To Brexit είναι η Lehman των ευρωπαϊκών τραπεζών

Οι ευρωπαϊκές τράπεζες βρίσκονται υπό ένα πραγματικό stress test ύστερα από την ψήφο της Βρετανίας υπέρ της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι τιμές των μετοχών τους βρίσκονταν ήδη 20% χαμηλότερα φέτος. Από τη στιγμή που ανακοινώθηκε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, η πτώση τους έχει διπλασιαστεί. Εάν η καθοδική τροχιά δεν ανατραπεί σύντομα, η Ευρώπη θα έχει βρει μια νέα λύση στο πρόβλημα του «too-big-to-fail» – επιτρέποντας στις τράπεζές της να συρρικνωθούν τόσο, μέχρι να μην είναι πλέον κατάλληλες για αυτόν τον σκοπό. Η απάντηση βρίσκεται στο γνωμικό «μην αφήνετε ποτέ μια καλή κρίση να πάει χαμένη».

 

Η παρούσα κατάσταση θα πρέπει να είναι ταυτόχρονα κίνητρο και δικαιολογία για αυτό που η Ευρώπη δεν κατάφερε να κάνει μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008 που γονάτισε τον χρηματοπιστωτικό κόσμο: να επιδιορθώσει το τραπεζικό της σύστημα. Ακολουθεί μια εικόνα της πτώσης στην αξία κάποιων από τα μεγαλύτερα ιδρύματα της περιοχής:

1

Η Deutsche Bank, η οποία φιλοδοξούσε κάποτε να γίνει ο εκπρόσωπος της Ευρώπης στη σκηνή των παγκόσμιων επενδυτικών τραπεζών, αξίζει πλέον μόλις 17 δισεκατομμύρια ευρώ. Όταν η μεγαλύτερη τράπεζα στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, με ετήσια έσοδα περίπου 37 δισεκατομμυρίων ευρώ, αξίζει περίπου όσο και το Snapchat – μια εφαρμογή μηνυμάτων που είχε έσοδα μόλις 59 εκατομμυρίων δολαρίων πέρυσι – τότε σίγουρα κάτι πάει στραβά. Δεν προκαλεί εντύπωση που ο δισεκατομμυριούχους επενδυτής Τζορτζ Σόρος στοιχημάτιζε κατά των μετοχών της Deutsche Bank αυτόν τον μήνα.

Η Ελλάδα έχει ανακεφαλαιοποιήσει τις τράπεζές της τρεις φορές, σχεδόν με κανένα αποτέλεσμα. Η Τράπεζα Πειραιώς, για παράδειγμα, αξίζει λιγότερα από 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ, λιγότερα από τα 4 δισεκατομμύρια του Δεκεμβρίου ύστερα από την έγχυση μετρητών, και πολύ μακριά από τα 11 δισεκατομμύρια ευρώ, όπου βρισκόταν μόλις δύο χρόνια νωρίτερα.

Η UniCredit, η μεγαλύτερη τράπεζα της Ιταλίας, έχει υποφέρει εξαιρετικά φέτος. Έχει κεφαλαιοποίηση στην αγορά μόλις 12 δισεκατομμυρίων ευρώ, υπό το βάρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων της, αξίας 51 δισεκατομμυρίων ευρώ. Οι ιταλικές τράπεζες ως σύνολο έχουν μη εξυπηρετούμενα δάνεια αξίας 198 δισεκατομμυρίων ευρώ, ένα σύνολο που ανεβαίνει μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση και είναι αντιπροσωπευτικό της αποτυχίας της Ευρώπης να αντιμετωπίσει τα τραπεζικά της προβλήματα:

2

Εάν προσθέσουμε και τα λεγόμενα «sofferenze», τα αμφίβολα δηλαδή δάνεια, το σύνολο του επισφαλούς ιταλικού χρέους φτάνει περίπου τα 360 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτό εξηγεί γιατί η Ιταλία έχει σπεύσει να εκμεταλλευτεί το Brexit για να δικαιολογήσει την προσπάθειά της να ρίξει 40 δισεκατομμύρια ευρώ κρατικής βοήθειας στο τραπεζικό της σύστημα, προκαλώντας τη δυσαρέσκεια της Γερμανίας, η οποία βλέπει την κίνηση ως παραβίαση των κανόνων για την κρατική βοήθεια.

Αντί να διακινδυνεύσουν μια άστατη διαμάχη σε μια στιγμή που η ΕΕ πρέπει τουλάχιστον να προσποιηθεί πως παραμένει ενωμένη, οι ρυθμιστές της Ευρώπης θα πρέπει να αναγνωρίσουν πως η περιοχή χρειάζεται ένα λειτουργικό τραπεζικό σύστημα περισσότερο απ’ ότι το ξωτικό της ρυθμιστικής συνέπειας. Διαφορετικά, όλες οι προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να κινήσει την ανάπτυξη χρησιμοποιώντας τη νομισματική πολιτική είναι καταδικασμένες να αποτύχουν.

Συνεπώς, οι αρχές θα πρέπει να υποχωρήσουν. Για να σώσουν την εικόνα τους, το Brexit μπορεί να παρουσιαστεί ως γεγονός ανωτέρας βίας, αντιγράφοντας τις νομικές ρήτρες σε πολλά συμβόλαια που επιτρέπουν την παύση των συναλλαγών ή την παράβλεψη των στάνταρντ σε περίπτωση μιας ανατρεπτικής καταστροφής.

Μια πιο χαλαρή αρχιτεκτονική που θα επιτρέπει στις κυβερνήσεις να διασώσουν τις τράπεζές τους είναι απαραίτητη. Και παρ’ ότι θα ήταν λάθος να καταργηθούν οι κανόνες του bail-in που σχεδιάστηκαν για να προστατέψουν τους φορολογούμενους αναγκάζοντας τους ομολογιούχους και τους μετόχους να μοιραστούν τις απώλειες όταν οι χρηματοπιστωτικές εταιρείες αντιμετωπίζουν προβλήματα, φαίνεται λογικό να υπάρξουν κάποια περιθώρια στην εφαρμογή αυτών των ρυθμίσεων στο σημερινό ασταθές περιβάλλον. Στο Ηνωμένο βασίλειο, η Τράπεζα της Αγγλίας ήδη ετοιμάζει σχέδια για να μειώσει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις από τα βρετανικά ιδρύματα.

Ο Τζόναθαν Τάις, ανώτερος τραπεζικός αναλυτής της Bloomberg Intelligence, υποστηρίζει πως η κατάρρευση στο τραπεζικό κεφάλαιο μπορεί να προσφέρει στους τραπεζικούς επόπτες τη δικαιολογία που χρειάζονται για να μειώσουν τις ρυθμίσεις και να χαλαρώσουν τους κανόνες για την κρατική βοήθεια, ιδιαίτερα εάν η ΕΚΤ βγει μπροστά:

«Παραμένει απίθανο η Ιταλία, μόνη της, να καταφέρει να προκαλέσει εξαιρετικές συνθήκες για να ενισχύσει άμεσα τις κεφαλαιακές βάσεις των τραπεζών της. Ωστόσο, η ΕΚΤ μπορεί να δει την κατάσταση της ρευστότητας και τη συρρίκνωση της συσσώρευσης κεφαλαίου σε ολόκληρη την περιοχή ως καταλύτη για να επανεξετάσει τη ρυθμιστική της προσέγγιση.»

Η Αμερική διευθέτησε τις τράπεζές της γρήγορα μετά την πιστωτική κρίση του 2008. Οι ισολογισμοί ανακεφαλαιοποιήθηκαν, η αξία των επισφαλών περιουσιακών στοιχείων διαγράφηκε και δημιουργήθηκε νέο ρυθμιστικό πλαίσιο. Η Ευρώπη δεν έκανε το ίδιο. Θα πρέπει τώρα να εκμεταλλευτεί αυτή τη δεύτερη ευκαιρία που έφερε στα πόδια της η τύχη – διαφορετικά, διακινδυνεύει να μετατρέψει την κρίση του Brexit σε χρηματοπιστωτική καταστροφή.

 

http://www.sofokleous10.gr/top-story/397856-to-brexit-%CE%B5%CE%AF%CE%BD%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-lehman-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B5%CF%85%CF%81%CF%89%CF%80%CE%B1%CF%8A%CE%BA%CF%8E%CE%BD-%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%80%CE%B5%CE%B6%CF%8E%CE%BD