Με αφορμή την υποβολή, από το καλοκαίρι του 2010, πλέον των τριάντα αναφορών[1] αναφορικά με τη μεταγραφή ονοματεπωνύμων με λατινικούς χαρακτήρες στα διαβατήρια και τα δελτία αστυνομικής ταυτότητας, και καθώς η αρμοδιότητα έκδοσης διαβατηρίων έχει περιέλθει στην Ελληνική Αστυνομία, ο Συνήγορος του Πολίτη θεωρεί αναγκαία την εκ νέου σύνταξη και δημοσιοποίηση πορίσματος[2] για το θέμα αυτό, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 6 ν. 3094/2003.
1. Το πρότυπο ΕΛΟΤ 743
Με την απόφαση ΔΙΕΜ/Φ06.5/Α12167/28.9.83 του Υπουργού Προεδρίας καθιερώθηκε η εφαρμογή του προτύπου ΕΛΟΤ 743 από τη Διοίκηση σε κάθε περίπτωση όπου υπήρχε ανάγκη να καταχωριστούν σε αρχείο ονοματεπωνυμικά στοιχεία πολιτών και με χαρακτήρες άλλους από εκείνους της γλώσσας της Διοίκησης (λ.χ. καταχώριση σε ληξιαρχική πράξη ονοματεπωνύμου αλλοδαπού που γεννήθηκε στην Ελλάδα). Η πιο γνωστή εφαρμογή της υπουργικής απόφασης αφορά την καταχώριση, σε λατινική απόδοση, των στοιχείων των πολιτών στα διαβατήρια και τα δελτία αστυνομικής ταυτότητας. Η γενική αρχή που διέπει το πρότυπο ΕΛΟΤ 743 είναι η αρχή της “αντιστρεψιμότητας”: κάθε ονοματεπώνυμο, δηλαδή, μεταγράφεται γράμμα προς γράμμα στη λατινική γραφή (και όχι στην αγγλική γλώσσα, όπως πολλοί νομίζουν), ώστε όταν εφαρμόζεται η αντίστροφη διαδικασία μεταγραφής να προκύπτει πάλι το αρχικό ονοματεπώνυμο[3]. Γίνεται σαφές, δηλαδή, ότι ο σκοπός του προτύπου είναι η μεταγραφή των ονοματεπωνυμικών στοιχείων με χαρακτήρες κατανοητούς από τις δημόσιες υπηρεσίες διαφόρων χωρών, χωρίς να δίδεται προτεραιότητα στην προφορά τους. Ωστόσο, η εφαρμογή του προτύπου ΕΛΟΤ 743 στην πράξη δημιουργεί προβλήματα, συχνά ανυπέρβλητα, τόσο ως προς την μεταγραφή και την αρχή της αντιστρεψιμότητας όσο και ως προς την προφορά των ονομάτων, η οποία, τελικά, δεν μπορεί να παραγνωριστεί, όπως αναλυτικότερα περιγράφεται κατωτέρω.
2. Η εφαρμογή του προτύπου ΕΛΟΤ 743 από την Ελληνική Αστυνομία και η στάση της στις περιπτώσεις παρέκκλισης από αυτό.
Με τον νόμο 3103/2003 (ΦΕΚ 23, τ.Α΄) “Έκδοση διαβατηρίων από την Ελληνική Αστυνομία και άλλες διατάξεις” η εποπτεία και ο έλεγχος της εφαρμογής της νομοθεσίας για τα διαβατήρια περιήλθε στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης, η δε αρμοδιότητα για την έκδοση και χορήγηση διαβατηρίων ανατέθηκε αποκλειστικά στην Ελληνική Αστυνομία. Για την υλοποίηση των οριζομένων δημιουργήθηκε στην Ελληνική Αστυνομία ειδική Διεύθυνση Διαβατηρίων (Π.Δ. 126/2005). Με άλλα προεδρικά διατάγματα (Π.Δ. 25/2004 και Π.Δ. 193/2005) ορίστηκαν οι προϋποθέσεις χορήγησης διαβατηρίων, η χρονική ισχύς τους, τα περί απώλειας και αντικατάστασής τους κ.ά. Τέλος, με υπουργικές αποφάσεις προσδιορίστηκαν τα απαραίτητα δικαιολογητικά για την χορήγηση διαβατηρίου, το αρχείο και ο εξοπλισμός που θα παρέδιδαν οι νομαρχίες της χώρας, μέχρι τότε αρμόδιες για την χορήγηση των διαβατηρίων καθώς και άλλες συναφείς διαδικασίες (ΚΥΑ 3021/22/10/2005 και 3021/22/25/2005). Ειδικότερα, στην ΚΥΑ 3021/22/10/2005 (ΦΕΚ 932/Β΄), καθορίζεται ρητά το πρότυπο ΕΛΟΤ 743 ως πρότυπο μεταγραφής με λατινικούς χαρακτήρες των ονοματεπωνυμικών στοιχείων των πολιτών στα διαβατήρια.
Παράλληλα, με την ΚΥΑ 3021/19/53/2005 (ΦΕΚ 1440/Β’), το πρότυπο ΕΛΟΤ 743 ορίζεται ως εφαρμοστέο πρότυπο στην απόδοση με λατινικούς χαρακτήρες των ονοματεπωνυμικών στοιχείων των πολιτών στα δελτία αστυνομικής ταυτότητας, που χορηγεί η Ελληνική Αστυνομία.
Κατά το χρονικό διάστημα 2006 – 2010, φαίνεται ότι η Ελληνική Αστυνομία εφάρμοζε τη διάταξη της σχετικής ΚΥΑ που αφορούσε την παρέκκλιση από το πρότυπο ΕΛΟΤ 743 και οι σχετικές αναφορές προς την Αρχή ήταν σχετικά λίγες. Οι περιπτώσεις απόρριψης αιτήματος για παρέκκλιση από το πρότυπο που παρατηρούνταν αποδίδονταν μάλλον στο γεγονός ότι με τη σχετική ΚΥΑ απαιτείται “ειδική” αίτηση του πολίτη για την αναγραφή του ονόματός του στα λατινικά κατά παρέκκλιση του προτύπου ΕΛΟΤ. Ωστόσο, πολλοί πολίτες πίστευαν ότι η κύρια αίτησή τους για χορήγηση διαβατηρίου με τα επισυναπτόμενα δικαιολογητικά (π.χ. παλαιό διαβατήριο ή ταυτότητα) αρκούσαν για να επιβεβαιωθεί η παρέκκλιση καθώς θεωρούσαν φυσικό ότι στο νέο διαβατήριο τα στοιχεία του κατόχου θα αναγράφονταν όπως ακριβώς και στο προηγούμενο που είχε λήξει ή όπως ακριβώς αναγράφονταν στο δελτίο αστυνομικής ταυτότητας, που εκδίδεται από την ίδια Αρχή. Ως αποτέλεσμα, οι πολίτες που παρελάμβαναν νέα διαβατήρια με στοιχεία διαφοροποιημένα από αυτά που γνώριζαν, προσέφευγαν στον Συνήγορο του Πολίτη και συχνά δικαιώνονταν με τη χορήγηση νέου διαβατηρίου (όχι χωρίς πρόσθετο κόστος όμως, λ.χ. κόστος νέου βιβλιαρίου ή ταχυδρομικά έξοδα).
Όσον αφορά τα δελτία αστυνομικής ταυτότητας, οι αναφορές προς τον Συνήγορο του Πολίτη για την εφαρμογή του προτύπου ΕΛΟΤ 743 και την παρέκκλιση από αυτό, ήταν ελάχιστες, ίσως διότι τα Τμήματα Ασφαλείας της ΕΛΑΣ έδειχναν μεγαλύτερη ευελιξία στο θέμα αυτό, ή ίσως διότι οι πολίτες είχαν την ευκαιρία να διευκρινίσουν έγκαιρα την επιθυμία τους για παρέκκλιση από το πρότυπο, στην αναγραφή των στοιχείων τους στις ταυτότητες.
Από τον Ιούνιο 2010, με την πράξη του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη 3021/22/10 – ιζ’/14.06.2010 γίνεται αποδεκτή και άρα εφαρμοστέα από τις αρμόδιες υπηρεσίες της ΕΛΑΣ, η γνωμοδότηση 9/2010 του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση, που προκλήθηκε από ερώτημα της Ελληνικής Αστυνομίας, δεν γίνονταν δεκτά ως “παρέκκλιση” από το πρότυπο ΕΛΟΤ 743 διαφοροποιήσεις στο ονοματεπώνυμο που θα μπορούσε να θεωρηθούν ως ανύπαρκτη προσθήκη γραμμάτων ή ελεύθερη απόδοση του ονόματος σε λατινογενή γλώσσα ή αλλαγή της κατάληξης του επωνύμου από το θηλυκό στο αρσενικό ή αποκοπή/σύντμηση υπαρχόντων γραμμάτων κ.ά. διότι έτσι δημιουργούνταν νέα προσωπικά στοιχεία από αυτά που είναι καταχωρισμένα στο δημοτολόγιο[4].
Ως αποτέλεσμα, η Δ/νση Διαβατηρίων της ΕΛΑΣ κατάργησε στην πράξη σχεδόν τελείως την εφαρμογή της παρέκκλισης από το πρότυπο ΕΛΟΤ 743 στα διαβατήρια[5]. Τούτο προκάλεσε σωρεία διαμαρτυριών των πολιτών τόσον απευθείας προς την ίδια την ΕΛΑΣ όσο και με την υποβολή αναφορών στον Συνήγορο του Πολίτη ή άλλη σχετική Αρχή (λ.χ. Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα). Ο μεγάλος αριθμός των διαμαρτυριών και η παρέμβαση του Συνηγόρου του Πολίτη ώθησαν την Ελληνική Αστυνομία να ζητήσει νέα γνωμοδότηση από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους για το θέμα της παρέκκλισης από το πρότυπο ΕΛΟΤ 743. Πράγματι, τον Σεπτέμβριο 2011 το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους εξέδωσε την 401/2011 γνωμοδότησή του με την οποία επαναλαμβάνει μεν σε γενικές γραμμές το σκεπτικό της προηγούμενης, 9/2010 γνωμοδότησής του, προσθέτει όμως ότι είναι δυνατή η αναγραφή των στοιχείων του κατόχου, κατά παρέκκλιση από το πρότυπο, εφόσον η διαφορετική γραφή παρατίθεται δίπλα από την σύμφωνη με το πρότυπο γραφή, με τη μεσολάβηση του αγγλικού διαζευκτικού συνδέσμου “or” (δηλ. λ.χ. “Panagiotis or Panayotis” “Konstantinidis or Constantinides“). Η γνωμοδότηση, από τις 7.11.2011 έγινε δεκτή από τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη και έκτοτε εφαρμόζεται από την Ελληνική Αστυνομία και στα διαβατήρια και στα δελτία αστυνομικής ταυτότητας.
3. Το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο.
Οι διατάξεις που αφορούν την απόδοση με λατινικά στοιχεία των ονοματεπωνυμικών στοιχείων των πολιτών στα διαβατήρια προβλέπονται στο άρθρο 2 της ΚΥΑ 3021/22/10 – θ’/2010 (ΦΕΚ 1298/Β’), που τροποποιεί και αντικαθιστά παλαιότερες σχετικές ΚΥΑ: “1. Στο διαβατήριο αναγράφονται τα στοιχεία προσωπικής κατάστασης του κατόχου, ήτοι επώνυμο, όνομα, ιθαγένεια, ημερομηνία και τόπος γέννησης, φύλο και ύψος του κατόχου. Το επώνυμο και το όνομα αναγράφονται και με λατινικούς χαρακτήρες, με μεταγραφή σύμφωνα με το πρότυπο ΕΛ.Ο.Τ. 743, που καθορίζεται από την υπ` αριθμ. ΔΙΕΜ Φ.06.5/Α 12167/28−9−1983 απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης 17496,( ΦΕΚ Β΄− 579). Τα ανωτέρω στοιχεία αναγράφονται με λατινικούς χαρακτήρες κατά παρέκκλιση του προτύπου αυτού, ύστερα από αίτημα του ενδιαφερομένου, με βάση τη διαφορετική εγγραφή που υφίσταται σε δημόσιο έγγραφο ημεδαπής ή αλλοδαπής αρχής το οποίο υποχρεούται να επιδείξει (…)”.
Ομοίως, οι διατάξεις που διέπουν τον τρόπο απόδοσης στη λατινική γλώσσα του ονοματεπώνυμου των ελλήνων πολιτών, όσον αφορά τα δελτία αστυνομικής ταυτότητας προβλέπονται από την ΚΥΑ 3021/19/53/2005: “Το επώνυμο, το όνομα και το όνομα πατέρα αναγράφονται και με λατινικούς χαρακτήρες, με μεταγραφή σύμφωνα με το πρότυπο ΕΛ.Ο.Τ. 743 που καθορίζεται από τη ΔΙΕΜ Φ. 06.5/Α 12167 από 28.9.1983 απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης (ΦΕΚ Β΄ – 579). Τα ως άνω στοιχεία αναγράφονται κατά παρέκκλιση του προτύπου αυτού, μετά από αίτημα του ενδιαφερομένου, όπως αυτά είναι εγγεγραμμένα σε προηγούμενο ταξιδιωτικό ή άλλο έγγραφο ημεδαπής ή αλλοδαπής αρχής το οποίο ο αιτών υποχρεούται να επιδείξει (…)”.
4. Οι θέσεις του Συνηγόρου του Πολίτη επί των δύο γνωμοδοτήσεων ΝΣΚ.
Αναφορικά με την πρώτη γνωμοδότηση 9/2010 του ΝΣΚ, ο Συνήγορος του Πολίτη αρχικά συνοπτικά υποστήριξε ότι αυτή αφορούσε μόνο την αρχική έκδοση διαβατηρίου, αφού όταν υφίσταται ήδη έγγραφο με διαφορετική αναγραφή του ονόματος, η αιφνίδια μεταβολή του από τη Διοίκηση προσβάλλει τις γενικές αρχές της προστατευόμενης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου, το δικαίωμα ελεύθερης εγκατάστασης (αρ. 52 Συνθήκης της Ρώμης και απόφαση ΔΕΚ 30-3-93 υπόθ. C-168/91) και, προκειμένου για παιδιά, τις διατάξεις της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού, που επιβάλλουν την υποχρέωση του κράτους στην διατήρηση της ταυτότητας του παιδιού (ν. 2101/1992, που υπερισχύει κάθε αντίθετης διάταξης κοινού εσωτερικού δικαίου).
Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, στην νέα γνωμοδότησή του 401/2011, αναγνώρισε ότι οι αρχές της χρηστής διοίκησης επιβάλλουν την καταχώριση του ονόματος των πολιτών με τη μορφή που είχε σε προγενέστερο διαβατήριο ή ταυτότητα, ωστόσο θεωρεί ότι η εφαρμογή του προτύπου ΕΛΟΤ 743 είναι επιτακτική και γι αυτό η υιοθέτηση της διπλής αναγραφής με τη χρήση του αγγλικού συνδέσμου “or” θεωρήθηκε ως (η μόνη) ικανοποιητική λύση συγκερασμού των δύο καταστάσεων. Ο Συνήγορος του Πολίτη επανέλαβε, και γι αυτή την περίπτωση, ότι, παρόλο που επιλύθηκε το άμεσο και οξύ πρόβλημα της καταγραφής του κατοχυρωμένου ονόματος στα διαβατήρια, εντούτοις η λύση της διαζευκτικής καταχώρησης και των δύο μορφών γραφής εξακολουθεί να αφίσταται των διατάξεων της οικείας ΚΥΑ, η οποία προβλέπει για την περίπτωση αυτή τη μόνη αναγραφή του ήδη καταχωρισμένου σε προγενέστερο έγγραφο ονόματος. Πράγματι, στις προαναφερθείσες διατάξεις (§3 ανωτέρω) ορίζεται ρητά ότι τα στοιχεία του πολίτη μεταφέρονται στη νέα ταυτότητα ή το διαβατήριο, όπως ακριβώς αναγράφονται στο προσκομιζόμενο έγγραφο, πράγμα που σημαίνει ότι δεν αμφισβητείται ο τρόπος αναγραφής τους, αν συμφωνεί ή όχι με το πρότυπο ΕΛΟΤ 743 και χωρίς συμπληρωματική εναλλακτική γραφή. Με δεδομένη, επομένως, τη διατύπωση των διατάξεων της ΚΥΑ, ο Συνήγορος του Πολίτη θεωρεί ότι το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους εσφαλμένα εισηγήθηκε την υποχρεωτική αναγραφή των στοιχείων κατά το πρότυπο ΕΛΟΤ 743 με ταυτόχρονη αναγραφή τους με τον αιτούμενο διαφορετικό τρόπο, διαχωριζομένων από τη διάζευξη “or”. Άλλωστε, η διπλή αναγραφή των ονοματεπωνυμικών στοιχείων των πολιτών συνεπάγεται τη δημιουργία ιδιόρρυθμων καταστάσεων, που μπορεί να προκαλέσουν σύγχυση και καχυποψία σε αλλοδαπές αρχές αλλά και ανασφάλεια στους ίδιους τους πολίτες, πράγμα που ήδη έχουν εκφράσει προς την Αρχή μας κάποιοι από τους αναφερόμενους, όπως περιγράφεται παρακάτω (§6) και που, τελικά, δυσκολεύουν τις συναλλαγές των πολιτών με τις αρχές άλλων χωρών.
5. Η απάντηση της Ελληνικής Αστυνομίας στις θέσεις του Συνήγορου του Πολίτη.
Με το 3021/22/113/4301 – α’/2011 έγγραφό της, η ΕΛΑΣ υπεραμύνεται της εφαρμογής της γνωμοδότησης του ΝΣΚ και ισχυρίζεται ότι, κατ’ αυτόν τον τρόπο, επιτυγχάνεται η ικανοποίηση των αιτημάτων και η προστασία των ενδιαφερομένων πολιτών, οι οποίοι συμμετέχουν στις κοινωνικές και οικονομικές τους δραστηριότητες με αναγραφή του επωνύμου τους κατά παρέκκλιση του προτύπου ΕΛΟΤ 743. Διασφαλίζεται, δηλαδή, αποτελεσματικά η αξιοπιστία των ελληνικών διαβατηρίων και η ταυτοπροσωπία των πολιτών στο εξωτερικό. Επιπλέον, διασφαλίζεται αποτελεσματικά η δημόσια τάξη και ασφάλεια, αφού παρέχεται η δυνατότητα πληρέστερου ελέγχου τυχόν έκνομης συμπεριφοράς πολιτών, που έχουν δραστηριοποιηθεί με τα κατά παρέκκλιση του προτύπου ΕΛΟΤ 743 ονοματεπωνυμικά τους στοιχεία[6]. Συμπερασματικά, εκτιμά η ΕΛΑΣ, με την εφαρμογή της 401/2011 γνωμοδότησης του ΝΣΚ επιλύθηκε το πρόβλημα της αναγραφής στα λατινικά των στοιχείων του αιτούντος στην ταυτότητά του ή το διαβατήριό του, τα σχετικά παράπονα των πολιτών σχεδόν εκμηδενίστηκαν και συνεπώς δεν συντρέχει λόγος αλλαγής της διαδικασίας που εφαρμόζεται καθώς εξυπηρετεί τον μέγιστο δυνατό αριθμό πολιτών.
6. Προβλήματα από την εφαρμογή της γνωμοδότησης 401/2011 ΝΣΚ στα διαβατήρια και τα δελτία αστυνομικής ταυτότητας.
Πράγματι, μετά από την υιοθέτηση της 401/2011 γνωμοδότησης ΝΣΚ από την ΕΛΑΣ, οι αναφορές προς τον Συνήγορο του Πολίτη μειώθηκαν, δεν εξαλείφθηκαν όμως διότι και ο νέος τρόπος εφαρμογής του προτύπου ΕΛΟΤ 743 στις ταυτότητες και τα διαβατήρια είναι προβληματικός σε κάποιες περιπτώσεις, γεγονός που, σύμφωνα με τους αναφερόμενους στην Αρχή, δημιουργεί προβλήματα συναλλαγών σ’ αυτούς και τα μέλη της οικογένειάς τους.
α. Τα εγγενή προβλήματα.
Όπως έχει αναφερθεί, το «Πρότυπο ΕΛΟΤ 743» έχει συνταχθεί με βάση την αρχή της «αντιστρεψιμότητας», δηλαδή της αμφιμονοσήμαντης αντιστοίχισης μεταξύ των γραμμάτων του ελληνικού και λατινικού αλφάβητου, έτσι ώστε να είναι δυνατή η ασφαλής επιστροφή στο πρωτότυπο χωρίς αμφιβολίες για την ακρίβεια αυτής. Έτσι, λόγου χάριν, επειδή το γράμμα Γ αποδίδεται ως G, το σύμπλεγμα ΓΚ αποδίδεται ως GK (και όχι ως G) προκειμένου να αποφεύγεται ενδεχόμενη σύγχυση μεταξύ Γ & ΓΚ σε περίπτωση αντίστροφης μετατροπής του G. Ωστόσο, η επιδίωξη απόλυτης και ανελαστικής «αντιστρεψιμότητας», πέραν του ότι είναι μάταιη εφ’ όσον δεν καταλαμβάνει και τα φωνήεντα (λ.χ. τα ελληνικά Ο & Ω μεταγράφονται ως O ή τα Η, Υ & Ι μεταγράφονται σε I), παραβλέπει την προφορά, γεγονός που την καθιστά κατ’ αρχήν ακατάλληλη για ονόματα ανθρώπων: Συμπλέγματα όπως το προαναφερθέν GK, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι αποδίδουν με γραμματική ορθότητα το ελληνικό τους ανάλογο, είναι ακατάλληλα επειδή, απλούστατα, δεν είναι δυνατό να προφερθούν. Τυχόν ισχυρισμός ότι η προφορά του ονόματος, στην προκειμένη περίπτωση δεν ενδιαφέρει, καταρρίπτεται από την πραγματικότητα η οποία επιβεβαιώνει ότι τα ονόματα που αναγράφονται στα διαβατήρια και τις ταυτότητες δεν χρησιμεύουν μόνον για την διαπίστωση της ταυτοπροσωπίας σε τυχόντα συνοριακό έλεγχο, αλλά χρησιμοποιούνται (πλέον) και στην επικοινωνία προσώπων μεταξύ τους. Εύκολα γίνεται αντιληπτή η δυσκολία προφοράς τέτοιων ονομάτων από εκπροσώπους αλλοδαπών αρχών ή άλλων οργανισμών και ιδρυμάτων και η συνεπαγόμενη σύγχυση για τους ενδιαφερόμενους[7]. Τέλος, απορία προκαλεί ότι ενώ έχει γίνει πρόβλεψη στο πρότυπο ΕΛΟΤ 743 για την απόδοση του συμπλέγματος “ΜΠ” που βρίσκεται στην αρχή της λέξης ως λατινικό “B“, δεν ισχύει κάτι αντίστοιχο για τα “ΝΤ” και “ΓΚ”.
β. Η περίπτωση αναγραφής των “διπλών ονοματεπωνύμων”.
Όλο και περισσότεροι Έλληνες, καθώς προβλέπεται και από την κείμενη νομοθεσία, φέρουν, πλέον, διπλό επώνυμο ή διπλό κύριο όνομα ή και τα δύο. Η αναγραφή του διπλού αυτού ονοματεπώνυμου παρουσιάζει δυσκολίες τόσο τεχνικής φύσης όσο και ουσιαστικής: Καθώς δεν είναι σπάνιο ένα ελληνικό επώνυμο να αποτελείται από μεγάλο αριθμό γραμμάτων (λχ. Παπαγεωργόπουλος), η ύπαρξη διπλού επωνύμου (λχ Παπαγεωργόπουλος – Κωνσταντινίδης) προκαλεί δυσχέρεια καταχώρισής του στο πεδίο αναγραφής επωνύμου τόσο στο ισχύον δελτίο αστυνομικής ταυτότητας όσο και το διαβατήριο. Ο συνδυασμός δε της περίπτωσης με τη διπλή αναγραφή του επωνύμου στα λατινικά, με χρήση της διάζευξης “or”, δημιουργεί αντικειμενική αδυναμία καταχώρισης όλων των στοιχείων (Papageorgopoulos – Konstantinidis or Papageorgopoulos – Constantinides), με αποτέλεσμα όσα στοιχεία του επωνύμου δεν χωρούν στο πεδίο καταχώρισης, απλά αποκόπτονται και δεν εμφανίζονται. Η κατάσταση αυτή οδηγεί στο ουσιαστικό πρόβλημα της περίπτωσης, όπου, καθώς το πρότυπο ΕΛΟΤ προτάσσεται υποχρεωτικά και ακολουθεί η εναλλακτική γραφή, τα κρίσιμα στοιχεία, που ενδιαφέρει τον πολίτη να φαίνονται ώστε να επιβεβαιώνεται η ταυτοπροσωπία του στις αλλοδαπές αρχές, αποκόπτονται, με αποτέλεσμα τη σύγχυση ως προς την ταυτότητα του κατόχου[8]. Το πρόβλημα γίνεται ιδιαίτερα έντονο στην περίπτωση που κάποιο από τα στοιχεία είναι αλλοδαπής προέλευσης (βλ. κατωτέρω περίπτωση γ).
Ιδιαίτερα, όσον αφορά τα δελτία αστυνομικής ταυτότητας, αρμόδιοι της Ελληνικής Αστυνομίας δήλωσαν ότι, στην περίπτωση αυτή, τα ονοματεπωνυμικά στοιχεία του κατόχου γράφονται χειρόγραφα (αντί του μηχανογραφικού τρόπου αναγραφής) ώστε να γίνεται κατορθωτό να χωρέσουν στο αντίστοιχο πεδίο του δελτίου. Γίνεται αντιληπτό ότι με τον τρόπο αυτό χορηγούνται δύο είδη αστυνομικής ταυτότητας που φυσικό είναι να προκαλούν καχυποψία και σύγχυση στις αλλοδαπές αρχές.
γ. Η περίπτωση αναγραφής των αλλοδαπής προέλευσης ονοματεπωνύμων.
Τα τελευταία χρόνια, οι έλληνες πολίτες που έχουν αλλοδαπή καταγωγή ή είναι τέκνα και αλλοδαπού γονέα ή έχουν τελέσει γάμο με αλλοδαπό και έχουν αποκτήσει (και) το επώνυμό του αυξάνονται διαρκώς σε αριθμό. Για την κατηγορία αυτή των πολιτών, που συχνά διατηρούν και την αλλοδαπή ιθαγένειά τους, είναι ιδιαίτερα κρίσιμο να εμφανίζονται στο ελληνικό διαβατήριό τους (ή το δελτίο ταυτότητας) τα ονοματεπωνυμικά στοιχεία τους σύμφωνα με τον τρόπο που αναγράφονται στις χώρες προέλευσής τους (στη λατινική γραφή). Ωστόσο, καθώς, στην περίπτωση των πολιτογραφηθέντων λ.χ. τα αλλοδαπά ονόματα καταχωρίζονται στα ελληνικά μητρώα και δημοτολόγια με την ελληνική τους προφορά, εμφανίζεται το φαινόμενο της “διπλής μεταγραφής”: μεταγράφεται κατ’ αρχήν το αλλοδαπό επώνυμο στα ελληνικά και στη συνέχεια η ελληνική απόδοση μεταγράφεται στα λατινικά, πράγμα που οδηγεί σε πλήρη στρέβλωση των στοιχείων και σοβαρή πιθανότητα σύγχυσης, καχυποψίας και έλλειψης κατανόησης από τις αλλοδαπές αρχές. Λ.χ. στην υποθετική περίπτωση που ο κ. François Hollande είχε αποκτήσει την ελληνική ιθαγένεια, θα είχε καταχωριστεί στα ελληνικά μητρώα ως “Φρανσουά Ολλάντ και η ταυτότητά του και το διαβατήριό του, με εφαρμογή του προτύπου ΕΛΟΤ 743 θα τον εμφάνιζαν ως “Fransoua Ollant. Η χρήση του διαζευτικού “or” (βλ. παραπάνω περ. β.), δηλ. “Fransoua or François” “Ollant or Hollande”) είναι αμφίβολο ότι διορθώνει την κατάσταση στις περιπτώσεις αυτές και, πάντως, δεν την διορθώνει στις περιπτώσεις των διπλών ονομάτων ή επωνύμων όπου το ένα μέρος αυτών είναι ελληνικό και το άλλο αλλοδαπής προέλευσης, ιδιαίτερα δε αν το αντίστοιχο ελληνικό αποτελείται από πολλά γράμματα, με αποτέλεσμα το αλλοδαπό να αποκόπτεται κατά την καταχώριση.[9]
Για τις περιπτώσεις των αλλοδαπής προέλευσης ονοματεπωνύμων ο Συνήγορος του Πολίτη έχει αναφερθεί εκτενώς και στο προηγούμενο πόρισμά του[10], όπου συμπερασματικά αναφέρεται ότι το δικαίωμα του κυρίαρχου κράτους να ορίζει τους κανόνες απόδοσης ονομάτων στην επικράτειά του προσκρούουν στην πραγματικότητα η οποία, στην προκειμένη περίπτωση, επιβάλλει ότι ο αλλοδαπός έχει γεννηθεί με αυτό το ονοματεπώνυμο και έχει ήδη καταγραφεί σε πληθώρα συναλλαγών με δημόσιες αρχές κρατών. Περιττεύει, συνεπώς, στην περίπτωση των ήδη αλλοδαπής προέλευσης ονομάτων, να γίνει προσπάθεια λατινικής απόδοσης αφού το επίμαχο ονοματεπώνυμο έχει ήδη αποδοθεί στη λατινική και έτσι προσδιορίζει τον κάτοχό του. Επίσης, δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι ο λόγος ύπαρξης του προτύπου ΕΛΟΤ 743 είναι η αποτύπωση με λατινικούς χαρακτήρες ελληνικών ονομάτων, ώστε αυτά να γίνονται κατανοητά από αλλοδαπές αρχές. Εξάλλου, η αρχή της αντιστρεψιμότητας και της εφαρμογής διεθνών προτύπων αναγραφής στα ονόματα (που επίσης επικαλείται η Διοίκηση) πρέπει να εφαρμόζεται στο πρωτότυπο αλλοδαπό όνομα διότι διαφορετικά η εφαρμογή της στην ελληνική (τυχαία πολλές φορές) απόδοση του ονόματος οδηγεί σε παράδοξες αποδόσεις (έως γελοίες) στη λατινική γλώσσα και οπωσδήποτε σε προβλήματα ταυτοπροσωπίας.[11] Τέλος, ακόμη και η ασφάλεια των συναλλαγών που επικαλείται η Διοίκηση επιβάλλει τη διατήρηση του ήδη υπάρχοντος αλλοδαπής προέλευσης ονόματος των ελλήνων πολιτών.
δ. Η περίπτωση των ονομάτων ελλήνων πολιτών που ζουν ή δραστηριοποιούνται επί μακρόν στο εξωτερικό.
Πολύ συχνά έλληνες πολίτες έχουν γεννηθεί ή έχουν εγκατασταθεί και ζουν για μακρό χρονικό διάστημα και δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό. Οι συναλλαγές τους δε με την ελληνική διοίκηση είναι σπάνιες ενώ αντίθετα είναι συχνές με τις αλλοδαπές αρχές. Στις περιπτώσεις αυτές, πολύ συχνά, οι πολίτες αυτοί έχουν αναγνωριστεί από τις αλλοδαπές αρχές, για σειρά ετών, με έναν ιδιαίτερο τρόπο λατινικής απόδοσης του ονοματεπωνύμου τους, ο οποίος αφίσταται του προτύπου ΕΛΟΤ 743 (λ.χ. “Cornelius Castoriadis” αντί του “Kornilios Kastoriadis”). Η Ελληνική Αστυνομία παρόλο που στο παρελθόν είχε χορηγήσει διαβατήριο με το ονοματεπώνυμο του πολίτη να αναγράφεται στα λατινικά με την επιθυμητή για τον πολίτη απόδοση, στη συνέχεια των δύο γνωμοδοτήσεων του ΝΣΚ, κατ’ αρχήν απέρριπτε εντελώς το αίτημα διαφορετικής απόδοσης, στη συνέχεια δε, προτείνει τη διπλή αναγραφή με την χρήση της διάζευξης “or”, όπου επανέρχεται, πάλι, ο προβληματισμός που τίθεται στις παραγράφους 3β και γ ανωτέρω για τη δυνατότητα καταγραφής στο πεδίο λατινικής απόδοσης του πλήρους ονοματεπώνυμου του πολίτη. Εννοείται, βέβαια, ότι τυχόν πρωτοβουλίες από έλληνες πολίτες που αναχωρούν για το εξωτερικό (λ.χ. φοιτητές) να αποδίδουν τα ονόματά τους με συγκεκριμένο τρόπο, επειδή έτσι τους φαίνεται π.χ. πιο κομψό, ή ο ιδιαίτερος τρόπος απόδοσης του ονόματος σε κάποια ιδιωτικού δικαίου νομικά πρόσωπα και άλλες συναφείς περιπτώσεις δεν μπορούν να γίνονται δεκτά, διότι δεν συνιστούν επίσημη αποδοχή του διαφορετικού τρόπου αναγραφής ούτε μακρόχρονη χρήση του ώστε να ισχυροποιηθεί ταυτοπροσωπία. Το κριτήριο της διατήρησης του διαφορετικού τρόπου γραφής πρέπει να παραμένει η ήδη υπάρχουσα μακρόχρονη, καταξιωμένη χρήση του σε σχέση με τις αλλοδαπές αρχές στο σύνολό τους.
7. Συμπεράσματα – Προτάσεις.
Η εφαρμογή του προτύπου ΕΛΟΤ 743 για τη λατινική απόδοση των ονοματεπωνυμικών στοιχείων των ελλήνων πολιτών στα δελτία αστυνομικής ταυτότητας και τα διαβατήρια που ορίστηκε με την ΚΥΑ 3021/22/10/2005 σκόπευε στην ενιαία αντιμετώπιση του τρόπου αναγραφής των ονομάτων των πολιτών και στην εξασφάλιση της ταυτοπροσωπίας τόσο στις συναλλαγές με τις αρχές της χώρας και τις αντίστοιχες των άλλων κρατών όσο και για λόγους δημόσιας τάξης και ασφάλειας.
Ωστόσο, η εφαρμογή του προτύπου συνάντησε στην πράξη δυσκολίες που φαίνεται να ταλαιπωρούν τους έλληνες πολίτες στις συναλλαγές τους στο εξωτερικό. Οι δυσκολίες σχετίζονται με περιπτώσεις όπως μακροσκελή ονοματεπώνυμα, ονοματεπώνυμα που αποτελούνται από γράμματα που δεν μπορούν να αποδοθούν με επαρκή τρόπο στη λατινική μεταγραφή ή ονοματεπώνυμα που καθιερώθηκαν να γράφονται με διαφορετικό τρόπο, λόγω μακράς δραστηριοποίησης του έλληνα πολίτη στο εξωτερικό. Η Ελληνική Αστυνομία αρνείται προς το παρόν να ερευνήσει τρόπους αντιμετώπισης των προβλημάτων αυτών και απορρίπτει τις τυχόν ενστάσεις των πολιτών, επικαλούμενη, κυρίως, την υποχρέωση εφαρμογής της γνωμοδότησης 401/2011 του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και αφήνοντας να εννοηθεί ότι πρέπει να επιβληθεί –επιτέλους- ένας πραγματικά ομοιόμορφος τρόπος λατινικής απόδοσης των στοιχείων των πολιτών στις ταυτότητες και τα διαβατήρια.
Ο Συνήγορος του Πολίτη θεωρεί ότι πράγματι η Διοίκηση πρέπει να καταλήξει σε έναν ομοιόμορφο τρόπο αναγραφής των στοιχείων των πολιτών ωστόσο αυτό θα πρέπει να γίνεται εφεξής. Δηλαδή, για τα διαβατήρια και τις ταυτότητες που εκδίδονται για πρώτη φορά και για τις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει ήδη καθιερωμένη λατινική απόδοση των στοιχείων αυτών. Στις περιπτώσεις αυτές θα πρέπει να αναγράφεται μόνη η κατά παρέκκλιση του ΕΛΟΤ 743 λατινική απόδοση των ονοματεπωνυμικών στοιχείων των πολιτών καθόσον η κείμενη νομοθεσία ορίζει ρητά τη μόνη αναγραφή του ήδη καταχωρισμένου σε προγενέστερο έγγραφο ονόματος και συνεπώς το ΝΣΚ εσφαλμένα κρίνει ότι δεν επιτρέπεται παρέκκλιση από το πρότυπο και στην περίπτωση που αυτή είναι αναπόφευκτη να αναγράφονται δυο τρόποι γραφής με χρήση της διάζευξης “or”.
Επισημαίνεται ότι για το θέμα της εφαρμογής προτύπου μεταγραφής στα ονοματεπωνυμικά στοιχεία των πολιτών έχουν ασχοληθεί τόσο τα διεθνή δικαστήρια[12] όσο και τα εθνικά[13] αλλά και άλλες εθνικές ανεξάρτητες αρχές[14]. Οι αποφάσεις και γνωμοδοτήσεις τους έχουν δικαιώσει τους πολίτες που προσέφυγαν σ’ αυτές, γεγονός που σημαίνει, ότι εάν η Ελληνική Αστυνομία επιμένει στον τρόπο εφαρμογής του προτύπου ΕΛΟΤ 743 που έχει υιοθετήσει, θα βρεθεί εκ νέου αντιμέτωπη με αποφάσεις δικαστηρίων που θα δικαιώνουν τους πολίτες, πράγμα που δεν είναι παραγωγικό για την χρηστή και αποτελεσματική διοίκηση.
Πέραν του νομικού προβλήματος της εφαρμογής του προτύπου ΕΛΟΤ 743 με τον τρόπο που υποδεικνύεται από την 401/2011 γνωμοδότηση του ΝΣΚ, δημιουργούνται και πρακτικά προβλήματα εφαρμογής της, όπως καχυποψία αλλοδαπών αρχών στην αντιμετώπιση διπλών αναγραφών, τη διαρκή υποχρέωση των πολιτών να εξηγούν την περίπτωσή τους και, τελικά την πιθανότητα μη αποδοχής του ενός επωνύμου ως ισότιμου με το άλλο από την τρίτη χώρα.
Συμπερασματικά, καλείται η Ελληνική Αστυνομία είτε να υιοθετήσει ως μόνη αναγραφή την λατινική απόδοση που έχει ήδη καθιερωθεί από προηγούμενα δημόσια έγγραφα χωρίς καν την χρήση της διάζευξης “or” είτε να επιδιώξει αλλαγή του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου που διέπει την εφαρμογή του προτύπου ΕΛΟΤ 743 στα δελτία αστυνομικής ταυτότητας και τα διαβατήρια. Η πρώτη περίπτωση ίσως καθυστερεί την ενοποίηση του τρόπου αναγραφής των στοιχείων που πιθανόν αναζητεί η ΕΛΑΣ ωστόσο επιβάλλεται από την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των πολιτών προς τη Διοίκηση, οι οποίοι ήδη χρησιμοποιούν, ενδεχομένως για μεγάλο χρονικό διάστημα, μια διαφοροποιημένη εκδοχή των στοιχείων τους στη λατινική απόδοση, που μάλιστα μπορεί να έχει εγκρίνει η ίδια η ελληνική Διοίκηση με τη χορήγηση παλαιότερου διαβατηρίου. Κατά γενικό κανόνα, κάθε απόφαση της Διοίκησης αφορά μελλοντικές πράξεις και στην περίπτωση των διαβατηρίων και των δελτίων ταυτότητας των ελλήνων πολιτών η αυστηρή εφαρμογή του προτύπου ΕΛΟΤ 743 πρέπει να αφορά όσα διαβατήρια και ταυτότητες εκδίδονται για πρώτη φορά και για τις περιπτώσεις όπου οι κάτοχοί τους δεν μπορούν να επικαλεστούν προηγούμενο μακρόχρονο και εμπεδωμένο διαφορετικό τρόπο αναγραφής των στοιχείων τους σε άλλα δημόσια έγγραφα.
Τέλος, ο Συνήγορος του Πολίτη εκτιμά ότι χρειάζεται αναθεώρηση του ίδιου του προτύπου ΕΛΟΤ 743 ώστε να αντιμετωπιστούν καταστάσεις μεταγραφής φθόγγων του ελληνικού αλφαβήτου που στη λατινική γραφή τους σχηματίζουν ονόματα αδύνατον να προφερθούν ή να γίνουν εύκολα κατανοητά από αλλοδαπές αρχές.
[1] Πρβλ. σελ. 10 αριθμούς φακέλων των αναφορών.
[2] Πρβλ. Πόρισμα ΣτΠ 2003: Μεταγραφή ονοματεπωνύμων με λατινικούς χαρακτήρες στα διαβατήρια και τα δελτία αστυνομικής ταυτότητας.
[3] Ωστόσο, το ίδιο το πρότυπο ΕΛΟΤ 743 εισάγει εξαιρέσεις. Οι δίφθογγοι λ.χ. ακολουθούν διαφορετικό τρόπο μεταγραφής, κατά περίπτωση.
[4] Δεν γίνονταν, δηλαδή, πλέον δεκτή η λ.χ λατινική απόδοση “Karypidis” του θηλυκού επωνύμου “Καρυπίδη” (“Karypidi” κατά ΕΛΟΤ), ή η απόδοση του κυρίου ονόματος “Γεώργιος” σε “George” ή “Jorge” (“Georgios” κατά ΕΛΟΤ) κ.ά.
[5] Είναι χαρακτηριστικό ότι η ΕΛΑΣ στις απορριπτικές αποφάσεις της πρότεινε στους πολίτες, εφόσον αυτοί επιθυμούσαν να διατηρήσουν το “διαφορετικό” ονοματεπώνυμό τους, να αλλάξουν τα στοιχεία τους στο δημοτολόγιο. Τούτο, όμως, προϋποθέτει είτε σχετική απόφαση της Διοίκησης, η οποία είναι εξαιρετικά φειδωλή σε αποφάσεις αλλαγής επωνύμου (εγκρίνει σχεδόν μόνον τις αλλαγές κακόηχων ονομάτων) είτε δικαστική απόφαση η οποία δεν είναι προφανές ότι θα είναι υπέρ του πολίτη (στην περίπτωση λ.χ. που μια γυναίκα επιθυμεί να αλλάξει την κατάληξη του επωνύμου της από θηλυκό σε αρσενικό). Οπωσδήποτε δε, δεν είναι δυνατόν όλες αυτές οι περιπτώσεις να σύρονται στα δικαστήρια. Συνεπώς, εκτιμάται ότι η προτροπή της ΕΛΑΣ προς τους πολίτες έχει σκοπό να αποθαρρύνει μάλλον τους πολίτες και να τους πείσει να αποσύρουν το αίτημά τους για παρέκκλιση από το πρότυπο ΕΛΟΤ 743, παρά να τους προτείνει ουσιαστική λύση.
[6] Έγγραφο ΕΛΑΣ 8201/30 – 316942/2012.
[7] Πώς θα καταφέρει να αποκαλέσει άραγε ο υπάλληλος ασφαλιστικού οργανισμού του εξωτερικού τον έλληνα πελάτη του κ. Γκώγκο, στο διαβατήριο του οποίου το επώνυμό του αναγράφεται ως “GKOGKOS“;
[8] Στην απάντησή της προς τον Συνήγορο του Πολίτη, η ΕΛΑΣ, υπεραμυνόμενη της κατάργησης της παρέκκλισης από το πρότυπο ΕΛΟΤ, ισχυρίστηκε ότι θα προκαλούσε πρόβλημα στις αλλοδαπές αρχές η αντιπαραβολή των στοιχείων του κατόχου που θα έχουν γραφεί κατά παρέκκλιση του προτύπου με τα στοιχεία που αναγράφονται στη “Μηχανικώς Αναγνώσιμη Ζώνη” του διαβατηρίου, τα οποία αποδίδονται μόνον σύμφωνα με το πρότυπο ΕΛΟΤ 743. Ερώτημα προκαλεί αν η εφαρμογή της λύσης της διπλής αναγραφής με χρήση της διάζευξης “or” εξαλείφει τις σχετικές ανησυχίες της ΕΛΑΣ. Επίσης, όσον αφορά το συγκεκριμένο επιχείρημα της ΕΛΑΣ, επισημαίνεται ότι στον Συνήγορο του Πολίτη έχουν κατατεθεί αντίγραφα διαβατηρίων όπου και στην “Μηχανικώς Αναγνώσιμη Ζώνη” του διαβατηρίου τα στοιχεία των πολιτών αναγράφονται μόνον κατά παρέκκλιση του προτύπου ΕΛΟΤ.
[9] Για παράδειγμα: Το επώνυμο “Κωνσταντοπούλου – Όιλενσπήγκελ” θα γραφεί ως: “Konstantopoulou – Oilenspigkel or Konstantopoulou – Eulenspiegel” και καθώς το πεδίο αναγραφής είναι μικρότερο των δύο αποδόσεων, το κρίσιμο επώνυμο “Eulenspiegel” δεν θα εμφανίζεται.
[10] Βλ. παραπάνω σημείωση 2.
[11] Στο άρθρο 3 της Διεθνούς Σύμβασης «Περί καταχώρησης επωνύμων και κυρίων ονομάτων στα ληξιαρχικά βιβλία», ν. 1655/86, την οποίαν επικαλείται η ΔΙΕΜ/Φ06.5/Α12167/28.9.83 για την εφαρμογή του προτύπου ΕΛΟΤ 743, ορίζεται: «επώνυμα και κύρια ονόματα … γραμμένα με χαρακτήρες άλλους από εκείνους της γλώσσας στην οποία πρόκειται να συνταχθεί η πράξη, … θα αντιγράφονται χωρίς καμμία μετάφραση με μεταγραμματισμό σε όση έκταση αυτό είναι δυνατό. Εάν υπάρχουν κανόνες που τους συνιστά η Διεθνής Οργάνωση Τυποποίησης, οι κανόνες αυτοί πρέπει να εφαρμόζονται». Προκύπτει δηλαδή ότι τα αλλοδαπής προέλευσης ονόματα θα μεταγράφονται έτσι ώστε να είναι δυνατή, σε αντιστροφή της ενέργειας, να προκύπτει πάλι το αρχικό όνομα. Η Διοίκηση επομένως, πρέπει να φροντίσει ώστε το αλλοδαπό όνομα να αποδοθεί πάλι όπως ήταν, όταν αυτό απαιτείται (λ.χ. στο διαβατήριο). Η ενέργεια της επανειλημμένης αντιστροφής/μεταγραφής περιττεύει αφού το αλλοδαπό όνομα υπάρχει ήδη, από καιρού, στη λατινική γραφή και μάλιστα έχει καθιερωθεί ως τέτοιο στις αλλοδαπές αρχές.
[12] Πρβλ Πόρισμα ΣτΠ 2003, όπου η απόφαση C-168/91, του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
[13] ΣτΕ 1189/2005..
[14] Απόφαση 85/2001 Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων. Σημειώνεται, εδώ, ότι οι αποφάσεις της Αρχής είναι δεσμευτικές για την Διοίκηση παρόλο που η Ελληνική Αστυνομία, δια της γνωμοδότησης του ΝΣΚ, αρνείται τη δέσμευση.