Του Λεωνίδα Κουμάκη
Όταν ο σύγχρονος Έλληνας αγοράζει διάφορα προϊόντα (κυρίως τρόφιμα ή μη τρόφιμα) για τις καθημερινές, καταναλωτικές του ανάγκες, βρίσκεται μπροστά σε ένα αδιαπέραστο τείχος εισαγόμενων προϊόντων, αφού το συντριπτικό ποσοστό των πάσης φύσεως και κατηγορίας σημείων πώλησης στη χώρα μας έχει κυριολεκτικά αλωθεί (εξαγοραστεί) από τους δανειστές –πολυεθνικά καρτέλ που τον υποχρεώνουν (θέλει-δεν-θέλει) να αγοράζει τα «δικά τους» προϊόντα, για να μεγιστοποιεί συνεχώς την εξάρτηση του από αυτούς!
Περιορισμένος αριθμός γιγαντιαίων πολυεθνικών με εντατική διαφημιστική προβολή των προϊόντων τους, την οποία φυσικά καταβάλλει ο Έλληνας καταναλωτής μέσα από την τιμή πώλησης κάθε προϊόντος, έχουν καταλάβει τα σημαντικότερα σημεία πώλησης στη χώρα μας και, μαζί τους, τις αγοραστικές επιλογές των Ελλήνων.
Τα γερμανικά προϊόντα κατέχουν εξέχουσα θέση στο σύστημα αυτό. Με κύριο όχημα μεγάλες γερμανικές αλυσίδες και εκατοντάδες μικρότερες ελληνικές επιχειρήσεις εισαγωγής γερμανικών προϊόντων, η ελληνική αγορά αποτελεί, σε σχέση με το μέγεθός της, έναν καλό πελάτη των γερμανικών προϊόντων, αν και κατέχει ένα μικρό μόνο ποσοστό της τάξεως του 0,5% στο σύνολο των γιγαντιαίων γερμανικών εξαγωγών, με κυριότερες κατηγορίες εκείνες των μηχανημάτων, των ηλεκτρονικών και των φαρμακευτικών προϊόντων.
Στον τομέα των αλυσίδων λιανικής/χονδρικής, μεγάλοι γερμανικοί όμιλοι δραστηριοποιούνται στην ελληνική αγορά με θυγατρικές εταιρείες, όπως η Λιντλ Ελλάς, η Μάκρο Κας & Κάρρυ, η Μήντια Μαρκτ, η Πράκτικερ, ενώ σε άλλους κλάδους της οικονομίας η παρουσία γερμανικών επιχειρήσεων είναι σημαντική – συνολικά περισσότερες από 120 επιχειρήσεις γερμανικών συμφερόντων δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, μεταξύ των οποίων και πολύ μεγάλες όπως η Ντόιτσε Τέλεκομ (τηλεπικοινωνίες), Χένκελ (απορρυπαντικά κ.α.), Κράους -Μαφέι Βέγκμαν (Ναυπηγεία), Ντόιτσε Τέλεποστ (DHL), Έργκο (Ασφάλειες), Ζίμενς κ.ά.
Η οικονομική κρίση που ξέσπασε στη χώρα μας από το 2009 άρχισε να δημιουργεί «παράπλευρες απώλειες»: Οι γερμανικές επιχειρήσεις πληρώνουν τα σπασμένα τόσο της σκληρής, σιδερένιας πειθαρχίας που επέβαλε στην Ελλάδα η γερμανική πολιτική ελίτ, όσο και της έντονα ανθελληνικής υστερίας μεγάλων γερμανικών ΜΜΕ (Μπιλντ, Φόκους, Σπίγκελ κ.π.ά.) με αποκορύφωμα το εξώφυλλο του Φόκους με τη γνωστή χειρονομία του τεντωμένου δάκτυλου που προστέθηκε στο άγαλμα της Αφροδίτης της Μήλου και έκανε το γύρο του κόσμου. Έτσι οι γερμανικές εξαγωγές στην Ελλάδα μειώθηκαν την περίοδο της κρίσης κατά 40,5%: Από 7,9 δισ. το 2008 σε 4,7 δισ. το 2012 μειώνοντας, περίπου αντίστοιχα, και το μόνιμο πλεόνασμα που παρουσιάζει η Γερμανία στο εμπορικό της ισοζύγιο με την Ελλάδα.
Σε αυτό δεν συμβάλλει μόνο η συρρίκνωση της καταναλωτικής δαπάνης, αλλά και το γεγονός ότι ο Έλληνας καταναλωτής αντιλαμβάνεται καλύτερα πως για να ξεπεράσει η χώρα μας, έστω και μακροπρόθεσμα, την οικονομική κρίση, πρέπει –μεταξύ πολλών άλλων– να επιμένει στην αγορά καθημερινών καταναλωτικών προϊόντων που φέρουν την ένδειξη «ελληνικό προϊόν», αναπτύσσοντας έτσι έναν ιδιότυπο «καταναλωτικό εθνικισμό» στην επιλογή των προϊόντων που αγοράζει και προτιμώντας ολοένα και συχνότερα προϊόντα ελληνικής παραγωγής, όπου αυτά είναι διαθέσιμα.
Ο ιδιότυπος αυτός «καταναλωτικός εθνικισμός» δεν είναι άγνωστος στους Γερμανούς: Το 1998, ο μεγαλύτερος λιανοπωλητής του πλανήτη μας, η αμερικανική Γουόλ Μαρτ, αποφάσισε να εγκατασταθεί στη γερμανική αγορά, επενδύοντας περισσότερα από 2 δισ.γερμανικά μάρκα. Σύντομα όμως ανακάλυψε πως το πείραμα δεν είχε καμιά πιθανότητα επιτυχίας στην «ιδιόρρυθμη» γερμανική αγορά. Στις φθηνές τιμές, τομέα στον οποίο είχε τεράστια δύναμη, δεν αντιμετώπισε μόνο τους τοπικούς ανταγωνιστές της (Άλντι, Λιντλ) αλλά και τους Γερμανούς καταναλωτές, που προτιμούσαν να πληρώσουν κάτι παραπάνω στις γερμανικές αλυσίδες, παρά να αγοράσουν φθηνότερα από τα σουπερσέντερ της Γουόλ Μαρτ!
Έτσι, το καλοκαίρι του 2006, η Γουόλ Μαρτ υποχρεώθηκε να πληρώσει έναν τσουχτερό λογαριασμό (υπολογίζεται μεταξύ του 1 και των 3 δισ. $) και να αποχωρήσει από τη γερμανική αγορά. Αντίθετα, οι γερμανικές αλυσίδες θεωρούνται εξαιρετικά πετυχημένες στις ΗΠΑ, όπου οι «πολυπολιτισμικοί» καταναλωτές που συρρέουν εκεί δεν διακρίνονται για παρόμοιους «εθνικισμούς»: Η Άλντι Νορθ (με το σήμα Τρέιντερ Τζο) και η Άλντι Σουντ (με το σήμα Άλντι) αναπτύσσονται ραγδαία, ενώ η Λιντλ προγραμματίζει την είσοδο της στην αμερικανική αγορά το 2015 με 100 καταστήματα ταυτοχρόνως!
Συμπέρασμα: Η οικονομική κρίση περιόρισε τις γερμανικές εξαγωγές στην Ελλάδα και το μόνιμο γερμανικό πλεόνασμα του εμπορικού ισοζυγίου Γερμανίας – Ελλάδας, όχι μόνο από τη συρρίκνωση της καταναλωτικής ζήτησης εξαιτίας της κρίσης, αλλά και από μια διάθεση «τιμωρίας» των γερμανικών προϊόντων για τη στάση της κυρίαρχης γερμανικής ελίτ, πολιτικής & ΜΜΕ, απέναντι στην Ελλάδα. Η κυρίαρχη γερμανική ελίτ έχει, ακόμα και σήμερα, την απαίτηση να μας πουλάει τα προϊόντα της και να μας δανείζει ταυτόχρονα, ώστε να διαιωνίζει μια ολοένα και μεγαλύτερη εξάρτηση της Ελλάδος από τη Γερμανία. Στο χέρι μας είναι να τους πούμε όχι, με τη συνειδητή και επίμονη επιλογή προϊόντων που θα φέρουν την ένδειξη «ελληνικό προϊόν» στις καθημερινές, καταναλωτικές μας ανάγκες!
http://ardin-rixi.gr/archives/15015