Παναγιώτης Μαυροειδής
Δε θα κουράσουμε με νούμερα επαναλαμβάνοντας τα εισοδήματα του Στουρνάρα που μετρούνται με 100άδες χιλιάδες ή τα δεκάδες ακίνητα του Βενιζέλου και τόσων άλλων. Για να το πούμε απλά ο κόσμος ζαλίστηκε με ότι διάβασε σχετικά με το πόθεν έσχες των βουλευτών και των κυβερνώντων: Πολλά τα μηδενικά! Με ελάχιστες εξαιρέσεις. Όσο πιο πολύ κράζουν και διατάζουν για λιτότητα κάποιοι, τόσο περισσότερο πλούτο κατέχουν οι ίδιοι.
Λιγότερο όμως συζητήθηκε το παραπάνω, όσο το γεγονός ότι σε αυτούς με τα εισοδήματα πολλών μηδενικών βρέθηκαν αρκετοί βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμη περισσότερο, την προσοχή τράβηξαν οι δύο υπεύθυνοι οικονομίας του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης με μετοχές εκατοντάδων χιλιάδων στην Blackrock και την JPMorgan.
O ΣΥΡΙΖΑ βιάστηκε να μιλήσει για προσπάθεια σπίλωσης των στελεχών του. Αρκετοί από αυτούς επιχείρησαν να υπερασπίσουν τον εαυτό τους, επαναλαμβάνοντας όλα τα κλασσικά επιχειρήματα του αστικού κόσμου και κυρίως ότι κατέχουν νόμιμα ότι κατέχουν ή τέλος πάντων δεν φταίνε αυτοί αν τα κληρονόμησαν από τον μπαμπά τους, ούτε γνωρίζουν πως αυτός τα βρήκε.
Οι απλοί άνθρωποι, μη έχοντες καμιά σχέση με μαρξισμό ή πολλά οικονομικά, ξέρουν καλά κάποια πράγματα.
Για να ζήσεις μόνο από τη δουλειά σου, όσο ικανός και να είσαι, πρέπει να σου βγει ο κώλος, μα και να κάνεις το σκατό σου παξιμάδι. Αυτό το ξέρει πολύ πικρά ο εργάτης. Το διαπιστώνει με πόνο ο μικροβιοτέχνης και αγρότης που ξεκληρίζεται μετά από κόπο και αυταπάτες δεκαετιών. Το γνωρίζει και ο στιχουργός όταν γράφει ‘’η ταξική προέλευση κρατάει για αιώνες’’.
Πολύ περισσότερο, για να μαζέψεις λεφτά, ας πούμε της τάξης του ενός εκατομμυρίου ευρώ που τόσοι βουλευτές έχουν για πλάκα, σημαίνει ότι πρέπει επί σαράντα χρόνια να βάζεις στην άκρη κάπου 2.500 ευρώ το μήνα. Επί σαράντα χρόνια σταθερά και αδιαλείπτως και μάλιστα από τον πρώτο μήνα! Υπολογίστε ποιος θα είναι ο μισθός, αφού προφανώς πρέπει και να ξοδεύει κανείς.
Άρα πως προκύπτουν τα …αποθεματικά, αν όχι από τίμια εργασία;
Απλά τα πράγματα.
Η μια περίπτωση είναι να πρόκειται για κλεμμένη δουλειά και εκμετάλλευση κόπου άλλων. Σύμφωνοι, ‘’απόσπαση υπεραξίας’’ το λέμε αυτό. Για να συμβεί όμως τούτο, δεν αρκεί ο χωροφύλακας και ο εργοδοτικός δεσποτισμός. Είναι απαραίτητο, για να ειπωθεί λαϊκά ‘’να πουλήσεις τη μάνα σου και τον πατέρα σου’’. Να προσπεραστούν πολλά ηθικά και ανθρώπινα όρια και σε αυτό ακριβώς έχει διαπρέψει ο καπιταλισμός.
Η άλλη περίπτωση είναι να σου τα ‘’έδωσαν’’ άλλοι. Ποιος και γιατί; Λεφτά για πλάκα δεν μοιράζει κανένας. Αυτά τα χρήματα είναι βέβαιο ότι θα είναι βρώμικα. Όχι παράνομα απαραίτητα. Όπως έλεγε και ο πρώην Υπουργός της ΝΔ Β. Βουλγαράκης: ‘’το νόμιμο, είναι και ηθικό’’. Έτσι, καθόλα νόμιμα, μια τράπεζα έδωσε στον πρόεδρο της ΟΤΟΕ 800.000 ευρώ, αλλά όχι και χωρίς λόγο…
Μα αυτοί οι νόμοι είναι υπεράνω όλων; Και ποιος τους έφτιαξε; Ήρθαν από τον ουρανό; Ένας νόμος, όπως το μνημόνιο που ορίζει να τσακιστούν οι μισθοί και οι καλύψεις και να χαριστεί δημόσια περιουσία σε επιχειρηματίες, πρέπει να χαίρει της αναγνώρισης και του σεβασμού; Ή μήπως η καρδιά του νομικού συστήματος, έχει ακριβώς μια ταξική στόχευση, διαιώνισης της κοινωνικής ανισότητας και προστασίας του υφιστάμενου εκμεταλλευτικού καθεστώτος;
Καμία επίθεση δε γίνεται στο ΣΥΡΙΖΑ και πολύ περισσότερο σε όσους βουλευτές του βρέθηκαν με γεμάτη τσέπη. Οι εκπρόσωποι του συστήματος, όλοι αυτοί που μιλούν για ‘’αριστερούς με δεξιές τσέπες’’, ούτε το ΣΥΡΙΖΑ θέλουν να στηλιτεύουν επειδή έχει φραγκάτους, ούτε τους έπιασε ο πόνος για τις απολύσεις που κάνει το ΚΚΕ στο Ριζοσπάστη. Τον εαυτό τους θέλουν να δικαιώσουν, ειδικά σήμερα που ο κόσμος είναι οργισμένος και μισεί όσους ‘’κατέχουν χίλιες φορές το περιττό’’.
Να τι γράφει πολύ παραστατικά ο Στέφανος Κασιμάτης στην Καθημερινή στις 19/12/2013, μιλώντας για τις περιπτώσεις Τσακαλώτου και Σταθάκη:
‘’Δεν υπάρχει τίποτε το μεμπτό σε αυτό – το λέω ειλικρινά. Η επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος είναι κανόνας της ανθρώπινης φύσης. Το πρόβλημα είναι μάλλον της Αριστεράς εν γένει, που δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με αυτήν την απλή πραγματικότητα της ζωής και επιμένει να ονειρεύεται ότι μπορεί να την αλλάξει ριζικά’’.
Αν υπάρχει ένας αποπροσανατολισμός σε αυτή τη συζήτηση, αυτός βρίσκεται αλλού.
Ποιοι αλήθεια μπορούν να είναι βουλευτές σήμερα;
Ποια είναι η εικόνα κατά’ αρχήν: Σε μια Ελλάδα όπου οι εργατοϋπάλληλοι (εργαζόμενοι ή άνεργοι), είναι κοντά στο 60% και μαζί με τους αγρότες διαμορφώνεται ένα ποσοστό κοντά στο 70%, δεν υπήρξε καμία Βουλή στην Ελλάδα, όπου να υπήρχε μια αντιπροσώπευση αυτών των κοινωνικών τάξεων, πάνω από 2%! Οι βουλευτικές έδρες καταλαμβάνονται κατά κανόνα από αστούς και κυρίως από τους εκπροσώπους τους: Μεσοαστούς και τεχνοκράτες στην υπηρεσία των αστών. Συνήθως από τα ανώτατα κλιμάκια δικηγόρων, πολιτικών επιστημόνων, καθηγητών πανεπιστημίου, δημοσιογράφων και οικονομολόγων. Συνήθως μάλιστα όλοι αυτοί αντλούνται από συγκεκριμένες οικογένειες ανά την Ελλάδα.
Πως γίνεται και ‘’τυχαίνει’’ αυτό;
Δύσκολα θα πειστεί κανείς πως η Λίτσα που δουλεύει στο supermarket και πρέπει να βάλει κατσαρόλα για τέσσερα άτομα, θα βρει το χρόνο να διαβάσει ή θα έχει την άνεση να πει στο αφεντικό της ‘’συγνώμη, αλλά αύριο θα αργήσω λίγο, καθότι θα πεταχτώ για μια πολιτική ομιλία σε ένα εργοστάσιο”.
Η πολιτική, με την στενή έννοια τουλάχιστον, προϋποθέτει όχι απλά διαθέσιμο χρόνο, αλλά χρόνο ελεύθερο από καταναγκασμό και απειλές, ανεπηρέαστο από το άγχος της επιβίωσης, της κατσαρόλας και της επόμενης μέρας. Και όλα αυτά δεν ευδοκιμούν καθόλου στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, όπου ο καλός εργάτης που ίσως θα έχει το κεφάλι του ήσυχο, είναι αυτός που δεν τα αποζητά αυτά. Αλλιώς τον τρώει η μαρμάγκα…
Θα γελάσει όποιος ακούσει ότι ο Χάρης που απολύθηκε από την Χαλυβουργία, μιας και πλέον έχει χρόνο, θα περάσει μια βόλτα από τον Πρετεντέρη για να βγει στην τηλεόραση διαλαλώντας τις απόψεις του ή άμα δεν του κάνουν τη χάρη θα βγάλει μια εφημερίδα δική του, για να συναγωνιστεί άλλους.
Η δήθεν ελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία, απαιτεί τεράστιο διαθέσιμο εισόδημα, για να αγοραστεί πρόσβαση. Και αυτό δεν το έχουν βέβαια οι φτωχοί.
Δύο τρόποι υπάρχουν για να βρεθούν στη Βουλή εργαζόμενοι μισθωτοί.
Ο ένας είναι να ανήκουν στην κατηγορία των ακολούθων του εργοδοτικού συνδικαλισμού. Τόσοι και τόσοι Πρόεδροι της ΓΣΕΕ, της ΑΔΕΔΥ, της ΟΛΜΕ, της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ, ακολούθησαν αυτό το δρόμο, καταλαμβάνοντας μάλιστα υπουργικούς θώκους ή/και θέση στις διοικήσεις του ΙΚΑ και άλλων ασφαλιστικών ταμείων. Πρόκειται για κλασσικό ρόλο γενίτσαρων… Ο Τσουκαλάς από εκεί προέκυψε.
Ο άλλος τρόπος ήταν μέσω της εκπροσώπησης των αριστερών κομμάτων. Και εδώ όμως, ελάχιστες ήταν οι τιμητικές περιπτώσεις, όπου μπορούσες να μιλήσεις πραγματικά για εργάτες ή υπαλλήλους. Κυρίως γινόταν λόγος για επαγγελματικά μισθωτά στελέχη επί δεκαετίες στους κομματικούς μηχανισμούς ή απαλλαγμένους συνδικαλιστές και τίποτα περισσότερο.
Η αλήθεια είναι πάντα λιγότερο συναρπαστική από όσο νομίζουμε: Στην αστική δημοκρατία, η εργατική τάξη και τα συμφέροντά της, είναι αποκλεισμένα, όχι μόνο λόγω του εγγενώς αντιδραστικού χαρακτήρα των θεσμών της, αλλά και μέσα στους ίδιους τους φορείς της κοινοβουλευτικής αριστεράς. Ως δια μαγείας, και εδώ κυριαρχούν, οι δημοσιογράφοι, οι οικονομολόγοι, οι καλλιτέχνες, οι καθηγητές πανεπιστημίου και φυσικά τα σχεδόν μόνιμα επαγγελματικά στελέχη.
Αν το ΚΚΕ μυρίζει κυρίως γραφειοκρατία, ο ΣΥΡΙΖΑ κυριαρχείται σχεδόν απόλυτα από αστικά και μικροαστικά στοιχεία στην εκπροσώπησή του. Τα απολογητικά επιχειρήματα είναι λίγο ως πολύ γνωστά: ‘’Αυτό που παίζει ρόλο είναι η στράτευση στις ιδέες’’, μέχρις και το πολυφορεμένο ‘’ο πλούσιος σε μας βουλευτής, μας κοσμεί, γιατί είναι προδότης της τάξης του. Τέτοιος άλλωστε δεν ήταν και ο Ένγκελς;”
Αν σε κάτι όμως σίγουρα δεν διαψεύστηκε ποτέ ο φίλος του Ένγκελς Καρλ Μαρξ, είναι ακριβώς ότι εν τέλει, στη γενική περίπτωση, τη συνείδηση και την πολιτική συμπεριφορά, την καθορίζει το είναι και το ‘’έχειν’’ του καθενός, τα ταξικά του συμφέροντα.
Θα μπορούσε άραγε ποτέ ο Τσουκαλάς να είναι υπέρ των ‘’άγριων απεργιών’’; Ή μήπως ο Σταθάκης υπέρ της διαγραφής ολόκληρου του χρέους, διακινδυνεύοντας το ‘’κούρεμα’’ των επενδύσεών του; Θα μπορούσε ο Παναγόπουλος της ΓΣΕΕ με τα 150.000 ευρώ ετήσιο εισόδημα να ανατρέψει τα μνημόνια; Άνθρωποι που δεν ξέρουν τι θα πεί να δουλεύεις με ”μπλοκάκι”, που δεν έχουν ιδέα από εργοδοτική τρομοκρατία ή την ταπείνωση και απαξία της απόλυσης, θα συνεπάρουν τους εργαζόμενους ή τους ανέργους;
Δεν είναι μόνο ζήτημα εικόνας ή ηθικής γενικά, αν και δεν πρέπει να υποτιμάται αυτή η πλευρά. Ούτε πρόκειται για στάση προσωπικής μομφής στο ένα ή στο άλλο πρόσωπο της αριστεράς.
Ας το πιάσουμε από την αρχή: το εργατικό κίνημα δεν είναι ενάντια στους αστούς ως πρόσωπα με αφηρημένο τρόπο και με κυρίαρχη την ηθική διάσταση. Όσο και αν αντλεί ορμή από αυτό, δεν αποκτά επαναστατική και απελευθερωτική διάσταση από αυτό το δρόμο. Συγκροτείται, αντίθετα, ενάντια στο αστικό σύστημα, ως σύστημα που αναπαράγει και προϋποθέτει την ταξική εκμετάλλευση και βία, μαζί με την κοινωνική ανισότητα.
Αντίστροφα τώρα: Όταν το εργατικό κίνημα, ως πολιτικό κίνημα επαναστατικής τομής, ‘’κοιτάζει’’ τον εαυτό του, δεν αναζητεί σωτήρες σε πρόσωπα που απλά ‘’γνωρίζουν’ ή ‘’μιλάνε καλά’’. Αντίθετα, έχει κυρίως ανάγκη, από δομές, που από άποψη υλικών ‘’αντικειμενικών’’ όρων, θα έχουν το μεγαλύτερο βαθμό ανεξαρτησίας από την αστική τάξη, την πιο οργανική -αλλά και αντιθετική- θέση εντός του συστήματός της και συνεπώς τη μεγαλύτερη ικανότητα για το σκληρό αγώνα, καθώς και για την επαναστατική τομή.
Να γιατί σε αυτό το δύσκολο και συχνά σισύφειο δρόμο αναζητήθηκε η συγκρότηση εργατικών κομμουνιστικών κομμάτων, μα και ανεξάρτητων από την αστική τάξη και την επιρροή της εργατικών συνδικάτων ή διεκδικήθηκε η ενότητα της εργατικής τάξης ως προϋπόθεση και δύναμη για κάθε κοινωνική συμμαχία ανατροπής.
Για να το πούμε αλλιώς: Όταν οι φραγκάτοι της αριστεράς δεν αποτελούν την ταπεινή εξαίρεση αλλά το θορυβώδη κανόνα, είναι δύσκολο μα και υποκριτικό να μιλεί κανείς για ‘’προδότες της (αστικής) τάξης τους’’, στην υπηρεσία των φτωχών, αλλά μάλλον για εκπροσώπους της πολιτικής της, μέσα σε όσους από τους δεύτερους παραμένουν ευκολόπιστοι.