Το κυπριακό και η Συρία

Το κυπριακό και ο πόλεμος στη Συρία

Του Σωτήρη Δημόπουλου

Το ότι ο πόλεμος στη Συρία επηρεάζει άμεσα και ουσιαστικά την Κύπρο και, ως εκ τούτου, τις συνομιλίες που διεξάγονται για την εξεύρεση «λύσης» του κυπριακού προβλήματος, είναι γεγονός αυταπόδεικτο. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι καθόλου αυτονόητα τα συμπεράσματα που εξάγονται από την συμπερίληψη αυτής της καθοριστικής παραμέτρου στην κυπριακή εξίσωση. Είναι προφανές ότι σε αυτό το σημείο επικρατεί σύγχυση, εν πολλοίς σκόπιμη, και στρεβλωτικές παρερμηνείες. Δηλαδή, αποσιωπούνται τα νέα αρνητικότατα δεδομένα που έχουν προκύψει και επιχειρείται είτε η μεταφορά του κυπριακού σε ένα παράλληλο φαντασιακό σύμπαν, είτε εμφανίζεται η συγκυρία ακόμη και ως ευνοϊκή για την προώθηση των θέσεων της ελληνοκυπριακής πλευράς. Όλ’ αυτά βεβαίως αντιβαίνουν βάναυσα σε κάθε νόμο της λογικής και, επειδή η πραγματικότητα είναι πάντοτε αμείλικτη, καταπίπτουν καθημερινώς από την εξέλιξη των δραματικών γεγονότων – όσο γράφονται αυτές οι γραμμές η ανησυχία για εκτροπή του πολέμου στο επίπεδο της ανεξέλεγκτης παγκόσμιας στρατιωτικής αντιπαράθεσης έχει εκδηλωθεί τόσο από τον πάπα Φραγκίσκο και τον Πατριάρχη Μόσχας Κυριλλο, όσο και από τον πρωθυπουργό της Ρωσίας Ντμίτρι Μεντβιέντιεφ.

 

Ποια είναι λοιπόν κάποια από τα «νεώτερα» στοιχεία που έχουν προκύψει, και τα οποία δημιουργούν ένα όχι απλώς αρνητικό αλλά ζοφερό πλαίσιο στην όποια επίλυση επιχειρείται στην παρούσα φάση;

α. Ο πόλεμος στη Συρία –αν και είχαμε το προανάκρουσμα στην Ουκρανία- αποκάλυψε ότι ο κόσμος έχει εισέλθει πλέον σε μια νέα ανταγωνιστική φάση –πολλοί την ονομάζουν «νέο ψυχρό πόλεμο». Η περίοδος της μονοπολικής ηγεμονίας των ΗΠΑ, η οποία τροφοδοτούσε και την υπεραισιοδοξία για την βέβαιη επικράτηση της παγκοσμιοποίησης έχει ήδη παρέλθει. Η αμφισβήτηση εκ μέρους της Ρωσίας, της Κίνας και άλλων περιφερειακών δυνάμεων της αμερικανικής παντοκρατορίας πολλαπλασιάζει τις εστίες έντασης στον πλανήτη. Ταυτόχρονα, κανείς δεν υποστηρίζει, με τον τρόπο που γινόταν για περίπου δύο δεκαετίες, ότι ο κόσμος μας για τα επόμενα χρόνια θα επιλύει τις διαφορές του με γνώμονα την ειρηνική συνύπαρξη και όραμα το «παγκόσμιο χωριό». Να θυμηθούμε ότι το μοτίβο αυτό ίσχυε ακόμη όταν προωθείτο το «σχέδιο Ανάν», και οι αντίπαλοί του εμφανίζονταν τότε και ως πολεμοχαρείς. Σήμερα, ωστόσο, η αξία της ισχύος αποδεικνύει και πάλι τη διαχρονικότητά της, έτσι που η εμμονή στην αβάσιμη αισιοδοξία της προ των πυλών «αδελφοσύνης των λαών» καταντά ασυγχώρητη αφέλεια.

β. Η Τουρκία με την εν γένει στάση της στο συριακό μέτωπο επιβεβαίωσε για μια ακόμη φορά ότι είναι δύναμη αναθεωρητική και επεκτατική. Το σχέδιο του Ερντογάν –που, να το επαναλάβουμε για μια ακόμη φορά, το υποστηρίζει μεγάλη πλειοψηφία των Τούρκων πολιτών- βλέπει τις χώρες που ανήκαν κάποτε στην οθωμανική αυτοκρατορία ως επαρχίες που έχουν αποσκιρτήσει μόνον προσωρινά. Οπότε για τους ιθύνοντες της Άγκυρας, κάποια στιγμή, με τη βία ή τη «πειθώ», η τάξη θα αποκατασταθεί… Στη Συρία η Άγκυρα δεν δίστασε να παίξει με τους πιο ακραίους Ισλαμιστές, να τους εκπαιδεύσει, να τους εξοπλίσει, να τους εφοδιάζει και να κάνει μαζί τους λαθρεμπόριο πετρελαίου και αντικειμένων αρχαιοκαπηλίας. Οι Τούρκοι δεν δίστασαν ακόμη, όταν η ρωσική επέμβαση άλλαξε το ρου του πολέμου, να καταρρίψουν ρωσικό αεροπλάνο, ενώ τώρα βομβαρδίζουν ανηλεώς τους Κούρδους της Ροτζάβα, γράφοντας στα «παλιά τους υποδήματα» τις υποδείξεις του ΟΗΕ, ακόμη και αυτές τις φωνές αυτοσυγκράτησης από τις ΗΠΑ. Και την ίδια ώρα ο τουρκικός στρατός εξοντώνει με μαζικές επιχειρήσεις και αποκλεισμούς πόλεων τους Κούρδους της νοτιοανατολικής Τουρκίας. Ο νεο-σουλτάνος δεν λησμονεί, ακόμη και αυτές τις κρίσιμες ώρες, και τις βλέψεις του προς την Ελλάδα. Χρησιμοποιεί ενσυνείδητα και «ασυνείδητα» τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, που έρχονται χωρίς βίζα με ελάχιστα ευρώ από τη βόρεια Αφρική, για να «γκριζάρει» το Αιγαίο και να εκβιάσει την Ευρώπη. Και τα καταφέρνει περίφημα, όπως έδειξε η πρόσφατη συμφωνία για τις νατοϊκές περιπολίες.

Μετά από όλα αυτά υπάρχει έστω και ένας εχέφρων άνθρωπος να πιστεύει ότι αυτή η Τουρκία με αυτόν τον πρόεδρο θα επιτρέψει να υπάρξει συμφωνία στην Κύπρο που δεν θα εντάσσεται στον νεο-οθωμανικό σχεδιασμό;

γ. Ο συριακός εμφύλιος και ο αντίκτυπος που έχουν οι πρωτοφανείς μεταναστευτικές ροές, που θυμίζουν τις μεγάλες μεταναστεύσεις των λαών την εποχή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, έχουν ανατρέψει εντελώς τις ισορροπίες εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ασφαλώς, ήδη η παρατεταμένη οικονομική κρίση, η αντιπαράθεση βορρά-νότου, οι φυγόκεντρες δυνάμεις από χώρες όπως η Μ. Βρετανία, η άνοδος των λαϊκιστικών ή και ακροδεξιών δυνάμεων, έχουν καταφέρει ισχυρότατα πλήγματα στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Το μεταναστευτικό, ωστόσο, ήταν αυτό που όξυνε τις υποβόσκουσες αντιθέσεις σε βαθμό που το όραμα της ενωμένης Ευρώπης δεν το ενστερνίζονται ούτε στις Βρυξέλλες. Ουδείς, επομένως, δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι το ευρωπαϊκό πλαίσιο θα είναι ο ασφαλής χώρος που θα ευδοκιμήσει η όποια συμφωνία για το κυπριακό. Πολλώ δε μάλλον, που το προσφυγικό έχει τρομοκρατήσει τόσο την κα Μέρκελ, καθώς βλέπει τα δημοσκοπικά της ποσοστά να καταρρέουν, που προσέτρεξε δύο φορές σε ελάχιστες μέρες στον κ. Ερντογάν, προσφέροντας «γη και ύδωρ» –και τα δύο της Ελλάδας βεβαίως– για να τον πείσει να συγκρατήσει τις ροές των μεταναστών και των προσφύγων. Επιπλέον, η απελπισμένη καγκελάριος παραχώρησε και άλλα «δώρα» στον αλαζονικό Τούρκο πρόεδρο, όπως την αμέριστη συμπαράσταση του Βερολίνου στην εξόντωση των Κούρδων, στην δημιουργία «ουδέτερης ζώνης» στη συριακή μεθόριο, αλλά και στις κατηγορίες για πρόκληση ανθρωπιστικής κρίσης από τη Ρωσία στη Συρία. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, η «Ευρώπη» μάλλον «αβάντα» στις τουρκικές απαιτήσεις πρόκειται να κάνει παρά να σταθεί στο πλευρό της ελληνοκυπριακής πλευράς, στο όνομα των πάλαι ποτέ ευρωπαϊκών αξιών.

δ. Οι ΗΠΑ, στριμωγμένες από την αντεπίθεση της Μόσχας στη Μέση Ανατολή, μια ζώνη σχεδόν απόλυτης επιρροής τους έως πρόσφατα, αναζητούν να βρουν τρόπους ανταπάντησης. Σ’ αυτή τη φάση, είναι αναγκασμένες να μην συναινούν στην πολιτική της ωμής βίας που ασκεί η Τουρκία προς τους Κούρδους της Συρίας –καθώς είναι η πιο αξιόπιστη συμμαχική δύναμη που διαθέτουν στο έδαφος και, κυρίως, γιατί αν τους εγκαταλείψουν οι Κούρδοι θα προσχωρήσουν ολοκληρωτικά στο ρωσικό μπλοκ. Ωστόσο, η Ουάσιγκτον έχει απόλυτη ανάγκη την Τουρκία. Ο όγκος της για πάνω από τρεις αιώνες αναχαιτίζει την κάθοδο των Ρώσων στις θερμές θάλασσες. Το ίδιο επιθυμούν και σήμερα οι Αμερικανοί από την Άγκυρα. Και για το λόγο αυτό είναι διατεθειμένοι να της προσφέρουν ανταλλάγματα αλλού. Ιδίως το τρίγωνο Ισραήλ-Κύπρος-Τουρκία είναι ιδανικό όχι μόνον για την εκμετάλλευση των ενεργειακών πηγών αλλά γιατί δι’ αυτού του τρόπου θα περικυκλώσουν ασφυκτικά τη ρωσική ναυτική παρουσία, η οποία, με την ολοκλήρωση της νίκης του Άσαντ, θα είναι μόνιμη στις συριακές μεσογειακές ακτές. Δεν χρειάζεται να προφητεύσουμε ποιος θα είναι ο αδύναμος κρίκος, έως σημείου ανυποληψίας, στο σχεδιαζόμενο σύμπλεγμα: η ελληνοκυπριακή πλευρά, που θα αποτελεί ένα αδύναμο τμήμα της νέας κρατικής οντότητας…

ε. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ρωσική παρουσία είναι εντελώς ανεπιθύμητη σε κυπριακό έδαφος τόσο από τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς όσο και από τους Τούρκους. Ας μην υπάρχουν, λοιπόν, αυταπάτες ότι, σε αυτό το κρατικό μόρφωμα που θα προκύψει από την όποια λύση, θα βρεθούν οι κατάλληλοι μηχανισμοί που θα θέσουν ένα τέλος στις «ρωσικές περιπέτειες» των ελληνοκυπρίων.

Ίσως κάποιοι σκέπτονται ότι θα μπορούν ακόμη και μετά από μια συμφωνία, να συνεχίσουν να είναι «υπηρέτες δύο ή περισσοτέρων αφεντάδων» – αποκομίζοντας και τα ανάλογα οικονομικά και γεωπολιτικά οφέλη. Πλανώνται, όμως, πλάνην οικτράν. Η δυνατότητα μιας, έστω και σχετικά, ανεξάρτητης εξωτερικής και οικονομικής πολιτικής είναι προνόμιο σε όποιον διαθέτει κάποια κυριαρχία. Όποιος όμως την παραδώσει, με όποιο αντίτιμο, εφεξής απλώς υπακούει στα κελεύσματα των άλλων…

http://ardin-rixi.gr/archives/197679