Στο 45,2% από 44,2% τον Δεκέμβριο του 2015 και 39,9% τον Δεκέμβριο του 2014, αυξήθηκε το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων τον Μάρτιο του 2016, σύμφωνα με προσωρινά στοιχεία που αναφέρονται στην Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2015 – 2016. Αν και η μεταβολή αυτή οφείλεται ουσιαστικά στη μείωση του παρονομαστή, καθώς η δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων δείχνει σημάδια εξασθένησης, εντούτοις επιβεβαιώνει ότι το υψηλό απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι σήμερα το μεγαλύτερο πρόβλημα του τραπεζικού συστήματος.
Όπως επισημαίνεται στην Έκθεση, το 2015 κατέστη αναγκαία σημαντική αύξηση των προβλέψεων έναντι του πιστωτικού κινδύνου, με συνέπεια οι ζημίες των ελληνικών τραπεζών να διευρυνθούν και να φθάσουν τα 9 δισ. ευρώ. Η ποιότητα των δανειακών χαρτοφυλακίων χειροτέρευσε, ωστόσο υπάρχουν δύο είναι ενθαρρυντικά στοιχεία: αφενός ότι το ποσοστό κάλυψης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων από τις συσσωρευμένες προβλέψεις υπερβαίνει ελαφρά το 50%, αφετέρου οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας συνολικά του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, κατόπιν της ανακεφαλαιοποίησης, αυξήθηκαν πάνω από 16% το 2015.
Εκτιμάται ότι οι πρωτοβουλίες που έχουν δρομολογηθεί για τους επόμενους μήνες αποτελούν ιδιαίτερα σημαντικές τομές όσον αφορά τη δομή του ελληνικού τραπεζικού τομέα και την αναδιάταξη των εγχώριων τραπεζών.
Σύμφωνα με την Έκθεση του Διοικητή της ΤτΕ είναι αναγκαίο να υλοποιηθούν σύντομα:
• Η ανάπτυξη δευτερογενούς αγοράς δανείων (εξυπηρετούμενων ή μη), ώστε να διευρυνθεί ο αριθμός των συμμετεχόντων και να εμπλουτιστεί η τεχνογνωσία ως προς τη διαχείριση επισφαλών δανείων.
• Η αναμόρφωση του πλαισίου εξωδικαστικού διακανονισμού χρέους, ώστε να υπάρξουν δυνατότητες ταχείας, αποτελεσματικής και διαφανούς ρύθμισης χρεών προς ιδιώτες και φορείς του Ελληνικού Δημοσίου.
• Η βελτίωση των υποδομών της δικαιοσύνης και της εξειδικευμένης τεχνογνωσίας των δικαστών.
• Η επίλυση χρόνιων ζητημάτων που σχετίζονται με τη φορολογική μεταχείριση διαγραφών και σχηματισμού προβλέψεων τόσο για τους δανειολήπτες όσο και για τους δανειστές.
• Η εισαγωγή διατάξεων που εξασφαλίζουν τη συνεργασία των μετόχων στις προσπάθειες των τραπεζών για εξυγίανση επιχειρήσεων.