Το ότι η ελληνική Δικαιοσύνη ασχολείται με σκάνδαλα που δηλητηριάζουν τον δημόσιο βίο της χώρας, είναι μία απολύτως θετική εξέλιξη. Πλην όμως, υπάρχουν και παράπλευρες συνέπειες που κανείς δεν μπορεί να αγνοεί.
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Το ότι η διαφθορά και η διαπλοκή στην Ελλάδα –ίσως περισσότερο από αλλού– αποτελούν τρόπο ζωής, είναι γνωστό και ο καθένας σίγουρα έχει και κάποιες προσωπικές εμπειρίες. Συνεπώς, η «κάθαρση» στο επίπεδο αυτό είναι απαραίτητη και εξυγιαντική, στο μέτρο που αντλούνται τα απαραίτητα διδάγματα.
Το τελευταίο διάστημα η Δικαιοσύνη έχει δραστηριοποιηθεί σε μία προσπάθεια να υπάρξει φως σε αμφιλεγόμενες υποθέσεις, τόσο στο επίπεδο των περίφημων εξοπλιστικών προγραμμάτων όσο και σε αυτό του τραπεζικού δανεισμού και των κοινοτικών επιδοτήσεων. Από την άποψη αυτή, λοιπόν, η Δικαιοσύνη δείχνει εξαιρετικό ζήλο, ο οποίος, όμως, κατά την γνώμη μας, θα πρέπει να επεκταθεί –ιδιαίτερα δε στο θέμα των κοινοτικών επιδοτήσεων, όπου εμπλέκονται μεγάλες κατηγορίες θεσμικών φορέων, πέρα από κάποια επώνυμα πρόσωπα.
Είναι ωστόσο σαφές, από μιαν άλλη οπτική, ότι με διάφορους τρόπους επιχειρείται η «εισαγγελοποίηση» της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της χώρας, γεγονός που αφ’ εαυτό, στην παρούσα φάση, είναι πέρα για πέρα αρνητικό για μία πιθανή έξοδο από την κρίση. Στο πλαίσιο αυτό, όπως μάς είπε γνωστός υπουργός της συγκυβέρνησης, οι εισαγγελείς έχουν υπεισέλθει σε θέματα διοίκησης, καταργώντας την διάκριση των εξουσιών.
Σύμφωνα με την λογική αυτή, η όποια απόφαση λαμβάνεται σε πραγματικό χρόνο με εκτίμηση ρίσκου, δεν μπορεί να ποινικοποιείται εκ των υστέρων και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι «η συσσώρευση ζημιών σε φάση κρίσης συνιστά απιστία». Ενώ εκφράζονται και αμφιβολίες από πού κι ως πού η εισαγγελία είναι ξαφνικά ο μοναδικός εκφραστής του δημοσίου συμφέροντος σε θέματα διοίκησης τραπεζών και οργανισμών. Η αντίληψη αυτή βλέπει τους εισαγγελείς να έχουν «ξεφύγει», να παίζουν «επικοινωνιακά παιχνίδια προαναγγέλλοντας διώξεις σε συγκεκριμένους δημοσιογράφους με τους οποίους συνδέονται» και να προεξοφλούν καταδίκες. Ταυτόχρονα, εκφράζονται πλέον σοβαρές αμφιβολίες για κατάχρηση της προφυλάκισης. Αυτό, λέγεται, «δεν συνιστά τιμωρητικό μέτρο ή μέσο ανακριτικής πίεσης, αλλά αποσκοπεί στο να προστατεύσει την κοινωνία από δολοφόνους, βιαστές ή εμπόρους ναρκωτικών και μαφιόζους. Με ποια λογική στέλνεται ένας υπόδικος λευκού κολλάρου στις φυλακές Ιωαννίνων σε κελί με πέντε ποινικούς; Ποιον απειλεί;».
Το αποκορύφωμα ήταν η διαφωνία ανακριτή και δικαστικού συμβουλίου για την περίπτωση του 83χρονου Ευσταθίου που εμπλέκεται στην έρευνα για τα υποβρύχια και τα εξοπλιστικά εν γένει.
Την ίδια ώρα, κορυφαίος ποινικολόγος, με πεντηκονταετή εμπειρία σε πολιτικές υποθέσεις, δήλωνε στον Δημ. Μητρόπουλο της εφημερίδας Τα Νέα άναυδος για την τροπή που έχουν πάρει τα πράγματα στο εισαγγελικό πεδίο. Έκανε έτσι λόγο για παραινέσεις εκτός τήρησης πρακτικών σε κληθέντες σε απολογία να φέρουν πίσω τα λεφτά ή να πουν αυτά που πρέπει, και εμμονή των ανακριτικών Αρχών να πιάσουν ντε και καλά πολιτικούς. «Άλλα περιμέναμε από εσάς…», άκουσε να του λένε εν χορώ ανακριτές και εισαγγελείς απολογούμενος που είχε δεχθεί αλλεπάλληλες ερωτήσεις για το αν είχαν καταβληθεί χρήματα σε πολιτικά πρόσωπα. Η κατεύθυνση της έρευνας ήταν –σχεδόν αποκλειστικά– προς το ΠΑΣΟΚ.
Στο μεταξύ, η τιμωρία οικονομικών εγκλημάτων με ισόβια συνιστά ελληνική νομική πατέντα που ουδείς τολμά μέσα στο υπάρχον κλίμα να πάρει πίσω –κι ας υπάρχει έτοιμη σχετική τροπολογία στο υπουργείο Δικαιοσύνης. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση κατηγορούμενου στην υπόθεση των εξοπλιστικών που παίρνει διαρκώς αναβολή. Είναι κάτοικος εξωτερικού και στη χώρα όπου ζει το οικονομικό έγκλημα συνιστά πλημμέλημα. Αν δεν έρθει ρισκάρει διεθνές ένταλμα, αλλά ποια χώρα θα εκδώσει υπήκοό της σε άλλη χώρα, την Ελλάδα, όπου αυτό για το οποίο κατηγορείται συνιστά κακούργημα; Η αντιμετώπιση των οικονομικών εγκλημάτων με μεγάλο πρόστιμο και συμβιβασμό είναι η πεπατημένη σε χώρες όπως η Γερμανία (όπου έτσι έκλεισαν οι υποθέσεις της Ζήμενς και της Φεροστάλ) ή η Ελβετία. Αντιθέτως, λέγεται ότι «η Ελλάδα είναι σε φάση Αλκατράζ».
Έχουν ξεπεράσει οι εισαγγελείς τον ρόλο τους; Είναι κάτι που ψιθυρίζεται κεκλεισμένων των θυρών των λεγομένων «συστημικών» κομμάτων. Εκεί επισημαίνεται επίσης ο ρόλος δύο κρίσιμων θεσμικών κέντρων. Το ένα είναι η Τράπεζα της Ελλάδος και το άλλο η Προεδρία της Δημοκρατίας.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, είναι πλέον γεγονός ότι όλες οι παραπάνω εξελίξεις αποτελούν πλήγμα για την δημοκρατία. Ακόμα χειρότερα, μετατρέπουν την δικαιοσύνη σε πολύ κακόγουστο θέαμα, από το οποίο η χώρα κάθε άλλο παρά κερδισμένη βγαίνει. Και αυτό είναι κάτι που θα φανεί σίγουρα στις προσεχείς ευρωεκλογές. Τα αποκαλυπτόμενα σκάνδαλα και η άκριτη «θεαματοποίησή» τους, σε συνδυασμό με μία προϊούσα «εισαγγελοποίηση» της κοινωνικής και οικονομικής ζωής της χώρας, θα έχουν υψηλό πολιτικό κόστος, με αποκρουστικά αντιδημοκρατικά χαρακτηριστικά.
http://www.europeanbusiness.gr/page.asp?pid=1167