Τους Έθαψαν Ζωντανούς Στα Άδανα;

Του Αλέκου Μιχαηλίδη από το Γαλατικό Χωριό

Έξω του κόσμου το αποθανόν ου πίπτει.

ΜΑΡΚΟΣ ΑΥΡΗΛΙΟΣ

«Η Ιστορία είναι αυτή που είναι. Όχι αυτή που μας συμφέρει μόνο. Έτσι πάει. Και έτσι πρέπει. Το χρειάζεται για να επιβιώνει ως τέτοια. Και για να μαθαίνει τους ανθρώπους τουλάχιστον πώς να παραμένουν άνθρωποι», έγραφε ο Κώστας Κωνσταντίνου, δημοσιογράφος του Πολίτη, στις 29 Ιανουαρίου 2016, δημοσιεύοντας και εκείνη τη συνταραχτική φωτογραφία με τις σωρούς αμάχων Τουρκοκυπρίων από την Μαράθα, τον Σανταλάρη και την Αλόα.

 

Το άρθρο γραφόταν με αφορμή την ανακάλυψη μαζικού τάφου με τα οστά 86 Τ/κ αγνοουμένων της σφαγής στα τρία χωριά. Ο Κώστας Κωνσταντίνου, τότε, κατηγορούσε συλλήβδην την «πλευρά μας» (άλλοι έκαναν τη διχοτόμηση) ότι δεν ασχολείται με τα εγκλήματα που έγιναν εις βάρος των Τ/κ και επιλέγει αλά καρτ να συγκλονίζεται μόνο με τις σφαγές που έγιναν εις βάρος των Ε/κ.

Τέλος πάντων, το θέμα μας δεν είναι το άρθρο του δημοσιογράφου του Πολίτη. Είναι όμως εκκωφαντικά πασιφανές πως ούτε ο ίδιος ούτε πολλοί άλλοι «ανθρωπιστές» ακολουθούν τις τρεις γραμμές με τις οποίες τελειώνει το άρθρο της 29ης Ιανουαρίου και αρχίζει το δικό μας. Διότι, αν συμφωνούσε ότι «η ιστορία είναι αυτή που είναι» και «όχι αυτή που μας συμφέρει μόνο» θα προλάβαινε να ασχοληθεί και με τη χθεσινή μαρτυρία που δημοσιεύτηκε στις σελίδες της τ/κ εφημερίδας «Αφρίκα», με της οποίας τον διευθυντή σύνταξης μοιράζονται τον ίδιο χώρο έκφρασης.

Η Αφρίκα, σε άρθρο με τίτλο «Τους έθαψαν ζωντανούς», αναφέρεται σε μαρτυρία που αφορά Ελληνοκύπριους αιχμαλώτους που μεταφέρθηκαν από το λιμάνι της Κερύνειας στα Άδανα της Τουρκίας, όπου θάφτηκαν ζωντανοί. «Θα τους μεταφέρουμε και αυτούς στα Άδανα και θα τους κάνουμε ό,τι κάναμε στους άλλους. Τους άλλους τους μεταφέραμε, τους δέσαμε τα χέρια και τα πόδια και τους θάψαμε ζωντανούς δίπλα στον ποταμό που βρίσκεται εκεί. Δεν ξοδέψαμε καθόλου σφαίρες. Επειδή τους θάψαμε δίπλα στο νερό, με τον καιρό θα τους αρπάξει και αυτούς ο ποταμός και θα τους παρασύρει. Δεν θα μπορούν να βρουν τα ίχνη τους», είπε ο αυτόπτης μάρτυρας στον Σενέρ Λεβέντ, αναφερόμενος σε διάλογο δύο Τούρκων στρατιωτών.

Ως ένα από τα μεγαλύτερα μυστικά χαρακτήρισε το πιο πάνω ο αυτόπτης μάρτυρας, του οποίου ο τουρκικός στρατός είχε αναθέσει να ρίξει μπετόν στον δρόμο προς το λιμάνι της Κερύνειας. Ως μυστικό, φαίνεται να θέλουν να το διατηρήσουν και όσοι επιμένουν να αναγάγουν το «εκάμαμεν τζι εμείς πολλά» σε διαπραγματευτική μέθοδο. Ως μυστικό, γιατί μετά πώς θα πείσουν (κυρίως τους εαυτούς τους) ότι η Τουρκία, ο κατοχικός στρατός, αναγκάστηκαν να επέμβουν για να σώσουν τους Τουρκοκύπριους; Πώς θα πείσουν τους εαυτούς τους ότι η «μνήμη» πρέπει να παραγκωνιστεί για να λύσουμε το Κυπριακό με μια δεύτερη «επιχείρηση ειρήνης»;

«Μόνο στο νησί είναι οι αγνοούμενοι;», διερωτάται ο Λεβέντ στη σημερινή του στήλη στον Πολίτη, στην οποία διηγείται τη μαρτυρία που δημοσίευσε στην Αφρίκα και απαντά: «Όχι. Υπάρχουν και στην Τουρκία. Κάποιοι που μεταφέρθηκαν στην Τουρκία. Στα Άδανα. Στη Μερσίνα. Πάρα πολλοί δεν επέστρεψαν από το μέρος στο οποίο μεταφέρθηκαν. Δολοφονήθηκαν εκεί». Τι θα γίνει άραγε με εκείνους; Μέχρι να απαντήσουν οι «ιθύνοντες», εκείνοι δηλαδή που αρθρογραφούν και ασχολούνται αποκλειστικά και μόνο με τα όσα έκαναν Ε/κ (κι ας είναι «η ιστορία αυτή που είναι»), μαυροφορεμένες μανάδες, παιδιά, σύζυγοι θα αναρωτιούνται τι απέγιναν οι δικοί τους άνθρωποι και θα τους μνημονεύουν «εν οίκω». Ας το ξεχάσουμε. Ας κτίσουμε «ομοσπονδία» πάνω στους θαμμένους ζωντανούς της εισβολής, πάνω στα πτώματα, πάνω στις ψυχές των αγνοουμένων. Κι ας προσπαθεί η Ιστορία «να μαθαίνει τους ανθρώπους τουλάχιστον πώς να παραμένουν άνθρωποι», όπως έγραφε ο Κ.Κ. Άμα λάχει να θάψουμε κι ολόκληρα χωριά ζωντανά, όπως έκαναν οι Τούρκοι με τους ανθρώπους, μήπως και χαθεί το μομέντουμ κι ας αιωρείται η δικαιοσύνη βουβή. Κι ας φωνάζουν οι παππούδες για τις απότιστες ελιές και τις λεμονιές. Ας τα θάψουμε όλα ζωντανά, είμαστε εγκληματίες, «εκάμαμεν πολλά»… Memento mori.