Μέχρι να συμβεί αυτό το πράγμα, σύμφωνα με την ΚΟΕ, θα έπρεπε να ενισχύεται ο Τσίπρας ως πόλος μέσα στο κόμμα, γιατί αυτός ήταν που διατηρούσε τη μεγαλύτερη επαφή με τον «λαό», και ήταν πιο κοντά στο αίσθημά του. Οι υπόλοιποι ήταν εγκλωβισμένοι μέσα στις μάχες χαρακωμάτων της αριστεράς, ανίκανοι να συλλάβουν την έκταση και την εμβέλεια του διάχυτου αντιμνημονιακού αισθήματος, για το οποίο οι επικεφαλής της ΚΟΕ πάντοτε επαναλάμβαναν, κατά τη διάρκεια της προηγούμενης πενταετίας, ότι είναι «πιο μπροστά» από τον ελληνικό πολιτικό κόσμο.
Γι’ αυτό, εξ άλλου, οι οργανωτικές θέσεις που έλαβαν στο κόμμα, και η πολιτική τους τοποθέτηση, ήταν κατά την τελευταία περίοδο κοντά στο Δραγασάκη και πίσω από τον Τσίπρα. Ενώ, για ένα μεγάλο μέρος του τελευταίου εξαμήνου πριν τις εκλογές του 2015, έφτασαν να εκτελούν ακόμα και χρέη «συγκεντρωσιάρχη» του (μικρού) Αλέξη.
Η στιγμή της χρεοκοπίας των θέσεων της ΚΟΕ ήρθε όντως όταν ο Αλέξης ήρθε σε ευθεία επαφή με τον λαϊκό ριζοσπαστισμό του 60%+ ΟΧΙ στο δημοψήφισμα. Όμως τα πράγματα έγιναν αντίστροφα απ’ ό,τι ανέμεναν: Ο Τσίπρας έφτυσε τον λαό σαν να ήταν βάτραχος. Γεγονός που ήταν απολύτως αναμενόμενο, αν κανείς είχε τη στοιχειώδη κοινή λογική να διακρίνει τη λογική αλληλουχία των πραγμάτων. Μια μικρή χώρα, όπως είναι η Ελλάδα, δεν μπορεί να νικήσει σε μια «μάχη χαρακωμάτων» με την… υπόλοιπη Ε.Ε., ακόμα και αν επικαλείται το λαϊκό αντιστασιακό φρόνημα[1].
Τότε γιατί σύρθηκε σε αυτό; Πολύ απλά γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα ιδεολογικά χρεοκοπημένο αριστερό κόμμα, δίχως όραμα, βαθύτατα εθισμένο στο «πόκερ της συγκυρίας», δηλαδή στον οπορτουνισμό. Γι’ αυτό, εξ άλλου, μεταχειρίζεται το ψεύδος με τόση ευκολία και αποτελεσματικότητα – τέτοια που κατάφερε το πρωτοφανές μέσα στην μνημονιακή Ελλάδα: να υπογράψει τη χειρότερη συμφωνία από τις τρεις (λογικό, καθώς κάθε συμφωνία είναι χειρότερη από την προηγούμενη, πόσο μάλλον όταν είναι προϊόν μιας μείζονος διαπραγματευτικής ήττας) και ταυτόχρονα να μεταβάλει προς το παρόν τη λαϊκή οργή σε απελπισία και αποστράτευση.
Επομένως, δεν είναι αλήθεια, αυτό που υποστηρίζει ο Ρούντι Ρινάλντι ότι «για άλλο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησαν, και άλλος ΣΥΡΙΖΑ τους βγήκε». Δεν τους βγήκε τίποτα. Ήξεραν πολύ καλά, πολύ καλύτερα από εμάς που βρεθήκαμε συνειδητά εκτός αυτών και των ΑΝΕΛ, με τι έμπλεκαν. Γιατί δεν φεύγουν τότε; Πολύ απλά γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταφέρει να τους μεταμορφώσει και τους ίδιους. Και να τους γραφειοκρατικοποιήσει μέσα από τις κοινοβουλευτικές έδρες, τον εσωκομματικό μηχανισμό, τον ιδρυματισμό που συνεπάγεται η συμμετοχή σε αυτόν –πόσο μάλλον όταν μιλάμε για την υπερ-γραφειοκρατία του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία έχει καταφέρει να «ιδρυματοποιήσει» ακόμα και το κοινοβούλιο με τις μεταμεσονύχτιες πολύωρες συνεδριάσεις. Γι’ αυτό οι βουλευτές του προς το παρόν όλο «παραιτούνται» για να μην παραιτούνται. Διότι έχουν καταστεί κι αυτοί ετερόφωτοι πλανήτες του άστρου Τσίπρα.
Ωστόσο, η θεωρία που κομίζουν τώρα έχει τα δικά της προβλήματα. Πρέπει να κάνουμε αυτοκριτική, έγραφε τις προάλλες ο Ρινάλντι, αλλά προς το παρόν προέχει να διαχωριστούμε πλήρως από τον «κακό ΣΥΡΙΖΑ». Μα πως θα διαχωριστείς ριζικά, αν δεν κάνεις αυτοκριτική, για το ότι συνέπραξες στη συγκρότηση του όλου,κακού ΣΥΡΙΖΑ; Γιατί υπήρχε και «καλός» ΣΥΡΙΖΑ; Και αν υπήρχε, πρέπει να δώσουμε μια μάχη να τον αποκαταστήσουμε; Μήπως πρέπει να φτιάξουμε άλλον έναν καλό ΣΥΡΙΖΑ, δίπλα στον κακό; Η ΚΟΕ διατηρεί μικρή απήχηση, ωστόσο απευθύνεται σε πολύ πιο «ψυλλιασμένο» κόσμο από τους εργατομανδαρίνους της Αριστερής Πλατφόρμας. Αυτά που λέει, αυτή τη στιγμή, εγκλωβίζουν τον κόσμο σε μιαν ατέρμονη συριζολογία. Και σε μια αντίληψη του στυλ «υπήρχε εναλλακτική λύση απέναντι στο αδιέξοδο των δανειστών», όπως επαναλάμβανε διαρκώς τις μέρες της κωλοτούμπας ο βουλευτής Αργολίδας της ΚΟΕ,Δημήτρης Κοδέλας. Ποια ήταν η εναλλακτική; Η μη-πρόταση του Λαφαζάνη; Κάποια άλλη πρόταση; Να κάνει απεργία σιωπής η ελληνική κυβέρνηση στα Γιούρογκρουπ επί έναν χρόνο; Να κρατήσει την αναπνοή του ο Αλέξης Τσίπρας μέχρι να σκάσει;
Ας μην γελιόμαστε. Η έκβαση της διαπραγμάτευσης δεν κρίθηκε μετά το δημοψήφισμα της 6ης Ιουλίου 2015. Είχε εν πολλοίς κριθεί από την 25η Ιανουαρίου 2015, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την εξουσία με τους ΑΝΕΛ, τον Λαφαζάνη, την ΚΟΕ και τους λοιπούς σε ρόλο βαστάζου του αρχηγού, για να θυμηθούμε και τον Αστερίξ. Διότι, από τις πλατείες μέχρι τον κυβερνητικό θώκο, δεν είναι «ένα τσιγάρο δρόμος», όπως ισχυρίζονταν όλοι αυτοί εδώ και πέντε χρόνια. Ούτε αρκούσε ο λαϊκός ριζοσπαστισμός, εν πολλοίς στιγμιαίος, η τουλάχιστον σποραδικά εκδηλωνόμενος στις πλατείες, στις παρελάσεις κ.ο.κ. Ούτε βέβαια, ο ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα του ιδεολογικού ανφάν γκατέ του συστήματος, μπορούσε να παίξει ρόλο πολλαπλασιαστή του λαϊκού ριζοσπαστισμού. Λειτούργησε, προσωρινά ελπίζουμε, ως ο νεκροθάφτης του.
Και είναι μεγάλες οι ευθύνες της ΚΟΕ και των συνοδοιπορούντων μαζί της, γιατί ακριβώς δεν παρέμεινανέξω από τον ΣΥΡΙΖΑ, ή γιατί δεν τον εγκατέλειψαν εγκαίρως, ούτε καν τον κριτίκαραν στην πρώτη περίοδο της διακυβέρνησης, για να συμβάλουν στο να καταστεί εφικτή μια σταδιακή ωρίμανση του λαϊκού ριζοσπαστισμού και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις συγκρότησης ενός αυθεντικά αντιστασιακού πολιτικού μορφώματος. Όχι κόμματος εξουσίας, αλλά αντιστασιακού μετώπου, που αρχικώς θα αναλάμβανε να μετασχηματίσει τη διάχυτη οργή σε κίνημα με όραμα, στόχους και πολιτική ωριμότητα.
Γι’ αυτούς τους λόγους, εξ άλλου, αποφασίσαμε να κάνουμε μια ειλικρινή κριτική τόσο στην Αριστερή Πλατφόρμα όσο και κυρίως στα πεπραγμένα της ΚΟΕ. Διότι, από τη στιγμή που δείχνουν να συμμερίζονται τουλάχιστον ένα μέρος της κριτικής που εμείς κάνουμε από καιρό, πολλαπλασιάζονται και οι ευθύνες τους γιατί δεν έμειναν έξω από τις δυνάμεις που καταστρέφουν τη χώρα. Και γιατί δεν έχουν βγει ήδη, όταν, κάθε μέρα που περνάει, αυτές οι καταστροφές πολλαπλασιάζονται. Αντ’ αυτού έμειναν τόσα χρόνια μέσα, και τώρα στέκονται εντός, εκτός και επί τα αυτά.
Τελικά, σε αυτό το κόμμα, τόσο οι «προεδρικοί» όσο και οι αντίπαλοί τους αντικαθιστούν την κοινή σε όλους τους έλλειψη οράματος και σχεδίου για τη χώρα με τακτικισμούς χωρίς τέλος. Τακτικισμούς ο Τσίπρας, τακτικισμούς ο Λαφαζάνης, τακτικισμούς και ο Ρινάλντι (ακόμα περιμένουμε την παραίτηση του Κοδέλα, την οποία δήλωσε ότι θα κάνει από τις 13 Ιουλίου). Αυτή την πολιτική μάθανε τόσα χρόνια στα αμφιθέατρα όπου πλακωνόντουσαν για «τρεις πουτάνες» (όπως λέει και ο Σαββόπουλος στους «Αχαρνής»), και στις εσωτερικές διαμάχες των γραφειοκρατιών και των μικρογραφειοκρατιών.
Τα πράγματα είναι σαφή. Καμία εναλλακτική δυνατότητα δεν υπάρχει μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ ή τουλάχιστον μετον ΣΥΡΙΖΑ. Η μόνη εναλλακτική που υπάρχει, είναι εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ, με έξοδο, εδώ και τώρα, από αυτόν όσων υγιών δυνάμεων, σε επίπεδο βάσης, παραμένουν στο εσωτερικό του – διότι, σε επίπεδο «στελεχών», πολύ αμφιβάλλουμε για την ύπαρξή τους. Θα πρέπει επί τέλους με όραμα και σχέδιο να επιτύχουμε τησυσπείρωση όσων υγιών αντιστασιακών διαθέσεων έχουν απομείνει σε αυτόν τον λαό προς άλλες κατευθύνσεις. Προς εκείνες τις δυνάμεις της τοπικής αυτοδιοίκησης, η οποία δεν έχει προσχωρήσει τόσο πολύ μέσα στο αποικιακό πλέγμα, προς την ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση και την ανάπτυξη της χώρας από τα κάτω, προς τους χώρους δουλειάς, όπου πρέπει να συγκροτηθούν οι πιο αδύναμοι για να μην τους πετσοκόψουν η κυβέρνηση και οι μεγαλο-εργοδότες τους, στους χώρους της εκπαίδευσης, που εδώ και τριάντα χρόνια έχουν ζωτική ανάγκη από μια πολιτιστική επανάσταση την οποία κανένας δεν αναλαμβάνει και οι περισσότεροι δεν την επιθυμούν. Προς την υπεράσπιση της Κύπρου, την οποία ετοιμάζεται να εκποιήσει ο Αλέξης σε αντάλλαγμα μιας διευθέτησης για το χρέος, προς την παρέμβαση στο μεταναστευτικό αδιέξοδο, ώστε να μην γεμίσει η Ελλάδα σε μερικούς μήνες Άγιους Παντελεήμονες, κοινωνίες-πεδία μάχης με τσακισμένη την πολιτισμική και κοινωνική τους συνοχή. Προπαντός δε, προς την πρόταξη μιας πολιτικής με όραμα κοινωνίας,
[1] Το οποίο ειρήσθω εν παρόδω, είναι αρκετά πιο πάνω από 60%+, γύρω στο 75%+, ωστόσο περιορίστηκε κατά το δημοψήφισμα εξαιτίας των βοναπαρτιστικών κινήτρων και προθέσεων που είχε αυτό: Ενός ηγεμόνα (Αλέξη) που ζητούσε την άποψη του ελληνικού λαού γύρω από το αυτονόητο (αν θέλει να ζει με αξιοπρέπεια και δίχως μνημόνια, ή αν θέλει να ζει δίχως αξιοπρέπεια με μνημόνια) για να ισχυροποιήσει την εξουσία του έναντι όλων των άλλων.
http://ardin-rixi.gr/archives/194755