Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΥ
Η αναγκαιότητα ενός ολοκληρωμένου σχεδίου ρήξης με τις πολιτικές υποταγής στο μεγάλο κεφάλαιο και ιδιαίτερα το γερμανικό καθίσταται όλο και επιτακτικότερη καθώς αφ΄ ενός μεν το πολιτικό τοπίο στην Ελλάδα ξεκαθαρίζει και αφ΄ ετέρου η ταξική συνείδηση ωριμάζει με ταχείς ρυθμούς. Όλο και σε ευρύτερα τμήματα των πληττόμενων από την κρίση κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων στην Ελλάδα συνειδητοποιούν πως η διαμορφούμενη οικονομική και κοινωνική κατάσταση είναι σχεδιασμένη και έχει σαν στόχο τους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους και τους μικροεπαγγελματίες. Στην κατηγορία αυτή εντάσσεται και το μικρό κεφάλαιο καθώς οι ακολουθούμενες πολιτικές μεθοδευμένα και συνειδητά το ωθούν στην καταστροφή με στόχο τόσο την ενίσχυση της κερδοφορίας του κεφαλαίου όσο και την ιδιοκτησία από μέρους του κάθε περιουσιακού στοιχείου.
Στα πλαίσια αυτά και επί μια πενταετία η διαδικασία της ωρίμανσης των συνειδήσεων προχώρησε σε δύο κύματα. Το πρώτο ήταν αυτό της περιόδου 2010-2012 κατά το οποίο το παραδοσιακό πολιτικό σύστημα εξουσίας κατέστει ανυπόληπτο στις συνειδήσεις των πολιτών, απονομιμοποιείθηκε και ο ΣΥΡΙΖΑ, προβάλλοντας ένα ριζοσπαστικό αντιμνημονιακό και φιλολαϊκό πολιτικό πρόγραμμα, αποτέλεσε την ελπίδα των εργαζόμενων, τν άνεργων και των νέων κυρίως. Οι εγγενείς αντιφάσεις του προγράμματος του, η επιδίωξη δηλαδή παραμονής στην ευρωζώνη και την ΕΕ με ταυτόχρονη φιλολαϊκή πολιτική, οδήγησαν την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στην απόλυτη ήττα και το πέρασμά τους στις δυνάμεις που προωθούν τα αντιλαϊκά νεοφιλελεύθερα προγράμματα.
Η εξέλιξη αυτή θα έχει σαν αποτέλεσμα την ταχύτατη απονομιμοποίηση και του ΣΥΡΙΖΑ και την ένταξή του στις πολιτικές εκείνες δυνάμεις που εκπροσωπούν στην Ελλάδα τις πολιτικές επιλογές του μεγάλου κεφαλαίου και εκπροσωπούνται από την ΕΕ, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ. Τις πολιτικές δυνάμεις που αποκαλούνται μνημονιακές δυνάμεις. Καθώς μάλιστα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ισχυρούς δεσμούς, έστω και πελατειακούς, με τους πολίτες η πολιτική απονομιμοποίησή του θα είναι ταχεία.
Οι εξελίξεις όμως αυτές καθιστούν πιο αναγκαία αλλά και πιο εφικτή τη δημιουργία εκείνου του πολιτικού συλλογικού υποκειμένου της αριστεράς το οποίο, χωρίς αυταπάτες και ιδεοληψίες, θα επεξεργαστεί θα προτείνει και θα εφαρμόσει ένα πολιτικό πρόγραμμα ταξικά προσανατολισμένο στην υπηρεσία των εργαζόμενων, των άνεργων και των πληττόμενων από την καπιταλιστική κρίση τάξεων και στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας. Ένα πρόγραμμα που, σε πρώτη φάση, θα έρχεται φυσικά σε ρήξη με τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, εγχώριου και ξένου. Στην διαδικασία αυτή η αποκοπή της διαχρονικής διαπλοκής του ελληνικού με το ξένο κεφάλαιο είναι απολύτως αναγκαία. Το ίδιο αναγκαία είναι και η ανάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας σε όλους τους τομείς γιατί το πεδίο της ταξικής πάλης είναι κυρίαρχα, αν όχι μόνο, το έθνος κράτος.
Οι ραγδαίες αυτές πολιτικές εξελίξεις έκαναν το πολιτικό τοπίο πιο σαφές. Οι πολιτικές δυνάμεις που υποστηρίζουν την παραμονή στο ευρώ και την ΕΕ, υποστηρίζοντας δηλαδή τη γενική πολιτική κατεύθυνση της χώρας όπως αυτή διαμορφώθηκε από το πολιτικό προσωπικό της αστικής τάξης από τη λήξη του εμφυλίου και μετά, εντάσσονται πλέον καθαρά στο αποκαλούμενο μνημονιακό μπλοκ. Οι φιλολαϊκές αριστερές δυνάμεις ξεχωρίζουν πλέον καθαρότερα καθώς ουσιαστικά αμφισβητούν το ίδιο το πλαίσιο στο οποίο εντασσόταν η χώρα από τη δεκαετία του 1950. Οι συνεπείς αντιμνημονιακές δυνάμεις είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένες να οδηγηθούν προς την κατεύθυνση αυτή καθώς η συνέχιση των πολιτικών επιλογών και προσανατολισμών της προηγούμενης ιστορικής περιόδου σημαίνουν υποχρεωτική λιτότητα και φτωχοποίηση της πλειονότητας του ελληνικού λαού. Σημαίνουν υποχρεωτικά μνημόνια ή, το ελάχιστο, τις πολιτικές που επιβάλλονται από την ΕΕ με ή χωρίς μνημόνια.
Η πολιτική η οποία είναι αναγκαία για να βγει η ελληνική κοινωνία και οικονομία από τη βαθειά κρίση προς όφελος των εργαζόμενων βρίσκεται στον αντίποδα των από το 2010 και μετά ασκούμενων πολιτικών. Οι πολιτικές αυτές προβάλλονται και προπαγανδίζονται ως οι μόνες δυνατές. Εναλλακτικές πολιτικές δεν υπάρχουν λένε, οι υποστηρικτές του κεφαλαίου και τις γερμανικής επικυριαρχίας, προβάλλοντας μια σειρά από λόγους. Στον αντίποδα αυτών των πολιτικών πρέπει να σχεδιαστούν οι πολιτικές της ρήξης με την υποταγή και την κυριαρχία ενός ολοκληρωτικού καπιταλισμού στην κατεύθυνση ιχνηλάτησης του δρόμου για έναν άλλο κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό.
Το πολιτικό αυτό πρόγραμμα και οι πολιτικές που θα το υπηρετούν είναι αναγκαίο να διατηρούν, σε μια πρώτη και βραχυχρόνια περίοδο, το βιοτικό επίπεδο του συνόλου του ελληνικού λαού στα σημερινά επίπεδα και να υπόσχονται βάσιμα την σημαντική βελτίωση, με την ταυτόχρονη ποιοτική μεταβολή της, του επιπέδου ζωής σε σύντομο διάστημα. Σημαντικός παράγοντας προς αυτή την κατεύθυνση είναι και η μεταβολή της ιεράρχησης των αξιών που ο καπιταλισμός, ιδιαίτερα αυτός των τελευταίων δεκαετιών, έχει επιβάλει και η αντικατάστασή τους από ένα άλλο αξιακό σύστημα που θα βρίσκεται έξω από το πλαίσιο του εξοντωτικού ανταγωνισμού με την κυριαρχία της εγωπάθειας και με την ανατροπή του μέτρου της ανθρώπινης αξίας από το «έχειν» κι όχι από το «είναι».
Οι προγραμματικές θέσεις και η πολιτική πρακτική της ρήξης πρέπει να αποτελείται από δύο συνιστώσες. Από ταξικότητα και ρεαλισμό. Οι δύο αυτές συνιστώσες είναι εκείνες που θα επιτρέψουν την υλοποίηση των πολιτικών υπέρβασης της κρίσης προς όφελος της εργασίας και σε βάρος του κεφαλαίου. Είναι δηλαδή εκείνες που μπορούν με σχετική ασφάλεια να οδηγήσουν στην καλυτέρευση της ζωής της συντριπτικής πλειονότητας των εργαζόμενων και των νέων. Ο ρεαλισμός δε μπορεί παρά να εδράζεται στη βάση μιας όσο το δυνατό αντικειμενικότερης και πληρέστερης καταγραφής και γνώσης της αντικειμενικής πραγματικότητας. Μόνο η γνώση αυτή μπορεί να εγγυηθεί την δυνατότητα εφαρμογής της πολιτικής πρότασης. Η γνώση πάλι αυτή έχει δύο σκέλη. Αυτό που αφορά την ίδια την ελληνική οικονομά και τις δυνατότητές της κι αυτό που αφορά το διεθνές πλαίσιο μέσα στο οποίο και καλείται να εφαρμοστεί.
Στα επόμενα θα εξετάσουμε το διεθνές πεδίο και ποιες οι τάσεις που διαμορφώνονται σε αυτό. Ποιες μεταβολές συντελέστηκαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες και που αυτές οδηγούν. Εκείνο το οποίο ενδιαφέρει και που πρέπει να καθορίσει τη διεθνή στάση της χώρας δεν είναι τόσο το σήμερα αλλά το αύριο του κόσμου μέσα στον οποίο θα βρίσκεται και θα δρα η Ελλάδα. Κι όταν λέω αύριο δεν εννοώ κάτι χρονικά απομακρυσμένο φυσικά αλλά εκείνο που σήμερα διαμορφώνεται και ίσως καθορίσει το παγκόσμιο σύστημα για δεκαετίες.
-
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ. ΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ
Στη ζωή και στην ιστορία τίποτα δεν παραμένει αμετάβλητο και ακίνητο. Ποτέ σχεδόν μια χώρα δεν βρισκόταν στον κόσμο απομονωμένη και χωρίς σχέσεις με τους γείτονές της τουλάχιστον. Κατά τη διάρκεια της ιστορικής πορείας του καπιταλισμού δύο κύματα παγκοσμιοποίησης διακρίνονται καθαρά. Το πρώτο γίνεται υπό την ηγεμονία της Βρετανίας και κορυφώνεται την εποχή του 1ου παγκοσμίου πολέμου. Μετά το τέλος του πολέμου αυτού η αλληλεξάρτηση των οικονομιών του πρώτου κύματος υποχώρησε και τα κράτη απομονώθηκαν σε σημαντικό βαθμό μειώνοντας σε εξαιρετικό βαθμό την αλληλεξάρτηση των οικονομιών τους. Το δεύτερο κύμα παγκοσμιοποίησης ξεκίνησε ουσιαστικά κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και οδεύει προς την κορύφωσή της. (διάγραμμα 69).
Διάγραμμα 70
http://pages.ramapo.edu/~theed/Cold_War/f_Conclusion/ff_Soviet%20Economy.html
Για να μπορέσει μια χώρα να καθορίσει τη θέση της στον κόσμο, πέρα από τα κυρίαρχα που αφορούν το ποιος καθορίζει τη θέση της χώρας και ποια συμφέροντα εξυπηρετεί, βασικότατος παράγοντας είναι και η γνώση τόσο της αντικειμενικής πραγματικότητας αλλά ακόμη περισσότερο τις μεταβολές και τους ρυθμούς μεταβολής τους. Μόνο τότε κι έτσι μπορεί να καθορίσει τη στάση της και τις πολιτικές της τόσο στη διεθνή σκηνή αλλά άλλο τόσο και στη γενικότερη οικονομική πολιτική της. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 σοβαρότατες μεταβολές και ανακατατάξεις συντελέστηκαν στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία οι οποίες με τη σειρά τους μετέβαλλαν και την κατανομή ισχύος μεταξύ των κρατών. Σημαντικός προς την κατεύθυνση αυτή ήταν και ο ρόλος της κατάρρευσης της ΕΣΣΔ και των συμμάχων της.
Οι μεταβολές αυτές είχαν στη βάση τους την αδυναμία του καπιταλισμού να στηρίξει την κερδοφορία του κεφαλαίου μέσω της παραγωγικής επέκτασης καθώς αδυνατούσε να δημιουργήσει νέους παραγωγικούς κλάδους ενώ οι παλιοί μετανάστευαν από τις αναπτυγμένες χώρες προς τις αναπτυσσόμενες και ιδιαίτερα προς αυτές της νοτιοανατολικής Ασίας. Παράλληλα με την παραπάνω διαδικασία, και σε αλληλοσύνδεση με τα προηγούμενα, μια σειρά από μεταβολές στην εσωτερική δομή του κεφαλαίου είχαν σαν αποτέλεσμα τη δραματική μείωση της δράσης του ατομικού καπιταλιστή και την απόλυτη κυριαρχία των διαχειριστών των κεφαλαίων. Οι δύο αυτές εξελίξεις καθιστούσαν υποχρεωτικό για το κεφάλαιο την ελεύθερη διακίνηση τόσο του κεφαλαίου όσο και των εμπορευμάτων σε όλο τον κόσμο με την άρση κάθε προηγούμενου περιορισμού. Η διαδικασία αυτή της απορρύθμισης των ροών κεφαλαίων και αγαθών μετέβαλλε ουσιαστικά την κατανομή παραγωγής και ισχύος στον κόσμο. Στο επόμενο διάγραμμα βλέπουμε τη συμμετοχή στο σχηματισμό του παγκόσμιου ΑΕΠ μιας ομάδα μεγάλων χωρών από το 1000 ως το 2008.
Διάγραμμα 71
http://www.economist.com/node/16834943
Τα συμπεράσματα είναι προφανή. Μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα το μερίδιο των πολυάνθρωπων χωρών της Κίνας και της Ινδίας το μερίδιό τους στο παγκόσμιο ΑΕΠ ανερχόταν στο 50%. Από τις αρχές του 19ου αιώνα και την επικράτηση του καπιταλισμού το παγκόσμιο ΑΕΠ σχηματιζόταν από τις καπιταλιστικές μητροπόλεις κυρίως και τις μεγάλες καπιταλιστικές χώρες. Τη Βρετανία, τις ΗΠΑ, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ιαπωνία και τη Γερμανία. Το μερίδιο της Κίνας και της Ινδίας μειωνόταν σε όλο το διάστημα από τις αρχές του 19ου αιώνα ως και τη δεκαετία του 1970. Από τη δεκαετία του 1980 και μετά τα πράγματα αντεστράφησαν. Το μερίδιο της Κίνας άρχισε να αυξάνεται με ρυθμούς ταχύτατους ενώ αυξανόταν και το μερίδιο της Ινδίας αλλά και των υπόλοιπων χωρών. Κατά το 1980 το ΑΕΠ των αναπτυγμένων χωρών των G7 ανερχόταν στο 50% του παγκόσμιου ΑΕΠ ενώ της Κίνας και της Ινδίας στο 3% για κάθε μία. Τα δεδομένα αυτά άλλαξαν ταχύτατα και το 2005 το ποσοστό των G7 ανερχόταν στο 42% της Κίνας στο 15% και της Ινδίας στο 6% (διάγραμμα 71).
Διάγραμμα 72
http://pages.ramapo.edu/~theed/Cold_War/f_Conclusion/ff_Soviet%20Economy.html
Η μεταβολή αυτή ήταν αποτέλεσμα των πολύ ταχύτερων ρυθμών ανάπτυξης των οικονομιών των αναπτυσσόμενων χωρών απ’ ότι των αναπτυγμένων όπως διαπιστώνουμε και στο διάγραμμα που ακολουθεί.
Διάγραμμα 73
Οι εξελίξεις αυτές ήσαν κυρίως αποτέλεσμα της οικονομική μεγέθυνσης της Κίνας η οποία κι έλαβε ιλιγγιώδεις ρυθμούς από τη δεκαετία του 1990 αλλά κυρίως από το 2000 και μετά (διάγραμμα 74)
Διάγραμμα 74
Η εξέλιξη της οικονομικής μεγέθυνσης των μεγαλύτερων αναπτυγμένων καπιταλιστικών και ιμπεριαλιστικών κέντρων και των μεγαλύτερων αναπτυσσόμενων οικονομιών από το 1980 ως σήμερα που φαίνεται στο επόμενο διάγραμμα μας οδηγεί με σχετική ασφάλεια στην πρόβλεψη που περιέχει το διάγραμμα 76.
Διάγραμμα 75
http://www.treasury.govt.nz/publications/research-policy/wp/2007/07-05/07.htm/#refNo15
Διάγραμμα 76
http://greaterpacificcapital.com/wp-content/themes/GPC/gpc-theme/img/projected-flow.png
Σύμφωνα με την προβολή που επιχειρείτε στο διάγραμμα 8 το 2030 μόνο η Κίνα και η Ινδία θα έχουν το 40% του παγκόσμιου ΑΕΠ ενώ το 2040 το ποσοστό αυτό θα φτάνει το 48%. Αν στα ποσοστά της Κίνας και της Ινδίας προσθέσουμε κι αυτά των υπόλοιπων μεγάλων αναπτυσσόμενων οικονομιών το ποσοστό θα ξεπερνά το 60%. Ιδιαίτερης βαρύτητας είναι η σύνθεση του ΑΕΠ. ένα εξαιρετικά σημαντικό ποσοστό του ΑΕΠ των αναπτυγμένων χωρών, και ιδιαίτερα των ΗΠΑ και της Βρετανίας, δημιουργείται στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Αυτό βρίσκεται σε απόλυτη αλληλοσύνδεση με το δολάριο και το ρόλο του σαν διεθνές αποθεματικό νόμισμα και σαν νόμισμα του διεθνούς εμπορίου. Στα επόμενα διαγράμματα βλέπουμε την προστιθέμενη αξία σαν ποσοστό του ΑΕΠ σε μια σειρά χωρών καθώς και το ρυθμό μεταβολής της για το χρονικό διάστημα 2005-2013.
Διάγραμμα 77
https://www.fas.org/sgp/crs/misc/R42135.pdf
Διάγραμμα 78
https://www.fas.org/sgp/crs/misc/R42135.pdf
Τα κέρδη που προσκομίζουν μια σειρά αναπτυγμένων χωρών από το χρηματοπιστωτικό σύστημα και το νόμισμα δεν είναι πλέον καθόλου δεδομένα. Οι συνθήκες που επέτρεπαν ή επέβαλλαν κάτι τέτοιο αλλάζουν ταχύτατα καθώς ένας σκληρός νομισματικός πόλεμος βρίσκεται σε εξέλιξη ο πόλεμος στο νομισματικό πεδίο αντανακλά τις μεταβολές στο πεδίο της παραγωγής. Η παραγωγή δεν γίνεται πλέον στις αναπτυγμένες χώρες αλλά στις αναπτυσσόμενες. Η Κίνα, μέσω των συνδεδεμένων μεταβολών, που έγιναν τόσο στην Κίνα όσο και στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες έγινε η πρώτη χώρα στον κόσμο στην αξία της βιομηχανικής της παραγωγής το 2011 (διάγραμμα 79).
Διάγραμμα 79
https://www.fas.org/sgp/crs/misc/R42135.pdf
Όπως ήταν αναμενόμενο η χώρα που θα κυριαρχούσε στην παραγωγή θα κυριαρχούσε και στο διεθνές εμπόριο. Στο επόμενο διάγραμμα βλέπουμε το ποσοστό του παγκόσμιου εμπορίου που κατέχουν οι ΗΠΑ η Γερμανία η Ιαπωνία και η Κίνα από το 1970 ως το 2010.
Διάγραμμα 80
http://www.scdigest.com/images/CHINA_EXPORTS2.jpg
Στο διάγραμμα 11 βλέπουμε την κυριαρχία στο διεθνές εμπόριο των ΗΠΑ ως τη δεκαετία του 1970. Την πτωτική τροχιά τους από τη δεκαετία αυτή ως τη δεκαετία του 1990, τη μικρή ανάκαμψή τους κατά τη δεκαετία του 1990 και την απότομη και ραγδαία πτώση τους από τη δεκαετία του 2000. Στο ίδιο διάγραμμα βλέπουμε την αντοχή της Γερμανίας, παρά τη μικρή κάμψη της και την κατάρρευση της Ιαπωνίας. Το πλέον εντυπωσιακό όμως δεδομένο είναι η απότομη και με μεγάλους ρυθμούς άνοδος της Κίνας στο διεθνές εμπόριο. Το 2010 η Κίνα και η Γερμανία κατείχαν τα μεγαλύτερα ποσοστά του διεθνούς εμπορίου έχοντας υποσκελίσει τις ΗΠΑ. Στο διάγραμμα που ακολουθεί βλέπουμε το εμπορικό ισοζύγιο διαφόρων μεγάλων οικονομιών κατά το 2010.
Διάγραμμα 81
http://stats.oecd.org/index.aspx?queryid=21764
Το διάγραμμα μας πληροφορεί πως πλεονασματικά εμπορικά ισοζύγια έχουν η Γερμανία και η Ιταλία από τις παλιές μητροπόλεις του καπιταλισμού ενώ οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Γαλλία είναι χώρες ελλειμματικές. Σε αντίθεση η Κίνα, η Ρωσία και η Κορέα είναι χώρες πλεονασματικές. Στις χώρες του διαγράμματος περιλαμβάνεται και η Τουρκία για λόγους που σχετίζονται με τις ιδιαίτερες σχέσεις της με την Ελλάδα και βλέπουμε πως το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της είναι πολύ ελλειμματικό.
ΠΡΟΣ ΕΝΑ ΠΟΛΥΠΟΛΙΚΟ ΚΟΣΜΟ
Οι μεταβολές που ήδη περιγράψαμε στο πεδίο της παραγωγής και της οικονομίας από τη δεκαετία του 1970 και μετά επέφεραν σημαντικότατες μεταβολές στην παγκόσμια κατανομή ισχύος. Από τον 19ο αιώνα και μετά τη βιομηχανική επανάσταση στη Βρετανία και την κυριαρχία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και οργάνωσης των κοινωνιών σε όλο και περισσότερες χώρες ηγετική δύναμη σε παγκόσμιο επίπεδο ήταν η Βρετανία στηριζόμενη φυσικά στην οικονομική ηγεμονία της. Η οικονομική αυτή ηγεμονία μπορούσε και στήριζε μια ισχυρή στρατιωτική μηχανή που επέβαλε τη θέληση της κυρίαρχης αστικής τάξης της Βρετανίας σε όλο τον κόσμο.
Από τα τέλη του 19ου αιώνα η Βρετανική οικονομία βρέθηκε σε μη ηγεμονική θέση εξ αιτίας της μεγάλης ανάπτυξης της οικονομίας των ΗΠΑ πρωτίστως αλλά και των οικονομιών της Γερμανίας και της Ιαπωνίας. Οι μεταβολές στην οικονομική ισχύ της ηγέτιδας δύναμης του κορμού των βασικών καπιταλιστικών χωρών από τις αρχές του 20ου αιώνα όταν η τότε ηγέτιδα δύναμη, η Βρετανία, έχασε την οικονομική ισχύ της. έχει σαν αποτέλεσμα τη μεταβολή συνολικά της ισχύος του κυρίαρχου σε παγκόσμιο επίπεδο μπλοκ χωρών. Μετά το τέλος του 1ου παγκοσμίου πολέμου, που ήταν σε σημαντικό βαθμό αποτέλεσμα ακριβώς αυτής της μεταβολής ισχύος, στην παγκόσμια σκηνή δεν υπήρξε πρόθυμος ηγέτης για τον καπιταλισμό. Οι ΗΠΑ, που είχαν την οικονομική ισχύ αρνήθηκαν αυτό το ρόλο, και μέχρι τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο ένας πολυπολικός κόσμος είχε αναδυθεί με τις χώρες να περιχαρακώνονται στα σύνορά τους και η πρώτη μεγάλη παγκοσμιοποίηση λαμβάνει τέλος.
Μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο οι ΗΠΑ, στηριζόμενες στη μεγάλη οικονομική ισχύ τους και την εκ αυτής εκπορευόμενη στρατιωτική ισχύ, ανέλαβαν την παγκόσμια ηγεμονία του καπιταλιστικού κόσμου σε μια περίοδο μάλιστα κατά την οποία ένα άλλο κοινωνικοοικονομικό σύστημα, αυτό του σοσιαλισμού, ασκούσε μεγάλη έλξη στους εργαζόμενους. Η ιστορία όμως δεν σταματά και ο καπιταλισμός είναι ένα εξαιρετικά ασταθές αλλά και μη στατικό σύστημα. Ένα δυναμικό σύστημα που η ευστάθειά του εξαρτάτε αποκλειστικά από τον αν υπάρχει δυνατότητα αναπαραγωγής του μέσω των κερδών. Για να μπορέσουμε να διακρίνουμε την κατεύθυνση προς την οποία κινείται το παγκόσμιο σύστημα σήμερα πρέπει να εξετάσουμε κυρίως την κατάσταση της ηγέτιδας δύναμης, των ΗΠΑ, αλλά , δευτερευόντως, και των μεγαλύτερων συμμάχων τους.
Ένας πρώτος, και εξαιρετικά σημαντικός δείκτης, της ισχύος είναι η Καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση των διαφόρων χωρών (Η διεθνής επενδυτική θέση αποτυπώνει σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή το ύψος των απαιτήσεων και υποχρεώσεων των κατοίκων μιας χώρας έναντι των μη κατοίκων. Οι απαιτήσεις και οι υποχρεώσεις αναλύονται στις βασικές κατηγορίες των άμεσων επενδύσεων, των επενδύσεων χαρτοφυλακίου, των λοιπών επενδύσεων, των συναλλαγματικών αποθεμάτων, καθώς επίσης και ανά τομέα οικονομίας. Η διαφορά μεταξύ των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων δίνει την καθαρή επενδυτική θέση η οποία αναλόγως του προσήμου, θετικού η αρνητικού, χαρακτηρίζει τη χώρα ως καθαρό πιστωτή η χρεώστη αντιστοίχως έναντι του υπόλοιπου κόσμου). Στο διάγραμμα 14 βλέπουμε την Καθαρή Διεθνή Επενδυτική Θέση των ΗΠΑ από το 1975 και μετά.
Διάγραμμα 82
http://www.columbia.edu/~mu2166/UIM/notes.pdf
Η διαδικασία υποβάθμισης της Καθαρής Διεθνούς Επενδυτικής Θέσης των ΗΠΑ είναι εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη για την ομάδα των αναπτυγμένων χωρών των οποίων ηγείται από το 2ο παγκόσμιο πόλεμο και μετά. Η διαδικασία αυτή ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980 και συνεχίζεται αυξανόμενη. Όταν η Επενδυτική Θέση μιας χώρας μειώνεται κάποιον άλλων χωρών πρέπει να αυξάνεται. Στο επόμενο διάγραμμα βλέπουμε την Καθαρή Διεθνή Επενδυτική Θέση των μεγαλύτερων χωρών. Η Τουρκία συμπεριλαμβάνεται για τους λόγους που αναφέραμε και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Διάγραμμα 84
http://elibrary-data.imf.org/public/FrameReport.aspx?v=3&c=28624605
Η ηγεμονική θέση μιας χώρας βρισκόταν πάντα, και βρίσκεται, σε άμεση συσχέτιση με τη στρατιωτική ισχύ της. Μέσω αυτής κυρίως επιβάλλει τα συμφέροντά της και τα συμφέροντα των συμμάχων της. Κι αυτό ανεξάρτητα από αν θα κάνει χρήση της στρατιωτικής ισχύος της ή όχι. Η στρατιωτική ηγεμονία της Βρετανίας στηρίχτηκε στην ισχύ των κανονιοφόρων της. Η στρατιωτική ισχύς των ΗΠΑ στηρίχτηκε στα αεροπλανοφόρα και τις βάσεις της σε όλο τον κόσμο. Οι μεταβολές από τη δεκαετία του 1980 που συνοδεύονται από μείωση του ειδικού βάρους των ΗΠΑ στην παγκόσμια οικονομία επηρέασε και την στρατιωτική ισχύ της. Στο επόμενο διάγραμμα βλέπουμε τη δύναμη του στρατού των ΗΠΑ από το 1793 ως το 2002 σαν ποσοστό του πληθυσμού.
Διάγραμμα 85
http://www.prb.org/source/acf1396.pdf
Παρατηρούμε την κατακόρυφη αύξηση του στρατού των ΗΠΑ από το 2ο παγκόσμιο πόλεμο και μετά κι αυτό αν εξαιρέσουμε τις δύο κορυφές που οφείλονται στους πολέμους στην Κορέα και το Βιετνάμ. Από τη δεκαετία του 1970 παρατηρούμε μια εξαιρετικά μεγάλη μείωση του στρατιωτικού προσωπικού των ΗΠΑ ακόμη και σε περιόδους πολεμικής σύρραξης όπως αυτή του πολέμου του Κόλπου το 1991.
Η μείωση αφορούσε και τις δυνάμεις των ΗΠΑ που βρίσκονταν διασκορπισμένες σε διάφορες χώρες του κόσμου στις αμερικάνικες βάσεις. Στα δύο διαγράμματα που ακολουθούν βλέπουμε τη χρονική μεταβολή του ποσοστού των στρατευμάτων των ΗΠΑ που έχουν αναπτυχθεί στο εξωτερικό (διάγραμμα 86) και τον αριθμό των χωρών που φιλοξενούν 100 ή περισσότερους στρατιώτες ετησίως και τον αριθμό των χωρών που φιλοξενούν 1.000 ή περισσότερα στρατεύματα ανά έτος (διάγραμμα 87).
Διάγραμμα 86
http://www.heritage.org/research/reports/2004/10/global-us-troop-deployment-1950-2003
Διάγραμμα 87
http://www.heritage.org/research/reports/2004/10/global-us-troop-deployment-1950-2003
Τα διαγράμματα μας πληροφορούν πως η στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στο εξωτερικό έβαινε μειούμενη από τη δεκαετία του 1980 και μετά. Στο επόμενο διάγραμμα βλέπουμε τη μεταβολή της στρατιωτικής δύναμης των ΗΠΑ σε διάφορες περιοχές του κόσμου όπου είχαν αναπτυχθεί από το 1950 ως το 2010.
Διάγραμμα 88
http://www.rand.org/content/dam/rand/pubs/research_reports/RR200/RR201/RAND_RR201.pdf
Τα δεδομένα του διαγράμματος μας πληροφορούν πως η απόσυρση των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ ξεκίνησε από την Ανατολική Ασία τη δεκαετία του 1970 κι από την Ευρώπη στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Η μείωση συνεχίζεται μέχρι το 2010. Στις αρχές της δεκαετίας στις δύο αυτές περιοχές του κόσμου είχαν αναπτυχθεί 600.000 αμερικανοί στρατιώτες ενώ το 2010 200.000. Η αύξηση που βλέπουμε από το 2000 και μετά στη Μέση Ανατολή δεν έχει σχέση με την προηγούμενη μόνιμη στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ. Είναι βραχυχρόνιες επεμβάσεις, σε κάποιες περιπτώσεις κάτω από ισχυρή πίεση των συμμάχων τους, και αποχώρηση των στρατευμάτων μετά από κάποιο χρόνο όπως βλέπουμε και στα δύο επόμενα διαγράμματα.
Διάγραμμα 89
https://www.vetfriends.com/US-deployments-overseas/historical-military-troop-data.cfm
Η αδυναμία των ΗΠΑ να στηρίξουν την παγκόσμια ηγεμονία τους αποτυπώνεται και στις στρατιωτικές δαπάνες. Στο επόμενο διάγραμμα βλέπουμε τις δαπάνες για την άμυνα από το 1935 ως σήμερα (και με πρόβλεψη ως το 2020) σαν ποσοστό του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού.
Διάγραμμα 90
http://www.usgovernmentspending.com/defense_spending
Παρατηρούμε την ταχύτατη μείωση των στρατιωτικών δαπανών κατά τη δεκαετία του 1970 και 1980-1990. Την ίδια πορεία είχαν και οι δαπάνες για τη «βοήθεια» σε άλλες σύμμαχες χώρες όπως βλέπουμε στο διάγραμμα που ακολουθεί.
Διάγραμμα 91
http://www.usgovernmentspending.com/defense_spending
Καθώς οι ΗΠΑ αποσύρονται από την ηγεμονία νέες δυνάμεις καλύπτουν το δημιουργούμενο κενό. Στον πίνακα που ακολουθεί βλέπουμε την στρατιωτική ισχύ των 10 μεγαλύτερων στρατιωτικών δυνάμεων.
http://www.wearethemighty.com/top-10-militaries-world-ranked-2015-05
Ο πίνακας μας δείχνει πως αρκετές χώρες διαθέτουν μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη προσαρμοσμένη και με τέτοια δομή που να ανταποκρίνεται στις ιδιαιτερότητες της ασφάλειας τους. Εκείνο που πρέπει επίσης να επισημανθεί είναι ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας και της Ιαπωνίας που συνοδεύεται κι από άρση των συνταγματικών ρυθμίσεων για μη δραστηριοποίηση των στρατιωτικών δυνάμεων τους στο εξωτερικό. Μια νέα κατάσταση διαμορφώνεται πλέον στη διεθνή σκηνή με μεταβολές σημαντικότατες στην κατανομή ισχύος.
Μια κατάσταση παρόμοια με αυτή την μετά τον 1ο παγκόσμιο πόλεμο φαίνεται πως διανύουμε πλέον. Η βασική ομοιότητα είναι πως οι οικονομικές μεταβολές υποχρέωσαν την ηγέτιδα δύναμη, τις ΗΠΑ, να υποχωρήσουν και νέες δυνάμεις να έχουν πλέον σχηματισθεί σε σημαντικό βαθμό αλλά χωρίς να είναι καμία σε θέση να αναλάβει την ηγεμονία. Η δύναμη της Κίνας ανέρχεται ταχύτατα αλλά προς το παρόν κρατά χαμηλούς γενικά τόνους στη διεθνή σκηνή περιμένοντας και φροντίζοντας να αυξήσει κι άλλο την οικονομική της δύναμη. Βασική μεταβολή είναι πως δεν υπόκειται πλέον υπό τον έλεγχο των μεγάλων καπιταλιστικών κρατών και έχει τη δύναμη να αντιστέκεται και να μην ενδίδει στις πιέσεις τους. Αυτό φαίνεται κυρίως πως αρνείται να υπερτιμήσει το νόμισμά της , αντίθετα το υποτιμά, παίρνοντας θέση στο σκληρό νομισματικό πόλεμο που διεξάγεται. Η Κίνα παίρνει θέση αγοράζοντας μεγάλες ποσότητες χρυσού.
Η διαφορά του σήμερα από αυτή του τέλους της Βρετανικής ηγεμονίας είναι πως η παγκοσμιοποίηση δεν αντιστράφηκε αν και υπήρξαν ισχυρά φαινόμενα προστατευτισμού μετά την κρίση του 2008. Εξακολουθεί η ελευθερία στη διακίνηση αγαθών και κεφαλαίων να αποτελεί διακηρυγμένο στόχο όλων των μεγάλων κρατών μια και κανένα δεν συμφέρει η καταστρατήγησή τους. Εκείνο πάντως που είναι το συμπέρασμα είναι πως ένας νέος πολυπολικός κόσμος έχει αναδυθεί και το χαρακτηριστικό αυτό θα είναι κυρίαρχο στη διεθνή σκηνή μεσοβραχυπρόθεσμα τουλάχιστον.
Η γεωστρατηγική θέση της Ελλάδος είναι τέτοια που από τη μια της δίνει αυξημένη βαρύτητα στη διεθνή σκηνή αλλά από την άλλη κάνει εξαιρετικά επικίνδυνη την οικονομική της εξάρτηση από οικονομικούς τομείς που έχουν μικρό ως μηδενικό βαθμό ελευθερίας σε σχέση με τις πολιτικές εξελίξεις στον εξαιρετικά ασταθή πολιτικά χώρο της ανατολικής Μεσογείου και της εγγύς Ανατολής. Υπάρχει αυξημένη πιθανότητα για ολική οικονομική και κοινωνική καταστροφή στην περίπτωση κατά την οποία γίνει πράξη η θέση που προορίζουν για το ελληνικό κεφάλαιο στο διεθνή καταμερισμό οι εκπρόσωποι του διεθνούς κεφαλαίου και η πολιτικοί εκπρόσωποι του ελληνικού κεφαλαίου. Η Ελλάδα θα είναι το πρώτο κράτος που θα βρίσκεται υπό την κυριαρχία των εκπροσώπων του διεθνούς κεφαλαίου. Η ελληνική οικονομία θα έχει πολύ περιορισμένους τομείς δράσης και θα είναι ο διεθνής διασκεδαστής και υπηρέτης. Οι Έλληνες εργαζόμενοι στα πλαίσια αυτά δεν χρειάζονται υψηλή παιδεία παρά μόνο κατάρτιση και επιδεξιότητες ώστε να εκτελούν καλά τη δουλειά τους. Τη δουλειά του κακοπληρωμένου και μοιρολάτρη υπηρέτη.
Οποιαδήποτε πολιτική πράξη θέτει εν’ αμφιβόλω την αμετάκλητη ένταξη στην ευρωζώνη είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για τη στρατηγική αυτή επιλογή. Η απόλυτη αλληλεξάρτηση των οικονομιών, σε ένα κόσμο ασταθή και υπό ανακατάταξη των παγκόσμιων ισορροπιών, θα έχει δυσμενέστατα αποτελέσματα στις οικονομίες όλων των αναπτυγμένων χωρών. Αυτό το γνωρίζουν καλά. Στην ομιλία του στο Ελσίνκι το Νοέμβριο του 2014 ο πρόεδρος της ΕΚΤ έλεγε:
«Αν μια χώρα μπορεί ενδεχομένως να βγει από την νομισματική ένωση, τότε δημιουργείται ένα προηγούμενο και μπορεί να επαναληφθεί και από άλλους. Η κατάσταση αυτή, με τη σειρά της, θα μπορούσε να υπονομεύσει την ανταλλαξιμότητα του νομίσματος, αφού οι τραπεζικοί λογαριασμοί και οι άλλες χρηματοοικονομικές συμβάσεις οποιασδήποτε χώρας θα έμεναν εκτεθειμένες στον κίνδυνο της μετονομασίας. Επομένως, θα πρέπει να είναι σαφές ότι η επιτυχία της νομισματικής ένωσης σε οποιοδήποτε χώρα μέλους της, εξαρτάται από την επιτυχία της σε όλα τα μέρη της. Το ευρώ είναι και θα πρέπει να είναι ανέκκλητο σε όλα τα κράτη μέλη που το έχουν υιοθετήσει, όχι μόνο επειδή αυτό γράφεται στις συνθήκες, αλλά επειδή σε αντίθετη περίπτωση δεν μπορεί να υπάρξει ένα νόμισμα πραγματικά κοινό.»
https://www.youtube.com/watch?v=4JxMhLR9Kr4
Τα παραπάνω σημαίνουν πως οι βαθμοί ελευθερίας για την εφαρμογή μιας φιλολαϊκής πολιτικής στην Ελλάδα είναι αυξημένοι. Οι αναγκαίες αλλά μη ικανές συνθήκες για την εφαρμογή μιας τέτοιας πολιτικής στην Ελλάδα είναι η παύση πληρωμών του δημοσίου χρέους και η έξοδος από την ευρωζώνη. Η αύξηση των βαθμών ελευθερίας σημαίνει πως ίσως υπάρχει δυνατότητα συναινετικής εξόδου από την ευρωζώνη. Θα μπορούσε δηλαδή η ΕΚΤ να προσφέρει βοήθεια κατά τη διάρκεια της εξόδου και σε αντάλλαγμα η ελληνική πλευρά θα συναινέσει ώστε η στάση της να ελαχιστοποιήσει τις δυσμενείς επιπτώσεις για το ευρώ.
Η ύπαρξη επίσης ενός πολυπολικού κόσμου αυξάνει τους βαθμούς ελευθερίας στο διεθνές πεδίο καθώς ο ανταγωνισμός των κεφαλαίων εντείνεται διαπλεκόμενος με την αύξηση του ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών. Οι πιθανότητες επομένως μιας επιτυχούς έκβασης μιας φιλεργατικής και φιλολαϊκής πολιτικής σε μια χώρα μεσαίου μεγέθους όπως η Ελλάδα με μέσο επίπεδο ανάπτυξης, με σημαντική γεωπολιτική ισχύ και με αυξημένο ειδικό βάρος στην παγκόσμια πολιτική σκηνή εξαιτίας της ιστορίας της φαίνονται ιδιαίτερα αυξημένες, εκείνο που απαιτείτε είναι το πολιτικό εκείνο προσωπικό που με επάρκεια, ικανότητα, γνώση και έμπνευση θα συνεγείρει τις πληττόμενες τάξεις και στρώματα και θα κάνει τα παραπάνω πολιτική πράξη.
Κατά τη διάρκεια εφαρμογής μιας πολιτικής ρήξης κάποιοι από τους όρους και τις μεταβλητές που περιγράψαμε ενδέχεται να αλλάξουν. Η γνώση όμως αυτών και η αποτύπωση της σημερινής αντικειμενικής πραγματικότητας είναι κάτι απολύτως αναγκαίο για να μπορείς να σχεδιάζεις και να παρεμβαίνεις πολιτικά στις μεταβαλλόμενες συνθήκες χαράζοντας την πολιτική σου και προσαρμόζοντάς την στις μεταβαλλόμενες συνθήκες.
http://iskra.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=25275:diethnespervallon-triantaf&catid=58:oikonomiki-politiki&Itemid=182