Θέλουμε πίσω το όραμά μας

Αναστασία Βούλγαρη: Πώς να μιλήσω για τους αυτόχειρες; Δεν τολμώ να πω ότι ένοιωσα τη σκέψη τους.
Ο συγγραφέας αυτό πασχίζει να κάνει. Να ταυτιστεί με τον Άλλον, να εισχωρήσει στα μύχια της σκέψης του και να εκφράσει το ανείπωτο.
Παλεύω ν’ αφουγκραστώ την ψυχή τους. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω…
Αλήθεια είναι ότι όλοι οι άνθρωποι αισθανόμαστε τα ίδια. Ο χρόνος όμως καθορίζει την ένωση με τον Άλλον. Αν συντονιστούν οι χρόνοι υπάρχει ένωση. Αν όχι μένει η απόσταση κι η απορία.
Οι λαοί γράφουν ιστορία επειδή κάποια συγκεκριμένη στιγμή σε κάποια συγκεκριμένη χρονική περίοδο χιλιάδες, εκατομμύρια άνθρωποι αισθάνθηκαν και σκέφτηκαν τα ίδια και ενώθηκαν. Κάτω από μια ιδέα, ένα όραμα ή μια προσδοκία. Αυτή ίσως είναι μια “λογική” ή “μεταφυσική” συνακολουθία.
Η αυτοκτονία Ελλήνων τί είναι;
Μήπως δεν ξαναπέρασαν οι Έλληνες τραγικά χρόνια; Μην πάμε μακρυά. Δικτατορία. Μια ανάσα στον ιστορικό χρόνο.
Φυλακές, φάλαγγα, φτώχεια για τις οικογένειες και μοναξιά. Να πάμε και πιο πίσω; Σε τραγικότερες καταστάσεις; Εμφύλιος. Κνούτο, εκτελέσεις και πείνα. Σέρνονταν γέροι οι πατεράδες των φυλακισμένων και των εκτελεσμένων ζητιάνευαν ένα κομμάτι ψωμί. Δεν το’ βρισκαν. Κι αν πέθαιναν ήταν από τις κακουχίες. Ή τους σκότωναν τάγματα θανάτου.
Γιατί σήμερα αυτοκτονούν οι Έλληνες; Γιατί η πλειοψηφία των αυτοχείρων είναι άντρες;
Θα τολμήσω μια ερμηνεία. Υπερλογική όπως κι η πράξη τους; Δεν ξέρω. Σίγουρα όμως απέχει της ψυχολογικής ανάλυσης. Αφήνω την καρδιά να μιλήσει.
Έλληνας άντρας ανά τους αιώνες σημαίνει: Προστάτης και πολεμιστής που δεν σκύβει το κεφάλι ποτέ.
Την μια μέρα οργώνει το χωράφι ή γράφει τραγωδίες και την επόμενη πολεμάει στον Μαραθώνα.
Την μια κουβαλάει ξύλα και την επόμενη σηκώνει τη σπάθα. Στήνει ένα Μεσολόγγι ή μια Τριπολιτσά. Σχολνάει από το μάθημα και βγαίνει στο βουνό. Κλείνεται στο Πολυτεχνείο και τραγουδάει. Ο Έλληνας υψώνει το βλέμμα στον ουρανό μαζί με τη γροθιά. Φωνάζει «λευτεριά η θάνατος» και ξεκινά. Τον Πέρση, τον Ρωμαίο, τον Τούρκο, τον Γερμανό αλλά και τον προσκυνημένο πολεμά.
Αγαπώντας μια πατρίδα, μια Κλειώ ή μια Μαρία κι ένα παιδί απ’ δικό του αίμα.
Πού πηγαίνει; Μα να πεθάνει. Για την ελευθερία. Και για όλες του τις αγάπες. Γιατί αυτής της πατρίδας, τέτοιοι άντρες της πρέπουν.
Σήμερα οι άντρες μας, σαν άλλοι Τρώες που έχασαν τα πάντα, στέκουν απόλεμοι. Δεν έχει γραφτεί τραγικότερη λέξη από τούτη, στα τρεις χιλιάδες χρόνια της ποίησης.
Απόλεμοι. Ούτε προστάτες μήτε πολεμιστές. Άρα ούτε άντρες.
Είχαν πεθάνει πολύ πριν τελειώσουν τη ζωή τους. Η ανέχεια, η φτώχια, η ανεργία απλώς τους το υπενθύμισαν. Έτσι κι αλλιώς αυτοκτονούσαν κάθε μέρα. Γινόμενοι κάτι άλλο από αυτό που είχαν ταχθεί.
Η αυτοκτονία είναι η τελευταία τους κραυγή κι η τελευταία τους ηρωική πράξη απέναντι σε μια ακούσια δειλία, που κράτησε τριανταπέντε χρόνια. Καθένας τους κι ένα ανθρώπινο ολοκαύτωμα. Από ντροπή.
Κι οι γυναίκες; Έκπτωτες Αντιγόνες ή Λασκαρίνες; Κοιτάζοντας το ωραίο είδωλο στον καθρέφτη με την επίγνωση ότι δεν έχει θέση η ζωή για τα παιδιά; Και τί να κάνεις ένα σώμα που δεν θα θρέψει παιδιά; Σαν χωράφι χέρσο να μένει περιμένοντας ποιον; Κανέναν; Στα 27 της δεν είχε τίποτα να περιμένει πια. Είπε “πια” πριν πηδήξει στο κενό;
Θέλουμε πίσω το όραμα μας! Αυτό να? ναι το σύνθημα μας. Γιατί ο άνθρωπος χωρίς όραμα είναι ζωντανός νεκρός. Γιατί μέσα από το όραμα συναντάς τον Άλλον. Και βαδίζεις μαζί του στη μάχη. Στη νίκη ή στον θάνατο. Δεν έχει σημασία. Έτσι κι αλλιώς το αγκάλιασμα είναι που γράφει την ιστορία. Τί άλλο άλλωστε έκαναν οι επτακόσιοι εθελοντές Θεσπιείς, οι Ιερολοχίτες φοιτητές του Υψηλάντη, εκείνος ο τρελλός παπάς στο Αρκάδι, ο Άρης βάζοντας στο στόμα του την κάνη του όπλου του κι ο Θεοδωράκης όταν έφτυσε το πνευμόνι του, μια λίμνη αίμα πάνω στις πέτρες; Τί άλλο από το να είναι Έλληνες και Άντρες; Κι έμειναν πίσω οι γυναίκες στα μαύρα ντυμένες. Σφίγγοντας τα χείλη, κρύβοντας τα μαλλιά και τα στήθη τους. Πικραμένες και ολομόναχες. Ζωντανές όμως. Για να διδάξουν στα παιδιά τί σημαίνει Ελευθερία.
Έτσι ζει αυτή η παράξενη πατρίδα. Με αίμα, τραγούδι και καημό. Πρέπει να την αγαπάς πολύ αυτήν την πατρίδα για να την αντέξεις τώρα που “ουρλιάζει από παντού η προδοσία”.
Το δίλημμα έχει πλέον τεθεί: Ή παίζουμε τον ιστορικό μας ρόλο ή γινόμαστε αυτόχειρες. Τρίτο δρόμο δεν έχει. Αυτός λέγεται δειλία. Και δεν είναι δρόμος. Είναι συμφορά.
Σκοτώστε το αδηφάγο τέρας που λέγεται Σιωπή!
Ζήτω η ζωή!

http://www.spitha-kap.gr/el/articles/?nid=2673