Τα πρόστιμα για την μη έκδοση αποδείξεων

Δεν επανέρχονται τελικά τα παλιά πρόστιμα προκειμένου να αναχαιτιστεί το κύμα της φοροδιαφυγής μέσω της μη έκδοσης αποδείξεων.

 

Αντ’ αυτού προτιμήθηκε μια μάλλον μεσοβέζικη λύση. Με τροπολογία που κατέθεσε στη Βουλή, διατηρείται το αναλογικό πρόστιμο 50% του ΦΠΑ που απεκρύβη. Ορίζεται όμως ελάχιστον πλαφόν προστίμου τα 250 ή 500 ευρώ για απλογραφικά ή διπλογραφικά στοιχεία αντίστοιχα (Β΄ή Γ΄Κατηγορίας βιβλία δηλαδή).
Η αλλαγή ισχύει από την Δευτέρα 25 Ιουλίου 2016 και επιπλεόν, σε περίπτωση υποτροπής τα πρόστιμα αυτά διπλασιάζονται και τετραπλασιάζονται.
Συγκεκριμένα: 

  • Σε περίπτωση μη έκδοσης φορολογικού στοιχείου ή έκδοσης ή λήψης ανακριβούς στοιχείου για πράξη που επιβαρύνεται με ΦΠΑ, επιβάλλεται πρόστιμο πενήντα τοις εκατό (50%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα.
  • Το πρόστιμο αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των πεντακοσίων (500) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
  • Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο εκατό τοις εκατό (100%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των πεντακοσίων (500) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των χιλίων (1.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
  • Σε κάθε επόμενη παράβαση στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου εντός πενταετίας, επιβάλλεται πρόστιμο διακόσια τοις εκατό (200%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των χιλίων (1.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.»